Sepulveda Luis Patagonia Express

download Sepulveda Luis Patagonia Express

of 34

Transcript of Sepulveda Luis Patagonia Express

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    1/94

      uis

      epulveda

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    2/94

    Patagonia xpress

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    3/94

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    4/94

    Σηµειώσ εις γι αυτές τις σηµε ιώσεις

    Σ

    το µεξικανικό σπίτι της

     Μάρι

     Κάρµεν και του Πά-

    κο Ιγνάσιο Τάιµπο Α υπάρχει ένα τεράστιο τραπέ-

    ζι, γύρω απ το οποίο µπορούν να καθίσουν ώς και είκοσ ι

    τέσσερις συνδαιτυµόνες. Εκεί άκουσα για πρώτη φορά

    τη φράση µε την οποία ο Τάιµπο τιτλοφόρησε ένα βι-

    βλίο του: «Για ν αναχαιτίσουµε τα νερά της λήθης».

    Όταν, αργότερα, διάβασα το έργο, απ τη  µια η αγάπη

    µου και η εκτίµηση µου για τον αστουριανό συγγραφέα

    µεγάλωσαν, κι απ την άλλη συνειδητοποίησα πως κά-

    ποια γραφτά σου είναι αναπόφευκτο να τ αποχωρ ι-

    στείς, όσ ο κι αν τ αγαπάς, όσο κι αν τα

     θεωρείς

     τελείως

    προσωπικά κείµενα.

    Να λοιπόν που κι εγώ, σήµερα, αποχωρίζοµαι αυ-

    τές τις σηµειώσεις, που µε συντρόφεψαν για πολύ

    καιρό, που ήταν πάντα µαζί µου, για να µου  θυµίζουν

    ότι δεν έχω σχεδόν κανένα δικαίωµα να αισθάνοµαι

    µόνος, να περνάω κατάθλιψη, ή να χω τη σηµαία µε-

    σίστια.

    Οι σ ηµειώ σεις αυτές γράφτηκαν σε διάφορους τόπους,

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    5/94

    LUIS SEPULVEDA

    κάτω από διάφορες συνθήκ ες. Ποτέ δεν ήξερ α πώς να τις

    ονοµάσω — κι εξακολουθώ να µην ξέρω.

    Μια φορά, κάποιος µου  πε πως θα πρέπει να χα πολλά

    γραφτά του συρταριού, κι επειδή η φράση του µε εξέ-

    πληξε, του ζήτησα να εξηγηθεί.

    «Γραφτά του συρταριού... Αυτές οι σηµειώσεις που

    κρατάει κανείς, χωρίς να ξέρει ούτε γιατί ούτε για

    ποιον» διευκρίνισε.

    Ε λοιπόν, όχι. Αυτά δεν είναι γραφτά του συρταριού,

    πρώτα απ όλα γιατί προϋποθέτουν την ύπαρξη ενός

    συρταριού που, κατά κανόνα, αποτελεί τµήµα ενός γρα-

    φείου, κι εγώ δεν έχω γραφείο. Ούτε έχω ούτε θέλω  ν

    αποκτήσω, γιατί γράφω πάνω σε µια χοντρή τάβλα,

    που µου τη χάρ ισε ένας γεροφούρναρης στο Αµβούργο.

    Μια βραδιά που παίζαµε  σκατ ο γεροφούρναρης

    ανακοίνωσε στους συµπαίκτες του ότι η αρθρίτιδα

    τον υποχρέωνε να «πετάξει πετσέτα» και να κλείσει

    το φούρνο.

    «Και τι θα κάνεις τώρα, βροµόγερε;» τον ρώτησε ευγε-

    νικά ένας απ τους χαρτοπαίκτες.

    «Με δεδοµένο ότι κανένας απ τους γιους µου δε θέλει

    ν ακολουθήσει το επάγγελµα, κι ότι τα

     µηχανήµατα

     µου

    θεωρούνται  απαρχαιωµένα, λέω να τα στείλω όλα στο

    διάολο, κι  ό,τι  µου είναι αγαπητό, να το χαρίσω» απά-

    ντησε ο γεροΓιαν Κέλερ, λίγο πριν µας καλέσει όλους

    σ ένα τρικούβερτο γλέντι στο φούρνο.

    Εκεί µου δώρισε τη χον τρή τάβλα που πάνω της ζύµω

    *

     skatt:

     Χαρτοπαίγνιο που συνηθίζεται στα (πολύ) βόρεια της Γερµα-

    νίας.  Σ.τ,Σ.)

    PATAGONIA

      EXPRESS

    νε ψωµί για πενήντα ολόκληρα χρόνια, και τώρα εγώ ζυ-

    µώνω τις ιστορ ίες µου. Την αγαπάω αυτή την τάβλα που

    µοσχοβολάει αλεύρι, σουσάµι, γλυκάνισο και το ευγενέ-

    στερο των επαγγελµάτων. Οπότε, ένα γραφείο... Μα τι

    στο διάολο να το κάνω το γραφείο;

    Αυτές οι σηµειώσεις που δεν ξέρω πώς να τις ονοµά-

    σω, ζούσαν στα ράφια µιας βιβλιοθήκης, σκεπάζονταν

    µε σκόνη και, καµιά φορά, εκεί που έψαχνα τίποτα πα-

    λιές φωτογραφίες ή έγγραφα, έπεφτα πάνω τους, κι οµο-

    λογώ πως τις διάβαζα µ ένα κράµα φόβου και περηφά-

    νιας, γιατί αυτές οι σελίδες —άλλες χειρόγραφες, άλλες

    άθλια δακτυλογραφηµένες— δεν ήταν τίποτ άλλο παρά

    µια προσπάθεια να κατανοηθούν τα δυο κεφαλαιώδη

     θέ-

    µατα που τόσο ωραία προσδιόρισε ο Χ ούλ ιο Κορτάσαρ:

    το τι σηµαίνει να σαι άνθρωπος, και τι σηµαίνει να σαι

    καλλιτέχνης.

