Download - Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Transcript
Page 1: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran
Page 2: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Χαλίλ Γκιμπράν : Τα Σπασμένα Φτερά

Page 3: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ΤΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΦΤΕΡΑ

Μετάφραση ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΡΑΨΑΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ — ΑΘΗΝΑ

KAHLIL GIBRAN

Page 4: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Τίτλος του έργου Αγγλικά: The broken wings

© 1974 - Εκδόσεις Μ π ο υ κ ο υ μ ά ν η

Στοιχειοθετήθηκε και τυπώθηκε στην Αθήνα τo Μάιο του 1974 στο τυπογραφείο Γ. ΛΕΟΝΤΑΚΙΑΝΑΚΟΥ (Δουκ. Πλακεντίας 31, Χαλάν-δρι, τηλ. 6812457) για λογαριασμό των εκδόσεων ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ (Ακαδημίας 57, Αθήνα, τηλ. 618.502)

Διόρθωση: Χριστίνα Γιατζόγλου

Μακέτα Εξωφύλλου: Λίκα Φλώρου

«Boukoumanis» Publications, 57, Acadimias St., Athens 143, Greece - Tel:. 618-502

Page 5: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Λίγα λόγια για το συγγραφέα 9 Πρόλογος 11 1. Θλίψη σιωπηλή 15 2. Το χέρι της μοίρας 18 3. Η είσοδος στο ιερό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 22 4. Ο λευκός πυρσός 26 5. Η καταιγίδα 29 6. Η λίμνη της φωτιάς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 39 7. Μπροστά στο θρόνο του θανάτου 54 8. Ανάμεσα στο Χριστό και την Ίσταρ 67 9. Η θυσία 72

10. Ο λυτρωτής 81

Page 6: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Λ Ι Γ Α Λ Ο Γ Ι Α Γ Ι Α Τ Ο Σ Υ Γ Γ Ρ Α Φ Ε Α Κ Α Ι Τ Ο Ε Ρ Γ Ο ΤΟΥ

Θερμός και ανυπόκριτος αγωνιστής για τα δικαιώματα του ανθρώπου ηταν ο Γκιμπράν, απο τους πιο ξεχωριστούς στην ιστορία των ανθρώπων. Έδωσε μάχη μακρόχρονη και σκλη-ρή, για ν' αναγνωριστούν τα δικαιώματα των νεων, αντρών και γυναικών, στο ζήτημα του έρωτα και του γάμου. Α-γωνίστηκε ιδιαίτερα για την κατάργηση των δυναστικών ε-θίμων και συνηθειών του γάμου που επικρατούσαν απο αιώ-νες στην κοινωνική δομή των χωρών της Μέσης Ανατολής. Το πιο άδικο απο τα έθιμα αυτα ήταν να αρραβωνιάζουν οι γονείς τα παιδιά τους και να κανονίζουν το γάμο τους χω-ρίς αυτα να έχουν γνώμη, αλλα και ούτε γνώση πολλές φο-ρές, γιατί τα αρραβώνιαζαν απο πολύ μικρή ηλικία. Η α-τομική ελευθερία χτυπιόταν ετσι στο πιο ζωτικό σημείο της.

Όσοι επαναστατούσαν ενάντια στα έθιμα αυτα, τους πε-ρίμενε σκληρό χτύπημα, συκοφαντία απο την εκκλησία και την Πολιτεία, απομόνωση και αργός θάνατος, ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Όμως η καρδιά του Γκιμπράν είναι μ' αυτούς τους επαναστάτες, που δεν πετούν στα άχρηστα το χάρισμα της ελευθερίας. Δεν τον τρομάζει ο θάνατος, γιατι «η αγά-πη είναι δυνατότερη απο το θάνατο», γράφει. Το έργο του «Ανυπόταχτες Ψυχές» κάηκε δημόσια στη Βηρυτό, με δια-

9

Page 7: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ταγή του σουλτάνου, και ο ιδιος αφορίστηκε απο την Εκ-κλησία και εξορίστηκε απο την πατρίδα του.

Αλλά πέρα απο το θαρραλέο ξεσκέπασμα των καταχρή-σεων της εξουσίας, κοσμικής ή θρησκευτικής, ο Γκιμπράν εκφράζει, με τη δύναμη που χαρακτηρίζει τον αληθινά πη-γαίο λόγο, αλήθειες παγκόσμιες κι αιώνιες. Και τις παρου-σιάζει με το γοητευτικό ντύμα της παραβολής, κληρονομιά της αρχαίας αραμαικής παράδοσης.

Ξεκάθαρα τονίζει το γεγονός, που ολοι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να κατανοήσουν, αλλά που οι πιο πολλοί το α-γνοούν, οτι πολύ λίγα είναι τα σπουδαία πράγματα στη ζωή. Πολύ συχνά ο Λιβανέζος ποιητής μας θυμίζει πως αν οι ανθρώπινες σχέσεις πάσχουν, κανένα άλλο μέρος της ζωής δεν μπορεί να εχει μεγάλη σημασία. Μήπως τάχα μπορούν ο πλούτος, ή δύναμη ή το κύρος να αναπληρώσουν τη σιω-πηλή αγωνία της προδομένης καρδιάς; Πως μπορεί να υ-πάρχει χαρά και νόημα στη ζωή μας οταν η αγάπη εξαφα-νίζεται και η φιλία καταστρέφεται; Για να εξασφαλίσουμε την αληθινή πρόοδό μας, αλλα και αυτή την επιβίωσή μας, οφείλουμε να δυναμώσουμε τους δεσμούς της αδελφικότητας με ολους τους συνανθρώπους μας, χωρίς διάκριση, όπως κά-νουμε με τους προσωπικούς και οικογενειακούς δεσμούς μας.

Τις αλήθειες αυτές ο Γκιμπράν τις χαράζει στην καρδιά μας, με τη δύναμη του λόγου του, κι εύκολα δεν σβήνουν. Σαν την αθάνατη μουσική του Μπετόβεν, για την οποία ο δημι-ουργός της ειπε, «Απο την καρδιά ανάβλυσε και στην καρ-διά θα τρέξει», τα γραφτά του Γκιμπράν, με την πηγαία ει-λικρίνειά τους, φτάνουν στο πιο μεγάλο βάθος της συγκινη-σιακής και διανοητικής μας επίγνωσης.

Ε. Γ

10

Page 8: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Πρόλογος

Ήμουν δεκαοχτώ χρονών οταν η αγάπη άνοιξε τα μάτια μου με τις μαγικές ακτίνες της και άγγιξε το πνεύμα μου για πρώτη φορά με τα νεραϊδοδάχτυλά της, και η Σέλμα Καράμη ηταν η πρώτη γυναίκα που ξύπνησε το πνεύμα μου με την ομορφιά της και με οδήγησε στους κήπους με τα πιο εύωδιαστά λουλούδια της αγάπης, οπου οι μέρες περ-νούν σαν όνειρο νυχτιάτικο, κι οι νύχτες σα μέρες γαμή-λιας γιορτής.

Η Σέλμα Καράμη ηταν η γυναίκα που με δίδαξε να λατρεύω την ομορφιά με το παράδειγμα της δικής της ομορφιάς, και μου αποκάλυψε το μυστικό της αγάπης με τη δική της αγάπη. ηταν εκείνη που πρώτη μου τραγούδη-σε το τραγούδι της πραγματικής ζωής.

Καθε νεος θυμάται την πρώτη του αγάπη και προσπα-θεί να ξαναζήσει την παράξενη εκείνη ωρα, που η θύμησή της αλλάζει τα πιο βαθιά του αισθήματα και τον κάνει τό-σο ευτυχισμένο, παρ' ολη την πίκρα που κρύβει μέσα στο μυστήριό της.

Στη ζωή κάθε νεου υπάρχει κάποια «Σέλμα» που έρχε-ται κοντά του ξαφνικά, όταν αυτός βρίσκεται ακόμα στην άνοιξη της ζωής και μεταμορφώνει τη μοναξιά του σε ώρες ευτυχίας, και γεμίζει τη σιωπή της νύχτας του με μουσική.

Ήμουν βαθιά απορροφημένος σε σκέψεις και διαλογι-σμούς που προσπαθούσαν να κατανοήσουν τη σημασία της φύσης, και την αποκάλυψη των βιβλίων και των γραφών, οταν άκουσα την ΑΓΑΠΗ που ψιθύρισαν στ' αφτιά μου τα χείλη της Σέλμας. Η ζωή μου βρισκόταν σε λήθαργο, κι ήταν άδεια όπως ήταν η ζωή του Αδάμ στον Παράδει-

1 1

Page 9: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σο, οταν ειδα τη Σέλμα να υψώνεται μπροστά μου σα μια στήλη απο φως. Ηταν η Εύα της καρδιάς μου, που τη γέ-μισε με μυστήρια και θαύματα και μ' έκανε να καταλάβω το νόημα της ζωής.

Η πρώτη Εύα ειχε βγάλει τον Αδάμ εξω απο τον Πα-ράδεισο με τη θέλησή της, ενω η Σέλμα μ' έκανε να μπω θεληματικά στον Παράδεισο της καθαρής αγάπης και αρε-τής, με τη δική της γλυκύτητα και αγάπη. εκείνο όμως που συνέβη στον πρώτο άντρα συνέβη και σε μένα, και το φλε-γόμενο σπαθί που κυνήγησε τον Αδάμ και τον έδιωξε απο τον Παράδεισο, ηταν ομοιο με το σπαθί που τρόμαξε και μένα με τη λαμπερή του κόψη και μ' έδιωξε απο τον Πα-ράδεισο της αγάπης μου, χωρίς όμως να εχω παρακούσει καμιά εντολή και χωρίς να εχω γευτεί τον καρπό του απα-γορευμένου δέντρου.

Σήμερα, ύστερα απο πάρα πολλά χρόνια, δε μου εχει μείνει τίποτα απο κείνο το όμορφο όνειρο εκτος απο οδυνη-ρές αναμνήσεις, που φτερουγίζουν γύρω μου σαν αόρατα φτερά, που γεμίζουν τα βάθη της καρδιάς μου, και φέρ-νουν δάκρυα στα μάτια μου. και η αγαπημένη μου, η υπέ-ροχη Σέλμα, είναι νεκρή και τίποτα δεν εχει μείνει για να μου τη θυμίζει, εκτος απο την κομματιασμένη μου καρδιά κι ενα μνήμα που το περιτριγυρίζουν κυπαρίσσια. Το μνή-μα εκείνο και η καρδιά μου αυτή είναι τα μόνα που μπο-ρούν να μιλήσουν για τη Σέλμα.

Η σιωπή που τυλίγει το μνήμα δεν μπορεί ν' αποκαλύ-ψει του Θεού το μυστικό μέσα στο σκοτάδι του τάφου και το θρόϊσμα της φυλλωσιάς του δέντρου, που με τις ρίζες του ρουφά τα στοιχεία του νεκρού σώματος δεν μπορεί ν' αποκαλύψει τα μυστικά του τάφου. Αλλά οι πονεμένοι αναστεναγμοί της καρδιάς μου μπορούν να διηγηθούν στους ζωντανούς το δράμα που έπαιξαν η αγάπη, η ομορφιά κι ο θάνατος.

Ω, φίλοι της νιότης μου, που είστε σκορπισμένοι στις

12

Page 10: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

γειτονιές της πόλης της Βηρυτού, οταν περνάτε κοντά απο εκείνο το κοιμητήρι, κοντά στο πευκόδασο, μπείτε μέσα σιωπηλοί και περπατείστε αργά, ετσι, που το πάτημά σας να μην ταράξει τον ύπνο των νεκρών, και σταθείτε ταπει-νά δίπλα στο μνήμα της Σέλμας και χαιρετείστε το χώμα που κρύβει το κορμί της και πείτε το όνομά μου με βαθύ αναστεναγμό και κρυφομιλείστε στον εαυτό σας λέγοντας, «Εδω είναι θαμμένες ολες οι ελπίδες του Γκιμπράν, που ζει σαν αιχμάλωτος της αγάπης πέρα απο τη θάλασσα. Σ' αυτό εδω το μέρος, ο φίλος μας έχασε την ευτυχία του, στράγγιζε τα δάκρυά του, και λησμόνησε το χαμόγελό του».

Δίπλα στο μνήμα αυτό ζει πάντα η θλίψη του Γκιμπράν μαζί με τα κυπαρίσσια, και το πνεύμα του φτερουγίζει πά-νω απο τον τάφο αυτό κάθε νύχτα για να θυμάται τη Σέλ-μα, και κάνει τα κλαδιά των δέντρων να τραγουδούν θρη-νητικά, να μοιρολογούν το χαμό της Σέλμας, που, χθες ακόμα, ήταν σα μια όμορφη μελωδία πάνω στα χείλη της ζωής και σήμερα είναι ενα σιωπηλό μυστικό μέσα στα στή-θη της γης.

Ω, σύντροφοι της νιότης μου, σας παρακαλώ στ' όνο-μα της παρθένας που αγαπήσατε κάποτε, ν' ακουμπήσετε μια γιρλάντα απο λουλούδια στο λησμονημένο τάφο της αγα-πημένης μου, γιατί τα λουλούδια που θα βάλετε εκει θα εί-ναι σα σταγόνες δρόσου, που πέφτουν απο τα μάτια της αύγης πάνω στα φύλλα ενός μαραμένου ρόδου.

1 3

Page 11: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

1. Θλίψη Σιωπηλή

Φίλοι μου, θυμάστε την αυγή της νιότης με χαρά και λυ-πάστε για το τελείωμα της. εγω όμως τη θυμάμαι σαν το φυλακισμένο που αναθυμάται τα σίδερα και τα δεσμά της φυλακής του. Εσείς μιλάτε για κείνα τα χρόνια που είναι ανάμεσα στην παιδική ηλικία και στη νιότη σα μια χρυσή εποχή γεμάτη ελευθερία απο τους περιορισμούς και τις έγνοιες, ενω εγω ονομάζω τα χρόνια εκείνα εποχή θλίψης σιωπηλής που ειχε έρθει σα σπόρος μέσα στην καρδιά μου και μεγάλωσε μαζί της και δεν μπορούσε να βρει κανένα άνοιγμα προς τον κόσμο της γνώσης και της σοφίας, μέχρι τη μέρα που ήρθε η αγάπη κι άνοιξε τις πύλες της καρδιάς μου και φώτισε κάθε της γωνιά. Η αγάπη μου έδωσε τότε και γλώσσα και δάκρυα. Εσείς θυμάστε τους κήπους και τα πάρκα και τις κρυφές γωνιές των δρόμων που στάθη-καν μάρτυρες των παιχνιδιών σας κι άκουσαν τα αθώα ψι-θυρίσματά σας. κι εγω θυμάμαι, επίσης, το όμορφο εκείνο μέρος στο Βόρειο Λίβανο. Κάθε φορά που κλείνω τα μάτια μου βλέπω και ξαναβλέπω εκείνα τα λιβάδια τα γεμάτα μαγεία και μεγαλοπρέπεια, και κείνα τα βουνά τα γεμάτα δόξα και μεγαλείο που προσπαθούν να φτάσουν στον ουρα-νό. Καθε φορά που κλείνω τα αφτιά μου στο θόρυβο της πόλης ακούω το μουρμουρητό των ρυακιών και το θρόϊσμα της φυλλωσιάς των δέντρων. Ολες εκείνες οι ομορφιές, που γι' αυτές τώρα μιλώ, και που λαχταρώ να ξαναδώ, ό-πως ενα μικρό παιδί λαχταρά την αγκαλιά της μάνας του, είχαν πληγώσει το πνεύμα μου, που ήταν αιχμάλωτο μέσα στο σκοτάδι της νιότης, σαν το γεράκι που υποφέρει μέσα στο κλουβί του όταν βλέπει ενα κοπάδι πουλιά να πετούν

14

Page 12: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ελεύθερα στον ανοιχτό ουρανό. Εκείνα τα λιβάδια και οι λόφοι φλόγιζαν τη φαντασία μου, αλλα σκέψεις πικρές έ-πλεκαν γύρω απο την καρδιά μου ενα δίχτυ απελπισίας.

Κάθε φορά που έβγαινα να περπατήσω στους αγρούς, γύριζα απογοητευμένος, χωρίς να μπορώ να καταλάβω την αιτία της απογοήτευσής μου. Κάθε φορά που κοίταζα το γκρίζο ουρανό ένιωθα την καρδιά μου να σφίγγεται. Κάθε φορά που άκουγα το τραγούδι των πουλιών και τους φλύα-ρους θορύβους της Άνοιξης υπόφερα χωρίς να μπορώ να καταλάβω την αιτία. Λένε οτι η αδιαφορία κάνει τον άν-θρωπο αδειανό και οτι αύτη η αδειοσύνη τον κάνει ξέγνοια-στο.

Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια για κείνους που γεννήθη-καν νεκροί, και που υπάρχουν σα συντηρημένα πτώματα.

αλλα το ευαίσθητο αγόρι που αισθάνεται πολύ και γνωρίζει λίγο, είναι το πιο άτυχο πλάσμα, γιατί βρίσκεται ανάμεσα σε δυο δυνάμεις. Η πρώτη δύναμη το ανυψώνει και του δείχνει την ομορφιά της ύπαρξης μέσα απο ενα σύννεφο ονείρων. η άλλη το κρατά δεμένο στη γη και γεμίζει τα μάτια του με σκόνη και το δυναστεύει με το φόβο και το σκοτάδι.

Η μοναξιά εχει απαλά σα μετάξι χέρια, αλλα με τα δυ-νατά της δάχτυλα αρπάζει την καρδιά και την κάνει να πονεί απο τη θλίψη. Η μοναξιά είναι ο σύμμαχος της θλί-ψης, οπως ακριβώς είναι και ο σύντροφος της πνευματικής έξαρσης.

Η ψυχή του αγοριού που δοκιμάζει το βάσανο της θλί-ψης είναι σαν ενας άσπρος κρίνος που μόλις ξεδιπλώνεται. Τρέμει μπροστά στην πρωινή αύρα κι ανοίγει την καρδιά του στην αυγή της μέρας και μαζεύει πάλι τα φύλλα του οταν πέφτει η σκιά της νύχτας. Αν το αγόρι αυτό δεν εχει διασκέδαση, φίλους ή συντρόφους στα παιχνίδια του, η ζωή του θα είναι σα μια στενή φυλακή όπου δε βλέπει τίποτ' άλλο απο τους ιστούς της αράχνης και δεν ακούει

15

Page 13: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

τίποτ' άλλο απο το σούρσιμο των εντόμων. Η θλίψη εκείνη που με κράταγε στη νιότη μου δεν εί-

χε σαν αιτία την έλλειψη διασκέδασης, γιατί διασκέδαση θα μπορούσα να εχω ούτε την έλλειψη φίλων, γιατί και φί-λους θα μπορούσα να εχω. Η θλίψη εκείνη είχε σαν αιτία μια εσώτερη αδυναμία που μ' έκανε να αγαπώ τη μοναξιά. Και σκότωνε μέσα μου την τάση για διασκέδαση και παι-χνίδια. Έκοβε απο τους ώμους μου τα φτερά της νιότης και με μεταμόρφωνε σε μια λιμνούλα νερού πάνω στο βου-νό που καθρέφτιζε στα ήρεμα νερά της τις σκιές των πνευ-μάτων, και τα χρώματα των διαβατικών σύννεφων και των δέντρων, αλλα που δεν μπορούσε να βρει ενα πέρασμα για να κατέβει τραγουδώντας προς τη μεγάλη θάλασσα.

Τέτοια ήταν η ζωή μου μέχρι τη μέρα που έγινα δεκαοχτώ χρονών. Η χρονιά εκείνη είναι σα μια βουνοκορφή στη ζωή μου, γιατί τότε ξύπνησε μέσα μου η γνώση και μ' έκα-νε να καταλάβω τη σκληρή μοίρα της ανθρώπινης ζωής. Τη χρονιά εκείνη ξαναγεννήθηκα και κατάλαβα πως αν ενας άνθρωπος δεν ξαναγεννηθεί, η ζωή του θα είναι σαν ενα άγραφο φύλλο στο βιβλίο της ύπαρξης. Τη χρονιά εκείνη είδα τους αγγέλους τον ουρανού να μ' αντικρύζουν μέσα απο τα μάτια μιας όμορφης κοπέλας. αλλα είδα και τους δαιμόνους της κόλασης να λυσσομανούν στην καρδιά ενός κακού ανθρώπου. Αυτός που δε βλέπει τους αγγέλους και τους δαιμόνους στην ομορφιά και στην κακία της ζωής θα βρίσκεται πολύ μακριά απο τη γνώση και το πνεύμα του θα είναι άδειο απο αγάπη.

2. Τά σπασμένα φτερά 16

Page 14: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

2. Το Χέρι της Μοίρας

Την άνοιξη εκείνης της υπέροχης χρονιάς βρισκόμουν στη Βηρυτό. Οι κήποι ήταν γεμάτοι απο άνθη Νιζάν και η γη ήταν στρωμένη με την πράσινη χλόη, και ολα έμοιαζαν μ' ενα μυστικό της γης που φανερώθηκε στον ουρανό. Οι πορτοκαλιές και οι μηλιές, που έμοιαζαν με νυφούλες που ειχε στείλει η φύση για να εμπνέουν τους ποιητές και να φλογίζουν τη φαντασία, φορούσαν ολόλευκη στολή αρωμα-τισμένη απο τα άνθη.

Η άνοιξη είναι παντού όμορφη, αλλα είναι πολύ πιο ό-μορφη στο Λίβανο. Η άνοιξη είναι ενα πνεύμα που τρι-γυρνά πάνω απο ολη τη γη αλλα που στέκεται πάνω απο το Λίβανο, κουβεντιάζει με βασιλιάδες και προφήτες, τρα-γουδά με τα ποτάμια τους ύμνους του Σολομώντα, και ξα-ναλέει μαζί με τους ιερούς κέδρους του Λιβάνου τις μνή-μες της αρχαίας δόξας. Η Βηρυτός, χωρίς τη λάσπη του χειμώνα και τη σκόνη του καλοκαιριού, είναι σα μια νύφη όλη την άνοιξη, ή σα μια γοργόνα που κάθεται στην άκρη του ρυακιού και στεγνώνει το βρεγμένο της κορμί στις ακτίνες του ήλιου.

Κάποια μέρα, το μήνα του Νιζάν, πήγα να επισκεφτώ ενα φίλο που βρισκόταν κάμποσο έξω απο την όμορφη πό-λη. Καθώς μιλούσαμε, μπήκε στο σπίτι ενας άνθρωπος α-ξιοσέβαστος, περίπου 65 χρονών. Σηκώθηκα να τον χαιρε-τήσω και ο φίλος μου τον παρουσίασε. Ονομαζόταν Φαρίς Εφάντη Καράμη. Ύστερα ο φίλος έδωσε το δικό μου όνο-μα με κολακευτικά λόγια. Ο γέρος με κοίταξε για μια στι-γμή, ακουμπώντας το μέτωπό του με την άκρη των δαχτύ-λων του σα να προσπαθούσε να θυμηθεί κάτι. Μετά με πλη-

17

Page 15: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σίασε χαμογελαστός και ειπε, «Εισαι ο γιος ενός πολύ αγα-πητού μου φίλου και χαίρομαι πολύ που ξαναβλέπω αυτόν το φίλο στο δικό σου πρόσωπο».

Τα λόγια του με συγκίνησαν πολύ, και ένιωθα κάτι να με τραβάει προς αυτόν, όπως το πουλί που το ενστικτό του το οδηγεί στη φωλιά του πριν απο τον ερχομό της καταιγί-δας. Καθίσαμε, και ο γέρος μας διηγήθηκε τη φιλία του με τον πατέρα μου, κι αναθυμήθηκε τον καιρό που πέρασαν μαζί. Ο γέρος αγαπά πάντα να γυρίζει με τη μνήμη του στις μέρες της νιότης του, ακριβώς οπως ο ξένος λαχταρά να γυρίσει στην πατρίδα του. Χαίρεται πολύ να ξαναλέει ιστορίες απο τα παλιά, σαν τον ποιητή που χαίρεται ν' απαγ-γέλει το καλύτερό του ποίημα. Ζει πνευματικά στο παρελ-θόν γιατί το παρόν περνάει πολύ γρήγορα, και το μέλλον τον φαίνεται σαν ενα γρήγορο πλησίασμα στη λησμονιά του τάφου. Μια ώρα γεμάτη απο αναμνήσεις απο την πα-λιά ζωή πέρασε όπως περνούν οι σκιές των δέντρων πάνω απο τη χλόη. Όταν ο Φαρίς Εφάντη ξεκίνησε να φύγει, ακούμπησε το αριστερό του χέρι πάνω στον ώμο μου και έσφιξε το δεξί μου χέρι λέγοντας, «Πάνε είκοσι χρόνια που δεν ξαναείδα τον πατέρα σου. Ελπίζω οτι εσυ θα πά-ρεις τη θέση του και θα επισκέφτεσαι συχνά το σπίτι μου».

Με χαρά μου υποσχέθηκα να ξεπληρώσω το καθήκον μου αυτό απέναντι σ' έναν αγαπητό φίλο του πατέρα μου.