    Μπορεί, βέβαια, αυτές οι σηµειώσεις να ναι γεµάτες

    προσωπικές εµπειρίες, κανείς όµως δε θα  πρεπε να τις

    θεωρήσει  σαν ένα είδος εξορκισµού της νόσου   τού

    Αλτσχά ιµερ, γιατί δεν είχα ποτέ την πρόθεση να γράψω

    αποµνηµονεύµατα.

    Αποχωρίζοµαι, λοιπόν, αυτές τις σηµειώσεις που, κά-

    που κάπου, εγκατέλειψαν τους κρυψώνες τους για να δη-

    µοσιευτούν σε ανθολογίες ή περιοδικά και, τώρα πρό-

    σφατα, να εκδοθεί ένα µέρος τους στην Ιταλία.

    Τελικά, σχηµάτισαν αυτόν τον τόµο που εσύ, αναγνώ-

    στη, κρατάς στα χέρια σου αυτή τη στιγµή, χάρη στις

    αδελφικές προτροπές της Μπεατρίς δε Μόουρα. Τις

    τιτλοφόρησα  Patagonia Express ως φόρο τιµής σ ένα

    σιδηρόδροµο που δεν υπάρχει πια, γιατί, στις µέρες

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    6/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    µας, η ποίησ η δε φέρνει πια λεφτά, αν και ο σιδηρόδρο-

    µος αυτός εξακολουθεί να ταξιδεύει στη µνήµη των αν-

    δρών και των γυναικών της Π αταγονίας.

    Σας προσκαλώ να µε συνοδέψετε σ ένα ταξίδι χωρίς

    συγκεκριµένο προορισµό, µαζί µε κάποιους εκπληκτι-

    κούς ανθρώπους, όπως είναι όλοι αυτοί που αναφέρο-

    νται εδώ µέσα µε τα  ονόµατα  τους, κι απ τους οποίους

    έχω µάθει

     —κι

      εξακολουθώ να

     µαθαίνω—

     πάρα πολλ ά.

    Λανθαρότε,

     Κανάριοι Νήσοι

    Αύγουστος 995

    Πρώτο Μέρος

    Σηµειώσεις από ένα  ταξίδι στο πουθενά

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    7/94

    Τ

    ο πέρασµα στο πουθενά ήταν δώρο του παππού

    . µου.

    Ο παππούς µου: τροµερός και απρόβλεπτος. Το πέρα-

    σµα  θα πρέπει να µου το χάρισε όταν είχα µόλις κλείσει

    τα έντεκα.

    Περπατούσαµε στο Σαντιάγο, ένα πρωί του καλοκαι-

    ριού. Ο γέρος µ' είχε κεράσει  πέντ'έξι  αναψυκτικά κι

    άλλα τόσα παγωτά, που 'χαν γεµίσει την κοιλιά µου

    υγρά, κι εγώ ήξερα ότι περίµενε να του πω πως ήθελα

    να κατουρήσω. Θα πρέπει ν' ανησυχούσε πραγµατικά

    για τα νεφρά µου, γιατί κάθε τόσο µε ρωτούσε:

    «Τι; ∆ε θες τσίσα

     σου;

     Σε καλό σου, παιδί µου Μ ' όλα

    αυτά που 'χε ις πιει...»

    Η φ υσιολογική και συνήθης απάντηση µου θα 'πρεπε

    να ηχήσει δραµατικά καταφατική και να συνοδευτεί µε

    χτύπηµα των τακουνιών στην προσοχή. Τότε εκείνος,

    πετώντας το πουράκι που κρεµόταν πάντα από τα χ είλι α

    του, θ' αναστέναζε π ριν αναφωνήσει µε τον πιο διδακτι-

    κό τόνο που µπορούσες να φανταστείς:

    13

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    8/94

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    9/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    ενός µπαρ, ο γέρος αποφάσισε πως ο καλύτερος τρόπος

    να τελειώσουµε την πρωινή µας βόλτα, ήταν να τιµή-

    σουµε το παραδοσιακό κυριακάτικο γεύµα των δηµο-

    κρατικών εξόριστων:  όσπρια και

     καµπράλες

    Για µένα, το

     καµπρόΐες

      ήταν ένας δυσώδης και απο-

    κρουστικός πολτός. Οι µόνοι που τους άρεσε, ήταν αυ-

    τά τα γεροντάκια µε τα µπερέ, που έρχονταν κάθε µέρα

    στο σπίτι του παππού µου, κι η πρώτη τους ερώτηση

    ήταν πάντα η ίδια:

    «Τι; Ζει ακόµα ο παλιόγερος;»

    Καθώς απολάµβανα ένα πιλάφι µε γάλα, σκεφτόµουν

    τι µπορεί να 'θελε να πει ο παππούς µ' εκείνα τα «σπου-

    δαιότερα πράγµατα», και φοβήθηκα µήπως τα λόγια του

    υπονοούσαν τίποτα σκατολογικό, όµως οι φόβοι µου

    διαλύθηκαν όταν τον είδα να µπαίνει, µε άλλους καλε-

    σµένους, στο µεγάλο σαλόνι µε τη µαυροκόκκινη ση-

    µαία της  CNT.** Από εκείνο το σαλόνι έβγαιναν τα βι-

    βλία του Ιουλίου Βερν, του Ε µίλιο Σαλγκάρι, του Στίβεν

    σον, του Φένιµορ Κούπερ, που ο παππούς µού διάβαζε τ'

    απογεύµατα.

    Τον είδα να βγαίνει κρατώντας ένα βιβλίο σε σχήµα

    τσέπης. Με φώναξε να πάω κοντά του, κι ενώ τον άκου-

    γα να µου µιλάει, διάβασα τον τίτλο του βιβλίου:   Έτσι

    δέσαµε τ ατσάλι.  Νικολάι Οστροβίσκι.

    «Άκου,

     παιδί µου... Αυτό το βιβλίο π ρέπει να το

     διαβά

    *   cabrales:  είδος τυριού που  θυµίζει,  ως προς την έντονη γεύση, το

    roquefort ή το camembert. (Σ.τ.Μ.)

    ** Αρκτικόλεξο της

     Confederation

     National de Trabajadores  (Εθνική

    Συνοµοσπονδία Ε ργατών). (Σ.τ.Μ.)