Όταν ο γέρος έφυγε, ζήτησα απο το φίλο μου να μου πει περισσότερα γι' αυτόν. Μου ειπε, «Δε γνωρίζω κανέ-ναν άλλο άνθρωπο στη Βηρυτό που ο πλούτος του να τον έκανε καλό, και που η καλοσύνη του να τον έκανε πλούσιο. Είναι ενας απο τους λίγους ανθρώπους που έρχονται στον κόσμο και φεύγουν χωρίς να βλάψουν κανένα, αλλα οι άν-θρωποι αυτού του είδους είναι συνήθως δυστυχισμένοι και καταπιεσμένοι, γιατί δεν είναι αρκετά έξυπνοι για να σω-θούν απο τις πονηριές των άλλων. Ο Φαρίς Εφάντη εχει μια κόρη που ο χαρακτήρας της είναι όμοιος με το δικό του

18

Page 16: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

και που η ομορφιά κι η χάρη της είναι πέρα απο κάθε πε-ριγραφή, αλλα που κι αυτη θα είναι δυστυχισμένη, γιατί ο πλούτος του πατέρα της τη σπρώχνει κιόλας στο χείλος ενος φρικτού γκρεμού.»

Καθώς έλεγε αυτά τα λόγια, πρόσεξα οτι το πρόσωπό του συννέφιασε. Μετά συνέχισε, «Ο Φαρίς Εφάντη είναι ενας καλός γέρος μ' ευγενική καρδιά, αλλα που δεν έχει δυνατή θέληση. Οι άνθρωποι μπορούν να τον σύρουν, ό-πως θα έσερναν εναν τυφλό. Η κόρη του τον υπακούει, παρά την περηφάνεια και την εξυπνάδα της, κι αυτό εί-ναι το κρυφό μυστικό που παραμονεύει στη ζωή του πατέ-ρα και της κόρης. Το μυστικό αυτό το ανακάλυψε ενας κα-κός άνθρωπος, που είναι επίσκοπος, και που κρύβει την κα-κία του κάτω απο το κάλυμμα του Ευαγγελίου. Κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν οτι είναι καλός κι ευγενικός. Εί-ναι ο αρχηγός της θρησκείας σ' αυτή τη χώρα των θρή-σκων. Οι άνθρωποι τον υπακούουν και τον λατρεύουν. Αυ-τός τους οδηγεί σαν κοπάδι πρόβατα στο σφαγείο. Ο επί-σκοπος αυτός εχει έναν ανεψιό που είναι γεμάτος κακεν-τρέχεια και διαφθορά. Δε θ' αργήσει η μέρα που ο επί-σκοπος θα βάλει τον ανεψιό του στα δεξιά του και την κό-ρη του Φαρίς Εφάντη στ' αριστερά του, και, κρατώντας με το κακό του χέρι το στεφάνι του γάμου πάνω απο τα κεφάλια τους, θα δέσει μια αγνή κόρη μ' ένα διεφθαρμέ-νο άντρα, σκεπάζοντας το φως της μέρας με το σκοτάδι της νύχτας.

Αυτά είναι όλα που μπορώ να σου πω για τον Φαρίς Ε-φάντη και την κόρη του και σε παρακαλώ μη με ρωτάς πε-ρισσότερα.»

Και λέγοντας αυτά, γύρισε το κεφάλι του προς το πα-ράθυρο λες κι έψαχνε να βρει απάντηση στα προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης παρατηρώντας την ομορφιά του σύμπαντος.

Φεύγοντας απο το σπίτι, είπα στο φίλο μου ότι θα έκανα

19

Page 17: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

επίσκεψη στον Φαρίς Εφάντη σε λίγες μέρες, γιατί ήθελα να ξεπληρώσω την υπόσχεσή μου, και για χάρη της φιλίας που έδενε αυτόν και τον πατέρα μου. Ο φίλος με κοίταξε έντονα για μια στιγμή, και πρόσεξα μια αλλαγή στην έκ-φρασή του ωσάν τα λίγα εκείνα απλά μου λόγια να του εί-χαν αποκαλύψει μια καινούργια ιδέα. Ύστερα, ο φίλος με κοίταξε ίσια στα μάτια με εναν τρόπο παράξενο, με ενα βλέμμα που ειχε αγάπη, λύπηση, και φόβο. με το βλέμμα ενός προφήτη που προβλέπει κάτι που κανένας άλλος δεν μπορεί να δει. Ύστερα, τα χείλη του τρεμόπαιξαν λίγο, αλλα δεν ειπε τίποτα, ενω εγω κινούσα προς την πόρτα. Το παράξενο εκείνο βλέμμα με ακολούθησε, και το νόημά του δεν μπόρεσα να το καταλάβω μέχρι τη μέρα που έμαθα πολλά απο την πείρα της ζωής, τότε που οι καρδιές μπο-­ούν να νιώθουν η μια την άλλη χωρίς λόγια, και που τα πνεύματα είναι ώριμα με τη γνώση.

20

Page 18: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

3. Η Είσοδος στο Ιερό

Σε λίγες μέρες ένιωσα πάλι μοναξιά, και τα βιβλία άρχι-σαν να με κουράζουν. Πήρα ενα αμάξι και ξεκίνησα για το σπίτι του Φαρίς Εφάντη. Οταν φτάσαμε στο πευκόδα-σο όπου οι άνθρωποι περνούν τις ημερήσιες εκδρομές τους, ο άμαξας μπήκε σ' ενα ιδιωτικό δρομάκο, που τον ίσκιω-ναν ιτιές κι απο τις δυο μεριές. Καθώς περνούσαμε ανάμε-σα, βλέπαμε την ομορφιά της πράσινης χλόης, των κλημα-ταριών, και των πολύχρωμων λουλουδιών του Νιζάν που μόλις ειχαν ανθίσει.

Πολύ σύντομα το αμάξι στάθηκε μπροστά σ' ένα μονα-χικό σπίτι στη μέση ενος μεγάλου κήπου. Το άρωμα των ρόδων, της γαρδένιας, των γιασεμιών γέμιζε τον αέρα. Ό-ταν κατέβηκα και προχώρησα στο μεγάλο κήπο, είδα τον Φαρίς Εφάντη να έρχεται προς συνάντησή μου. Μ' έμπα-σε στο σπίτι του με ενα ολόκαρδο καλοσώρισμα και κάθισε δίπλα μου σαν τον ευτυχισμένο πατέρα που γύρισε ο γιος του, και μου έκανε βροχή τις ερωτήσεις για τη ζωή μου, το μέλλον μου και τη μόρφωσή μου. Του απάντησα με μια φωνή που ήταν γεμάτη φιλοδοξία και ζήλο άκουγα να αν-τηχεί στα αφτιά μου ο ύμνος της δόξας και ένιωθα να τα-ξιδεύω πάνω σε μια γαλήνια θάλασσα ελπιδοφόρων ονεί-ρων. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, παρουσιάστηκε πίσω απο τη βελουδένια κουρτίνα η κόρη του και προχώρησε προς εμένα. Ήταν μια όμορφη κοπέλα, ντυμένη με ενα υπέροχο άσπρο μεταξένιο φόρεμα. Ο Φαρίς Εφάντη κι εγω σηκω-θήκαμε απο τις θέσεις μας.

«Αυτή είναι η κόρη μου Σέλμα», ειπε ο γέρος. Ύστερα, με παρουσίασε στην κόρη του, λέγοντας, «Η

21

Page 19: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

μοίρα μου ξανάφερε εναν αγαπητό παλιό μου φίλο στο πρό-σωπο του γιου του.»

Η Σέλμα με κοίταξε με έντονη απορία για λίγες στιγμές ωσάν να αμφέβαλε αν κάποιος ξένος ειχε μπει στο σπίτι τους. Το χέρι της, οταν το άγγιξα, έμοιαζε με άσπρο κρί-νο, κι ενας παράξενος πόνος διαπέρασε την καρδιά μου.

Καθίσαμε ολοι σιωπηλοί, άφωνοι, ωσάν η Σέλμα να εί-χε φέρει μαζί της στο δωμάτιο ενα ουράνιο πνεύμα άξιο για σιωπηλό σεβασμό. Όταν εκείνη ένιωσε τη σιωπή μου χαμογέλασε και ειπε, «Πολλές φορές ο πατέρας μου διηγή-θηκε τις ιστορίες της νιότης του και των ημερών που πέρα-σε μαζί με τον πατέρα σου. Αν και ο δικός σου πατέρας σου μίλησε με τον ιδιο τρόπο, τότε η συνάντησή μας αυτή δεν είναι η πρώτη μας συνάντηση.»

Ο γέρος ευχαριστήθηκε πολύ οταν άκουσε την κόρη του να μιλάει έτσι, και ειπε, «Η Σέλμα είναι πολυ συναισθη-ματική. Βλέπει το κάθετι με τα μάτια της ψυχής.»

Ο γέρος συνέχισε την κουβέντα του μ' ενδιαφέρον κι ευγένεια, λες και ειχε βρει σε μένα μια κάποια μαγεία που τον σήκωσε ψηλά με τα φτερά της μνήμης και τον έφερε πίσω στις παλιές μέρες.

Καθώς εγώ τον παρακολουθούσα, συλλογιζόμουν τη δική μου ζωή τα τελευταία χρόνια. Ο γέρος με κοίταζε όπως ενα μεγαλόπρεπο γέρικο δέντρο που εχει αντέξει καταιγί-δες και ηλιοκάματα ρίχνει τη σκιά του πάνω σ' ενα μικρό νεαρό δεντράκι που τρεμοσαλεύει μπροστά στην πρωινή αύρα.

Η Σέλμα όμως έμενε σιωπηλή. Που και που, έριχνε μια ματιά, πρώτα σε μένα κι ύστερα στον πατέρα της σα να διάβαζε το πρώτο και το τελευταίο κεφάλαιο απο το δρά-μα της ζωής. Η μέρα πέρασε γρήγορα σ' αυτό το περι-βόλι, κι είδα μέσα απο το παράθυρο το υπέροχο κίτρινο φιλί του ηλιοβασιλέματος πάνω στα βουνά του Λιβάνου. Ο Φαρίς Εφάντη συνέχιζε να ιστορεί τις περιπέτειές του κι

22

Page 20: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

εγω άκουγα σα μεθυσμένος και αντιδρούσα με τέτοιο ενθου-σιασμό που η θλίψη του γέρου ειχε μεταμορφωθεί σε ευ-τυχία.

Η Σέλμα καθόταν κοντά στο παράθυρο και παρακολου-θούσε με μάτια θλιμμένα, χωρίς να μιλά, αν και η ομορφιά έχει τη δική της ουράνια γλώσσα, ανώτερη απο τους ήχους της γλώσσας των θνητών. Είναι μια γλώσσα άχρονη, κοι-νή για ολη την ανθρωπότητα, μια γαλήνια λίμνη που τρα-βά κοντά της τα τραγουδιστά ρυάκια, τα δέχεται στα βάθη της και τα βουβαίνει.

Μόνο τα πνεύματά μας μπορούν να νιώσουν την ομορ-φιά, ή να ζήσουν και ν' άναπτυχτούν κοντά της.

Η ομορφιά αινιγματίζει τις ψυχές μας. δεν μπορούμε να την περιγράψουμε με λόγια. είναι μια αίσθηση που τα μάτια μας δεν μπορούν να δουν, μια αίσθηση που πηγάζει και απο αυτόν που παρατηρεί και απο το αντικείμενο της παρατήρησής του.

Η πραγματική ομορφιά είναι μια ακτίνα που πηγάζει απο τα άγια των αγίων του πνεύματος, και φωτίζει το σώ-μα, όπως η ζωή έρχεται απο τα βάθη της γης και δίνει χρώμα και άρωμα στο λουλούδι.

Η πραγματική ομορφιά βρίσκεται στην πνευματική συμ-φωνία που ονομάζουμε αγάπη και που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα σ' έναν άντρα και μια γυναίκα. Τάχα, το πνεύμα μου και της Σέλμας το πνεύμα να ενώθηκαν κείνη τη βρα-δυά, κι η λαχτάρα αυτή ήταν που μ' έκανε να τη βλέπω σαν την πιο όμορφη γυναίκα που ζούσε κάτω απο τον ήλιο; Η μήπως είχα μεθύσει με το κρασί της νιότης που μ' έκα-νε να φαντάζομαι κάτι που ποτέ δεν ύπηρξε;

Τάχα, η νιότη να τύφλωσε τα φυσικά μου μάτια και μ' έκανε να δω με τη φαντασία τη λάμψη των ματιών της, τη γλύκα του στόματός της, και τη χάρη του προσώπου της; Η μήπως η λάμψη της, η γλύκα και η χάρη της άνοιξαν τα μάτια μου και μου φανέρωσαν την ευτυχία και τον πόνο

23

Page 21: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

της αγάπης; Είναι δύσκολο ν' απαντήσω στα ερωτήματα αυτά, αληθινά, όμως, θα μπορούσα να πω οτι κείνη την ώ-ρα ένιωσα μια συγκίνηση που δεν είχα ποτέ πριν νιώσει, ενα καινούργιο αίσθημα αγάπης, που αγκάλιαζε απαλά την καρδιά μου, σαν το πνεύμα που φτερούγιζε πάνω απο τα νερά, την ώρα της δημιουργίας του κόσμου, και απο το αί-σθημα αυτό γεννήθηκε η ευτυχία μου και η θλίψη μου. Έ-τσι τέλειωσε η ώρα της πρώτης μου συνάντησης με τη Σέλ-μα, κι έτσι, το θέλημα τ' ουρανού μ' απελευθέρωσε απο τα δεσμά της νιότης και της μοναξιάς και με οδήγησε να περ-πατήσω πάνω στο μονοπάτι της αγάπης.

Η αγάπη είναι η μόνη ελευθερία στον κόσμο, γιατί αύ-τη ανυψώνει το πνεύμα ετσι που οι νόμοι της ανθρωπότη-τας και τα φαινόμενα της φύσης δεν μπορούν ν' αλλαξουν την πορεία του.

Όταν σηκώθηκα για να φύγω, ο Φαρίς Εφάντη πλη-σίασε και μου ειπε σοβαρά, «Και τώρα, γιε μου, αφού ξέ-ρεις το δρόμο για το σπίτι μας, θα πρέπει να 'ρχεσαι συ-χνά και να νιώθεις σαν να 'ρχεσαι στο σπίτι του πατέρα σου. Νά με βλέπεις σαν πατέρα, και τη Σέλμα σαν αδερ-φή». Μιλώντας ετσι, στράφηκε στη Σέλμα σα να ζητούσε επιβεβαίωση για οσα ειπε. Εκείνη κούνησε το κεφάλι της καταφατικά, και ύστερα με κοίταξε σα να έβλεπε κάποιο παλιό της γνώριμο.

Τα λόγια αυτά που πρόφερε ο πατέρας της Σέλμας μ' έβαλαν δίπλα στην κόρη του, στο ιερό της αγάπης. Τα λό-για εκείνα ήταν ένα ουράνιο τραγούδι που άρχισε με έκ-σταση και τελείωσε με θλίψη. Ανύψωσαν τα πνεύματά μας στο χώρο του φωτός και της φλόγας που καίει και καθα-ρίζει. ήταν το δοχείο απ' όπου ήπιαμε ευτυχία και πίκρα.

Έφυγα απο το σπίτι. Ο γέρος με συνόδεψε ως την ά-κρη του κήπου, ενώ η καρδιά μου σκιρτούσε σαν τα τρε-μάμενα χείλη του διψασμένου ανθρώπου.

24

Page 22: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

4. Ο Λευκός Πυρσός

Ο μήνας του Νιζάν ειχε σχεδόν περάσει. Εγω συνέχισα τις επισκέψεις μου στο σπίτι του Φαρίς Εφάντη, και τις συναντήσεις μου με τη Σέλμα στ' όμορφο εκείνο περιβόλι, όπου αντίκρυζα την ομορφιά της, θαύμαζα την εξυπνάδα της, και αφουγκραζόμουν τη σιωπή της θλίψης. Ένιωθα πως ενα αόρατο χέρι με τραβούσε κοντά της.

Κάθε συνάντησή μας μ' έκανε να βλέπω κάποια καινούρ-για πλευρά της ομορφιάς της και ν' αποκτώ νεα αντίληψη της γλυκειάς ψυχής της, μέχρι που η Σέλμα έγινε για μέ-να ενα βιβλίο που τις σελίδες του μπορούσα πια να διαβά-ζω και να τραγουδώ τους ύμνους του, χωρίς όμως ποτέ να μπορώ ν' αποτελειώσω το διάβασμά του. Μια γυναίκα που η Πρόνοια της χάρισε ομορφιά στο σώμα και στο πνεύμα, είναι μια αλήθεια και κρυφή και φανερή ταυτόχρονα, που μπορούμε να καταλάβουμε μόνο με την αγάπη, και ν' αγ-γίξουμε μόνο με την αρετή. Κι όταν δοκιμάζουμε να περι-γράψουμε μια τέτοια γυναίκα, εξαφανίζεται σαν ατμός.

Η Σέλμα Καράμη ειχε και σωματική και πνευματική ομορφιά. αλλα πως μπορώ να την περιγράψω σε κάποιον που ποτέ δεν τη γνώρισε; Μπορεί ενας νεκρός να θυμηθεί το τραγούδι του αηδονιού και το άρωμα του ρόδου και το μουρμουρητό του ρυακιού; Μπορεί ένας φυλακισμένος, με βαριά δεσμά στα πόδια να τρέξει πίσω απο την αύρα της αυγής; Δεν είναι η σιωπή πιο οδυνηρή απο το θάνατο; Τάχα, να μ' εμποδίζει η περηφάνεια απο το να περιγράψω τη Σέλμα με απλά λόγια, επειδή δεν μπορώ να τη ζωγρα-φίσω πιστά με λαμπερά χρώματα; Ο πεινασμένος που βρί-σκεται στην έρημο δε θ' αρνηθεί να φάει ξερό ψωμί αν ο

25

Page 23: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ουρανός δεν του βρέξει μάνα κι ορτύκια. Μέσα στο λευκό μεταξένιο φόρεμά της, η Σέλμα ήταν

λεπτή σαν ακτίνα του φεγγαριού που γλιστρά απο το πα-ράθυρο. Περπατούσε με χάρη και ρυθμό. Η φωνή της ήταν απαλή και γλυκειά. οι λέξεις έπεφταν απο τα χείλη της σα σταγόνες δροσιάς που πέφτουν απο τα πέταλα των λουλουδιών όταν τα ταράζει ο άνεμος.

Αλλα, τι να πω για το πρόσωπο της Σέλμας! Οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν την έκφραση αυτού του προ-σώπου, που αντανακλούσε πρώτα κάποια βαθιά εσωτερική θλίψη, και μετά μια ουράνια έξαρση.

Η ομορφιά του προσώπου της Σέλμας, δεν ήταν κλα-σική. Ηταν σαν ενα όνειρο αποκάλυψης που δεν μπορεί να μετρηθεί, να συλληφτεί, ή να αντιγραφεί απο το πινέ-λο του ζωγράφου ή τη σμίλη του γλύπτη. Η ομορφιά της Σέλμας δε βρισκόταν στα χρυσά μαλλιά της, αλλα στην α-ρετή και την αγνότητα που την περιτύλιγε. ούτε στα μεγά-λα της μάτια, αλλα στο φως που πήγαζε απ' αυτά. ούτε στα ρόδινα χείλη της, αλλα στη γλύκα της λαλιάς της. ούτε στο φιλντισένιο λαιμό της, αλλα στο ανάλαφρο γέρμα του προς τα μπρός. Και δε βρισκόταν η ομορφιά αυτή στο τέλειο παράστημά της, αλλα στην ευγένεια της ψυχής της, που έφεγγε σα λευκός πυρσός ανάμεσα στη γη και τον ουρανό. Η ομορφιά της σαν ενα χάρισμα ποιητικό. Οι ποιητές όμως ειναι δυστυχισμένοι άνθρωποι, γιατί, οσο ψηλά κι αν φτά-νουν τα πνεύματά τους, οι ιδιοι είναι πάντα τυλιγμένοι μέ-σα σ' ενα μανδύα δακρύων.

Η Σέλμα ήταν πιο πολύ στοχαστική, παρά ομιλητική, και η σιωπή της ήταν ενα είδος μουσικής, που σε πήγαινε σ' εναν κόσμο ονείρων και σ' έκανε ν' ακούς το σκίρτημα της καρδιάς της και να βλέπεις τα είδωλα των σκέψεων και των αισθημάτων της, να στέκονται ανάμεσα σε σένα και σε κείνη και να σε κοιτάζουν στα μάτια.

Φορούσε ένα μανδύα βαθιάς θλίψης σ' ολη τη ζωή της,

26

Page 24: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

κι αυτο δυνάμωνε την παράξενη ομορφιά και αξιοπρέπειά της, όπως ενα ανθισμένο δέντρο που φαίνεται πιο όμορφο όταν το αντικρύζεις ανάμεσα απο την πάχνη της αυγής.

Η θλίψη ένωσε το πνεύμα της με το δικό μου, ωσάν ο καθένας μας να ειδε στο πρόσωπό του άλλου τα αισθήμα-τα της καρδιάς του, και ν' άκουσε την ηχώ κάποιας φωνής κρυμμένης. Ο Θεός ειχε ενώσει δύο πλάσματα σε ενα, και ο χωρισμός δεν μπορούσε να είναι τίποτα άλλο εκτος απο αγωνία.

Το θλιμμένο πνεύμα βρίσκει ανάπαυση όταν ενώνεται μ' ενα όμοιο πνεύμα. Τα ενώνει η αγάπη, ακριβώς όπως ένας ξένος που χαίρεται όταν βρίσκει εναν άλλο ξένο σε μια ξέ-νη χώρα. Οι καρδιές που ενώνονται μέσα απο τη θλίψη δε θα χωριστούν απο τη δόξα της ευτυχίας, η αγάπη που εχει πλυθεί με τα δάκρυα θα μείνει παντοτινά αγνή και ωραία.

27

Page 25: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

5. Η Καταιγίδα

Κάποια μέρα, ο Φαρίς Εφάντη με κάλεσε σε γεύμα στο σπίτι του. Δέχτηκα, γιατί η ψυχή μου πεινούσε για το θείο ψωμί που ο Θεός ειχε βάλει στα χέρια της Σέλμας, το πνευματικό ψωμί που κάνει τις καρδιές μας να πεινούν πιο πολύ οσο περισσότερο τρώνε. Ήταν το ψωμί εκείνο που ο Καής, ο Άραβας ποιητής, ο Δάντης και η Σαπφώ ειχαν δοκιμάσει και που ειχε φλογίσει τις καρδιές τους. το ψωμί. που ζυμώνει η Θεά - μητέρα με τη γλύκα των φιλιών και την πίκρα των δακρύων.

Όταν έφτασα στο σπίτι του Φαρίς Εφάντη, ειδα τη Σέλμα να κάθεται σ' έναν πάγκο στον κήπο, έχοντας α-κουμπισμένο το κεφάλι της στον κορμό του δέντρου, και να φαίνεται σα νύφη με το λευκό μεταξένιο φόρεμά της, η σα φρουρός που φύλαγε κείνο το περιβόλι. Σιωπηλά και με σεβασμό πλησίασα και κάθισα δίπλα της. Δεν μπορούσα να μιλήσω. Γι' αυτό, κατέφυγα στη σιωπή, τη μόνη γλώσ-σα της καρδιάς, ένιωθα ομως πως η Σέλμα άκουγε το άφω-νο κάλεσμά μου κι έβλεπε το πνεύμα της ψυχής μου στα μάτια μου.

Σε λίγη ώρα, ο γερο - πατέρας της βγήκε απο το σπίτι και με χαιρέτησε, οπως έκανε πάντα. Όταν άπλωσε το χέ-ρι του προς εμένα, ένιωσα σα να ευλογούσε τα μυστήρια που ένωναν εμένα και την κόρη του. Μετά ειπε, «Το φαγη-τό είναι έτοιμο, παιδιά μου. ας πάμε να φάμε.» Σηκωθήκα-με και τον ακολουθήσαμε, και τα μάτια της Σέλμας έλαμ-παν. γιατί ενα καινούργιο αίσθημα ειχε προστεθεί στην αγάπη της τη στιγμή που ο πατέρας της μας αποκάλεσε

28

Page 26: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

παιδιά του. Καθίσαμε στο τραπέζι και γευόμαστε με ευχαρίστηση το

φαγητό και το παλιό κρασί, αλλα οι ψυχές μας ζούσαν σ' εναν κόσμο πολυ μακρινό. Σκεφτόμαστε το μέλλον και τις δυσκολίες του.

Τρία πρόσωπα ηταν χωρισμένα στις σκέψεις τους, αλλα ενωμένα με την αγάπη. τρεις αθώοι άνθρωποι με πολυ αί-σθημα αλλα λίγη γνώση. ενα δράμα παιζόταν εκείνη τη στιγμή απο ενα γέρο που αγαπούσε την κόρη του και φρόν-τιζε για την ευτυχία της, μια κόρη είκοσι χρονών που ατέ-νιζε το μέλλον με ανησυχία, κι ένα νέο που ονειροπολούσε κι αγωνιούσε, που δεν ειχε γευτεί ούτε το κρασί ούτε το ξύδι της ζωής, και που προσπαθούσε να φτάσει στα ύψη της αγάπης και της γνώσης, αλλα που δεν μπορούσε ν' ανυ-ψωθεί. Εμεις οι τρεις καθόμασταν στο απαλό φως και τρώγαμε και πίναμε σε κείνο το μοναχικό σπίτι, οπου μας θωρούσαν τα μάτια του ουρανού, αλλα στον πάτο των πο-τηριών μας κρυβόταν η πίκρα και η αγωνία.