    ι6

    PATAGONIA EXPRESS

    σεις µόνος σου, πριν όµως του παραδοθείς,  θέλω να µου

    υποσχεθείς δύο πράγµατα.»

    «Ό,τι θέλεις, παππού.»

    «Αυτό το βιβλίο

      θα

      'ναι το κάλεσµα για ένα µεγάλο

    ταξίδι. Θέλω να µου υποσχεθείς πως θα το κάνεις.»

    «Σ' το υπόσχοµαι, παππού. Όµως... ένα µεγάλο ταξίδι

    για πού;»

    «Πιθανόν για πουθενά, σε διαβεβαιώνω όµως πως αξί-

    ζει τον κόπο.»

    «Κι η δεύτερη υπόσχεση;»

    «Πως, µια µέρα, θα πας στο Μάρτος.»

    «Στο Μάρτος; Πού είν' αυτό το Μάρτος;»

    «Εδώ» είπε και χτύπησε το στήθος του µε τη γροθιά.

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    10/94

    Έ

    να γνωστό χιλιάνικο τραγούδι λέει: «∆υο άκρες

    έχει κάθε δρόµος, και στην καθεµιά έχω κάποιον

    να µε πε ριµένει». Σύµφωνοι, αλλά αυτές οι δυο άκρες δεν

    ορίζουν έναν ίσιο δρόµο, αλλά ένα µονοπάτι κακοτρά-

    χαλο, όλο στροφές, λακκούβες και παρακάµψεις, που

    οδηγεί µε µαθηµατική ακρίβεια στο πουθενά.

    Το  Έτσι δέσαµε τ ατσάλι  (µου πήρε πολύ χρόνο να το

    διαβάσω, γιατί έπρεπε κάθε τόσο ν' ανατρέχω σε λεξικά

    και εγκυκλοπαίδειες) ανέλαβε να µ' οδηγήσει για πρώτη

    φορά στην περιοχή όπου τα όνειρα αποκαλούνται που-

    θενά. Όπως όλοι οι νέοι που διάβασαν το έργο του

    Οστροβίσκ ι, έτσι κι εγώ ήθελα να 'µαι ο Πάβελ Κορτσά

    γκιν,  ο τυραννισµένος κεντρικός ήρωας, ο σύντροφος

    Κοµσοµόλ που  θα 'φτάνε  να θυσιάσει  ώς και την ίδια

    τη ζωή του, προκειµένου να εκπληρώσει το χρέος του

    ως προλεταριακού νεολαίου. Ονειρεύτηκα πως ήµουν

    ο Πάβελ Κορτσάγκιν και, για να βγει τ' όνειρο µου αλη-

    θινό, γράφτηκα στην Κοµµουνιστική Νεολαία.

    Ο παππούς µου δεν είδε µε καλό µάτι την απώλεια της

    PATAGONIA

      EXPRESS

    κυριακάτικης συντροφιάς του εγγονού του, και για µή-

    νες καταριόταν αυτόν που 'χε µεταφράσει στα ισπανικά

    το  Έτσι δέσαµε τ ατσάλι. Υποτίθεται ότι η ανάγνωση του

    βιβλίου θα 'πρεπε να µ' οδηγήσε ι στη ν ατραπό των φιλε-

    λεύθερων ιδεών, ως πρώτο βήµα για το ταξίδι στο πουθε-

    νά, αλλά η οργή του κράτησε ώς τη µέρα που του ανα-

    κοίνωσα πως δε θα πήγαινα σχο λείο, γιατί όλο ι οι µαθη-

    τές είχαν κηρύξει απεργία αλληλεγγύης προς τους αν-

    θρακωρύχους. Μ όνο µια φορά τον είδα να πίνει υπερβο-

    λικά, κι αυτή ήταν τη µέρα της απεργίας. Σκνίπα απ' το

    κρασί, µουρµούριζε, πνίγοντας τους λυγµούς του:

    «Το εγγόν ι µου στην απεργία, που να µη σώνω... Αίµα

    µου είναι».

    Ο παππούς µου... Θυµάµαι την πρώτη φορά που τον

    ανάγκασα να διαβάσει ένα αντίτυπο του «Gente Jo

    ven»,  του ∆ελτίου της Κοµµουνιστικής Νεολαίας. ∆ιά-

    βασε προσεκτικά το τετρασέλιδο και κατέληξε στο συ-

    µπέρασµα ότι, αν και δεν υπήρχε αµφιβολία πως ήταν

    έκδοση µιας συµµορίας σταλινικών, δεν ήταν άσχηµο

    για να µυήσει κάποιον στην αληθινή τάξη πραγµάτων:

    «Όχι αυτήν που επιβάλλει το κράτος, µαλάκες, αλλά

    τη φυσική τάξη, αυτήν που πηγάζει απ' την αδελφοσύ-

    νη των ανθρώπων».

    Το  ότι έγινα κοµµουνιστής νεολαίος ευχαρίστησε πο-

    λύ τους γονείς µου, γιατί ένας κοµµουνιστής νεολαίος

    όφειλε να είναι πρώτος στο σχολείο, ο καλύτερος αθλη-

    τής, ο πιο καλλιεργηµένος, ο πιο µορφωµένος και, στο

    σπίτι, υπόδειγµα υπευθυνότητας και εργατικότητας. Κά-

    θε κοµµουνιστής νεολαίος κυοφορούσε το κοινωνικό,

    συλλογικό και αλληλέγγυο ον που θα χαρακτήριζε τη

    9

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    11/94

    LUIS SEPULVEDA

    νέα κοινωνία, κι αυτό τον έκανε να µοιάζει µε καλό-

    γερο — έναν κόκκινο καλόγερο, ασκητικό και στερηµέ-

    νο. «Κανονική µάστιγα», όπως

     θα

     µου

     'λέγε,

     χρόνια αρ-

    γότερα, µια κοπέλα, όταν της ζήτησα να µου εξηγήσει

    αυτό που δεν µπορούσα να καταλάβω: γιατί δεν ήθελε

    να µε παντρευτεί.