Την ώρα που τελειώναμε το φαγητό μας, μια υπηρέτρια ανάγγειλε κάποιον ξένο που ήθελε να δει τον Φαρίς Ε-φάντη. «Ποιος είναι;» ρώτησε ο γέρος. «Ο άνθρωπος του επισκόπου», ειπε η κοπέλα. Έγινε λίγες στιγμές σιωπή, και στις στιγμές αυτές ο Φαρίς Εφάντη κοίταξε κατάματα την κόρη του, σαν τον προφήτη που ατενίζει τον ουρανό για ν' αποκαλύψει το μυστικό του. Ύστερα ειπε στην κοπέλα, « Α ς περάσει.» Η υπηρέτρια έφυγε και σε λίγο μπήκε ενας άν-θρωπος ντυμένος με ανατολίτικη φορεσιά, με μεγάλα μου-στάκια στριφτά στην άκρη. Χαιρέτησε το γέρο, και ειπε, «η αγιότης του, ο επίσκοπος, μ' έστειλε να σας πάρω με το ιδιωτικό του αμάξι. θέλει να συζητήσει κάποιο σοβαρό ζή-τημα μαζί σας.» Η οψη του γέρου συννέφιασε και το χα-μόγελό του εξαφανίστηκε. Ύστερα απο λίγες στιγμές βα-θιάς σκέψης, ήρθε κοντά μου και μου ειπε με φιλική φω-νή, «Ελπίζω να σε ξαναβρώ εδω όταν γυρίσω, η Σέλμα

29

Page 27: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

θα χαρεί με τη συντροφιά σου σ' αυτο το μοναχικό σπίτι.» Λέγοντας αυτα, ο γέρος στράφηκε προς τη Σέλμα και,

χαμογελώντας, τη ρώτησε αν συμφωνούσε. Εκείνη κούνη-σε το κεφάλι καταφατικά, ενω τα μάγουλά της κοκκίνισαν, και με φωνή πιο γλυκειά κι απο τη μουσική της λύρας εί-πε, «Θα κάνω ο,τι μπορώ, πατέρα, για να ευχαριστήσω τον ξένο μας.»

Η Σέλμα παρακολούθησε το αμάξι που ειχε πάρει τον πατέρα της και τον άνθρωπο του επισκόπου μεχρι που εξα-φανίστηκε. Μετά, ήρθε και κάθισε απέναντι μου σ' ενα ντι-βάνι στρωμένο με πράσινο ύφασμα μεταξένιο. Έμοιαζε με κρίνο που ειχε γείρει στο χαλί της πράσινης χλόης απο την αύρα της αυγής. Ήταν θέλημα του ουρανού να μείνω μό-νος με τη Σέλμα, εκείνη τη νύχτα, στο όμορφο σπίτι της, το τριγυρισμένο απο δέντρα, οπου η σιωπή, η αγάπη, η ομορφιά, και η αρετή κατοικούσαν μαζί.

Μέναμε και οι δυο σιωπηλοί, ο καθένας περιμένοντας τον άλλο να μιλήσει, αλλα η ομιλία δεν ειναι το μόνο μέσο επι-κοινωνίας ανάμεσα σε δυο ψυχές. Δεν είναι μόνο οι συλ-λαβές και οι λέξεις που βγαίνουν απο τα χείλη και τη γλώσσα που ενώνουν τις καρδιές.

Υπάρχει κάτι πολύ πιο μεγάλο και αγνό, απο οσα μπο-ρεί να πει το στόμα. Η σιωπή φωτίζει τις ψυχές μας, ψι-θυρίζει στις καρδιές μας, και τις ενώνει. Η σιωπή μας ξε-χωρίζει απο τους εαυτούς μας, μας κάνει να ταξιδεύουμε στο άπειρο στερέωμα του πνεύματος, και μας φέρνει πιο κοντά στον ούρανό. μας κάνει να νιώθουμε οτι τα σώματα δεν είναι τίποτα περισσότερο απο φυλακές και οτι αυτός ο κόσμος είναι μονάχα ένας τόπος εξορίας.

Η Σέλμα με κοίταζε και τα μάτια της φανέρωναν το μυστικό της καρδιάς της. Ύστερα ειπε απαλά, « Α ς πάμε στον κήπο να καθίσουμε κάτω απο τα δέντρα και να κοιτά-ξουμε το φεγγάρι που ανατέλλει πάνω απο τα βουνά.» Υ-πάκουα σηκώθηκα απο τη θέση μου, μόλο που ένιωθα δι-

30

Page 28: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σταγμό. «Δε θα ήταν καλύτερα να μείνουμε εδω ώσπου ν' ανεβεί

το φεγγάρι και να φωτίσει τον κήπο;» Και μετα συνέχι-σα, «Το σκοτάδι κρύβει τα δέντρα και τα λουλούδια, δε θα δούμε τίποτα.»

Τοτε εκείνη ειπε, «Εαν το σκοτάδι κρύβει τα δέντρα και τα λουλούδια απο τα μάτια μας, δε θα κρύψει την αγάπη απο τις καρδιές μας.»

Προφέροντας τα λόγια αυτά με μια παράξενη φωνή, έ-στρεψε τα μάτια της και κοίταξε έξω απο το παράθυρο. Εγω έμεινα σιωπηλός, και στοχαζόμουν τα λόγια της, ζυ-γίζοντας την αληθινή σημασία κάθε συλλαβής. Τότε εκεί-νη με κοίταξε σα να ειχε μετανιώσει για οσα ειπε και να προσπαθούσε να πάρει πίσω τα λόγια εκείνα απο τ' αφτιά μου με τη μαγεία των ματιών της. αλλα τα μάτια εκείνα, αντι να με κάνουν να ξεχνώ οσα ειχε πει, ξανάλεγαν μέσα στα βάθη της καρδιάς μου πιο καθαρά και πιο δυνατά τις γλυκειές λέξεις που είχαν κιόλας χαραχτεί στη μνήμη μου για πάντα.

Κάθε ομορφιά και μεγαλείο σ' αυτό τον κόσμο δημι-ουργείται απο μια μόνο σκέψη η συναίσθημα μέσα στον άν-θρωπο. Κάθετι που βλέπουμε σήμερα, κάθετι που έφτια-ξαν οι προηγούμενες γενιές, ήταν, πριν φανερωθεί, μια σκέψη στο νου ενός ανθρώπου ή μια παρόρμηση στην καρ-διά μιας γυναίκας. Οι επαναστάσεις που έχυσαν τόσο αίμα και έστρεψαν το νου των ανθρώπων προς την ελευθερία ήταν η ιδέα ενος ανθρώπου που ζούσε ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους ανθρώπους. Οι καταστρεφτικοί πόλεμοι που γκρέ-μισαν αυτοκρατορίες ήταν μια σκέψη που υπήρχε στο μυα-λό ενος ανθρώπου. Τα πιο υψηλά διδάγματα που άλλαξαν την πορεία της ανθρωπότητας ήταν ιδέες ενός ανθρώπου που η μεγαλοφυΐα του τον ξεχώρισε απο το περιβάλλον του. Μια μοναδική σκέψη έχτισε τις πυραμίδες, θεμελίωσε τη δόξα του Ισλάμ, και προκάλεσε την πυρκαγιά της βιβλιο-

31

Page 29: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

θήκης της Αλεξάνδρειας. Μια σκέψη μπορεί να 'ρθει σε σας κάποια νύχτα που θα

σας ανεβάσει στη δόξα ή θα σας οδηγήσει στο άσυλο. Ένα βλέμμα απο τα μάτια μιας γυναίκας σας κάνει τον πιο ευ-τυχισμένο άνθρωπο του κόσμου. Μια λέξη απο τα χείλη ενος ανθρώπου μπορεί να σας κάνει πλούσιο ή φτωχό.

Η λέξη εκείνη που πρόφερε η Σέλμα αυτή τη νύχτα με σταμάτησε ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον μου, σαν ενα καράβι που αγκυροβολεί στη μέση του ωκεανού. Η λέ-ξη εκείνη με ξύπνησε απο τον ύπνο της νιότης και της μο-ναξιάς μου και μ' οδήγησε πάνω στη σκηνή όπου η ζωή και ο θάνατος παίζουν τους ρόλους τους.

Το άρωμα των λουλουδιών ανακατευόταν με την αύρα που μας δρόσισε καθώς μπαίναμε στον κήπο. Καθίσαμε σιω-πηλοί σ' έναν πάγκο κοντά σ' ένα δέντρο γιασεμιού, κι ακού-γαμε την ανάσα της κοιμισμένης φύσης, ενω μέσα στο βα-θυγάλανα ουρανό βλέπαμε τ' αστέρια σα μάτια που παρα-κολουθούσαν το δράμα μας.

Το φεγγάρι ανέβηκε πίσω απο το όρος Σανίν και φώτι-σε την ακρογιαλιά, τους λόφους, και τα βουνά. και βλέπα-με τα χωριά που περιστοίχιζαν την κοιλάδα σαν παραστά-σεις που βγήκαν ξαφνικά μέσα απο το τίποτα. Βλέπαμε την ομορφιά όλου του Λιβάνου κάτω απο τις ασημένιες ακτίνες του φεγγαριού.

Οι ποιητές της Δύσης βλέπουν το Λίβανο σαν εναν τό-πο θρυλικό, ξεχασμένον απο τον καιρό που πέρασε ο Δαβίδ και ο Σολομών και οι Προφήτες, σαν τον κήπο της Εδέμ που χάθηκε ύστερα απο την πτώση του Αδάμ και της Εύας. Γι' αυτούς τους δυτικούς ποιητές, η λέξη Λίβανος είναι μια ποιητική έκφραση συνυφασμένη με κάποιο βουνό που οι πλαγιές του διαποτίζονται. απο το άρωμα των ιερών κέ-δρων. Τους θυμίζει τους ναούς απο χαλκό και μάρμαρο, αμετάβλητους στους αιώνες και ενα κοπάδι ελαφιών, που βόσκουν στις κοιλάδες. Τη νύχτα εκείνη ειδα το Λίβανο σα

3. Τα σπασμένα φτερά 32

Page 30: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σε όνειρο με τα μάτια του ποιητή. Έτσι, η εμφάνιση των πραγμάτων αλλαζει ανάλογα με

τα συναισθήματα μας, και ετσι, βλέπουμε μαγεία και ομορ-φιά σ' αυτά, ενω η μαγεία και η ομορφιά είναι πραγματι-κά μέσα μας.

Καθώς οι ακτίνες του φεγγαριού έλαμπαν πάνω στο πρό-σωπο, το λαιμό και τα μπράτσα της Σέλμας, έμοιαζε σαν άγαλμα φιλντισένιο, σμιλεμένο απο τα δάχτυλα κάποιου λά-τρη της Ιστάρ, της θεάς της ομορφιάς και της αγάπης. Καθώς με κοίταζε, ειπε, «Γιατί είσαι σιωπηλός; Γιατί δε μου λες κάτι απο το παρελθόν σου;» Καθώς την κοίταζα στα μάτια, η αλαλιά μου εξαφανίστηκε, άνοιξα τα χείλη μου και ειπα, «Δεν άκουσες τι ειπα όταν μπήκα σ' αυτό τον κήπο; Το πνεύμα που ακούει τον ψίθυρο των λουλουδιών και το τραγούδι της σιωπής μπορεί επίσης να ακούσει την κραυγή της ψυχής μου και το ξεφωνητό της καρδιάς μου.» Η Σέλμα σκέπασε το πρόσωπό της με τα χέρια της και εί-πε, μ' όλότρεμη φωνή, «Ναι, σ' άκουσα - άκουσα μια φω-νή που ερχόταν απο τα βάθη της νύχτας και μια κραυγή που έσκιζε την καρδιά της μέρας.»

Ξεχνώντας το παρελθόν μου, την ιδια μου την ύπαρξη - τα πάντα, εκτος απο τη Σέλμα, απάντησα, λέγοντάς της, «Κι εγω σ' άκουσα, Σέλμα. άκουσα μουσική γεμάτη έξαρ-ση να πάλει μέσα στον αέρα και να δονεί ολάκερο το σύμ-παν.»

Ακούγοντας τα λόγια αυτά, η Σέλμα έκλεισε τα μάτια της, και, πάνω στα χείλη της, ειδα ενα χαμόγελο χαράς ανάμεικτης με θλίψη. Ψιθύρισε απαλά, «Τώρα ξέρω οτι υ-πάρχει κάτι πιο υψηλό απο τον ουρανό και πιο βαθύ απο τον ωκεανό και πιο παράξενο απο τη ζωή και το θάνατο και το χρόνο, τώρα ξέρω κάτι που δεν ήξερα πριν.»

Τη στιγμή εκείνη η Σέλμα μου έγινε πιο αγαπητή και απο ενα φίλο, πιο κοντινή απο μια αδερφή, και πιο αγαπη-τή απο μια ερωμένη. Έγινε μια υπέρτατη σκέψη, ενα υπέ-

33

Page 31: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ροχο όνειρο, ενα παντοδύναμο συναίσθημα που ζούσε μέσα στην ψυχή μου.

Είναι λάθος να νομίζουμε οτι η αγάπη έρχεται απο τη συντροφιά που κρατά πολύ καιρό και απο την επίμονη έρω-τοτροπία. Η αγάπη είναι το παιδί της πνευματικής συγγέ-νειας, κι αν η πνευματική αυτή συγγένεια δε δημιουργη-θεί μέσα σε μια στιγμή, δεν μπορεί να δημιουργηθεί μέσα σε χρόνια ή και σε γενιές.

Ύστερα, η Σέλμα ύψωσε το κεφάλι της και ατένισε προς τον ορίζοντα, οπου το όρος Σανίν συναντά τον ουρανό, και ειπε, «Χθες ήσουν σαν αδερφός για μένα, που ζούσα μαζί του και που μαζί του καθόμουν ήσυχα κάτω απο τη φρον-τίδα του πατέρα μου. Τώρα, αισθάνομαι την παρουσία ενος συναισθήματος πιο παράξενου και πιο γλυκού απο την ά-δερφική αγάπη, ενα παράξενο ανακάτεμα αγάπης και φό-βου που γεμίζει την καρδιά μου με θλίψη κι ευτυχία.»

Απάντησα, «Το συναίσθημα αυτό που φοβόμαστε και που μας ταράζει όταν περνά μέσα απο την καρδιά μας, είναι ο νόμος της φύσης που οδηγεί το φεγγάρι γύρω απο τη γη και τον ήλιο γύρω απο το Θεό.»

Η Σέλμα έβαλε τα χέρια της πάνω στο κεφάλι μου και πέρασε τα δάχτυλά της μέσα στα μαλλιά μου. Το πρόσωπό της φωτίστηκε και τα δάκρυά της άρχισαν να τρέχουν απο τα μάτια της σα σταγόνες δροσιάς πάνω στα φύλλα του κρίνου, και ειπε, «Ποιος θα πίστευε την Ιστορία μας -ποιος θα πίστευε πως αυτή τη στιγμή ξεπεράσαμε το εμπό-διο της αμφιβολίας; Ποιος θα πίστευε πως ο μήνας του Νι-ζάν, που μας έφερε κοντά για πρώτη φορά, θα ήταν ο μή-νας που μας έφερε μπροστά στα Άγια των Αγίων της ζωής;»

Το χέρι της ήταν ακόμα επάνω στο κεφάλι μου καθώς μιλούσε, κι εγώ δε θα προτιμούσα ούτε βασιλική κορώνα ούτε στεφάνι δόξας αντί γι' αυτό το όμορφο, απαλό χέρι που τα δάχτυλά του τυλίγονταν στα μαλλιά μου.

34

Page 32: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Κατόπιν της απάντησα: «Οι άνθρωποι δε θα πιστέψουν την ιστορία μας επειδή δεν ξέρουν οτι η αγάπη είναι το μόνο λουλούδι που μεγαλώνει και ανθίζει χωρίς τη βοή-θεια των εποχών είναι όμως ο Νιζάν που μας έφερε κον-τά για πρώτη φορά, και είναι η ώρα αυτή που μας βρήκε μπροστά στα Άγια των Αγίων της ζωής; Δεν είναι, τά-χα, το χέρι του Θεού που έφερε τις καρδιές μας τη μια κοντά στην άλλη πριν απο τη γέννηση και μας έκανε αιχ-μάλωτους τον ενα του άλλου για όλες τις μέρες και τις νύχτες της ζωής μας; Η ζωή του ανθρώπου δεν αρχίζει στη μήτρα και δεν τελειώνει ποτέ στον τάφο. κι αυτό το στερέωμα, το γεμάτο απο το φως του φεγγαριού και τα αστέρια, είναι γεμάτο απο ψυχές που αγαπούν και απο πνεύ-ματα που διαισθάνονται.»

Τη στιγμή που τράβηξε το χέρι της απο το κεφάλι μου, ένιωσα ενα είδος ηλεκτρικής δόνησης στις ρίζες των μαλ-λιών μου μαζί με την αύρα της νύχτας. Σαν αφοσιωμένος λάτρης που δέχεται την ευλογία τη στιγμή που φιλεί το βωμό του ιερού, πήρα το χέρι της Σέλμας, ακούμπησα τα καφτά μου χείλη πάνω σ' αυτό, και του έδωσα ενα μακρό-συρτο φιλί, που η θύμησή του λιώνει την καρδιά και με τη γλύκα του ξυπνά ολη την αρετή του πνεύματός μου.

Πέρασε μια ώρα, που κάθε λεπτό της ήταν ένας χρό-νος αγάπης. Η σιωπή της νύχτας, το φεγγαρόφωτο, τα λουλούδια και τα δέντρα μας έκαναν να ξεχνούμε κάθε πραγματικότητα εκτός απο την αγάπη, όταν ξαφνικά ακού-σαμε την ποδοβολή των αλόγων και το θόρυβο των τροχών του αμαξιού. Ξυπνήσαμε απο το γλυκό μας όνειρο και πηδή-σαμε ξανά μέσα στον κόσμο των περιπλοκών και της αθλιό-τητας, και βρήκαμε το γέρο που γύριζε απο την αποστολή του. Σηκωθήκαμε και προχωρήσαμε προς την άκρη του κή-που για να τον συναντήσουμε.

Όταν το αμάξι έφτασε στην είσοδο του κήπου, ο Φαρίς Εφάντη κατέβηκε και περπάτησε αργά προς εμάς σκύβον-

35

Page 33: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

τας ανάλαφρα μπροστά, σα να κουβαλούσε κάποιο βαρύ φορτίο. Πλησίασε τη Σέλμα και ακούμπησε τα δυο του χέ-ρια στους ώμους της και την κοίταξε στα μάτια. Δάκρυα έτρεξαν στα ρυτιδωμένα μάγουλά του και τα χείλη του έ-τρεμαν με θλιβερό χαμόγελο. Με φωνή πνιγμένη ειπε, «Α-γαπημένη μου, Σέλμα, πολύ σύντομα θα σε πάρουν απο την αγκαλιά του πατέρα σου, και θα σε πάνε στα χέρια ε-νός άλλου άντρα. Πολύ σύντομα η μοίρα θα σε πάρει μα-κριά απο αυτό το μοναχικό σπίτι, και θα σε φέρει στη με-γάλη αυλή του κόσμου και ο κήπος αυτός θα νοσταλγεί το πάτημα των ποδιών σου, και ο πατέρας σου θα είναι για σένα ενας ξένος. Όλα τελείωσαν. ειθε ο Θεός να σε ευ-λογεί.»

Ακούγοντας τα λόγια αυτά το πρόσωπο της Σέλμας συννέφιασε και τα μάτια της πάγωσαν σα να ένιωσε ενα χροάγγελμα θανάτου. Ύστερα έβγαλε μια κραυγή, σαν το πουλί που πέφτει χτυπημένο, πονεμένη, τρεμάμενη, και με φωνή πνιγμένη ειπε, «Τι ειπες; Τι εννοείς; Που με στέλ-νεις ;»

Ύστερα τον κοίταξε ερευνητικά, προσπαθώντας να άνα-καλύψει το μυστικό του. την άλλη στιγμή ειπε, «Κατάλαβα, τα κατάλαβα όλα. Ο επίσκοπος με ζήτησε απο σένα και έ-χει φτιάξει ενα κλουβί για το πουλί αυτό με τα σπασμέ-να φτερά. Είναι αυτή η θέλησή σου, πατέρα;»

Η απάντησή του ήταν ενας βαθύς αναστεναγμός. Τρυ-φερά, οδήγησε τη Σέλμα στο σπίτι, ενω εγω έμεινα στον κήπο και ένιωθα τα κύματα της αγωνίας να με χτυπούν ό-πως η καταιγίδα χτυπά τα φθινοπωρινά φύλλα. Ύστερα, τους ακολούθησα στο σαλόνι και για ν' αποφύγω τη στενο-χώρια, έσφιξα το χέρι του γέρου, κοίταξα τη Σέλμα, το υπέροχο άστρο μου, και έφυγα απο το σπίτι.

Όταν έφτασα στην άκρη του κήπου άκουσα το γέρο να με φωνάζει κι έτρεξα να τον συναντήσω. Έπιασε το χέρι μου απολογητικά και ειπε, «Συγχώρεσέ με, γιε μου, χάλα-

36

Page 34: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σα τη βραδιά σας με τα δάκρυά μου, αλλα σε παρακαλώ να έρχεσαι να με βλέπεις όταν το σπίτι μου θα ερημώσει και θα είμαι μόνος μου και απελπισμένος. Η νιότη, αγαπημέ-νο μου παιδί, δεν ταιριάζει με τα γηρατειά, όπως και το πρωινό δεν ταιριάζει με το βράδυ. εσυ όμως θα έρχεσαι σε μένα και θα ξαναζωντανεύεις στη μνήμη μου τις μέρες της νιότης που πέρασα με τον πατέρα σου, και θα μου λες τα νεα της ζωής, που τώρα πια δε με λογαριάζει ανάμεσα στα παιδιά της. Θα μ' επισκέφτεσαι λοιπόν όταν η Σέλμα φύ-γει και θα μείνω εδω στη μοναξιά;» Ενώ έλεγε αυτά τα θλιβερά λόγια κι εγω έσφιγγα το χέρι του σιωπηλά, ένιω-σα τα ζεστά δάκρυα απο τα μάτια του να πέφτουν πάνω στα χέρια μου. Έτρεμα απο τη θλίψη και απο μια στοργή του παιδιού για τον πατέρα, και ένιωσα την καρδιά μου να λιώνει απο τον πόνο. Όταν ύψωσα το κεφάλι μου, και εκεί-νος ειδε τα δάκρυα στα μάτια μου, έσκυψε κι ακούμπησε τα χείλη του στο μέτωπό μου. «Στο καλό, παιδί μου, στο καλό.»

Τα δάκρυα ενός γέρου είναι πιο δυνατά απο τα δάκρυα ενος νέου, γιατί είναι το υπόλοιπο της ζωής στο αδύναμο σώμα του. Το δάκρυ του νέου είναι σα μια σταγόνα δρο-σιάς πάνω στο ψύλλο του τριαντάφυλλου, ενώ το δάκρυ του γέρου είναι σαν ενα κίτρινο φύλλο που πέφτει με τον άνε-μο καθώς πλησιάζει ο χειμώνας.

Καθώς ξεμάκραινα απο το σπίτι του Φαρίς Εφάντη Κα-ράμη, η φωνή της Σέλμας αντηχούσε ακόμα στ' αφτιά μου, η ομορφιά της με ακολουθούσε, σα φάντασμα, και τα δά-κρυα του πατέρα της στέγνωναν αργά πάνω στο χέρι μου.

Η φυγή μου έμοιαζε με την έξοδο του Αδάμ απο τον παράδεισο, αλλα η Εύα της καρδιάς μου δεν ήταν μαζί μου για να κάνει ολάκερο τον κόσμο μια Εδέμ. Τη νύχτα εκεί-νη, όπου ειχα ξαναγεννηθεί ένιωσα οτι ειδα το πρόσωπο του θανάτου για πρώτη φορά.

Έτσι, ο ήλιος δίνει τη ζωή αλλα και σκοτώνει τους α-γρούς με τη ζέστη του.

37

Page 35: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

6. Η Λίμνη της Φωτιάς

Όλα οσα κάνει ο άνθρωπος κρυφά μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, θα ξεφανερωθούν στο φως της μέρας. Λόγια που ειπώθηκαν ιδιωτικά θα γίνουν απροσδόκητα κοινή συνομι-λία. Πράξεις που κρύβουμε σήμερα στις γωνιές του σπι-τιού μας θα τις κραυγάσουν στους δρόμους αύριο.

Έτσι ακριβώς τα φαντάσματα της νύχτας αποκάλυψαν το σκοπό της συνάντησης του επισκόπου Μπούλος Γκαλίμπ με τον Φαρίς Έφάντη Καράμη, και τη συνομιλία τους την ξανάπε όλη η γειτονιά μέχρι που έφτασε στ' αφτιά μου.

Η κουβέντα που έγινε κείνο το βράδυ ανάμεσα στον επί-σκοπο Μπούλος Γκαλίμπ και τον Φαρίς Εφάντη δεν είχε τίποτα να κάνει με τα προβλήματα των φτωχών, των χή-ρων και των ορφανών. Ο κύριος σκοπός που ο επίσκοπος κάλεσε τον Φαρίς Έφάντη και τον έφερε με το ιδιωτικό του αμάξι στο σπίτι του ήταν να αρραβωνιάσει τον ανεψιό του Μανσούρ Μπέη Γκαλίμπ με τη Σέλμα.

Η Σέλμα ήταν η μοναχοκόρη του πλούσιου Φαρίς Ε-φάντη, και ο επίσκοπος τη διάλεξε όχι για την ομορφιά της και την ευγένεια του πνεύματός της, αλλα για τα χρή-ματα του πατέρα της που θα εξασφάλιζαν στο Μανσούρ Μπέη μια σπουδαία περιουσία και θα του έδιναν σημαντι-κή κοινωνική θέση.

Οι θρησκευτικοί αρχηγοί στην Ανατολή δεν ικανοποι-ούνται με το δικό τους πλούτο, αλλα προσπαθούν να κάνουν όλα τα μέλη των οικογενειών των οικονομικά ανώτερους και καταπιεστές. Η δόξα ενός πρίγκηπα πηγαίνει στον πρω-τότοκο γιο του με την κληρονομιά, αλλα το μεγάλο όνομα του θρησκευτικού αρχηγού είναι μεταδοτικό και στα άδέρ-

38

Page 36: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

φια του και στους ανεψιούς του. Έτσι, ο χριστιανός επί-σκοπος, και ο μωαμεθανός ιμάμης και ο βραχμάνος ιερέας, γίνονται σαν τα ερπετά της θάλασσας που περισφίγγουν τη λεία τους με πολλές λαβίδες και αναρροφούν το αίμα τους με αναρίθμητα στόματα.

Όταν ο επίσκοπος ζήτησε το χέρι της Σέλμας για τον ανεψιό του, η μόνη απάντηση που έλαβε απο τον πατέρα της ήταν βαθιά σιωπή και δάκρυα, γιατί δεν ήθελε να χά-σει το μόνο του παιδί. Η ψυχή κάθε πατέρα τρέμει όταν χωρίζεται απο τη μοναχοκόρη του, που τη μεγάλωσε και την έφτασε σε ηλικία γάμου.

Η λύπη των γονέων για το γάμο μιας θυγατέρας είναι ιση με τη χαρά τους για το γάμο ενος γιού, γιατί ο γιος φέρνει στην οικογένεια ενα καινούργιο μέλος, ενω η κόρη, με το γάμο της, φεύγει για πάντα απο κοντά τους.

Ο Φαρίς Εφάντη αναγκάστηκε να υποχωρήσει στην α-παίτηση του επισκόπου, να υπακούσει στη θέλησή του χω-ρίς να το θέλει, γιατί ήξερε τον ανεψιό του επισκόπου πο-λύ καλά, ήξερε οτι ήταν άνθρωπος επικίνδυνος, γεμάτος μίσος, πονηριά και διαφθορά.

Στο Λίβανο, κανένας χριστιανός δε θα μπορούσε να αν-τιταχτεί στον επίσκοπο του και μετά να διατηρήσει την κα-λή του θέση. Κανένας δε θα μπορούσε να παρακούσει το θρησκευτικό του αρχηγό και μετά να εχει την καλή του φήμη. Το μάτι δε θα μπορούσε να αντισταθεί σε μία λόγχη χωρίς να τρυπηθεί, και το χέρι δε θα μπορούσε να πιάσει ενα σπαθί χωρίς να κοπεί.

Αν υποθέσουμε πως ο Φαρίς Εφάντη ειχε αντισταθεί στη θέληση του επισκόπου, τότε η καλή φήμη της Σέλμας θα καταστρεφόταν και τ' ονομά της θα βρωμιζόταν απο τη λάσπη των γλωσσών και των χειλιών. Σύμφωνα με την πο-νηριά της αλεπούς, τα τσαμπιά των σταφυλιών που βρίσκον-ται ψηλά και δεν μπορεί να τα φτάσει, είναι ξυνά.

Έτσι η μοίρα άρπαξε τη Σέλμα και την οδήγησε σαν.

39

Page 37: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ταπεινωμένο σκλάβο στο δρόμο των δυστυχισμένων γυναικών της Ανατολής, κι ετσι αυτό το ευγενικό πνεύμα έπεσε στην παγίδα αφού πρώτα πέταξε ελεύθερα με τα κάτασπρα φτε-ρούγια της αγάπης σ' έναν ουρανό γεμάτο με το φως του φεγγαριού κι αρωματισμένο με το άρωμα των λουλουδιών.

Σε ορισμένες χώρες, ο πλούτος των γονέων είναι πηγή δυστυχίας για τα παιδιά τους. Το μεγάλο σιδερένιο σεντού-κι που χρησίμευσε στον πατέρα και στη μητέρα σα χρη-ματοκιβώτιο του πλούτου τους, γίνεται μια στενή, σκοτεινή φυλακή για τις ψυχές των κληρονόμων τους. Το παντοδύ-ναμο χρήμα που λατρεύουν οι άνθρωποι γίνεται ενας δαί-μονας που τυράννα το πνεύμα και σκοτώνει την καρδιά. Η Σέλμα Καράμη ήταν ενα απο αυτά τα θύματα του πλού-του των γονιών και της άπληστης λαιμαργίας των γαμπρών. Αν δεν υπήρχε ο πλούτος του πατέρα της, η Σέλμα θα

ζούσε ακόμη ευτυχισμένη. Πέρασε μια βδομάδα, και η αγάπη της Σέλμας ήταν η

μόνη μου παρηγοριά, που μου τραγουδούσε τραγούδια ευ-τυχίας τη νύχτα, και με ξυπνούσε την αυγή, και μ' έκανε να νιώσω το νόημα της ζωής και τα μυστικά της φύσης. Είναι μια ουράνια αγάπη ελεύθερη απο τη ζήλεια, πλούσια και άβλαβη για το πνεύμα. Είναι μια βαθιά συγγένεια που λούζει την ψυχή στην ευλογία, μια βαθιά πείνα για στορ-γή που, όταν ικανοποιηθεί, γεμίζει την ψυχή με γενναιο-δωρία. μια τρυφεράδα που γεννά ελπίδες χωρις να ταρά-ζει την ψυχή, και μεταμορφώνει τη γη σε παράδεισο και τη ζωή σ' ενα γλυκό και όμορφο όνειρο. Τα πρωινά, όταν περπατούσα στα χωράφια, έβλεπα την αποδειξη της αιω-νιότητας στο ξύπνημα της φύσης, κι όταν καθόμουν στην ακρογιαλιά, άκουγα τα κύματα να τραγουδούν το τραγού-δι του αιώνιου. Κι όταν περπατούσα στους δρόμους, έβλε-πα την ομορφιά της ζωής και το θαύμα της ανθρωπότητας στα πρόσωπα των περαστικών και στις κινήσεις των ερ-γατών.

40

Page 38: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Οι μέρες αυτές πέρασαν σα φαντάσματα κι εξαφανίστη-καν σα σύννεφα, και σε λίγο δεν έμεινε τίποτα για μένα εκτος απο θλιβερές αναμνήσεις. Τα μάτια που είχα για να βλέπω την ομορφιά της άνοιξης και το ξύπνημα της φύσης, δεν έβλεπαν πια τίποτ' άλλο εκτος απο τη μανία της καται-γίδας και την αθλιότητα του χειμώνα. Τα αφτιά με τα ό-ποια πριν άκουγα με χαρά το τραγούδι των κυμάτων, δεν μπορούσαν τώρα ν' ακούσουν άλλο απο τις κραυγές του α-νέμου και τη λύσσα της θάλασσας που χτυπούσε στους βρά-χους. Η ψυχή που ειχε άντικρύσει μ' ευτυχία την ακού-ραστη κίνηση των ανθρώπων και το μεγαλείο του σύμπαν-τος, βασανιζόταν τώρα απο τη γνώση της απογοήτευσης και της αποτυχίας. Τίποτα δεν ηταν πιο ωραίο απο κείνες τις μέρες της αγάπης και τίποτα πιο φριχτό απο κείνες τις φριχτές νύχτες της θλίψης.

Όταν δεν μπορούσα άλλο να αντισταθώ στην παρόρμη-ση μου, πήγα, στο τέλος της βδομάδας, άλλη μια φορά στο σπίτι της Σέλμας - το ιερό που ειχε χτίσει η ομορφιά κι ειχε ευλογήσει η αγάπη, και που το πνεύμα θα μπορούσε να λατρεύει κι η καρδιά να γονατίζει ταπεινή και να προ-σεύχεται. Όταν μπήκα στον κήπο, ένιωσα μια δύναμη να με διώχνει μακριά απο αυτό τον κόσμο και να με τοποθετεί σε μια σφαίρα υπερφυσικά ελεύθερη απο τον αγώνα και τα βάσανα. Σαν το μύστη που δέχεται μια αποκάλυψη του ου-ρανού, ειδα τον εαυτό μου ανάμεσα σε δέντρα και λουλού-δια, και καθώς πλησίασα στην είσοδο του σπιτιού, ειδα τη Σέλμα να κάθεται στο παγκάκι, στον ίσκιο του γιασεμιού, όπου είχαμε καθίσει και οι δυο μαζί την περασμένη βδο-μάδα, τη νύχτα εκείνη που η πρόνοια ειχε διαλέξει για την αρχή της ευτυχίας μου και της θλίψης μου.

Η Σέλμα δεν έκανε καμιά κίνηση και δεν ειπε τίποτα καθώς πλησίασα κοντά της. Φαινόταν σα να ειχε νιώσει διαισθητικά οτι θα 'ρχόμουν, και όταν κάθισα κοντά της, με κοίταξε για μια στιγμή κι αναστέναξε βαθιά, μετά ύψω-

41

Page 39: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σε το κεφάλι της και κοίταξε τον ουρανό. Κι υστέρα απο λίγες στιγμές μαγικής σιωπής, ξαναγύρισε προς έμενα και τρέμοντας πήρε το χέρι μου και ειπε με αδύναμη φωνή, «Κοίταξέ με, φίλε μου. παρατήρησε το πρόσωπό μου και διάβασε σ' αυτό ο,τι θέλεις να μάθεις και ο,τι δεν μπορώ να σου πω. Κοίταξέ με, αγαπημένε μου... Κοίταξέ με, α-δερφέ μου...»

Κοίταξα το πρόσωπό της έντονα και ειδα οτι τα μάτια εκείνα, που λίγες μέρες πριν χαμογελούσαν σα χείλη και κουνιόνταν ζωηρά σαν τα φτερά του αηδονιού, ειχαν κιό-λας καταποντιστεί κι έκαιγαν απο τη θλίψη και τον πόνο. Το πρόσωπό της, που έμοιαζε πριν με τα ανοιχτά και ήλιο-φιλημένα φύλλα του κρίνου, ειχε μαραθεί και ειχε γίνει ά-χρωμο. Τα γλυκά της χείλη ηταν σα δυο μαραμένα ρόδα που το φθινόπωρο ειχε παρατήσει πάνω στους μίσχους τους. Ο λαιμός της, που ήταν πριν μια στήλη φιλντισένια, ειχε τώρα μια κλίση προς τα εμπρός σα να μη μπορούσε να βαστάξει το φορτίο της θλίψης που βάραινε μέσα στο κεφάλι της.

Παρατήρησα ολες αυτές τις αλλαγές στο πρόσωπό της Σέλμας, αλλα για μένα ολα αυτά ήταν σαν ενα σύννεφο διαβατικό που σκέπαζε την οψη του φεγγαριού και το έκα-νε πιο όμορφο. Μια έκφραση που φανερώνει κάποια εσω-τερική αγωνία προσθέτει κι άλλη ομορφιά στο πρόσωπο, άσχετα με την τραγωδία και τον πόνο που φανερώνει. αλ-λά το πρόσωπο που, μέσα στη σιωπή του, δε φανερώνει κά-ποια κρυμμένα μυστήρια δεν είναι όμορφο, άσχετα απο τη συμμετρία των χαρακτηριστικών. Η κούπα του κρασιού δεν προκαλεί τα χείλη μας παρά μόνο αν μπορούμε να δού-με το χρώμα του κρασιού μέσα απο το διάφανο γυαλί.

Η Σέλμα, εκείνο το βράδυ, ήταν σα μια κούπα γεμάτη απο ουράνιο κρασί, μίγμα της γλύκας και της πίκρας της ζωής. Χωρις να το ξέρει, η Σέλμα συμβόλιζε τη γυναίκα της Ανατολής που ποτέ δε φεύγει απο το σπίτι των γονιών

42

Page 40: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

της ως τη μέρα που θα βάλει γυρω στο λαιμό της το βαρύ ζυγό του συζύγου της, που ποτέ δε φεύγει απο την αγκαλιά της αγαπημένης της μητέρας ως τη μέρα που πρέπει να φύγει σα σκλάβα, και να υποφέρει τη σκληρότητα της μη-τέρας του συζύγου της.

Συνέχισα να παρατηρώ τη Σέλμα και ν' ακούω την α-γωνία της ψυχής της και να υποφέρω μαζι της μέχρι που ένιωσα πως ο χρόνος ειχε σταματήσει και το σύμπαν ειχε πάψει να υπάρχει. Δεν έβλεπα παρά μονάχα τα δυο με-γάλα της μάτια που με κοίταζαν σταθερά, και δεν ένιωθα άλλο απο το κρύο, τρεμάμενο χέρι της που κρατούσε το δικό μου.

Ξύπνησα απο το λήθαργό μου, όταν άκουσα τη Σέλμα να λεει ήσυχα, «Έλα, αγαπημένε μου, ας κουβεντιάσουμε το φριχτό μέλλον πριν φτάσει. Ο πατέρας μου μόλις έφυ-γε απο το σπίτι και παει να δει τον άντρα που θα γίνει ο σύντροφός μου μέχρι το θάνατό μου. Ο πατέρας μου, που ο Θεός τον διάλεξε για το σκοπό της ύπαρξής μου, θα συ-ναντήσει τον άντρα που ο κόσμος διάλεξε να γίνει κύριός μου για την υπόλοιπη ζωή μου. Στην καρδιά αυτής της πό-λης, ο γέρος που με συνόδευε στη νιότη της ζωής μου, θα συναντήσει το νεο που θα είναι ο συνοδός μου για ολα τα ερχόμενα χρόνια μου. αποψε οι δυο οικογένειες θα ορί-σουν τη μέρα του γάμου. Τι παράξενη και απερίγραπτη ω-ρα! Την περασμένη βδομάδα, τέτοια ώρα, κάτω απ' αυτό το δέντρο του γιασεμιού, η αγάπη αγκάλιασε την ψυχή μου για πρώτη φορά, ενω το πεπρωμένο έγραφε την πρώτη λέ-ξη στην ιστορία της ζωης μου στο αρχοντικό του επισκό-που. Τώρα, ενω ο πατέρας μου και ο αρραβωνιαστικός μου κανονίζουν τη μέρα του γάμου, βλέπω το πνεύμα σου να τριγυρίζει γύρω μου, οπως το διψασμένο πουλί σιγοπετά πάνω απο μια πηγή νερού που τη φρουρεί ενα πεινασμένο ερπετό. Ω, πόσο μεγάλη είναι αυτή η νύχτα και πόσο βα-θύ το μυστήριό της!»

43

Page 41: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Ακούγοντας αυτα τα λόγια, ένιωσα οτι το σκοτεινό πνεύ-μα της απελπισίας άρπαζε την αγάπη μας για να την πνί-ξει πάνω στη γέννησή της, και απάντησα, «Το πουλί αυτό θα μείνει εκει και θα σιγοπετα πάνω απο την πηγή του νε-ρού μέχρι που η δίψα να το σκοτώσει ή μέχρι να πέσει στην παγίδα του ερπετού και να γίνει λεία του.»

Η Σέλμα απάντησε, «Όχι , αγαπημένε μου, το αηδόνι αυτό πρέπει να μείνει ζωντανό και να τραγουδήσει ωσότου σκοτεινιάσει, ωσότου περάσει η άνοιξη, ως το τέλος του κόσμου, και να συνεχίσει να τραγουδά αιώνια. Η λαλιά του δεν πρέπει να σωπάσει, γιατί αυτή φέρνει ζωή στην καρ-διά μου, τα φτερά του δεν πρέπει να σπάσουν, γιατί το φτε-ρούγισμα τους διώχνει το σύννεφο απο την ψυχή μου.»

Τότε, ψιθύρισα, «Σέλμα, αγαπημένη μου, η δίψα θα το εξουθενώσει. κι ο φόβος θα το σκοτώσει.»

Η Σέλμα απάντησε αμέσως με χείλη που έτρεμαν, «Η δίψα της ψυχής είναι πιο γλυκειά απο το κρασί των υλι-κών πραγμάτων, κι ο φόβος του πνεύματος είναι πιο ακρι-βός απο την ασφάλεια του σώματος. Άκουσε όμως, αγαπη-μένε μου, άκου προσεκτικά, στέκομαι σήμερα στην πόρτα μιας καινούργιας ζωης για την οποία δεν ξέρω τίποτα. Εί-μαι σαν τον τυφλό που ψάχνει το δρόμο του για να μη πέ-σει. Ο πλούτος του πατέρα μου μ' έριξε στο σκλαβοπάζα-ρο, κι ο άντρας αυτός με αγόρασε. Ούτε τον ξέρω, ούτε τον αγαπώ, αλλα θα μάθω να τον αγαπώ, και θα τον υπα-κούω, θα τον υπηρετώ, και θα τον κάνω ευτυχισμένο, θα του δώσω ολα οσα μπορεί να δώσει μια αδύναμη γυναίκα σ' ενα δυνατό άντρα.

αλλα εσυ, αγαπημένε μου, βρίσκεσαι ακόμα στην άνοι-ξη της ζωης. Μπορείς να περπατήσεις ελεύθερα πάνω στον πλατύ δρόμο της ζωής που είναι στρωμένος με λουλούδια. Είσαι ελεύθερος να διασχίσεις τον κόσμο και να κάνεις την καρδιά σου πυρσό που θα φωτίσει το δρόμο σου. Μπορείς να σκεφτείς, να μιλήσεις, και να δράσεις ελεύθερα μπορείς

44

Page 42: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

να γράψεις το ονομά σου πάνω στην όψη της ζωης γιατί είσαι άντρας. μπορείς να ζήσεις σαν αφέντης γιατί ο πλού-τος του πατέρα σου δε θα σε ρίξει στο σκλαβοπάζαρο, στην αγοραπωλησία. μπορείς να παντρευτείς τη γυναίκα που θα διαλέξεις και, πριν αυτή κατοικήσει στο σπίτι σου, μπορείς να την αφήσεις να κατοικήσει στην καρδιά σου και να αν-ταλλαξεις τα μυστικά σου χωρις εμπόδιο.»

Σιωπή βασίλεψε για μια στιγμή, και μετά η Σέλμα συ-νέχισε, «αλλα, είναι τάχα η ζωή που σπάζει την ένωσή μας για να μπορέσεις εσυ να φτάσεις στη δόξα του άντρα κι εγω στο καθήκον της γυναίκας; Είναι τάχα γι' αυτο που η κοιλάδα απορροφά το τραγούδι του αηδονιού στα βάθη της, κι ο άνεμος διασκορπίζει τα πέταλα του ρόδου και τα πόδια ποδοπατούν την κούπα του κρασιού; Ήταν λοιπόν μάταιες ολες αυτές οι νύχτες που περάσαμε στο φως του φεγγαριού δίπλα στο δέντρο του γιασεμιού όπου ενώθη-καν οι ψυχές μας; Πετάξαμε ορμητικά προς τα άστρα οπου οι φτερούγες μας κουράστηκαν, και κατεβαίνουμε τώρα προς την άβυσσο; Ή μήπως η αγάπη ήταν κοιμισμένη ό-ταν ήρθε σε μας, κι όταν ξύπνησε, θύμωσε κι αποφάσισε να μας τιμωρήσει; Ή μήπως τα πνεύματά μας μετατρέψα-νε την αύρα της νύχτας σε άνεμο που μας έκανε κομμάτια και μας πέταξε σα σκόνη στο βάθος της κοιλάδας; Δεν πα-ρακούσαμε καμιά εντολή, ουτε γευτήκαμε καρπό απαγορευ-μένο, τι ειναι κείνο λοιπόν που μας αναγκάζει να φύγουμε απο τον παράδεισο; Ποτέ δε συνωμοτήσαμε ουτε κάναμε στάση, γιατί λοιπόν κατεβαίνουμε στην κόλαση; Όχι, οχι, οι στιγμές που μας ένωσαν είναι μεγαλύτερες κι απο τους αιώνες, και το φως που φώτισε τα πνεύματά μας είναι πιο δυνατό απ' το σκοτάδι. κι αν η καταιγίδα μας ξεχωρίσει πάνω σ' αυτό τον άγριο ωκεανό, τα κύματα θα μας ενώσουν πάνω στη γαλήνια ακροθαλασσιά. κι αν αυτή η ζωή μας σκοτώσει, ο θάνατος θα μας ενώσει. Η καρδιά της γυναί-κας δεν αλλαζει με τον καιρό ή με τις εποχές. ακόμα κι αν

45

Page 43: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

πεθάνει για πάντα, ποτέ δε θα χαθεί. Η καρδιά της γυ-ναίκας είναι σαν ενα χωράφι που μετατρέπεται σε πεδίο μάχης. οταν τα δέντρα ξεριζωθούν, κι η χλόη κατακαεί και οι βράχοι κοκκινίσουν απο το αίμα και η γη φυτευτεί με κόκκαλα και κρανία, είναι και πάλι ήρεμη και σιωπηλή σα να μην έγινε τίποτα. γιατί η άνοιξη και το φθινόπωρο θα ξανάρθουν στην ωρα τους και θα ξαναρχίσουν τη δου-λειά τους.

Και τώρα, αγαπημένε μου, τι θα κάνουμε; Πως θα χω-ρίσουμε και πότε θα ξανανταμώσουμε; Θα δούμε την αγά-πη σαν έναν ξένο επισκέπτη που ήρθε σε μας το βράδυ κι έφυγε το πρωί; Ή θα υποθέσουμε οτι η αγάπη μας ήταν ενα όνειρο που ήρθε στον ύπνο μας και έσβησε όταν ξυπνή-ραμε;

Θα σκεφτούμε οτι η βδομάδα αύτη ήταν μια ωρα μέθης που πρέπει τώρα να αντικατασταθεί απο τη νηφαλιότητα; Ανασήκωσε το κεφάλι σου και άφησέ με να σε κοιτάξω, αγαπημένε μου. άνοιξε τα χείλη σου κι άφησε να ακούσω τη φωνή σου. μίλησέ μου! Θα με θυμάσαι όταν η τρικυμία θα εχει καταποντίσει το καράβι της αγάπης μας; Θα ακούς το θρόϊσμα των φτερών μου στη σιωπή της νύχτας; θ' ά-κούς το πνεύμα μου να φτερουγίζει πάνω σου; Θα ακούς τους αναστεναγμούς μου; Θα βλέπεις τη σκια μου να πλη-σιάζει μαζί με τις σκιές του σούρουπου και να εξαφανίζε-ται με το ρόδισμα της αυγής; Πες μου, αγαπημένε μου, τι θα είσαι μετά απο τις στιγμές που ήσουν μαγική ακτίνα για τα μάτια μου, γλυκό τραγούδι για τα αφτιά μου, και φτε-ρά για την ψυχή μου; Τι θα είσαι;»

Ακούγοντας αυτά τα λόγια, η καρδιά μου έλιωσε και της απάντησα, «Θα είμαι ό,τι θέλεις εσύ να είμαι, αγαπημένη μου.»

Μετά εκείνη ειπε, «Θέλω να μ' αγαπάς όπως ο ποιητής αγαπά τις θλιβερές του σκέψεις. Θέλω να με θυμάσαι ό-πως ο ταξιδιώτης θυμάται την ήρεμη λιμνούλα όπου είδε

46

Page 44: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

την εικόνα του καθώς έπινε το νερό της. Θέλω να με θυ-μάσαι όπως η μητέρα θυμάται το παιδί της που πέθανε πριν δει το φως. Και θέλω να με θυμάσαι, όπως ο σπλαχνι-κός βασιλιάς θυμάται το φυλακισμένο που πέθανε πριν τον προλάβει η συγνώμη του. Θέλω να εισαι ο σύντροφός μου και να επισκέφτεσαι τον πατέρα μου και να τον παρηγο-ρείς στη μοναξιά του, γιατί πολύ σύντομα θα τον εγκατα-λείψω και θα είμαι μια ξένη γι' αυτόν.»

Της απάντησα, λέγοντας, «Θα κάνω ολα οσα μου ειπες και θα κάνω την ψυχή μου περιτύλιγμα για τη δική σου ψυχή, και την καρδιά μου κατοικία για την ομορφιά σου και τα στήθη μου τάφο για τις λύπες σου. Θα σε αγαπώ, Σέλμα, οπως τα λιβάδια αγαπούν την άνοιξη, και θα ζω με σένα τη ζωή του λουλουδιού κάτω απο τις ακτίνες του ήλιου, θα τραγουδώ το ονομά σου οπως η κοιλάδα τραγου-δά την ηχω απο τις καμπάνες της εκκλησιάς του χωριού.

θα ακούω τη γλώσσα της ψυχής σου οπως η ακρογιαλιά ακούει τις ιστορίες των κυμάτων. Θα σε θυμάμαι οπως ο ξενιτεμένος θυμάται την αγαπημένη του πατρίδα, κι οπως ο πεινασμένος θυμάται το φαί, κι οπως ο εκθρονισμένος βασιλιάς θυμάται τις μέρες της δόξας του, κι οπως ο φυλα-κισμένος θυμάται τις μέρες της ελευθερίας και της ευτυχί-ας. Θα σε θυμάμαι οπως ο θεριστής θυμάται τα δέματα του σταριού στο χωράφι του, κι οπως ο βοσκός θυμάται τα πρά-σινα λιβάδια και τα πανέμορφα ρυάκια.»