    Το  ότι υπήρξα  κοµµουνιστής νεολαίος για πάνω από

    έξι χρόνια, σήµανε ότι είχα στο πετσί µου το ταξίδι

    για το πουθενά. Όλοι οι παιδικοί µου φίλοι είχαν συγκε-

    κριµένους στόχους: κάποιοι πήγαν να σπουδάσουν στις

    Ηνωµένες  Πολιτείες

      άλλοι, στην Ουρουγουάη• άλλοι,

    στην

     Ευρώπη

    κι άλλοι µπήκαν κατευθείαν στην παρα-

    γωγική διαδικασία. Μόνο εγώ φιλοδοξούσα να µην το

    κουνήσω ρούπι από την πολεµίστρα µου.

    Ήµουν δεκαοκτώ χρονών όταν θέλησα ν' ακολουθήσω

    το παράδειγµα του π ιο οικουµενικού ανθρώπου που γέν-

    νησε ποτέ η Λατινική Αµερική: του Τσε. Στο σηµείο αυ-

    τό, το ταξίδι στ ο πουθενά χρειάζεται ένα συµπλήρωµα.

    Π

    άντα απέφευγα να  θίξω  το  θέµα  της   φυλάκισης

    µου στη διάρκεια της δικτατορίας. Και το απέ-

    φευγα για δύο λόγους. Επειδή πάντα   θεωρούσα  τη ζωή

    συναρπαστική και άξια να τη ζήσεις ώς την τελευταία

    πνοή σου, αν έθιγα ένα τόσο χυδαίο επεισόδιο, θα  'ταν

    σαν να την προσέβαλλα  αισχρά κι ύστερα, γιατί έχουν

    γραφτεί πάρα πολλά βιβλία (τα περισσότερα, δυστυχώς,

    πολύ κακά) µε σχετικές µαρτυρίες.

    Πέρασα δυόµισι χρόνια της νεανικής µου ηλικίας

    έγκλειστος σε µιαν απ' τις αθλιότερες φυλακές της Χι-

    λής: τη φυλακή του Τεµούκο.

    Το χειρότερ ο απ' όλα δεν ήταν αυτός ο ίδιος ο εγκλ ει-

    σµός, αφού η ζωή µέσα στη φυλακή συνεχιζόταν — και

    πολλές φορές, µάλιστα, πιο ενδιαφέρουσα απ'  ό,τι  απ'

    έξω. Οι «prigué» ανώτερου µορφωτικού επιπέδου

     —κι

    εκεί βρισκόταν το σύνολο σχεδόν των καθηγητών των

    * Από τα αρχικά των λέξεων ̂ n sonieros (de)

     gwerra

     (αιχµάλωτοι πολέ-

    µου). (Σ.τ.Σ.)

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    12/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    Πανεπιστηµίων του Νότου— οργάνωσαν διάφορες ακα-

    δηµίες, κι έτσι, πολλοί από τους «prigué» διδασκόµαστε

    γλώσσες, µαθηµατικά, κβαντική φυσική, παγκόσµια

    Ιστορία, ιστορία της τέχνης και της φιλοσοφίας. Ένας

    καθηγητής, ονόµατι Ιριάρτε, έδωσε ένα

     θαυµάσιο

     σεµι-

    νάριο δύο εβδοµάδων µε θέµα τον Κέινς και την πολιτι-

    κή σκέψη των σύγχρονων οικονοµολόγων, το οποίο πα-

    ρακολούθησαν, εκτός από καµιά εκατοστή κρατουµέ-

    νους, και πολλοί αξιωµατικοί του στρατού. Ο  Αντρες

    Μίλε ρ, δηµ οσιογράφος και συγγραφέας, έδωσε µια διά-

    λεξη µε θέµα τα σφάλµατα τακτικής των ηγετών της Πα-

    ρισινής Κοµµούνας, προς µεγάλη έκπληξη της φαντα

    ρίας που φρουρούσε το εργαστήριο υποδηµατοποιίας,

    µετονοµασµένο από εµάς σε Μ έγα Αθήναιον του Τεµού

    κο. Ένας άλλος διάσηµος «prigué», ο Χενάρο Αβενδάνιο

    (τον εξαφάνισαν το   1979), συγκίνησε κρατουµένους και

    στρατιωτικούς µε µια δραµατοποιηµένη παρουσίαση

    της διά λεξης του Ο υναµούνο στη Σαλαµάνκα.

    Είχαµε ακόµα και µια µικρή βιβλιοθήκη, µε τίτλους

    που ήταν απαγορευµένοι έξω, χάρη στην περίεργη λογο-

    κρισία που ασκούσε ο υπαξιωµατικός ο επιφορτισµένος

    να

     «διυλίζει»

      τα βιβλία που µας έστελναν οι συγγενείς

    και οι φίλοι. Του χρωστούσαµε ευγνωµοσύνη για το

    ότι είχε κατατάξει µεταξύ των βιβλίων για Πρώτες Β οή-

    θειες και το αντίτυπο του  Οι ανοιχτές πληγές της Λατινικής

    Αµερικής που

     κοσµούσε

     τη

     βιβλιοθήκη µας. Είχαµε ακό-

    µα και µαθήµατα υψηλή ς µαγειρικής. Πώς να ξεχάσω το

    πάθος του Χούλιο Γκαρσές, πρώην µάγειρου του Club

    de la

      Union,

      της Μέκκας της χιλιανής αριστοκρατίας,

    όταν υποστήριζε ότι το λίπος του κουνελιού ήταν εκ

    PATAGONIA EXPRESS

    των ων ουκ άνευ για την παρασκευή µιας καλής σάλτσας

    από το συκώτι του ίδιου ζώου, κι όταν επέµενε ότι ήταν

    βασικό να µαγειρεύεις σούπα από χέλι µε το ίδιο λευ κό

    κρασί που  θα  σέρβιρες αργότερα στο τραπέζι; Χρόνια

    αργότερα, συνάντησα τον Γκαρσές στο Βέλγιο. Ήταν

    chef  ενός περιώνυµου εστιατορίου στις Βρυξέλλες, και

    µου

      'δείξε

      µε καµάρι τα δύο διπλώµατα µε τα οποία ο

    Οδηγός Michelin είχε επιβραβεύσει τη µαγειρική του

    τέχνη. Ήταν δυο κοµψά διπλώµατα, που πλαισίωναν

    τιµητικά ένα τρίτο, γραµµένο µε το χέρι σ' ένα φύλλο

    τετραδίου: το Michelin του Τεµούκο, που του το   'χαµέ

    απονείµει για ένα εξαίσιο σουφλέ µε θαλασσινά, φτιαγ-

    µένο µε πολύ µεράκι, µια τηγανιά µύδια, γαλέτα κι αρω-

    µατικά βότανα, καλλιεργηµένα σε µια γλάστρα που τ ην

    είχαµε όλοι σαν τα µάτια µας, από φόβο για τις γάτες της

    φυλακής.