Η Σέλμα άκουσε τα λόγια μου με καρδιοχτύπι και ειπε, «Αύριο η αλήθεια θα γίνει φάντασμα και το ξύπνημα θα εί-ναι σαν όνειρο. Μπορεί ένας εραστής να ευχαριστηθεί αγκα-λιάζοντας ενα φάντασμα, ή μπορεί ένας διψασμένος να σβή-σει τη δίψα του απο την πηγή ενός ονείρου;»

Της απάντησα, «Αύριο, η μοίρα θα σε φέρει σε μια ει-ρηνική οικογένεια, ενω εμένα θα με στείλει στον κόσμο του αγώνα και της μάχης. Εσύ θα βρίσκεσαι στο σπίτι ε-νός ανθρώπου που η τύχη τον έκανε πολύ ευτυχισμένο με

47

Page 45: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

την ομορφιά σου και την αρετή σου, ενω εγω θα ζω μια ζωή πόνου και φόβου. Εσυ θα περάσεις την πύλη της ζω-ής, ενω εγω θα περάσω την πύλη του θανάτου. Εσένα θα σε δεχτούν φιλόξενα, ενω εγω θα ζω στη μοναξιά,

αλλα θα στήσω ενα άγαλμα της αγάπης και θα το λατρεύω στην κοιλάδα του θανάτου. Η αγάπη θα είναι η μόνη μου παρηγοριά, και θα πίνω την αγάπη σαν κρασί και θα τη φορώ σα ρούχο. Την αυγή, η αγάπη θα με ξυπνά απο τον ύπνο και θα με οδηγεί στα μακρινά χωράφια, ενω το με-σημέρι θα με φέρνει κάτω απο τις σκιές των δέντρων, ό-που θα βρίσκω καταφύγιο μαζί με τα πουλιά απο τη ζέστη του ήλιου. Το βράδυ, θα με κάνει να σταματώ μπροστά στο ηλιοβασίλεμα για ν' ακούσω το αποχαιρετιστήριο τραγού-δι της φύσης προς το φως της μέρας και θα μου δείχνει τ' άπιαστα σύννεφα που θα ταξιδεύουν στον ουρανό. Τι νύχτα, η αγάπη θα μ' αγκαλιάζει και θα κοιμούμαι και θα ονειρεύομαι τον ουράνιο κόσμο όπου κατοικούν τα πνεύμα-τα των εραστών και των ποιητών. Την άνοιξη θα περπα-τώ χέρι με χέρι με την αγάπη ανάμεσα στις βιολέτες και τα γιασεμιά και θα πίνω τις τελευταίες σταγόνες του χει-μώνα μέσα στις κούπες των κρίνων. Το καλοκαίρι θα κά-νουμε μαξιλάρι μας τα δεμάτια του χόρτου και τη χλόη κρεβάτι μας κι ο γαλάζιος ουρανός θα μας σκεπάζει κα-θώς θα ατενίζουμε τα άστρα και το φεγγάρι.

Το φθινόπωρο, η αγάπη κι εγω θα πάμε στο αμπέλι και θα καθίσουμε κοντά στο πατητήρι και θα παρατηρούμε τα σταφύλια που θα ξεχύνουν το γλυκό χυμό τους και τα κο-πάδια των πουλιών που θα μεταναστεύουν πετώντας πάνω μας. Το χειμώνα, θα καθόμαστε στο τζάκι και θα διηγού-μαστε ιστορίες του παλιού καιρού και των μακρινών χω-ρών. Σ' όλη τη νιότη μου, η αγάπη θα είναι δάσκαλός μου.

στη μέση ηλικία, η βοήθειά μου. και στα γερατειά, η χα-ρά μου. Η αγάπη, αγαπημένη μου Σέλμα, θα μείνει μαζί μου ως το τέλος της ζωής μου, και μετά το θάνατο το χέ-

4. Τά σπασμένα φτερά 48

Page 46: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ρι του Θεού θα μας ενώσει πάλι!» Όλα αυτά τα λόγια βγήκαν απο τα βάθη της καρδιάς

μου σα φλόγες της φωτιάς που πηδούν ορμητικά απο το τζάκι και μετά εξαφανίζονται μέσα στις στάχτες. Η Σέλ-μα έκλαιγε ωσάν τα μάτια της να ήταν χείλη που απαντού-σαν στα λόγια μου με δάκρυα.

Οι άνθρωποι εκείνοι που η αγάπη δεν τους έχει δώσει φτερά δεν μπορούν να πετάξουν πάνω απο το σύννεφο των φαινομένων για να δουν το μαγικό κόσμο όπου το πνεύ-μα της Σέλμας και το δικό μου κατοικούσαν μαζι σ' εκεί-νη τη θλιβερά ευτυχισμένη ώρα. Εκείνοι, που η αγάπη δεν τους διάλεξε δικούς της, δεν ακούν το κάλεσμά της. Η ιστορία μου αυτή δεν είναι για κείνους. Ακόμα κι αν κα-ταλάβουν αυτές τις σελίδες, δε θα μπορούσαν να πιάσουν τις άπιαστες σα σκιές έννοιες που δεν μπορούν να ντυθούν με λόγια και δεν μπορούν να κατοικήσουν πάνω στο χαρτί, αλλα τι ανθρώπινο πλάσμα είναι εκείνο που ποτέ δε γεύτη-κε κρασί απο την κούπα της αγάπης και τι πνεύμα είναι κείνο που ποτέ δε στάθηκε ταπεινά μπροστά στον αναμμέ-νο βωμό του ναού εκείνου που το δάπεδό του είναι στρωμέ-νο με τις καρδιές των αντρών και των γυναικών και που ο θόλος του είναι η μυστική στέγη των ονείρων; Τι λουλούδι είναι κείνο που στα φύλλα του η αυγή δε στάλαξε ποτέ τι δροσιά της. τι ποταμάκι είναι κείνο που έχασε την πορεία του χωρίς να κατεβεί στη θάλασσα;

Η Σέλμα ανασήκωσε το κεφάλι της προς τον ουρανό και ατένισε τ' άστρα που στόλιζαν το στερέωμα. Άπλωσε τα χέρια της. τα μάτια της μεγάλωσαν και τα χείλη της έτρεμαν. Πάνω στο ωχρό πρόσωπό της έβλεπα τα σημάδια της θλίψης, της καταπίεσης, της απελπισίας και του πόνου. Ύστερα κραύγασε, «Ω, Κύριε, τι έχει κάνει μια γυναίκα που να σε πρόσβαλε; Τι αμάρτημα διέπραξε για ν' αξίζει τέτοια τιμωρία; Για ποιο έγκλημα την καταδικάζεις σε αιώ νια καταδίκη; Ω, Κύριε, εσύ είσαι δυνατός κι εγω ειμαι

49

Page 47: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

αδύνατη. Γιατί με κάνεις να υποφέρω; Εσύ είσαι μεγάλος και παντοδύναμος, ενω εγω είμαι τίποτα, ενα μικροσκοπι-κό πλάσμα που σέρνεται μπροστά στο θρόνο σου. Γιατί με σύντριψες με το πόδι σου; Εσυ είσαι μια ορμητική καται-γίδα κι εγω είμαι σαν τη σκόνη. γιατί, Κύριε μου, μ' έρι-ξες πάνω στην κρύα γη; Εσυ είσαι δυνατός κι εγω είμαι αβοήθητη. γιατί με πολεμάς; Εσυ είσαι μεγαλοδύναμος, κι εγω είμαι φρόνιμη. γιατί με καταστρέφεις; Εσύ έπλασες τη γυναίκα με την αγάπη, και γιατί με την αγάπη πάλι την καταστρέφεις; Με το δεξί σου χέρι την ανεβάζεις και με το αριστερό σου τη ρίχνεις στην άβυσσο. Κι εκείνη δεν ξέρει το γιατί. Στο στόμα της φύσηξες την πνοή της ζω-ής, και στην καρδιά της έσπειρες τους σπόρους του θανά-του. Εσυ της δείχνεις το μονοπάτι της ευτυχίας, αλλα εσυ την οδηγείς στο δρόμο της αθλιότητας. Στο στόμα της βά-ζεις ενα τραγούδι ευτυχίας, αλλα μετά σφαλνάς τα χείλη της με τον πόνο και δένεις τη γλώσσα της με την αγωνία. Με τα μυστηριώδη δάχτυλά σου δένεις τις πληγές της, και με τα χέρια σου σφίγγεις το σχοινί του πόνου γύρω απο τη χαρά της. Στο κρεβάτι της έχεις κρύψει χαρά και ει-ρήνη, αλλα δίπλα σ' αυτό χτίζεις εμπόδια και φόβο. Δια-γείρεις την αγάπη της με τη θέλησή σου, κι απ' την αγάπη της γεννιέται ντροπή. Με τη θέλησή σου της δείχνεις την ομορφιά της δημιουργίας, αλλα η αγάπη της για την ομορ-φιά γίνεται φοβερός λιμός. Εσυ την κάνεις να πίνει τη ζωή στην κούπα του θανάτου, και το θάνατο στην κούπα της ζωης. Εσυ την εξαγνίζεις με τα δάκρυα και με τα δάκρυα η ζωη της χάνεται. Ω, Κύριε, εσυ άνοιξες τα μάτια μου με την αγάπη, και με την αγάπη με τύφλωσες. Με φίλησες με τα χείλη σου και με το βαρύ σου χέρι με χτύπησες. Ε-συ φύτεψες στην καρδιά μου ενα λευκό ρόδο και γύρω απο το ρόδο ενα φράχτη απο αγκάθια. Εσυ έδεσες το παρόν μου με το πνεύμα ενος νέου άντρα που αγαπώ, αλλα έδε-σες τη ζωή μου με έναν άγνωστο άντρα. Βοήθησέ με λοι-

50

Page 48: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

πόν, Κύριε μου, να φανώ δυνατή σ' αυτόν το θανατερό α-γώνα και βοήθα με να μείνω πιστή και ενάρετη ως το θά-νατο. Ας γίνει το θέλημά σου, ω, Κύριε και Θεέ μου.»

Ακολούθησε σιωπή. Η Σέλμα χαμήλωσε το βλέμμα της ωχρή και αδύναμη. τα χέρια της κρεμάστηκαν κάτω και το κεφάλι της έγειρε, και μου φάνηκε ωσάν η καταιγίδα να ειχε σπάσει το κλαδί του δέντρου και να το ειχε ρίξει χά-μω για να ξεραθεί και να χαθεί.

Έπιασα το κρύο της χέρι και το φίλησα, αλλα οταν δο-κίμασα να την παρηγορήσω, ήμουν εγω που ειχα ανάγκη απο παρηγοριά περισσότερο απο εκείνη. Έμεινα σιωπηλός, σκεφτόμουν τη δυστυχία μας κι άκουγα το καρδιοχτύπι μου. Κανείς μας δεν ειπε άλλη λέξη.

Ο δυνατός πόνος είναι άφωνος, κι έτσι καθόμασταν σιω-πηλοί σαν πετρωμένοι, σα στήλες μαρμάρινες που θάφτη-καν κάτω απο την άμμο του σεισμού. Κανείς μας δεν επι-θυμούσε ν' ακούσει τον άλλο, γιατί τα νήματα της καρδιάς μας είχαν αδυνατίσει, κι ακόμα και η ανάσα μας θα μπο-ρούσε να τα σπάσει.

Ήταν μεσάνυχτα και είδαμε το μισοφέγγαρο που ανέ-βαινε πίσω απο το όρος Σανίν κι έμοιαζε, ανάμεσα στ' α-στέρια, σαν το πρόσωπο κάποιου νεκρού μέσα στο κιβούρι που το τριγυρίζουν τα αχνά φώτα των κεριών. Και ολάκε-ρος ο Λίβανος έμοιαζε με κάποιο γέρο που η ράχη του εί-χε γείρει απο τα χρόνια και που τα μάτια του ήταν το λι-μάνι της αγρύπνιας, που παραφύλαγε στο σκοτάδι και πε-ρίμενε την αυγή, σαν κάποιος βασιλιάς που καθόταν πάνω στις στάχτες του θρόνου του στα ερείπια του παλατιού του.

Τα βουνά, τα δέντρα και τα ποτάμια αλλαζουν την οψη τους ανάλογα με τις μεταβολές των καιρών και των επο-χών, οπως ο άνθρωπος αλλαζει ανάλογα με τις εμπειρίες και τα συναισθήματά του. Η μεγαλόπρεπη λεύκα που μοι-άζει με νύφη τη μέρα, μοιάζει με στήλη καπνού τη νύχτα. Ο πελώριος βράχος που στέκεται μεγαλόπρεπος και απορ-

51

Page 49: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

θητος το μεσημέρι φαίνεται τη νύχτα σαν άθλιος ζητιάνος, που εχει για κρεβάτι του τη γη και τον ουρανό για σκέπα-σμα του. και το ποταμάκι που το βλέπουμε να λαμποκοπά στο πρωινό φως και το ακούμε να τραγουδά τον ύμνο της αιωνιότητας, το βράδυ μεταμορφώνεται σ' ενα ρυάκι δα-κρύων και θρηνεί σαν τη μητέρα που έχασε το παιδί της. Και ο Λίβανος, που φάνταζε μεγαλόπρεπος μια βδομάδα πριν, οταν το φεγγάρι ήταν γεμάτο κι οι ψυχές μας ευτυ-χισμένες, φαινόταν όλος θλίψη και μοναξιά εκείνη τη νύχτα.

Σηκωθήκαμε και αποχαιρετιστήκαμε, αλλα η αγάπη κι η απελπισία στέκονταν ανάμεσά μας σα δυο φαντάσματα, που το ενα έκλαιγε και το άλλο σάρκαζε φριχτά.

Καθώς έπιασα το χέρι της Σέλμας και το έφερα στα χεί-λη μου, εκείνη με πλησίασε και ακούμπησε ενα φιλί στο μέτωπό μου, κι ύστερα έπεσε πάλι πάνω στο ξύλινο παγκά-κι. Έκλεισε τα μάτια της και ψιθύρισε απαλά, «Ω, Κύριε και Θεέ μου, λυπήσου με και γιάτρεψε τα σπασμένα μου φτερά!»

Καθώς άφηνα τη Σέλμα στον κήπο, ένιωσα ωσάν οι αι-σθήσεις μου να σκεπάστηκαν απο ενα πυκνό πέπλο, όπως η λίμνη σκεπάζεται απο την ομίχλη.

Η ομορφιά των δέντρων, το φως του φεγγαριού, η βα-θιά σιωπή, τα πάντα γύρω μου φαίνονταν άσχημα και φρι-χτά. Το αληθινό φως που μου ειχε δείξει την ομορφιά και το θαύμα του σύμπαντος ειχε μετατραπεί σε μια μεγάλη φλόγα που κατάκαιγε την καρδιά μου. κι η μουσική της αιωνιότητας που ειχα ακούσει έγινε θόρυβος, πιο τρομακτι-κός κι απο το βρύχισμα του λιονταριού.

Έφτασα στο δωμάτιό μου, και σα λαβωμένο πουλί, χτυ-πημένο απο τον κυνηγό, έπεσα στο κρεβάτι μου, ξαναλέ-γοντας τα λόγια της Σέλμας: «Ω, Κύριε και Θεέ μου, λυ-πήσου με και γιάτρεψε τα σπασμένα μου φτερά!»

52

Page 50: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

7. Μπροστά στο Θρόνο του Θανάτου

Στις μέρες μας ο γάμος είναι ένας εμπαιγμός για τις γυ-ναίκες, που τον κανονίζουν οι νέοι άντρες και οι γονείς. Στις πιο πολλές χώρες οι νέοι άντρες κερδίζουν και οι γο-νείς χάνουν. Τη γυναίκα τη βλέπουν σαν ένα εμπόρευμα που το αγοράζουν και το μεταφέρουν απο το ένα σπίτι στο άλλο. Με το πέρασμα του καιρού, η ομορφιά της μαραίνε-ται, και τότε παίρνει τη θέση ενός παλιού επίπλου, που το ξεχνούν σε μια σκοτεινή γωνιά.

Ο σύγχρονος πολιτισμός εχει κάνει τη γυναίκα λίγο πιο έξυπνη άλλα μεγάλωσε τη δυστυχία της εξαιτίας της απλη-στίας του άντρα.

Η γυναίκα του χθες ήταν μια ευτυχισμένη σύζυγος, άλ-λα η γυναίκα του σήμερα είναι μια δύστυχη ερωμένη. Στο παρελθόν, η γυναίκα προχωρούσε τυφλά μέσα στο φως, αλ-λά τώρα προχωρεί μ' ανοιχτά τα μάτια μέσα στο σκοτάδι. Ήταν όμορφη στην άγνοιά της, ενάρετη στην απλότητά της, και δυνατή στην αδυναμία της. Σήμερα η γυναίκα έ-χει γίνει άσχημη μέσα στην εξυπνάδα της και επιφανειακή και άκαρδη μέσα στη γνώση της. Θα έρθει τάχα κάποτε η μέρα όπου η ομορφιά κι η γνώση, η εξυπνάδα κι η αρε-τή, η αδυναμία του σώματος κι η δύναμη του πνεύματος θα ενωθούν στη γυναίκα;

Είμαι απο κείνους που πιστεύουν οτι η πνευματική πρόο-δος είναι κανόνας στην ανθρώπινη ζωή, αλλα η πορεία προς την τελειότητα είναι πολύ αργή και οδυνηρή. Αν η γυναί-κα ανυψώνεται σε κάποια πλευρά της ζωής και καθυστερεί σε μια άλλη, αυτό γίνεται επειδή το τραχύ μονοπάτι που οδηγεί στη βουνοκορφή είναι γεμάτο απο ενέδρες ληστών

53

Page 51: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

και φωλιές λύκων. Αυτή η παράξενη γενιά ζει ανάμεσα στον ύπνο και στον

ξύπνιο. Κρατά στα χέρια της το χώμα του παρελθόντος και τους σπόρους του μέλλοντος. Ωστόσο βρίσκουμε σε κάθε πόλη κάποια γυναίκα που συμβολίζει το μέλλον.

Στην πόλη της Βηρυτού, η Σέλμα Καράμη, ήταν το σύμβολο της μελλοντικής ανατολίτισσας γυναίκας, αλλα, ό-πως πολλοί απο κείνους που ζουν πιο μπροστά απο την επο-χή τους, έγινε κι αυτή θύμα του παρόντος. και σαν το λου-λούδι που έσπασε ο μίσχος του και παρασύρθηκε απο το ρεύμα του ποταμού, η Σέλμα βάδισε στο άθλιο μονοπάτι των νικημένων.

Ο Μανσούρ Μπέη Γκαλίμπ και η Σέλμα παντρεύτηκαν και ζούσαν μαζί σ' ενα όμορφο σπίτι στο Ράς Βηρυτός, όπου κατοικούσαν οι πιο πλούσιοι κάτοικοι της Βηρυτού. Ο Φαρίς Εφάντη Καράμη απομεινε μόνος στο μοναχικό του σπίτι ανάμεσα στον κήπο και στα δέντρα του, σαν το μοναχικό βοσκό ανάμεσα στο κοπάδι του.

Οι μέρες και οι χαρούμενες νύχτες του γάμου πέρασαν, αλλα ο μήνας του μέλιτος άφησε αναμνήσεις γεμάτες πίκρα και θλίψη, όπως ο πόλεμος αφήνει κρανία και κόκκαλα νε-κρών στο πεδίο της μάχης. Η μεγαλοπρέπεια του γάμου στην Ανατολή εμπνέει τις καρδιές των νέων αντρών και γυναικών, το τέλος του, όμως, μπορεί να τις πετάξει σαν παλιές μυλόπετρες στο βυθό της θάλασσας. Η χαρά του γάμου είναι σαν τα χνάρια των ποδιών πάνω στην άμμο που μένουν μόνο μέχρι να έρθουν τα κύματα και να τα σβήσουν.

Η άνοιξη έφυγε, όπως και το καλοκαίρι και το φθινό-πωρο, αλλα η αγάπη μου για τη Σέλμα μεγάλωνε μέρα με τη μέρα, κι έγινε ενα είδος άφωνης λατρείας, σαν το αί-σθημα που εχει ενα ορφανό παιδί για την ψυχή της μητέ-ρας του στον ουρανό. Η λαχτάρα μου μεταβλήθηκε σε μια τυφλή θλίψη που δεν έβλεπε άλλο απο τον εαυτό της και

54

Page 52: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

το πάθος που αντλούσε δάκρυα απο τα μάτια μου μεταβλή-θηκε σε αγωνία που ρουφούσε το αίμα απο την καρδιά μου, κι οι αναστεναγμοί μου της αγάπης έγιναν μια αδιάκοπη προσευχή για την ευτυχία της Σέλμας και του συζύγου της και για τη γαλήνη του πατέρα της.

Οι ελπίδες μου και οι προσευχές μου ήταν ολες μάταιες γιατί η δυστυχία της Σέλμας ήταν μια εσώτερη αρρώστια που τίποτα δεν μπορούσε να τη θεραπεύσει εκτός απο το θάνατο.

Ο Μανσούρ Μπέη ήταν ο άνθρωπος που του έρχονταν εύκολα ολες οι ανέσεις της ζωής. αλλα, παρ' όλα αυτά, ο ίδιος ήταν ανικανοποίητος και αρπακτικός. Όταν παντρεύ-τηκε τη Σέλμα, παραμέλησε τον πατέρα της στη μοναξιά του και παρακαλούσε για το θάνατό του, ώστε να πάρει ο,τι είχε μείνει απο τον πλούτο του γέρου.

Ο χαρακτήρας του Μανσούρ Μπέη ήταν παρόμοιος με το χαρακτήρα του θείου του, του επισκόπου. η μόνη διαφο-ρά ανάμεσα στους δυο ήταν οτι ο επίσκοπος έπαιρνε όλα οσα ήθελε μυστικά κάτω απο την προστασία του εκκλησια-στικού μανδύα και του χρυσού σταυρού που φορούσε στο στήθος του. Ενω ο ανεψιός του τα έκανε ολα φανερά. Ο επίσκοπος πήγαινε στην εκκλησία το πρωί και περνούσε την υπόλοιπη μέρα κλέβοντας με πλάγιο τρόπο απο κείνα που ήταν για τις χήρες, για τα ορφανά και για τους απλοϊκούς ανθρώπους. αλλα ο Μανσούρ Μπέη περνούσε τις μέρες του κυνηγώντας τις σεξουαλικές ευχαριστήσεις. Την Κυριακή ο επίσκοπος Μπούλος Γκαλίμπ κήρυττε το ευαγγέλιο του.

αλλα τις άλλες μέρες της βδομάδας ποτέ δεν εφάρμοζε οσα δίδασκε, και καταγινόταν με τις πολιτικές δολοπλοκίες του τόπου. Και με το κύρος και την επιρροή του θείου του, ο Μανσούρ Μπέη καταγινόταν με πολιτικές εύνοιες για κεί-νους που μπορούσαν να προσφέρουν μια καλή δωροδοκία.

Ο επίσκοπος Μπούλος ήταν ένας κλέφτης που κρυβό-ταν κάτω απο το μανδύα της νύχτας, ενω ο ανεψιός του ο

55

Page 53: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Μανσούρ Μπέη ήταν ένας απατεώνας που περπατούσε πε-ρήφανα στο φως της μέρας. Παρόλα αυτά, οι άνθρωποι της Ανατολής δίνουν την εμπιστοσύνη τους σε τέτοιους αν-θρώπους - λύκους και σφαγείς που καταστρέφουν τη χώρα τους με την απληστία τους και συντρίβουν τους γείτονες τους με σιδερένιο χέρι.

Γιατί όμως να γεμίζω αυτές τις σελίδες με λόγια που μιλούν για τους προδότες των φτωχών εθνών αντί να τις κρατώ ολες για την ιστορία της δύστυχης γυναίκας με τη συντριμμένη καρδιά; Γιατί να χύνω δάκρυα για τους κατα-πιεσμένους λαούς αντί να τα κρατώ ολα για την ανάμνηση μιας αδύνατης γυναίκας που το νήμα της ζωής της κόπηκε απο τα δόντια του θανάτου;

Αγαπητοί μου αναγνώστες, δε νομίζετε και σεις οτι μια τέτοια γυναίκα είναι σαν ενα έθνος που καταπιέζεται απο τους ιερείς και τους κυρίαρχους; Δε νομίζετε οτι η αρπα-γμένη αγάπη που οδηγεί μια γυναίκα στον τάφο μοιάζει με την απελπισία που διακατέχει τους λαούς της γης; Η γυ-ναίκα είναι για το έθνος οπως το φως για τη λάμπα. Το φως αυτό, δε θα είναι αδύνατο αν το λάδι της λάμπας εί-ναι λιγοστό;

Το φθινόπωρο πέρασε κι ο άνεμος έριξε τα κίτρινα φύλ-λα απο τα δέντρα κι άνοιξε δρόμο για το χειμώνα που ήρ-θε με τα βογγητά και τις κραυγές του ανέμου. Εγω ήμουν ακόμα στην πόλη της Βηρυτού, χωρις κανένα σύντροφο εκτός απο τα όνειρά μου, που ανύψωναν το πνεύμα μου στον ουρανό και μετά το έχωναν βαθιά στα στήθη της γης.

Το θλιμμένο πνεύμα βρίσκει ανάπαυση στη μοναξιά. Α-ποστρέφεται τους ανθρώπους οπως το πληγωμένο ελάφι φεύ-γει απο το κοπάδι και ζει σε μια σπηλιά μέχρι να γιατρευ-τεί ή να πεθάνει.

Κάποια μέρα άκουσα οτι ο Φαρίς Εφάντη ήταν άρρω-στος. Έφυγα αμέσως απο τη μοναχική μου κατοικία και πήγα σπίτι του. Πήρα έναν άλλο δρόμο, ενα μοναχικό μο-

56

Page 54: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

νοπάτι ανάμεσα στις ελιές, αποφεύγοντας το μεγάλο δρό-μο με τα θορυβώδη αμάξια.