    Εννιακόσιες σαράντα δύο µέρες κράτησε η παραµονή

    µου σ' αυτή τη χώρα των πάντων και του κανενός.  Το

    «µέσα» δεν ήταν το χειρότερο που µπορούσε να µας συµ-

    βεί.

     Ήταν άλλη µια

     µορφή τού

     να µένεις όρθιος στη ζωή.

    Το χειρότερο ήταν όταν, περίπου κάθε δεκαπέντε µέρες,

    µας

     πήγαιναν στο στρατόπεδο

     του Τουκαπέλ για

     τις ανα-

    κρίσεις. Τότε συνειδητοποιούσαµε πως, επιτέλους, πλη-

    σιάζαµε το πουθενά.

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    13/94

    Ο

    ι στρατιωτικοί είχαν σε αρκετά µεγάλη υπόληψη

    τις καταστροφικές µας δυνατότητες. Μ ας ρωτού-

    σαν για σχέδια να δολοφονήσουµε όλους τους ηγέτες

    της στρατιωτικής Ιστορίας της Αµερικής, ν' ανατινά-

    ξουµε γέφυρες, να σκάψουµε σήραγγες και να προετοι-

    µάσουµε την απόβαση ενός φοβερού και τροµερού εξω-

    τερικού εχθρού, που δεν µπορούσαν να εξακριβώσουν

    ποιος ήταν.

    Το  Τεµούκο είναι µια θλιβερή  πόλη — βροχερή και

    γκρίζα. Κανείς δε θα 'λέγε πως είναι άξια για τουριστι-

    κή εκµετάλλευση, κι έτσι, το στρατόπεδο του Τουκαπέλ

    έφτασε να θεωρείται σαν ένα διαρκές συνέδριο των σα-

    διστών όλου του κόσµου. Στις ανακρίσεις, εκτός από

    τους χιλιανούς στρατιωτικούς που, όπως και να το κά-

    νουµε, ήταν οι αµφιτρύονες, συµµετείχαν πράκτορες

    της βραζιλιανής στρα τιωτικής κατασκοπίας (οι χειρότε-

    ροι όλων), βορειοαµερικανοί διπλωµάτες, αργεντινοί

    παραστρατιωτικοί, ιταλοί νεοφασίστες, ακόµα και κάτι

    τύποι της Μοσάντ.

    24

    PATAGONIA

      EXPRESS

    Πώς να ξεχάσω τον Ρούντι Βάισµαν, Χιλιανό, εραστή

    του Νότου και των ιστιοφόρων, που βασανίστηκε και

    ανακρίθηκε στη γλυκιά γλώσσα των συναγωγών Ο Ρού-

    ντι, που είχε δώσει την ψυχή του για το Ισραήλ (πήγε κι

    έζησε σ' ένα

      κιµπούτς,

      αλλά η νοσταλγία της Γης

      τού

    Πυρός ήταν πολύ δυνατή, κι επέστρεψε στη Χιλή), δεν

    µπόρεσε ν' αντέξει αυτή την προσβολή. ∆εν το χωρού-

    σε ο νους του πως το Ισραήλ ήταν δυνατόν να υποθάλ-

    πει αυτή τη σπείρα των εγκληµατιών, κι ο Ρούντι Βάι-

    σµαν, που υπήρξε πάντα το πιο φωτεινό παράδειγµα

    του καλοδιάθετου ανθρώπου, µαράθηκε σαν ξεχασµένο

    φυτό. Ένα πρωί, τον βρήκαµε νεκρό µέσα στον υπνόσα-

    κο του. Η έκφραση του καθιστούσε περιττή οποιαδήπο-

    τε νεκροψ ία: ο Ρούντι Βάισµαν είχε πεθάνει από θλίψη.

    Ο διοικητής του στρατοπέδου του Τουκαπέλ (δεν ανα-

    φέρω τ' όνοµα  του από λόγους στοιχειώδους σεβασµού

    προς το χαρτί) ήταν ένας φανατικός θαυµαστής του στρα-

    τάρχη Ρόµελ. Όταν συµπαθούσε κανέναν κρατούµενο,

    τον καλούσε για ανάκριση στο γραφείο του. Εκεί, αφού

    τον διαβεβαίωνε πως  ό,τι  συνέβαινε στο στρατόπεδο,

    υπηρετούσε τα όσια και ιερά συµφέροντα της πατρίδας,

    τον κερνούσε ένα ποτηράκι Korn (κάποιος του

      'στέλνε

    απ' τη Γερµανία αυτό το άγευστο ρακί από σιτάρι) και

    τον υποχρέω νε ν' ακούσει µια διάλεξη µε θέµα το Afrika

    korps.

      Ο τύπος ήταν γιος ή εγγονός Γερµανών, αλλά η

    όψη του δεν µπορούσε να 'ναι πιο χιλιάνικη: ζουµπάς,

    κοντοπόδαρος, µαλλιά µαύρα κι ανακατεµένα. Θα µπο-

    ρούσες να τον πάρεις κάλλιστα για φ ορτηγατζή ή µανά-

    βη, αλλά όταν µιλούσε για τον Ρόµελ, µεταµορφωνόταν

    σε µια γελοιογραφία χιτλερικού εθνοφύλακα.