Φτάνοντας στο σπίτι του γέρου, μπήκα μέσα και βρήκα τον Φαρίς Εφάντη ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, αδύναμο και ωχρό. Τα μάτια του είχαν βυθιστεί κι έμοιαζαν σα δυο σκοτεινές κοιλάδες που τις κατοικούσαν τα φαντάσματα του τρόμου. Το χαμόγελο που έδινε πάντα ζωή στο πρόσωπό του ειχε τώρα πνιγεί απο την αγωνία και τον πόνο. και τα κόκκαλα των ευγενικών χεριών του έμοιαζαν σα γυμνά κλα-ριά που έτρεμαν μπροστά στην καταιγίδα. Καθώς τον πλη-σίασα και ρώτησα για την υγεία του, έστρεψε το ωχρό πρό-σωπό του προς εμένα, και πάνω στα τρεμάμενα χείλη του φάνηκε ενα χαμόγελο και ειπε με αδύναμη φωνή, «Πήγαι-νε, πήγαινε στο άλλο δωμάτιο και παρηγόρησε τη Σέλμα, και φέρ' την να καθίσει δίπλα στο κρεβάτι μου.»

Μπήκα στο διπλανό δωμάτιο και βρήκα τη Σέλμα ξα-πλωμένη σ' ένα ντιβάνι με τα χέρια της πάνω στο κεφάλι της, και με το πρόσωπό της χωμένο σ' ένα μαξιλάρι, ετσι που ο πατέρας της να μην ακούει το κλάμα της. Πλησίασα αργά και πρόφερα το ονομά της με μια φωνή που έμοιαζε περισσότερο με αναστεναγμό παρα με ψίθυρο. Ανατινάχτη-κε με φόβο, σα να την είχαν διακόψει απο κάποιο φρικτό όνειρο, κι ανασηκώθηκε κοιτάζοντάς με, με φλογισμένα μά-τια, ωσάν να αμφέβαλε αν ημουν ζωντανός ή φάντασμα. Ύστερα απο λίγες στιγμές βαθιάς σιωπής, που μας έφε-ραν πίσω με τα φτερά της μνήμης στην ωρα εκείνη που είχαμε μεθύσει με το κρασί της αγάπης, η Σέλμα σκούπι-σε τα δάκρυά της και ειπε, «Κοίτα πως ο καιρός μας άλ-λαξε. Κοίτα πως ο καιρός άλλαξε την πορεία της ζωής μας και μας άφησε ερείπια. Σ' αυτόν εδω τον τόπο η άνοι-ξη μας ειχε ενώσει με δεσμό αγάπης και στο ίδιο αυτό μέ-ρος μας έφερε μαζί μπροστά στο θρόνο του θανάτου. Πό-σο όμορφη ήταν η άνοιξη, και πόσο φριχτός αυτός ο χει-μώνας!»

57

Page 55: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Μιλώντας ετσι, σκέπασε πάλι το πρόσωπό της με τα χέ-ρια της ωσάν να προφύλαγε τα μάτια της απο το φάσμα του παρελθόντος που στεκόταν μπροστά της. Εγω ακούμπη-σα το χέρι μου στο κεφάλι της και ειπα, «Σέλμα, ελα, κι ας σταθούμε σα δυνατοί πύργοι μπροστά στην καταιγίδα. Ας σταθούμε σα γενναίοι στρατιώτες μπροστά στον εχ-

θρό κι ας αντιμετωπίσουμε τα όπλα του. Αν σκοτωθούμε, θα πεθάνουμε σα μάρτυρες. κι αν νικήσουμε, θα ζήσουμε σαν ήρωες. Η πάλη με τα εμπόδια και τις δυσκολίες είναι πιο ευγενική απο την υποχώρηση στην ησυχία. Η πεταλού-δα που τριγυρίζει γύρω στη λάμπα μέχρι να πεθάνει είναι πιο αξιοθαύμαστη απο το τυφλό ποντίκι που ζει μέσα στη σκοτεινή τρύπα. Έλα, Σέλμα, ας περπατήσουμε πάνω στο τραχύ μονοπάτι σταθερά, με τα μάτια μας προς τον ήλιο, ετσι που να μη βλέπουμε τα γυμνά κρανία και τα ερπετά ανάμεσα στους βράχους και τα αγκάθια. Αν ο φόβος μας σταματούσε στη μέση του δρόμου, θ' ακούγαμε μονάχα τις κοροιδίες απο τις φωνές της νύχτας, ενω αν φτάσουμε στη βουνοκορφή γενναία, θα συναντήσουμε τα ουράνια πνεύμα-τα με ύμνους θριάμβου και χαράς. Κουράγιο, Σέλμα, σκού-πισε τα δάκρυά σου και διώξε τη θλίψη απο το πρόσωπό σου. Σήκω, κι ας καθίσουμε κοντά στο κρεβάτι του πατέρα σου, γιατί η ζωή του κρέμεται απο τη δική σου ζωή, και το χαμόγελο σου είναι η μόνη του γιατρειά.»

Ευγενικά και στοργικά, εκείνη με κοίταξε και μου ειπε, «Μου ζητάς να εχω υπομονή ενω εσυ ο ίδιος εχεις ανάγκη απο αυτή; Μπορεί ενας πεινασμένος να δώσει το ψωμί του σ' έναν άλλο πεινασμένο; Η μπορεί ενας άρρωστος να δώ-σει το γιατρικό του σ' έναν άλλο άρρωστο, την ώρα που αυτός το χρειάζεται τόσο πολύ;»

Η Σέλμα σηκώθηκε με το κεφάλι σκυμμένο λίγο προς τα εμπρός και πήγαμε στο δωμάτιο του γέρου και καθίσα-με δίπλα στο κρεβάτι του. Η Σέλμα προσπάθησε να χαμο-γελάσει και προσποιήθηκε υπομονή. Ο πατέρας της προ-

58

Page 56: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σπάθησε κι εκείνος να την κάνει να πιστέψει πως ένιωθε καλύτερα και πιο δυνατός. αλλα κι ο πατέρας κι η κόρη ένιωθαν καλα τη θλίψη ο ένας του άλλου κι άκουγαν τους άφωνους αναστεναγμούς. Ηταν σαν δυο ισόπαλες δυνάμεις που η μία χαλούσε την άλλη σιωπηλά. Η καρδιά του πατέ-ρα έλιωνε εξαιτίας της κακοτυχίας της κόρης. Ηταν δυο αγνές ψυχές, που η μία έφευγε μακριά κι η άλλη αγωνιού-σε μέσα στον πόνο, αγκαλιασμένη απο την αγάπη και το θάνατο. κι εγω ήμουν ανάμεσα στους δυο, με τη δική μου ταραγμένη καρδιά. Είμασταν τρεις άνθρωποι, που μας μά-ζεψε και μας σύντριψε το χέρι της μοίρας. ένας γέρος, σα σπίτι που το ερήμωσε η νεροποντή, μια γυναίκα, που το σύμβολό της ήταν ο κρίνος που τον αποκεφάλισε η κοφτερή λεπίδα του δρεπανιού, κι ενας νέος άντρας που, σαν αδύνα-το δεντράκι, λύγισε κάτω απο τη χιονοστιβάδα. κι όλοι μας είμασταν παιχνίδια στα χέρια της μοίρας.

Ο Φαρίς Εφάντη κουνήθηκε αργά κι άπλωσε το αδύ-ναμο χέρι του προς τη Σέλμα, και με μια φωνή γεμάτη αγάπη και τρυφεράδα ειπε, «Πιάσε το χέρι μου, αγαπημέ-νη μου». Η Σέλμα έπιασε το χέρι του. μετά εκείνος ειπε, «Έζησα αρκετά και χάρηκα τους καρπούς ολων των επο-χών της ζωης. Δοκίμασα ολες τις φάσεις της με ηρεμία ψυχής. Έχασα τη μητέρα σου οταν εσυ ήσουν μόνο τριών χρόνων, κι εκείνη σε άφησε σαν πολύτιμο θησαυρό στα χέ-ρια μου. Σε παρακολουθούσα καθώς μεγάλωνες και η οψη σου ξαναζωντάνευε τα χαρακτηριστικά της μητέρας σου όπως τ' αστέρια που καθρεφτίζονται στο ήρεμο νερό της λιμνούλας. Ο χαρακτήρας σου, η εξυπνάδα σου και η ομορ-φιά σου είναι της μητέρας σου, ακόμα κι ο τρόπος που μι-λάς και χειρονομείς. Εσυ ήσουν η μόνη μου παρηγοριά σ' αυτή τη ζωη, γιατί ήσουν η εικόνα της μητέρας σου σε κάθε πράξη και λέξη. Τώρα, εχω γεράσει και το μόνο μέ-ρος που θα με ησυχάσει βρίσκεται ανάμεσα στα απαλά φτερά του θανάτου. Παρηγορήσου, πολυαγαπημένη μου κό-

59

Page 57: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ρη, γιατί έζησα αρκετά ωστε να σε δω γυναίκα. Να είσαι ευτυχισμένη γιατί θα ζήσω σε σένα μετά το θάνατό μου. Η αναχώρησή μου σήμερα δε θα διέφερε απο την αναχώ-ρηση μου αύριο ή μεθαύριο, γιατί οι μέρες μας χάνονται σαν τα φύλλα του φθινοπώρου. Η ωρα του θανάτου μου πλησιάζει γοργά κι η ψυχή μου λαχταρά να ενωθεί με την ψυχή της μητέρας σου.»

Καθώς πρόφερε αυτά τα λόγια με γλύκα και αγάπη, το πρόσωπό του φωτίστηκε. Μετά έφερε το χέρι του κάτω απο το μαξιλάρι του και τράβηξε μια μικρή εικόνα με χρυσό πλαίσιο. Έχοντας το βλέμμα του πάνω στη μικρή φωτο-γραφία, ειπε, «Ελα, Σέλμα, ελα και κοίταξε τη μητέρα σου σ' αυτήν εδω την εικόνα.» Η Σέλμα σκούπισε τα δά-κρυά της, κι αφού κοίταξε πολλή ωρα την εικόνα, τη φίλη-σε πολλές φορές και φώναξε, «Ω, πολυαγαπημένη μου μη-τέρα! Ω, μητέρα!». Ύστερα ακούμπησε τα τρεμάμενα χεί-λη της πάνω στην εικόνα, σα να ήθελε να αδειάσει την ψυ-χή της πάνω σ' αυτή.

Η πιο όμορφη λέξη στα χείλη των ανθρώπων είναι η λέξη «μητέρα» και το πιο ωραίο κάλεσμα είναι το κάλεσμα «μητέρα μου». Είναι μια λέξη γεμάτη απο ελπίδα και αγά-πη, μια γλυκειά και παρηγορητική λέξη που βγαίνει απο τα βάθη της καρδιάς. Η μητέρα είναι τα πάντα - είναι η παρηγοριά μας στη θλίψη, η ελπίδα μας στη δυστυχία, και η δύναμή μας στην αδυναμία. Είναι η πηγή της αγάπης, της σπλαχνιάς, της συμπάθειας και της συγνώμης. Αυτός που χάνει τη μητέρα του, χάνει μια αγνή ψυχή που τον ευλογεί και τον φρουρεί αδιάκοπα.

Το κάθετι στη φύση μιλά για τη μητέρα. Ο ήλιος είναι η μητέρα της γης και της δίνει την τροφή της ζεστασιάς του. ποτέ δε φεύγει απο το σύμπαν τη νύχτα χωρίς να βά-λει τη γη στον ύπνο με το τραγούδι της θάλασσας και τον ύμνο των πουλιών και των ρυακιών. Και η γη αυτή είναι η μητέρα των δέντρων και των λουλουδιών. Αυτή τα γεν-

60

Page 58: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

να, τα τρέφει και τα ωριμάζει. Τα δέντρα και τα λουλού-δια γίνονται καλές μητέρες για τα ώριμα φρούτα και τους σπόρους τους. Και η μητέρα, το πρωτότυπο ολης της ύπαρ-ξης, είναι το αιώνιο πνεύμα, γεμάτο απο ομορφιά και α-γάπη.

Η Σέλμα Καράμη δε γνώρισε ποτέ τη μητέρα της γιατί εκείνη πέθανε οταν η Σέλμα ήταν ακόμα μωρό, αλλα η Σέλμα έκλαψε μόλις ειδε την εικόνα και φώναξε, «Ω, μη-τέρα!» Η λέξη μητέρα είναι κρυμμένη στις καρδιές μας, κι έρχεται στα χείλη μας σε ώρες θλίψης και ευτυχίας, ό-πως το άρωμα βγαίνει απο την καρδιά του ρόδου και δια-σκορπίζεται στην καθαρή ή στη συννεφιασμένη ατμόσφαιρα.

Η Σέλμα κοίταζε κατάματα την εικόνα της μητέρας, τη φίλησε πολλές φορές, μέχρι που έπεσε ανήμπορη δίπλα στο κρεβάτι του πατέρα της.

Ο γέρος ακούμπησε και τα δυο του χέρια πάνω στο κε-φάλι της και ειπε, «Σου έδειξα, αγαπημένο μου παιδί, μια εικόνα της μητέρας σου τυπωμένη στο χαρτί. Τώρα, άκου-σε με και θα σε κάνω να αφουγκραστείς τα λόγια της.» Η Σέλμα ανασήκωσε το κεφάλι της σα μικρό πουλί στη φωλιά του, οταν ακούει τα φτερούγια της μητέρας του, και κοίτα-ξε τον πατέρα της προσεκτικά.

Ο Φαρίς Εφάντη άνοιξε το στόμα του και ειπε, «Η μητέρα σε θήλαζε ακόμα, οταν έχασε τον πατέρα της. θρή-νησε κι έκλαψε για το χαμό του, αλλα ήταν γυναίκα σοφή και υπομονετική. Κάθισε κοντά μου σ' αυτό εδω το δωμά-τιο οταν τέλειωσε η κηδεία και κράτησε το χέρι μου και ειπε, Φαρίς, ο πατέρας μου πέθανε τώρα, κι εσυ είσαι η μόνη μου παρηγοριά σ' αυτό τον κόσμο. Τα αισθήματα της καρδιάς χωρίζονται σαν τα κλαριά του κέδρου. οταν το δέντρο χάνει ενα δυνατό κλαρί, υποφέρει, αλλα δεν πεθαί-νει. Θα ρίξει ολη του τη ζωτικότητα στο άλλο κλαρί, ετσι που εκείνο να μεγαλώσει και να γεμίσει τον άδειο χώρο. Αυτά μου ειπε η μητέρα σου όταν πέθανε ο πατέρας της,

61

Page 59: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

και συ θα πρέπει να πεις το ιδιο πράγμα όταν ο θάνατος πάρει το σώμα μου στο ησυχαστήριο του και την ψυχή μου στο βασίλειο του Θεού.»

Η Σέλμα του απάντησε με τα βουρκωμένα της μάτια και τη συντριμμένη της καρδιά, «Όταν η μητέρα μου έχα-σε τον πατέρα της, εσυ πήρες τη θέση του. ποιος όμως θα πάρει τη δική σου θέση, όταν εσυ φύγεις; Η μητέρα έμει-νε στα χέρια ενος πιστού και γεμάτου αγάπη συζύγου. βρή-κε παρηγοριά στη μικρή της κόρη, αλλα ποια θα είναι η παρηγοριά μου όταν εσυ χαθείς; Εσυ ήσουν και πατέρας μου και μητέρα μου και συντροφιά μου στη νιότη μου.» Λέ-γοντας αυτά τα λόγια στράφηκε και κοίταξε εμένα και, κρατώντας την άκρη απο το ρούχο μου, ειπε, «Αυτός θα είναι ο μόνος φίλος που θα εχω οταν εσυ φύγεις, αλλα πως θα μπορέσει να με παρηγορήσει, οταν κι ο ίδιος υποφέρει; Πως μπορεί μια συντριμμένη καρδιά να βρεί παρηγοριά σε μιαν απελπισμένη ψυχή; Μια δύστυχη γυναίκα δεν μπορεί να παρηγορηθεί με τη δυστυχία ενος φίλου, ούτε μπορεί έ-να πουλί να πετάξει με σπασμένα φτερά. Αυτός είναι ο φί-λος της ψυχής μου αλλα τον εχω φορτώσει κιόλας μ' ενα βαρύ φορτίο θλίψης και θόλωσα τα μάτια του με τα δάκρυά του ετσι που να μη βλέπει άλλο απο σκοτάδι. Αυτός είναι ενας αδερφός που τον, αγαπώ ειλικρινά, αλλα είναι σαν ό-λους τους αδερφούς που μοιράζονται τη θλίψη μου και με κάνουν να χύνω τα δάκρυά μου που μεγαλώνουν την πίκρα μου και καίνε την καρδιά μου.»

Τα λόγια της Σέλμας ήταν σα μαχαίρι στην καρδιά μου, και ένιωθα οτι δεν μπορούσα πια να αντέξω. Ο γέρος την άκουγε με θλίψη που δυνάμωνε, κι έτρεμε σαν το φως της λάμπας μπροστά στον άνεμο. Ύστερα άπλωσε το χέρι του και ειπε, «Αφησέ με να φύγω ειρηνικά, παιδί μου. Εγω εχω σπάσει τα δεσμά αυτού του κλουβιού. άφησέ με να πε-τάξω και μη με σταματάς, γιατί η μητέρα σου με καλεί. Ο ουρανός είναι ολοκάθαρος και η θάλασσα γαλήνια κι η βάρ-

62

Page 60: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

κα είναι έτοιμη για το ταξίδι. μην αργοπορείς το ξεκίνη-μα μου. Άφησε το σώμα μου να αναπαυτεί μ' εκείνους που αναπαύονται. άφησε το όνειρό μου να τελειώσει και την ψυ-χή μου να ξυπνήσει με το χάραμα. άφησε την ψυχή σου να αγκαλιάσει τη δική μου και δώσε μου το φιλι της ελπίδας.

μην αφήνεις τις σταγόνες της θλίψης ή της πίκρας να πέ-σουν πάνω στο κορμί μου, μην τύχει κι η χλόη και τα λου-λούδια αρνηθούν την τροφή τους. Μη χύσεις δάκρυα πόνου πάνω στα χέρια μου γιατί μπορεί να φυτρώσουν αγκάθια πάνω στο μνήμα μου. Μη σύρεις τις γραμμές της αγωνίας πάνω στο μέτωπό μου, γιατί ο άνεμος μπορεί να περάσει να τις διαβάσει και ν' αρνηθεί να σκορπίσει τη σκόνη των ο-στών μου πάνω στα πράσινα λιβάδια... Σ' αγαπούσα, παιδί μου, οσο ήμουν εδω και θα σ' αγαπώ πάντα οταν δε θα εί-μαι πια εδω, κι η ψυχή μου πάντα θα σε παρακολουθεί και θα σε προστατεύει.» Κατόπιν, ο Φαρίς Εφάντη κοίταξε έμενα με μάτια μισόκλειστα και ειπε, «Γιε μου, να είσαι πραγμα-τικός αδερφός για τη Σέλμα, όπως ο πατέρας σου ήταν για μένα. Να είσαι ο βοηθός κι ο φίλος στην ανάγκη της, και μην την αφήσεις να θρηνήσει, γιατί ο θρήνος για τους νε-κρούς είναι λάθος. Να της διηγιέσαι ευχάριστες ιστορίες και να της τραγουδάς τα τραγούδια της ζωης για να ξεχνά τον πόνο της. Θυμήσου με στον πατέρα σου. ρώτησε τον να σου πει την ιστορία της νιότης μας και 'πες του οτι τον αγάπησα στο πρόσωπο του γιου του στην τελευταία ώρα της ζωής μου.»

Σιωπή βασίλευε, κι έβλεπα τη χλωμάδα του θανάτου πά-νω στο πρόσωπο του γέρου. Τα μάτια του στριφογύρισαν, ύστερα μας κοίταξε και ψιθύρισε, «Μη φωνάξετε το για-τρό γιατί θα μπορούσε να παρατείνει την καταδίκη μου σ' αυτή τη φυλακή με τα φάρμακά του. Οι μέρες της σκλα-βιάς τελείωσαν κι η ψυχή μου αναζητά την ελευθερία στον ουρανό. Μη φωνάξετε ούτε τον παπά στο κρεβάτι μου, για-τί οι προσευχές του δε θα μπορούσαν να με σώσουν αν ή-

63

Page 61: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

μουν αμαρτωλός, ούτε θα μπορούσαν να με στείλουν πιο γρήγορα στους ουρανούς, αν ήμουν αθώος. Η θέληση των ανθρώπων δεν μπορεί ν' αλλαξει τη θέληση του Θεού, ο-πως ο αστρολόγος δεν μπορεί ν' αλλαξει την πορεία των άστρων. αλλα ύστερα απο το θάνατό μου, αφήστε το για-τρό και τον παπά να κάνουν ο,τι θέλουν, γιατι η βάρκα μου θα συνεχίζει το ταξίδι της μέχρι να φτάσει στον προορι-σμό της.»

Τα μεσάνυχτα ο Φαρίς Εφάντη άνοιξε τα μάτια του για τελευταία φορά, και στήλωσε το βλέμμα του στη Σέλμα που ηταν γονατιστή δίπλα στο κρεβάτι του. Προσπάθησε να μι-λήσει, αλλα δεν μπορούσε, γιατι ο θάνατος ειχε κιόλας πνί-ξει τη φωνή του. Κατάφερε ομως στο τέλος να πει μονάχα, «Η νύχτα πέρασε... Ω Σέλμα... Ω... Ω Σέλμα...». Ύστε-ρα, έγειρε το κεφάλι του, το πρόσωπό του έγινε κάτασπρο, κι είδα το χαμόγελο στα χείλη του, καθώς άφηνε την τε-λευταία του ανάσα.

Η Σέλμα έπιασε το χέρι του πατέρα της. Ήταν κρύο. Ύστερα, σήκωσε το κεφάλι της και κοίταξε το πρόσωπό του. Ήταν σκεπασμένο με το πέπλο του θανάτου. Η θλίψη έσφιγγε την καρδιά της Σέλμας τόσο σφιχτά, που δεν μπο-ρούσε ούτε να κλάψει, ούτε να αναστενάξει, ούτε καν να κι-νηθεί. Για μια στιγμή, τον κοίταξε με μάτια ακίνητα σαν του αγάλματος. ύστερα έσκυψε χαμηλά μέχρι που το μέτω-πό της να φτάσει στο πάτωμα και ειπε, « Ω , Κύριε, λυπή-σου μας και γιάτρεψε τα σπασμένα μας φτερά.»

Ο Φαρίς Εφάντη Καράμη πέθανε. η ψυχή του ξανα-γύρισε στην αιωνιότητα και το σώμα του στη γη. Ο Μαν-σούρ Μπέη Γκαλίμπ έκανε κατοχή στον πλούτο του, και η Σέλμα έγινε φυλακισμένη για ολη της τη ζωή - μια ζωή θλίψης και δυστυχίας.

Εγω ήμουν χαμένος μέσα στη θλίψη και στην ονειρο-πόληση. Οι μέρες κι οι νύχτες με κατάτρωγαν οπως ο αη-τός κατατρώγει το θύμα του. Πολλές φορές προσπάθησα

5. Τα σπασμένα φτερά 64

Page 62: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

να λησμονήσω τη δυστυχία μου μελετώντας τα βιβλία και τις γραφές των παλιών καιρών, αλλα αυτό ηταν σα να προ-σπαθούσα να σβήσω τη φωτιά με το λάδι, γιατί δεν μπόρε-σα να δω τίποτα άλλο στην πορεία του παρελθόντος παρά μόνο τραγωδία, και δεν μπορούσα να ακούσω τίποτα άλλο απο το κλάμα και το θρήνο. Το βιβλίο του Ιωβ ήταν για μένα πιο γοητευτικό και προτιμούσα τα Ελεγεία απο το άσμα του Σολομώντος. Ο Άμλετ ήταν πιο κοντά στην καρ-διά μου απ' ολα τα άλλα δράματα των δυτικών ποιητών. Έτσι η απελπισία αδυνατίζει την δρασή μας και κλείνει τα αφτιά μας. Δεν μπορούμε να δούμε τίποτ' άλλο απο φάσμα-τα θανάτου, ουτε να ακούσουμε τίποτ' άλλο απο το χτύπο της ταραγμένης μας καρδιάς.

65

Page 63: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

8. Ανάμεσα στο Χριστό και την Ιστάρ

Ανάμεσα στα περιβόλια και τους λόφους που συνδέουν την πόλη της Βηρυτού με το Λίβανο, υπάρχει ενας μικρός να-ός, πολύ αρχαίος, σκαμμένος μέσα στον άσπρο βράχο και περιτριγυρισμένος απο ελιές, αμυγδαλιές, και ιτιές. Παρόλο που ο ναός αυτός βρίσκεται μόνο μισό χιλιόμετρο έξω απο το μεγάλο δρόμο, τον καιρό της ιστορίας μου αυτής, πολ-λοί λίγοι άνθρωποι ενδιαφέρονταν για μνημεία αρχαίων καιρών και μόνο αυτοι τον έπισκέφτονταν. Ήταν ενα απο τα πολλά ξεχασμένα και κρυφά όμορφα μέρη του Λιβάνου. Εξαιτίας της μόνωσης του ήταν ενα μικρό λιμάνι για τους λάτρεις κι ενας βωμός για τους μοναχικούς εραστές.

Καθώς μπαίνει κανένας στο ναο αυτό βλέπει στον τοίχο, στην ανατολική πλευρά, μια παλιά Φοινικική εικόνα, σκα-λισμένη στο βράχο, που παρουσιάζει την Ιστάρ, τη θεά της αγάπης και της ομορφιάς, καθισμένη στο θρόνο της, τριγυρισμένη απο εφτά παρθένες που στέκονται σε διαφο-ρετικές στάσεις. Η πρώτη κρατεί εναν πυρσό. η δεύτερη μια κιθάρα. η τρίτη ενα θυμιατήρι. η τέταρτη μια κανάτα κρασί. η πέμπτη ενα κλαδί με ρόδα. η έκτη ενα στεφάνι δάφνης. η Έβδομη ενα τόξο με βέλος. και ολες μαζί κοι-τάζουν την Ίστάρ.

Στο δεύτερο τοίχο, υπάρχει μια άλλη εικόνα, πιο νεα απο την πρώτη, που συμβολίζει το Χριστό καρφωμένο πά-

νω στο Σταυρό, και δίπλα του στέκεται η θλιμμένη μητέρα του, η Μαρία η Μαγδαληνή και δυο άλλες γυναίκες που κλαίνε. Αυτή η βυζαντινή εικόνα δείχνει οτι ειχε σκαλιστεί το δέκατο πέμπτο η δέκατο έκτο αιώνα.

Οι μελετητές των μνημείων της αρχαιότητας γνωρίζουν

66

Page 64: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

καλά οτι οι πιο πολλές απο τις χριστιανικές εκκλησίες της Ανατολής ηταν πρώτα ναοι των αρχαίων Φοινικικών και Ελληνικών θεών. Στη Δαμασκό, στην Αντιόχεια και στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχαν πολλά χτίσματα που οι τοίχοι τους αντηχούσαν είδωλολατρικούς ύμνους. τα χτίσματα αυ-τά μετατράπηκαν σ' εκκλησίες κι αργότερα σε τζαμιά.

Στη δυτική πλευρά υπάρχουν δυο στρογγυλοί φεγγίτες στον τοίχο, απ' οπου περνούν οι ακτίνες του ήλιου και φω-τίζουν τις εικόνες και τις κάνουν να φαίνονται σα ζωγρα-φισμένες με χρυσή νερομπογιά. Στη μέση του ναού υπάρ-χει ενα τετράγωνο μάρμαρο με παλιές ζωγραφιές στις πλευ-ρές του, που δε φαίνονται όμως καλά κάτω απο τις παγω-μένες σταγόνες αίματος που δείχνει οτι οι αρχαίοι λαοί πρόσφεραν θυσίες πάνω σ' αυτή την πέτρα κι έριχναν εκεί πάνω άρωμα, κρασί, και λάδι.

Σ' αυτό το μικρό ναό δεν υπάρχει τίποτα άλλο απο τη βαθιά σιωπή, που αποκαλύπτει στους ζωντανούς τα μυστή-ρια της θεάς και μιλά χωρίς λέξεις για τις περασμένες γε-νιές και για την εξέλιξη των θρησκειών. Ένα τέτοιο θέα-μα μεταφέρει τον ποιητή σ' έναν κόσμο πολύ μακρινό απο αυτόν που ζει και βεβαιώνει το φιλόσοφο οτι οι άνθρωποι γεννήθηκαν θρήσκοι. ένιωθαν μια ανάγκη γι' αυτό που δεν μπορούσαν να δουν και ζωγράφιζαν σύμβολα, που το νόημά τους φανέρωνε τα κρυμμένα μυστικά τους και τις σκέψεις τους για τη ζωή και το θάνατο.

Σ' αυτό τον άγνωστο ναό συναντούσα τη Σέλμα μια φο-ρά κάθε μήνα και περνούσα πολλές ώρες μαζί της, κοιτά-ζοντας αυτές τις παράξενες εικόνες, κι αφήνοντας τους συλλογισμούς μας να πηγαίνουν στο σταυρωμένο Χριστό και στους νέους Φοίνικες, άντρες και γυναίκες που ζούσαν, α-γαπούσαν και λάτρευαν την ομορφιά στο πρόσωπό της Ι-στάρ καίγοντας θυμίαμα μπροστά στο άγαλμα της και χύ-νοντας άρωμα πάνω στο βωμό της. Για όλους εκείνους τους ανθρώπους δεν ειχε μείνει τίποτα άλλο που να μιλάει γι'

67

Page 65: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

αυτούς εκτος απο το όνομά τους, που το επαναλάμβανε στην πορεία του ο χρόνος μπροστά στην οψη της αιωνιότητας.

Είναι δύσκολο να αποδώσω με λόγια τις αναμνήσεις αυ-τών των ωρών που περνούσα με τη Σέλμα - αυτών των ουράνιων ωρών που ήταν γεμάτες πόνο, ευτυχία, θλίψη, ελ-πίδα και δυστυχία.

Συναντιόμασταν κρυφά στον αρχαίο ναό, αναθυμόμαστε τις παλιές μέρες, κουβεντιάζαμε για το παρόν, φοβόμαστε για το μέλλον και φέρναμε σιγά σιγά στο φως τα μυστικά μας τα θαμμένα στα βάθη της καρδιάς μας και ξομολογιό-μασταν ο ένας στον άλλο τη δυστυχία και τον πόνο μας και προσπαθούσαμε να παρηγορηθούμε με φανταστικές ελπίδες και θλιμμένα όνειρα. Κάθε τόσο ξαναβρίσκαμε την ηρεμία μας, σκουπίζαμε τα δάκρυά μας κι αρχίζαμε να χαμογελού-με, ξεχνώντας τα πάντα εκτος απο την αγάπη. αγκαλιαζό-μασταν ώρα πολλή, ώσπου οι καρδιές μας έλιωναν. Τότε η Σέλμα ακουμπούσε ενα αγνό φιλί πάνω στο μέτωπό μου και γέμιζε την καρδιά μου μ' έκσταση. εγω της ξανάδινα το φιλί, καθώς εκείνη έσκυβε το φιλντισένιο λαιμό της, ενω τα μάγουλά της έπαιρναν ενα απαλό κόκκινο χρώμα σαν την πρώτη ακτίνα της αυγής πάνω στο μέτωπο των λόφων. Σιωπηλοί ατενίζαμε το μακρινό ορίζοντα όπου τα σύννεφα βάφονταν με τις πορτοκαλιές ακτίνες του ηλιοβασιλέματος.

Η κουβέντα μας δεν περιοριζόταν μονάχα στην αγάπη μας. Κάθε τόσο γυρίζαμε την κουβέντα μας σ' αλλα ζητή-ματα και ανταλλασσαμε τις ιδέες μας. Στις συνομιλίες μας η Σέλμα μιλούσε συχνά για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, για το αποτύπωμα που οι προηγούμενες γενιές ειίαν αφήσει πάνω στο χαρακτήρα της, για τη σχέση ανά-μεσα στη σύζυγο και στο σύζυγο, και την πνευματική αρ-ρώστια και τη διαφθορά που απειλούσε την έγγαμη ζωή. Και θυμάμαι που έλεγε: «Οι ποιητές και οι συγγραφείς προσπαθούν να κατανοήσουν την πραγματικότητα της γυ-ναίκας αλλα μέχρι σήμερα δεν έχουν καταλάβει τα κρυφά

68

Page 66: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

μυστικά της καρδιάς της, γιατί αντικρύζουν τη γυναίκα πί-σω απο το πέπλο του σεξουαλισμού και δε βλέπουν τίποτ' άλλο απο εξωτερικά πράγματα. Κοιτάζουν τη γυναίκα μέ-σα απο ενα μεγεθυντικό γυαλί και δε βρίσκουν παρά μόνο αδυναμία και υποταγή.»

Κάποια άλλη φορά ειπε, δείχνοντας τις σκαλισμένες ει-κόνες στον τοίχο του ναού, «Στην καρδιά αυτού του βρά-χου υπάρχουν δυο σύμβολα που φανερώνουν την ουσία των πόθων της γυναίκας και αποκαλύπτουν τα κρυμμένα μυστι-κά της ψυχής της που ταξιδεύουν ανάμεσα στην αγάπη και τον πόνο - ανάμεσα στη στοργή και τη θυσία, ανάμεσα στην Ιστάρ που κάθεται στο θρόνο και στη Μαρία που στέκεται δίπλα στο Σταυρό. Ο άντρας αποκτά δόξα και φήμη, αλλα η γυναίκα πληρώνει την τιμή.»

Κανείς δεν ήξερε τις μυστικές μας συναντήσεις εκτος απο το Θεό κι απο το κοπάδι των πουλιών που πετούσε πάνω απο το ναό. Η Σέλμα ερχόταν με το αμάξι της μέ-χρι τη θέση εκείνη που ονομαζόταν πάρκο του Πασά, και απο εκει περπατούσε μόνη μέχρι το ναό όπου με 'βρισκε να την περιμένω με αγωνία.

Δε φοβόμασταν τα μάτια των παρατηρητών, ούτε είχα-με καμιά τύψη στη συνείδησή μας. το πνεύμα που εχει κα-θαριστεί απο τη φωτιά κι εχει ξεπλυθεί απο τα δάκρυα είναι ανώτερο απο αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουν ντροπή και ατίμωση. Είναι ελεύθερο απο τους νόμους της σκλα-βιάς και των παλιών εθίμων που δένουν τα αισθήματα της ανθρώπινης καρδιάς. Το πνεύμα αυτό μπορεί περήφανα να σταθεί χωρίς ντροπή μπροστά στο θρόνο του Θεού.

Η κοινωνία των ανθρώπων υποχωρεί εβδομήντα αιώνες τώρα στους διεφθαρμένους νόμους και δεν μπορεί να νιώ-σει το νόημα των ανώτερων και αιώνιων νόμων! Τα μάτια των ανθρώπων εχουν συνηθίσει στο μισοσκόταδο των κε-ριών και δεν μπορούν να δουν το ηλιόφως. Η πνευματική αρρώστια κληρονομιέται απο τη μια γενιά στην άλλη, ώσπου

69

Page 67: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

κατάντησε κομμάτι των ανθρώπων, και τη βλέπουν, οχι σαν ασθένεια, αλλα σα θεϊκό δώρο που χάρισε ο Θεός στον Α-δάμ. Αν οι άνθρωποι αυτοι βρίσκουν κάποιον που είναι ελεύθερος απο τα μικρόβια της ασθένειας αυτής, τον βλέ-πουν με ντροπή και απέχθεια.

Όσοι σκεφτούν άσχημα για τη Σέλμα Καράμη, επειδή έφευγε απο το σπίτι του άντρα της και με συναντούσε στο ναο, θα είναι κείνοι οι άρρωστοι και αδύνατοι στο νου άν-θρωποι που βλέπουν τους υγιείς και θαρραλέους ανθρώπους σαν επαναστάτες. Αυτοί είναι σαν τα έντομα που σέρνον-ται μέσα στο σκοτάδι απο το φόβο μήπως τους πατήσουν οι περαστικοί.

Ο καταπιεσμένος αιχμάλωτος, που μπορεί να δραπετεύσει απο τα δεσμά της φυλακής του και δεν το κάνει, είναι δει-λός. Η Σέλμα, μια αθώα και καταπιεσμένη ψυχή, ήταν ανίκανη να ελευθερωθεί απο τη σκλαβιά. Πρέπει να την κατηγορήσουμε επειδή κοίταζε μέσα απο το παράθυρο της φυλακής της τα πράσινα λιβάδια και το γαλανό ουρανό; Να της καταλογίσουν οτι ήταν άπιστη στον άντρα της ε-πειδή έβγαινε απο το σπίτι του για να ερθει και να καθίσει δίπλα μου ανάμεσα στο Χριστό και στην Ιστάρ; Αφήστε τους να πουν ο,τι τους αρέσει. η Σέλμα ειχε περάσει τους βάλτους οπου βουλιάζουν άλλες ψυχές κι ειχε φτάσει σ' έ-ναν κόσμο που δεν μπορούσαν να τον φτάσουν τα ουρλια-χτά των λύκων και το σούρσιμο των ερπετών. Οι άνθρωποι μπορούν να πουν ο,τι θέλουν για μένα, γιατί το πνεύμα που εχει δει το φάσμα του θανάτου δεν μπορεί να τρομά-ξει απο τα πρόσωπα των κλεφτών. ο στρατιώτης που ειδε τα σπαθιά να λαμποκοπούν πάνω απο το κεφάλι του και ρυάκια απο αίμα να τρέχουν κάτω απο τα πόδια του, δε δίνει σημασία στις πέτρες που του πετούν τα παιδιά του δρόμου.

70

Page 68: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

9. Η Θυσία

Κάποια μέρα, στα τέλη του Ιούνη, όταν οι άνθρωποι έφευ-γαν απο την πόλη και πήγαιναν στο βουνό για να αποφύ-γουν τη ζέστη του καλοκαιριού, εγω πήγα όπως συνήθιζα στο ναό για να συναντήσω τη Σέλμα, έχοντας μαζί μου ενα μικρό βιβλίο με ποιήματα της Ανδαλουσίας. Όταν έ-φτασα στο ναό, κάθισα και περίμενα τη Σέλμα, ρίχνοντας πού και που ματιές στις σελίδες του βιβλίου μου, απαγγέ-λοντας τους στίχους που γέμιζαν την καρδιά μου μ' έκστα-ση και έφερναν στο νου μου τη μνήμη βασιλιάδων, ποιη-τών, ιπποτών που είχαν αποχαιρετήσει τη Γρανάδα, που είχαν φύγει με δάκρυα στα μάτια και θλίψη στην καρδιά τους, αφήνοντας πίσω τα παλάτια, τους τίτλους τους και τις ελπίδες τους. Σε λίγη ώρα ειδα τη Σέλμα να προχωρεί ανάμεσα απο τα περιβόλια και να πλησιάζει στο ναό, γέρ-νοντας μπροστά μαζί με την ομπρέλα της, σα να κουβα-λούσε ολα τα βάσανα του κόσμου πάνω στους ώμους της. Καθώς μπήκε στο ναό και κάθισε δίπλα μου, πρόσεξα κά-ποια αλλαγή στο βλέμμα της και ανυπομονούσα να τη ρω-τήσω σχετικά.

Η Σέλμα ένιωσε τι γινόταν μέσα στο νου μου, ακούμπη-σε το χέρι της στο κεφάλι μου και μου ειπε, «Ελα πιο κον-τά μου, ελα, αγαπημένε μου, ελα και άφησέ με να σβήσω τη δίψα μου, γιατί ήρθε η ώρα του χωρισμού.»

Τη ρώτησα, «Εμαθε ο σύζυγός σου για τις συναντήσεις μας εδώ;» Η Σέλμα απάντησε, «Ο σύζυγος μου δε νοιάζε-ται για μένα, ούτε ξέρει πως περνώ τον καιρό μου, γιατί περνά τις ώρες του μ' εκείνες τις φτωχές κοπέλες που η φτώχεια τις οδήγησε στα κακόφημα σπίτια. τα κορίτσια εκείνα που πουλούν το σώμα τους για το ψωμί τους, το

71

Page 69: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

ζυμωμένο με αιμα και δάκρυα.» Ρώτησα, «Τι σ' εμποδίζει λοιπόν να έρχεσαι στο ναό

αυτό και να κάθεσαι κοντά μου ταπεινά μπροστά στο Θεό; Μήπως η ψυχή σου επιθυμεί το χωρισμό μας;»

Η Σέλμα απάντησε με δάκρυα στα μάτια, «Όχι , αγα-πημένε μου, η ψυχή μου δε ζήτησε το χωρισμό μας, γιατί εσυ είσαι κομμάτι του εαυτού μου. Τα μάτια μου ποτέ δεν κουράζονται να σε κοιτάζουν, γιατί εσυ είσαι το φως τους.

αλλα αν η μοίρα πρόσταξε εμένα να περπατήσω στο τραχύ μονοπάτι της ζωης φορτωμένη με βαριά δεσμά, θα έπρεπε να ήμουν ικανοποιημένη αν και η δική σου μοίρα ήταν σαν τη δική μου;» Ύστερα, πρόσθεσε, «Δεν μπορώ να πω όλα οσα ήθελα, γιατί η γλώσσα είναι άφωνη απο τον πόνο και δεν μπορεί να λαλήσει. τα χείλη είναι σφραγισμένα απο τη δυστυχία και δεν μπορούν να κουνηθούν το μόνο που μπο-ρώ να πω σε σένα είναι οτι φοβάμαι μήπως πέσεις στην ίδια παγίδα όπου έπεσα και εγω.»

Ύστερα, εγω ρώτησα, «Τι εννοείς, Σέλμα, κι απο ποιον φοβάσαι;» Σκέπασε το πρόσωπο με τα χέρια της και ειπε, «Ο επίσκοπος εχει κιόλας ανακαλύψει, οτι μια φορά το μήνα φεύγω απο τον τάφο οπου μ' έθαψε.»

Τη ρώτησα, «Ανακάλυψε ο επίσκοπος τις συναντήσεις μας εδω στο ναό;» Η Σέλμα, απάντησε, «Αν το ειχε ανα-καλύψει δε θα μ' έβλεπες τώρα να κάθομαι εδώ κοντά σου" αλλα υποψιάζεται κι εχει διατάξει όλους τους υπηρέτες και τους φρουρούς να με παρακολουθούν προσεκτικά. Αισθά-νομαι οτι το σπίτι που κατοικώ κι ο δρόμος που περπατώ είναι όλα γεμάτα μάτια που με παρακολουθούν και δάχτυ-λα που με δείχνουν, και αφτιά που ακούν τον ψίθυρο της σκέψης μου.»

Έμεινε σιωπηλή για λίγο και μετά πρόσθεσε, ενω τα δάκρυα έτρεχαν απο τα μάτια στα μάγουλά της, «Δε φο-βάμαι τον επίσκοπο, γιατί ο πνιγμένος δε φοβάται το νε-ρό, αλλα φοβάμαι μήπως πέσεις κι εσυ στην παγίδα και γί-

72

Page 70: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

νεις θύμα του. είσαι ακόμα νέος κι ελεύθερος σαν το φως του ήλιου. δε φοβάμαι τη μοίρα που έστειλε ολα της τα βέ-λη στα στήθη μου, αλλα φοβάμαι μήπως το ερπετό δαγκώ-σει τα δικά σου πόδια και σ' εμποδίσει να ανέβεις στη βου-νοκορφή όπου το μέλλον σε περιμένει με τη χαρά και τη δόξα του.»

Εγω ειπα, «Αυτός που δεν τον δάγκωσαν τα ερπετά του φωτός και δεν τον δάγκωσαν οι λύκοι του σκοταδιού θα ξεγελιέται πάντα απο τις μέρες και τις νύχτες. Άκουσε ό-μως, Σέλμα, άκουσε προσεκτικά. είναι ο χωρισμός το μό-νο μέσο για να αποφύγουμε την κακία και τη μικρότητα των ανθρώπων; Έκλεισε για πάντα το μονοπάτι της αγά-πης και της ελευθερίας και δεν εχει μείνει τίποτ' άλλο απο την υποταγή στη θέληση των δούλων του θανάτου;»

Εκείνη απάντησε, «Τίποτα δεν έχει μείνει εκτος απο το χωρισμό και τον αποχαιρετισμό μας.»

Με πνεύμα επαναστατημένο πήρα το χέρι της και ειπα ζωηρά, «Υποχωρούσαμε στη θέληση των ανθρώπων πολύ καιρό. απο την ώρα που συναντηθήκαμε μέχρι αυτή την ώρα, αφήσαμε να μας οδηγούν οι τυφλοί και λατρέψαμε μα-ζί τους τα είδωλά τους. Απο την ώρα που σε γνώρισα εί-μαστε στα χέρια του επισκόπου σα δυο τόπια που τα πε-τούσε όπως του άρεσε, θα υποταχτούμε στη θέλησή του μέχρι που να μας πάρει ο θάνατος; Μας έδωσε τάχα ο Θεός την πνοή της ζωής για να τη βάλουμε κάτω απο τα πόδια του θανάτου; Μας έδωσε ο Θεός ελευθερία για να την κάνουμε μια σκιά της σκλαβιάς; Αυτός που σβήνει τη φωτιά του πνεύματός του με τα ίδια του τα χέρια είναι έ-νας άπιστος στα μάτια του ουρανού, γιατί ο ουρανός έβαλε τη φωτιά που καίει στα πνεύματά μας. Αυτός που δεν επαναστατεί ενάντια στην καταπίεση, αδικεί τον εαυτό του. Σ' αγαπώ, Σέλμα, και εσυ μ' αγαπάς. κι η αγάπη είναι ενας πολύτιμος θησαυρός, είναι το δώρο του Θεού στα ευ-αίσθητα και μεγάλα πνεύματα. Θα πετάξουμε αυτόν το θη-

73

Page 71: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σαυρό και θα αφήσουμε τα γουρούνια να τον διασκορπί-σουν και να τον κατασπαράξουν; Αυτός ο κόσμος είναι γε-μάτος θαύματα και ομορφιά. Γιατί εμείς να ζούμε σ' αυτή τη στενή σκοτεινή στοά που έσκαψαν για μας ο επίσκοπος κι οι υπηρέτες του; Η ζωή είναι γεμάτη ευτυχία κι ελευ-θερία. γιατί δεν πετάμε αυτό το βαρύ ζυγό απο τους ώμους μας και δε σπάμε τις αλυσίδες που δένουν τα πόδια μας, και δεν περπατάμε ελεύθεροι προς την ειρήνη; Σήκω πά-νω κι ας φύγουμε απο αυτόν το μικρό ναό κι ας πάμε στο μεγάλο ναό του Θεού. Ας φύγουμε απ' αυτή τη χώρα κι απο όλη τη σκλαβιά και την αμάθειά της για μια άλλη χώ-ρα μακρινή που δε θα μας φτάνουν τα χέρια των κλεφτών. Ας κατεβούμε στην ακτή κάτω απο το μανδύα της νύχτας

κι ας πάρουμε ενα καράβι που θα μας πάει πέρα απο τους ωκεανούς, όπου μπορούμε να βρούμε μια καινούργια ζωή γεμάτη ευτυχία και κατανόηση. Μη διστάζεις, Σέλμα, για-τί αυτές οι στιγμές είναι πιο πολύτιμες για μας κι απο τις κορώνες των βασιλιάδων και πιο υπέροχες απο τους θρό-νους των αγγέλων. Ας ακολουθήσουμε τη στήλη του φω-τός που μας οδηγεί πέρα απο αυτή τη διψασμένη έρημο στα πράσινα λιβάδια όπου φυτρώνουν λουλούδια και αρω-ματικά φυτά.»

Η Σέλμα κούνησε το κεφάλι της και ατένισε κάτι αόρα-το πάνω στην οροφή του ναού. ενα γεμάτο θλίψη χαμόγελο παρουσιάστηκε στα χείλη της. μετά ειπε, «Όχι, όχι, αγα-πημένε μου. Ο ουρανός έβαλε στα χέρια μου μια κούπα γεμάτη ξύδι και χολή. ανάγκασα τον εαυτό μου να το πιει για να γνωρίσω ολόκληρη την πίκρα μέχρι τον πάτο, έτσι που να μη μείνει άλλο, εκτός απο λίγες σταγόνες που θα τις πιω με υπομονή. Δεν είμαι άξια για μια καινούργια ζωή αγάπης και ειρήνης. Δεν είμαι αρκετά δυνατή για της ζωής τη χαρά και τη γλυκάδα, γιατί ενα πουλί με σπασμέ-να φτερά δεν μπορεί να πετάξει στον πλατύ ουρανό. Τα μάτια που είναι συνηθισμένα στο αχνό φως του κεριού δεν

74

Page 72: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

είναι αρκετά δυνατά για ν' ατενίσουν τον ήλιο. Μη μου μιλάς για ευτυχία. η θύμηση της με κάνει να υποφέρω. Μη μου θυμίζεις την ειρήνη. Η σκια της με τρομάζει. κοίταξε με όμως και θα σου δείξω τον ιερό πυρσό που ο ουρανός άναψε στη στάχτη της καρδιάς μου - ξέρεις οτι σ' αγαπώ όπως η μητέρα αγαπά το μοναχό παιδί της και μόνο η αγά-πη αυτή με δίδαξε να σε προστατεύσω ακόμα κι απο τον εαυτό μου. Είναι η αγάπη, καθαρισμένη με τη φωτιά, που μ' εμποδίζει να σ' ακολουθήσω στη μακρινή χώρα. Η αγά-πη σκοτώνει τους πόθους μου ετσι που εσυ να μπορέσεις να ζήσεις ελεύθερα κι ενάρετα. Η περιορισμένη αγάπη ζητά την κατοχή του αγαπημένου, αλλα η απεριόριστη αγάπη δε ζητά παρά τον εαυτό της. Η αγάπη που έρχεται ανάμε-σα στην αθωότητα και στο ξύπνημα της νιότης ικανοποιεί-ται με την κατοχή, και δυναμώνει με τ' αγκαλιάσματα. Αλ-λά η αγάπη που γεννιέται στα πόδια του σύμπαντος και κα-τεβαίνει με τα μυστικά της νύχτας δεν ικανοποιείται με τί-ποτ' άλλο εκτος απο την αιωνιότητα και την αθανασία. δε στέκεται με σεβασμό μπροστά σε τίποτα εκτός απο το θείο.