    25

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    14/94

    LUIS SEPULVEDA

    Η διάλεξη τελείωνε µε µιαν αναπαράσταση της αυτο-

    κτονίας του Ρόµελ: ο διοικητής χτυπούσε τα τακούνια,

    έφερνε το δεξί του χέρι στο µέτωπο, χαιρετώντας µιαν

    αόρατη σηµαία, ψιθύριζε ένα adieu,  geliebtes Vater

    land,* κι έκανε πως φύτευε µια σφαίρα στο στόµα του.

    Όλοι ελπίζαµε πως, µια µέρα, θα το  'κάνε στ' αλήθεια.

    Υπήρχε κι ένας άλλος περίεργος αξιωµατικός στο

    στρατόπεδο: ένας υπολοχαγός, ο οποίος πάσκιζε να κρύ-

    ψει µια οµοφυλοφιλία που του ξέφευγε απ' όλες τις µπά-

    ντες. Οι στρα τιώτες τον φώναζαν Μαργαρίτο — κι αυτός

    το  'ξέρε.

    Όλοι εµείς οι «prigué» αντιληφθήκαµε πως ο Μ αργα-

    ρίτο υπέφερε απ' το γεγονός ότι δεν µπορούσε να στο λι-

    στεί µε διάφορα πραγµατικά ωραία πλουµίδια, κι ο φου-

    καράς τ' αναπλήρωνε µε

     ό,τι συµπραγκαλο

     επέτρεπαν οι

    κανονισµοί. Είχε πάνω του ένα περίστροφο των 45, δυο

    γεµιστήρες, µια κυρτή κάµα των καταδροµέων, δυο χ ει-

    ροβοµβίδες, ένα φακό, ένα

     ουόκιτόκι,

     τα διακριτικά τού

    βαθµού του και τ' ασηµένια φτερά του αλεξιπτωτιστή.

    Κρατούµενοι και στρατιώτες συµφωνούσαµε πω ς έµοια-

    ζε µε χριστουγεννιάτικο δέντρο.

    Ο κύριος αυτός µας αιφνιδίαζε κάπου κάπου µε γεν-

    ναιόδωρες χειρονοµίες, χωρίς να περιµένει τίποτα σε

    αντάλλαγµα (δεν ξέραµε ότι το Σύνδροµο της Στοκχόλ-

    µης** είναι γέννηµα στρατιωτικής διαστροφής), κι αµέ

    *  Γάλλο...γερµανικά  στο κείµενο: Έχε γεια, αγαπηµένη πατρίδα

    (Σ.τ.Μ.)

    * * Το  σύνδροµο της προοδευτικής ταύτισης του απαχθέντος µε τις

    θέσεις και τους στόχους του απαγωγέα. (Σ.τ.Μ.)

    26

    PATAGONIA EXPRESS

    σως µετά τις ανακρίσεις, µας γέµιζε τις τσέπες µε πουρά

    κια ή µε

     τις περιζήτητες ασπιρίνες

     µε τη

     βιταµίνη

     C.

     Ένα

    απόγευµα, µε κάλεσε στο γραφείο του.

    «Ώστε εσύ είσαι λοιπόν ο λογοτέχνης» µου είπε,

    προσφέροντας

     µου ένα κουτάκι Coca Cola.

    «Έχω γράψει κάναδυο διηγήµατα» απάντησα. «Αυτό

    είν' όλο.»

    «∆ε σε κάλεσα για να σ' ανακρίνω. Νοµίζεις ότι δεν

    καταλαβαίνω όλα αυτά που γίνονται εδώ µέσα; Τι να κά-

    νουµε, όµως; Έτσι είναι ο πόλεµος. Θέλω να µιλήσουµ ε

    σαν συγγραφέας προς συγγραφέα. Σ' αιφνιδιάζω; Ο

    στρατός έχει δώσει κι άλλους µεγάλους συγγραφείς.

    Μου 'ρχεται στο νου, π.χ., ο Αλόνσο δε Ερσίγια ι Σου

    νίχα.»

    «Ή ο Θερβάντες» πρόσθεσα.

    Ο Μαργαρίτο περιλάµβανε και τον εαυτό του στους

    µεγάλους. ∆ικό του πρόβληµα. Κι αν ήθελε κοµπλιµέν-

    τα, θα τα 'χε. Καθώς έπινα την Coca Cola µου, σκέφτηκα

    τον Γκαρσές ή, µάλλον, την κοτούλα του Γκαρσές, για-

    τί, όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, ο µάγειρος είχε µια κό-

    τα και την είχε βγάλει ∆ουλτσινέα.

    Ένα πρωί, η κότα είχε πηδήξει τον τοίχο που χώριζε

    τους «prigué» απ' τους κρατουµένους του κοινού ποινι-

    κού δικαίου. Θα πρέπει να 'ταν κότα µε βαθιά ριζωµένες

    πολιτικές απόψεις, γιατί αποφάσισε να µείνει µαζί µας.

    Ο Γκαρσές την κανάκευε κι αναστέναζε όταν της έλε-

    γε: «Α χ, έτ σι κ ι είχα εδώ µια πρέζα πάπρικα και λίγο κύ-

    µινο, θα τους έκανα ένα πάτε που θα 'γλειφαν τα δάχτυλα

    τους».

    «Θέλω να διαβάσεις την ποίηση µου και να µου πεις τη

    27

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    15/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    γνώµη σου—µε κάθε ειλικρίνεια » µου 'πε ο Μαργαρίτο,

    εγχειρίζοντας µου ένα τετράδιο.

    Βγήκα από κει µε τις τσέπες γεµάτες πουράκια, καρα-

    µέλες, φακελάκια τσάι κι ένα βαζάκι µαρµελάδα U.S.

    Army.

     Εκείνο το βράδυ, άρχισα να πιστεύω στην αδελ-

    φοσύνη µεταξύ συγγραφέων.

    Από τη φυλακή στο στρατόπεδο και τούµπαλιν, µας

    µετέφεραν σ '

     ένα

     καµιόνι για

     ζώα.