Όταν έμαθα οτι ο επίσκοπος ήθελε να μ' εμποδίσει να βγαίνω απο το σπίτι του ανεψιού του, και να μου αφαιρέ-σει τη μόνη μου ευχαρίστηση, στάθηκα μπροστά στο πα-ράθυρο του δωματίου μου και κοίταξα προς τη θάλασσα, και συλλογίστηκα τις απέραντες χώρες πέρα απο τη θά-λασσα και την πραγματική ελευθερία και την προσωπική ανεξαρτησία που θα μπορούσα να βρω εκει. Στοχάστηκα οτι ζούσα δίπλα σου, τριγυρισμένη απ' τη σκια του πνεύ-ματός σου, βυθισμένη στον ωκεανό της αγάπης. αλλα ό-λες αυτές οι σκέψεις που φωτίζουν την καρδιά μιας γυναί-κας και την κάνουν να επαναστατεί ενάντια στα παλιά έ-θιμα και να ζει στη σκια της ελευθερίας και της δικαιοσύ-νης, μ' έκαναν να πιστέψω οτι είμαι αδύνατη και πως η αγάπη μας είναι περιορισμένη και αδύναμη, ανίκανη να σταθεί κατά πρόσωπο στον ήλιο. Τότε έκλαψα σαν το βα-

75

Page 73: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

σιλιά που το βασίλειό του κι οι θησαυροί του αρπάχτηκαν απο άλλους, αλλα αμέσως ειδα το πρόσωπο σου ανάμεσα απο τα δάκρυά μου, και τα μάτια σου να με κοιτάζουν, και θυμήθηκα αυτά που μου είχες πει κάποτε: "Έλα, Σέλμα, ελα κι ας σταθούμε σα δυνατοί πύργοι μπροστά στην κα-ταιγίδα. Ας σταθούμε σα γενναίοι στρατιώτες μπροστά στον εχθρό και άς αντιμετωπίσουμε τα όπλα του. Αν σκο-τωθούμε, θα πεθάνουμε σα μάρτυρες. κι αν νικήσουμε, θα ζήσουμε σαν ήρωες. Η πάλη με τα εμπόδια και τις δυσκο-λίες είναι κάτι πιο ευγενικό απο την υποχώρηση στην ησυ-χία". Αυτά τα λόγια είπαμε, αγαπημένε μου, όταν τα φτε-ρά του θανάτου χτυπούσαν πάνω απο το κρεβάτι του πα-τέρα μου. τα θυμήθηκα χθες όταν τα φτερά της απελπισί-ας χτυπούσαν πάνω απο το κεφάλι μου. Δυνάμωσα την ψυ-χή μου, και ένιωσα, ενω βρισκόμουν στο σκοτάδι της φυ-λακής μου, κάποια πολύτιμη ελευθερία ν' άλαφρώνει τα βά-σανά μας και να λιγοστεύει τη θλίψη μας. Κατάλαβα οτι η αγάπη μας ήταν τόσο βαθιά οσο ο ωκεανός, και τόσο ψηλή οσο τ' αστέρια και τόσο απέραντη οσο ο ουρανός. Ήρθα εδω για να σε δω και στο αδύνατο πνεύμα μου υπάρ-χει τώρα μια καινούργια δύναμη. κι η δύναμη αυτή είναι που με οδηγεί να θυσιάσω ενα μεγάλο πράγμα για να πετύχω κάτι μεγαλύτερο. είναι η θυσία της ευτυχίας μου για να μπορέσεις εσυ να παραμείνεις ενάρετος και αξιοσέβαστος στα μάτια των ανθρώπων και να σταθείς μακριά απο την προδοσία και την καταδίωξη...

Στο παρελθόν, όταν ερχόμουν σ' αυτό το μέρος, ένιωθα ωσάν κάποιες βαριές αλυσίδες να με τραβούν προς τα κά-τω, αλλα σήμερα ήρθα εδω με μια καινούργια δύναμη που περιφρονεί τα δεσμά και συντομεύει το δρόμο. Πριν, ερ-χόμουν στο ναό σαν ενα τρομαγμένο φάντασμα, αλλα σή-μερα ηρθα σα μια γενναία γυναίκα, που αισθάνεται την ανάγκη της θυσίας και ξέρει την αξία του πόνου, μια γυ-ναίκα που χαίρεται να προστατεύει αυτόν που αγαπά απο

76

Page 74: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

τους αμαθείς ανθρώπους κι απο την πεινασμένη ψυχή της. Πριν, καθόμουν κοντά σου σα μια τρεμάμενη σκια, αλλα σήμερα ήρθα εδω για να σου δείξω τον πραγματικό εαυτό μου μπροστά στην Ιστάρ και στο Χριστό.

Είμαι ενα δέντρο που μεγάλωσα στη σκια, αλλα σήμερα άπλωσα τα φτερά μου κι άφησα να τρεμοπαίξουν λίγο στο φως της μέρας. Ή ρ θ α εδω για να σου πω αντίο, αγαπημένε μου, κι εχω ελπίδα πως ο αποχαιρετισμός μας θα είναι τόσο ανώτερος και δυνατός οσο και η αγάπη μας. Ας εί-ναι λοιπόν ο αποχαιρετισμός μας σαν τη φωτιά που λυγίζει το χρυσάφι και το κάνει πιο λαμπερό.»

Η Σέλμα δε μ' άφησε ούτε να μιλήσω ούτε να διαμαρ-τυρηθώ, αλλα με κοίταζε με μάτια λαμπερά, με οψη γεμάτη αξιοπρέπεια, κι έμοιαζε σαν άγγελος που άξιζε τη σιωπή και το σεβασμό. Ύστερα, ρίχτηκε στην αγκαλιά μου, πρά-γμα που δεν ειχε κάνει ποτέ μέχρι τώρα, άπλωσε τα απα-λά της χέρια γύρω μου κι ακούμπησε ενα βαθύ, παρατετα-μένο φλογερό φιλί πάνω στα χείλη μου.

Καθώς ο ήλιος χαμήλωνε κι αποτραβούσε τις ακτίνες του απο τους κήπους και τα περιβόλια, η Σέλμα προχώρη-σε ως τη μέση του ναού, και ατένισε ώρα πολλή τους τοί-χους και τις γωνιές του, σα να ήθελε να αφήσει εκει το φως των ματιών της, πάνω στις εικόνες και τα σύμβολά τους. Ύστερα προχώρησε μπροστά, και ταπεινά γονάτισε μπροστά στην εικόνα του Χριστού, φίλησε τα πόδια του, και ψιθύρισε, « Ω , Χριστέ, διάλεξα το σταυρό σου και εγκατέλειψα τον κόσμο της χαράς και της ευτυχίας. φόρε-σα το στεφάνι με τα αγκάθια και πέταξα το στεφάνι της δάφνης, πλύθηκα με αίμα και δάκρυα αντί με άρωμα και θυμίαμα. ήπια ξύδι και χολή απο την κούπα που ειχα για το κρασί και το νέκταρ. δέξου με, Κύριέ μου, ανάμεσα στους οπαδούς σου και οδήγησε με προς τη Γαλιλαία μαζί με κείνους που σε διάλεξαν, με κείνους που ειναι ευχαρι-στημένοι με τα βάσανά τους και χαρούμενοι με τις λύπες

77

Page 75: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

τους.» Ύστερα, η Σέλμα σηκώθηκε και μου ειπε, «Τώρα θα

γυρίσω χαρούμενη στη σκοτεινή σπηλιά μου οπου κατοι-κούν φριχτά φαντάσματα. Μην πονάς για μένα, αγαπημέ-νε μου, και μη με λυπάσαι γιατί η ψυχή που ειδε τον ισκιο του Θεού μια φορά, ποτέ δε θα ξανατρομάξει απ' τα φαν-τάσματα των δαιμόνων. Και το μάτι που αντίκρυσε τον ου-ρανό μια φορά, ποτέ δε θα κλείσει απο τα βάσανα του κό-σμου.»

Προφέροντας αυτά τα λόγια, η Σέλμα έφυγε απο τον τόπο της λατρείας. εγω έμεινα εκει βουτηγμένος μέσα σε μια βαθιά θάλασσα συλλογισμών, απορροφημένος μέσα στον κόσμο της αποκάλυψης όπου ο Θεός κάθεται στο θρό-νο κι οι άγγελοι γράφουν τις πράξεις των ανθρώπινων πλασμάτων, κι οι ψυχές διηγούνται την τραγωδία της ζω-ής, κι οι άγγελοι τ' ουρανού τραγουδούν ύμνους αγάπης, θλίψης, και αθανασίας.

Η νύχτα ειχε κιόλας φτάσει όταν εγω ξύπνησα απο το λήθαργό μου και βρέθηκα σα χαμένος ανάμεσα στα περι-βόλια, να αντιλαλώ την ηχώ κάθε λέξης που ειχε πει η Σέλμα και να ξαναθυμάμαι τη σιωπή της, τις κινήσεις της, τις εκφράσεις της και το άγγιγμα των χεριών της, ώσπου κατάλαβα καλά το νόημα του αποχωρισμού και τον πόνο της μοναξιάς. Ένιωθα κατάθλιψη και την καρδιά μου συντριμμένη. Για πρώτη φορά ανακάλυψα το γεγονός οτι οι άνθρωποι, μόλο που γεννιούνται ελεύθεροι, παραμένουν σκλάβοι των σκληρών νόμων που θέσπισαν οι προγονοί τους.

και πως το στερέωμα ολάκερο, που το φανταζόμαστε αμε-τάβλητο, είναι η υποχώρησή του σήμερα στη θέλησή του αύριο και η υποταγή του χθες στη θέληση του σήμερα. Πολλές φορές, απ' τη νύχτα εκείνη, συλλογίστηκα τον πνευ-ματικό νόμο που ανάγκασε τη Σέλμα να προτιμήσει το θά-νατο απο τη ζωή και πολλές φορές έκανα τη σύγκριση ανά-μεσα στην ευγένεια της θυσίας και στην ευτυχία της έπα-

78

Page 76: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

νάστασης για να ξεχωρίσω τι ειναι πιο ευγενικό και πιο όμορφο. αλλα μέχρι τώρα δεν ξεχώρισα παρά μονάχα μια αλήθεια μέσα απο ολη αυτή την ιστορία, κι η αλήθεια αυτή είναι η ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α , που κάνει ολες μας τις πρά-ξεις όμορφες και αξιοτίμητες. Και η ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α αυτή βρισκόταν μέσα στη Σέλμα Καράμη.

79

Page 77: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

10. Ο Λυτρωτής

Πέντε χρόνια πέρασαν απο τη μέρα που παντρεύτηκε η Σέλμα, χωρις να φέρει στον κόσμο παιδιά που θα δυνάμω-ναν τους δεσμούς της πνευματικής συγγένειας ανάμεσα σ' αυτή και το σύζυγό της, που θα ένωνε τις καρδιές τους που μισούνταν.

Μια στείρα γυναίκα τη βλέπουν παντού με περιφρόνηση, εξαιτίας της επιθυμίας του άντρα να διαιωνίσει τον εαυ-τό του με τους απογόνους του.

Ο δυνατός κοινωνικά άντρας θεωρεί την άτεκνη γυναί-κα του σαν εχθρό. τη σιχαίνεται και την εγκαταλειπει και επιθυμεί το θάνατό της. Ο Μανσούρ Μπέη Γκαλιμπ ήταν ενας απο αυτούς τους άντρες. Υλικά, ήταν σαν το χώμα της γης, σκληρός σαν ατσάλι και άπληστος σαν τον τάφο. Ο πόθος του ν' αποκτήσει παιδί που θα συνέχιζε το όνομα και τη φήμη του, τον έκαναν να μισεί τη Σέλμα παρ' ολη την ομορφιά και την ευγένειά της.

Το δέντρο που μεγαλώνει μέσα στη σπηλιά δεν κάνει καρπό. και η Σέλμα που ζοϋσε στη σκια της ζωής δεν μπο-ρούσε να γεννήσει παιδιά.

Το αηδόνι δε φτιάχνει τη φωλιά του μέσα στο κλουβί, για να μη κάνει πουλιά που θα εχουν μοίρα τους τη σκλα-βιά. Η Σέλμα ηταν η φυλακισμένη της δυστυχίας κι ηταν θέλημά του ουρανού να μη φέρει στον κόσμο άλλον ένα φυ-λακισμένο που θα μοιραζόταν τη ζωή τους. Τα αγριολού-λουδα του κάμπου είναι παιδιά της αγάπης του ήλιου και της στοργής της φύσης. τα παιδιά των ανθρώπων είναι τα λουλούδια της αγάπης και της συμπάθειας...

6. Τα σπασμένα φτερά 80

Page 78: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Το πνεύμα της αγάπης και της συμπάθειας ποτέ δε βα-σίλεψε στο ωραίο σπίτι της Σέλμας στο Ρας Βηρυτός. Ωστόσο, η Σέλμα γονάτιζε κάθε βράδυ μπροστά στον ου-ρανό και ζητούσε απο το Θεό ενα παιδί, στο οποίο θα 'βρι-σκε παρηγοριά και χαρά. Προσευχόταν αδιάκοπα ώσπου ο ουρανός απάντησε στις προσευχές της...

Το δέντρο της σπηλιάς άνθισε επιτέλους, κι ήταν έτοιμο να δώσει καρπό. Το αηδόνι του κλουβιού άρχισε να φτιάχνει τη φωλιά του με το φτέρωμα της φτερούγας του.

Η Σέλμα άπλωσε τα αλυσοδεμένα χέρια της προς τον ουρανό για να δεχτεί το πολύτιμο δώρο του Θεού, και τί-ποτα στον κόσμο δε θα την έκανε πιο ευτυχισμένη απο την ελπίδα της μητρότητας...

Περίμενε μ' αγωνία, μετρούσε τις μέρες κι ονειρευόταν με χαρά την ώρα που η γλυκειά μελωδία του ουρανού, η φωνή του παιδιού της, θ' αντηχούσε στα αφτιά της...

Άρχισε να βλέπει το γλυκοχάραμα ενός πιο φωτεινού μέλλοντος μέσα απο τα δάκρυά της...

Ήταν ο μήνας Νιζάν, όταν η Σέλμα έπεσε στο κρεβάτι του πόνου και της οδύνης, όπου η ζωή κι ο θάνατος παλεύ-ουν. Ο γιατρός κι η μαμή ήταν έτοιμοι να παραδώσουν στον κόσμο έναν καινούργιο καλεσμένο. Αργά τη νύχτα, η Σέλμα άρχισε ενα αδιάκοπο κλάμα, ενα κλάμα που σή-μαινε το χωρισμό της ζωής απο τη ζωή... Ένα κλάμα που σήμαινε τη συνέχεια στο στερέωμα του τίποτα... Ένα κλά-μα μιας μικρής δύναμης μπροστά στην ακινησία των μεγά-λων δυνάμεων... Το κλάμα της φτωχής Σέλμας που πάλευε απελπισμένη κάτω απ' τα πόδια της ζωής και του θανάτου.

Το χάραμα η Σέλμα γέννησε ένα αγοράκι. Όταν άνοι-ξε τα μάτια της, ειδε πρόσωπα χαμογελαστά σε ολο το δω-μάτιο, κι ύστερα κοίταξε πάλι κι ειδε τη ζωή και το θάνα-το να παλεύουν ακόμα δίπλα στο κρεβάτι της. Έκλεισε τα μάτια της και φώναξε, μιλώντας για πρώτη φορά, «Ω, γιε μου.» Η μαμή τύλιξε το νεογέννητο με μεταξένια σπάρ-

81

Page 79: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

γανα και το ακούμπησε δίπλα στη μητέρα του, αλλα ο για-τρός παρακολουθούσε αδιάκοπα τη Σέλμα και κουνούσε το κεφάλι του με θλίψη.

Οι φωνές της χαράς ξύπνησαν τους γείτονες που έτρε-ξαν στο σπίτι για να συγχαρούν τον πατέρα για τη γέν-νηση του διαδόχου, αλλα ο γιατρός εξακολουθούσε ν' ατε-νίζει τη Σέλμα και το παιδί της και να κουνά το κεφάλι του...

Οι υπηρέτριες έτρεξαν βιαστικά για να μεταδώσουν τα καλά νεα στον Μανσούρ Μπέη, αλλα ο γιατρός δε σήκωνε τα μάτια του απο τη Σέλμα και το παιδί της, ενω στο πρό-σωπό του ζωγραφιζόταν η απελπισία.

Την ώρα που χάραζε ο ήλιος στον ορίζοντα, η Σέλμα πήρε το νήπιο στο στήθος της. εκείνο άνοιξε τα μάτια του για πρώτη φορά και κοίταξε τη μητέρα του. ύστερα το σώ-μα του σπαρτάρισε για λίγο και μετά έκλεισε τα μάτια του για τελευταία φορά. Ο γιατρός πήρε το παιδί απο την αγκαλιά της Σέλμας με δάκρυα στα μάτια του. ύστερα ψι-θύρισε μονολογώντας, «Ο καλεσμένος μας έφυγε.»

Το παιδί πέθανε, ενω οι γείτονες γιόρταζαν μαζί με τον πατέρα στο μεγάλο σαλόνι του σπιτιού, κι έπιναν στην υ-γειά του κληρονόμου. η Σέλμα στράφηκε προς το γιατρό και παρακάλεσε, «Δώστε μου το παιδί μου, κι αφήστε με να το αγκαλιάσω.»

Το παιδί ήταν νεκρό, κι ωστόσο οι θόρυβοι απο τα πο-τήρια που τσούγκριζαν οι καλεσμένοι ολο και δυνάμωναν στο σαλόνι...

Γεννήθηκε στην αρχή της καινούργιας μέρας και πέθα-νε στην ανατολή του ήλιου.

Γεννήθηκε σα μια σκέψη, πέθανε σαν αναστεναγμός και χάθηκε σαν ίσκιος.

Δεν έζησε για να χαρίσει παρηγοριά και αγάπη στη μη-τέρα του.

Η ζωή του άρχισε στο τέλος της νύχτας και τέλειωσε

82

Page 80: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

στην αρχή της μέρας, σα μια δροσοστάλα που έτρεξε απο τα μάτια του σκοταδιού και στέγνωσε με το άγγιγμα του φωτός.

Ένα μαργαριτάρι που το κύμα έφερε στην ακρογιαλιά και ξαναγύρισε με την παλίρροια στα βάθη της θάλασσας... Ένα κρίνο που μόλις άνθισε απο το μπουμπούκι της ζω-ής, συντρίφτηκε κάτω απο τα πόδια του θανάτου.

Ένας πολυαγάπητος καλεσμένος που ο ερχομός του φώ-τισε την καρδιά της Σέλμας και η φυγή του σκότωσε την ψυχή της.

Αυτή είναι η ζωή των ανθρώπων, η ζωή των εθνών, η ζωή των ηλίων, των φεγγαριών και των αστεριών.

Κι η Σέλμα συγκέντρωσε το βλέμμα της πάνω στο για-τρό και φώναξε, «Δώστε μου το παιδί μου και άφηστε με να το αγκαλιάσω. δώστε μου το παιδί μου και άφηστε με να το θηλάσω.»

Τότε ο γιατρός έσκυψε κοντά της. Η φωνή του ήταν πνιγμένη και ειπε, «Το παιδί σας είναι πεθαμένο, κυρία μου, κάνετε κουράγιο.»

Ακούγοντας τα λόγια του γιατρού, η Σέλμα έβγαλε μια φοβερή κραυγή. Ύστερα ησύχασε για μια στιγμή και χα-μογέλασε ευτυχισμένα. Το πρόσωπό της φωτίστηκε σα να 'χε ανακαλύψει κατι, και ειπε σιγανά και ήρεμα, «Δώστε μου το παιδί μου. φέρτε το κοντύτερά μου και άφηστε με να το δώ πεθαμένο.»

Ο γιατρός έφερε το μικρό παιδί στη Σέλμα και το α-κούμπησε στην αγκαλιά της. Εκείνη το σφιχταγκάλιασε, έστριψε το πρόσωπό της προς τον τοίχο και ειπε σα να μι-λούσε στο νεκρό παιδί, «Ήρθες να με πάρεις μαζί σου, παιδί μου. ήρθες να μου δείξεις το δρόμο που οδηγεί στην ακτή. Εδω είμαι, παιδί μου. οδήγησέ με κι ας φύγουμε μακριά απ' αυτή τη σκοτεινή σπηλιά.»

Ύστερ' απο ένα λεπτό, οι ακτίνες του ήλιου διαπέρασαν τις κουρτίνες του παραθύρου κι έπεσαν πάνω σε δυο ακί-

83

Page 81: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

νητα σώματα, ξαπλωμένα στο κρεβάτι, που τα φρουρούσε η βαθιά μεγαλοπρέπεια της σιωπής και τα σκίαζαν οι φτε-ρούγες του θανάτου. Ο γιατρός βγήκε απο το δωμάτιο με δάκρυα στα μάτια, κι οταν μπήκε στο μεγάλο σαλόνι, η γιορτή μετατράπηκε σε κηδεία, αλλα ο Μανσούρ Μπέη Γκα-λίμπ δεν πρόφερε ούτε μια λέξη και δεν έχυσε ούτε ένα δάκρυ. Έμεινε όρθιος και ακίνητος σαν άγαλμα, κρατών-τας ενα ποτήρι κρασί με το δεξί του χέρι.

Την άλλη μέρα φόρεσαν στη Σέλμα σα σάβανο το άσπρο νυφιάτικο φόρεμά της και την έβαλαν στο κιβούρι. το παι-δί το σαβάνωσαν με τα σπάργανά του. για κιβούρι του εί-χε την αγκαλιά της μητέρας του. ο τάφος του ηταν τα γα-λήνια στήθη της. Δύο πτώματα μπήκαν σ' ένα κιβούρι, κι εγώ περπάτησα ταπεινά ανάμεσα στο πλήθος, συνοδεύον-τας τη Σέλμα και το μωρό της στον τόπο της ανάπαυσής τους.

Φτάσαμε στο νεκροταφείο κι ο επίσκοπος Γκαλίμπ άρ-χισε να ψάλλει, και οι άλλοι ιερείς προσεύχονταν, ενω στα σκυθρωπά πρόσωπά τους ξεχώριζε η μάσκα της αμάθειας και της κενότητας.

Καθώς το κιβούρι κατέβαινε στον τάφο, ενας απο τους παρευρισκόμενους ψιθύρισε, «Τούτη είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που βλέπω δυο πτώματα σ' ενα κιβούρι.» Κά-ποιος άλλος ειπε, «Φαίνεται ωσάν το παιδί να ήρθε για να σώσει τη μητέρα του απο τον άσπλαχνο σύζυγό της.»

Ένας τρίτος ειπε, «Κοιτάξτε τον Μανσούρ Μπέη: ατε-νίζει τον ουρανό ωσάν τα μάτια του να ήταν απο γυαλί. δε δείχνει σα να έχασε γυναίκα και παιδί την ίδια μέρα.» Έ-νας τέταρτος πρόσθεσε, «Ο θείος του, ο επίσκοπος, θα τον ξαναπαντρέψει αύριο με μια πιο πλούσια και πιο γερή γυ-ναίκα.»

Ο επίσκοπος κι οι παπάδες συνέχισαν να ψέλνουν και

84

Page 82: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

να απαγγέλλουν προσευχές, ώσπου ο νεκροθάφτης τελείω-σε τη δουλειά του. Τότε οι παρευρισκόμενοι πλησίασαν ε-νας ενας τον επίσκοπο και τον ανεψιό του και υπέβαλαν τα συλλυπητήριά τους με ευγενικές λέξεις συμπόνιας, ενω εγω στάθηκα μόνος παράμερα, χωρις ούτε μια ψυχή να μου πει κάποιο λόγο παρηγοριάς, ωσάν η Σέλμα και το παιδί της να μην ήταν τίποτα για μένα.

Έφυγαν ολοι απο το κοιμητήριο. ο νεκροθάφτης στεκό-ταν ακόμα δίπλα στον καινούργιο τάφο κρατώντας ενα φτυάρι στα χέρια του.

Τον πλησίασα και τον ρώτησα, «Θυμάσαι τάχα που θά-φτηκε ο Φαρίς Εφάντη Καράμη;»

Εκείνος με κοίταξε για μια στιγμή, κι υστέρα κοίταξε τον τάφο της Σέλμας, και ειπε, «Ακριβώς εδω. έβαλα την κόρη του πάνω απο τον τάφο του και πάνω στα στήθη της κόρης του αναπαύεται το παιδί της, και πάνω απο όλους ξανάστρωσα το χώμα με το φτυάρι μου.»

Τότε εγω του ειπα, «Σ ' αυτό τον τάφο έχεις θάψει και την καρδιά μου.»

Μόλις ο νεκροθάφτης χάθηκε πίσω απο τις λεύκες, δεν μπόρεσα να κρατηθώ άλλο πια. έπεσα πάνω στον τάφο της Σέλμας κι έκλαψα σπαρακτικά.

85

Page 83: Τα σπασμένα φτερά - Kalhil Gibran

Μ ΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗΣ

«Σ' αγαπώ γιατί είσαι αδύναμος μπροστά στο δυνατό καταπιεστή, και φτωχός μπροστά στον άπληστο πλούσιο. Γι αυτο χύνω δάκρυα για σένα, για να σε παρηγορήσω. Και μέσα απο τα δάκρυά μου σε βλέπω μέσα στην αγκαλιά της Δικαιοσύνης, να χαμογελάς και να συγχωρείς τους διώκτες σου. Είσαι ο αδερφός μου και σ' αγαπώ, όποιος κι αν εισαι - ειτε λατρεύεις το Θεό στην εκκλησία, ειτε γονατίζεις στο ναό, ειτε προσεύχεσαι στο τζαμί. Εσείς κι εγω είμαστε ολοι παιδιά μιας πίστης, που προσφέρει πνευματική ακεραιότητα σε όλους και τους δέχεται πρόθυμα όλους».

Kahlil Gibran

«Ήρθα να πω ενα λόγο, και θα τον πω τώρα. Αλλ' αν ο θάνατος μ' εμποδίσει, ο λόγος θα ειπω-θεί απο το Αύριο, γιατί το Αύριο ποτέ δεν αφήνει μυστικά μέσα στο βιβλίο της Αιωνιότητας.

Ήρθα να ζήσω στη δόξα της Αγάπης και στο φως της Ομορφιάς, που είναι του Θεού αντικα-θρέφτισμα. Είμαι εδω, ζωντανός, και κανείς δεν μπορεί να μ' εξορίσει απο την επικράτεια της ζωής, γιατί με το ζωντανό μου λόγο θα ζήσω και νεκρός.

Ήρθα εδω για να ζήσω για ολα και με ολα και οσα στοχάζομαι σήμερα στη μοναξιά μου θα αντι-λαληθούν Αύριο απο το πλήθος.

Οσα λέγω σήμερα με μια καρδιά θα ειπωθούν Αύριο απο χιλιάδες καρδιές».

Kahlil Gibran