     Ο ι στρατιώτες φρόντι-

    ζαν να υπάρχει µπόλικη κοπριά αγελάδας στο πάτωµα

    πριν µας διατάξουν να ξαπλώσουµε µπρούµυτα, µε  τα χέ-

    ρια πίσω από το σβέρκο. Μας επιτηρούσαν τέσσερις έν-

    στολοι, οπλισµένοι µε τουφέκια

     GAL

     κι ακροβολισµένοι

    στις τέσσερις γωνίες της καρότσας. Όλοι σχεδόν ήσαν

    νεαροί, αποσπασµένοι απ' τα στρατόπεδα του Βορρά,

    και το βαρύ κλίµα του Νότου  τους  έκανε να 'ναι συνε-

    χώς γριπιασµένοι και κακοδιάθετοι. Είχαν διαταγές να

    πυροβολήσουν τα σακιά (εµείς ήµαστε τα σακιά) στην

    παραµικρή ύποπτη κίνηση, αλλά και κάθε πολίτη που

    θα προσπαθούσε να πλησιάσει το καµιόνι. Ωστόσο, µε

    το πέρασµα του χρόνου, η πειθαρχία χαλάρωσε, κι οι

    στρατιώτες έκαναν τα στραβά µάτια για ένα πακέτο τσι-

    γάρα ή ένα φρούτο που   πέφτε από κάποιο παράθυρο, ή

    για µια όµορφη και θαρραλέα κοπελιά που  τρέχε  δίπλα

    στο καµιόνι,  στέλνοντας  µας φιλιά και φωνάζοντας:

    «Κουράγιο, σύντροφοι Venceremos »

    Στη φυλακή, όπως πάντα, µας περίµενε η επιτροπή

    υποδοχής, µε επικεφαλής τον δόκτορα «Φλάκο»* Πρά

    * «Κοκαλιάρης» (Σ.τ.Μ.)

    8

    PATAGONIA EXPRESS

    γναν (σήµερα, διάσηµο ψυχίατρο στο Βέλγιο). Πρώτους

    απ' όλους εξέταζαν αυτούς  που δεν µπορούσαν να περπα-

    τήσουν, κι αυτούς που έφταναν µε καρδιακά προβλήµα-

    τα, κι ύστερα όσους είχαν πάθει καµιά   θλάση  ή είχαν

    τίποτα σπασµένα πλευρά. Ο Πράγναν ήταν ειδικός στο

    να υπολογίζει πόση ηλεκτρική ενέργεια είχαµε δεχτεί

    στο πέρασµα από την «ψηστιέρα», κι έλεγε ποιοι από

    µας µπορούσαµε να πάρουµε υγρά µέσα στις επόµενες

    ώρες. Στο τέλος, έφτανε η ώρα της   µετάληψης• δηλα-

    δή, η ώρα που παίρναµε τις ασπιρίνες µε τη βιταµίνη

    C  και τα αντιπηκτικά χάπια για τα ενδεχόµενα εσωτερ ι-

    κά αιµατώµατα.

    «Η ∆ουλτσινέα µετράει ώρες» είπα στον Γκαρσές κι

    έψαξα να βρω µια γωνιά, για να διαβάσω µε την ησυ χία

    µου το τετράδιο του Μαργαρίτο.

    Οι σελίδες του τετραδίου, γραµµένες µε λεπτή  καλλι

    γραφία, ξεχείλιζαν έρωτα, µέλι, υπέροχους καηµούς

    και λησµονηµένα  άνθη. ∆ε χρειάστηκε να πάω στην τρί-

    τη σελίδα για να καταλάβω ότι ο Μαργαρίτο δεν είχε

    κάνει καν τον κόπο να κλέψει τις ιδέες του  µεξικανού

    ποιητή Αµάδο Νέρβο — είχε αντιγράψει τα ποιήµατα

    λέξη προς λέξη.

    Φώναξα τον Πεγιούκο Γάλβες, έναν καθηγητή των

    ισπανικών, και του διάβασα λίγους στίχους.

    «Τι σου λένε, Πεγιούκο;»

    «Αµάδο Νέρβο. Από  τη συλλογή Οι εσωτερικοί κήποι »

    Είχα µπλέξει — και µάλιστα, πολύ άσχηµα. Αν ο

    Μαργαρίτο µάθαινε ότι γνώριζα το έργο του Νέρβο,

    ενός ποιητή λίγο ζαχαρωτού, τότε εγώ (κι όχι η κότα

    του Γκαρσές)  θα  µετρούσα ώρες.  Το θέµα  ήταν σοβα

    29

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    16/94

    LUIS   SEPULVEDA

    ρό. To ίδιο βράδυ, το 'φερα στο Συµβούλιο των Π αλιών.

    «∆ε µου λες...» ρώτησε ο Ιριάρτε, «ο Μαργαρίτο είναι

    ενεργητικός ή παθητικός;»

    «Κόφ' την πλάκα» έκανα. «Εδώ παίζεται το κεφάλι

    µου.»

    «∆εν κάνω καθόλου πλάκα. ∆εν αποκλείεται, ο καρα-

    βάνας να θέλει να κάνετε δεσµό, και να σου 'δώσε το τε-

    τράδιο όπως αν άφηνε να του πέσει µπροστά σ ου το µε-

    ταξωτό του µαντιλάκι. Κι εσύ, µαλάκα, έσκυψες και το

    µάζεψες. Ίσως ν' αντέγραψε τα ποιήµατα για να σου πε-

    ράσει ένα µήνυµα. Έχω γνωρίσει πολλές αδελφές που

    αποπλάνησαν αγοράκια  πασάροντας  τους το

      Ντέµιαν

    Αν, λοιπόν, ο Μαργαρίτο είναι παθητικός, τότε δε  θα

    'σαι πια ο Αµάδο Νέρβο του, αλλά ο amado

      nervio**

    του. Κι αν είναι από τους ενεργητικούς, µου φαίνεται

    πως πρέπει να πονάει λιγότερο από µια κλοτσιά στ' αρ-

    χίδια.»

    «Ούτε µήνυµα ούτε τίποτα» παρενέβη ο  Αντρες  Μί-

    λερ. «Ο  καραβάνας  σού  'δώσε  τα ποιήµατα για δικά

    του, κι εσύ πρέπει να του πεις πως σ' άρεσαν πολύ. Αν

    ήταν να στείλει κάποιο µήνυµα, τότε θα 'δίνε  το τετρά-

    διο στον

     Γκαρσές•

      είναι ο µόνος που καλλιεργεί εσωτε-

    ρικό κήπο. Εκτός αν ο Μαργαρίτο δεν ξέρει για τη γλά-

    στρα...»

    «∆ε σοβαρευόµαστε, λέω 'γώ;» είπε ο Πράγναν. «Κάτι

    * Το  γνωστό εφηβικό µυθιστόρηµα του Hermann

     Hesse.

     (Σ.τ.Μ.)

    ** Ευρηµατικό (αλλά δυσµετάφραστο) λογοπαίγνιο µε το όνοµα του

    µεξικανού ποιητή και τις λέξεις amado   nervio  ( =  νευρικός ερα-

    στής). (Σ.τ.Μ.)

    3

    PATAGONIA

      EXPRESS

    πρέπει να του πει ο συνάδελφος, κι ο Μαργαρίτο δεν

    πρέπει να υποψιαστεί τίποτα περί στίχων του Νέρβο.»

    «Πες του πως σου άρεσαν τα ποιήµατα» εισηγήθηκε ο

    Γάλβες, «αλλά πως σου φάνηκαν κάπως υπερβολικά τα

    επίθετα.

     Παράθεσε

     του τον Ουιδόβρο: "Όταν το επίθετο

    δε δίνει ζωή, σκοτώ νει". Μ' αυτό θα του δείξεις πως διά-

    βασες προσεκτικά τους στίχους του και πως του κάνεις

    κριτική ως συνάδελφος προς συνάδελφο.»

    Το

      Συµβούλιο των Παλιών επικρότησε την ιδέα

     τού

    Γάλβες, εγώ όµως πέρασα δυο βδοµάδες µε την ψυχή

    στο στόµα. ∆εν µπορούσα να κλείσω µάτι. Λαχταρούσα

    να µε σηκώσουν απ' το κρεβάτι µε κλοτσοπατινάδες και

    ηλεκτρικά σοκ, για να τους αποκαλύψω πού είχα κρύψει

    το καταραµένο τετράδιο. Είχα φτάσει, µάλιστα, να σιχα-

    θώ

     το καλαµπούρι του Γκαρσές: «Σύντροφε, αν όλα πάνε

    καλά κι αν, µαζί µε το κύµινο και την πάπρικα, 'κονοµ ή-

    σεις και κάνα βαζάκι κάππαρη, αχ, αγόρι µου , τι τσι-

    µπούσι έχουµε να κάνουµε µε την κότα »

    Στις δεκαπέντε µέρες (επιτέλους ), ξαναβρέθηκα

    µπρούµυτα και µε τα χέρια πίσω από το σβέρκο, πάνω

    σ' ένα παχύ στρώµα κοπριάς. Σκέφτηκα πως µάλλον εί-

    χα αρχίσει να τρελαίνοµαι: όδευα πανευτυχής να συνα-

    ντήσω κάτι που το λένε βασανιστήρια.

    Στρατόπεδο Τουκαπέλ. ∆ιοικητήρ ιο. Στο βάθος, ο αει

    πράσινος Νιελ όλ, ο ιερός λόφος των

     µαπούτσε

    Έξω απ'

    το γραφείο των ανακρίσεων υπήρχε µια αίθουσα αναµο-

    νής, όπως σ' ένα ιατρείο. Εκεί, µας κάθιζαν σ ' ένα παγκά

    *

     mapuche:

      Φυλή ιθαγενών της κεντρικής Χιλής. (Σ.τ.Μ.)

    31

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    17/94

    LUIS   SEPULVEDA

    κι,

     µε

     τα χέ ρια δεµένα πισθάγκωνα, και το κεφάλι σκεπα-

    σµένο µε µια µαύρη κουκούλα. Ποτέ δεν κατάλαβα το

    λόγο ύπαρξης της κουκούλας, αφού, όταν περνούσαµε

    µέσα, µας την έβγαζαν, και µπορούσαµε να δούµε τους

    ανακριτές, τα φανταράκια που

     γύριζαν

      πανικόβλητα τη

    µανιβέλα της ηλεκτρικής γεννήτριας, τους υγειονοµι-

    κούς που µας έβαζαν τα ηλεκτρόδια στον πρωκτό, στους

    όρχεις, στα

     ούλα,

     στη γλώσ σα, και µετά την «ψ ηστιέρα»

    µας στηθοσκοπούσαν, για να διαπιστώσουν ποιος υπο-

    κρινόταν και ποιος είχε λιποθυµήσει στ' αλήθεια.

    Ο Λάγος, ένας διάκονος των «Ρακοσυλλεκτών της Εµ-

    µαούς», ήταν ο πρώτος που ανακρίθηκε εκείνη τη µέρα.

    Εδώ

     κι ένα χρόνο τον βασάνιζαν για

     να

     τους αποκαλύψει

    πώς είχαν πέσει στα χ έρια του κάτι παλιές στρατιωτικές

    στολές που είχαν βρεθεί στις αποθήκες των ρακοσυλλε-

    κτών. Τους τις είχε δωρίσει κάποιος

     που

     πουλούσε στρα-

    τιωτικές

     παλιατζούρες.

      Ο Λάγος ούρλιαζε απ' τον πόνο

    κι επαναλάµβανε ξανά και ξανά

     ό,τι

     ήθελαν ν' ακούσουν

    οι καραβανάδες: οι στολές αυτές ανήκαν στο στρατό

    ενός εισβολέα που απ' ώρα σε ώρα

     θα 'κάνε

      απόβαση

    στις ακτές της Χιλ ής.

    Περίµενα τη σειρά µου, όταν ένα χέρι

      µού

      αφαίρεσε

    την κουκούλα. Ήταν ο υπολοχαγός Μαργαρίτο.

    «Ακολούθησε µε» διέταξε.

    Μπήκαµε σ' ένα γραφείο. Πάνω στο µοναδικό έπιπλο

    του γραφείου είδα ένα φλιτζάνι µε κακάο κι ένα κουτί µε

    πουράκια που, προφανώς, έµελλε να επιβραβεύσουν τα

    θετικά

     µου σχόλια για το λογοτεχνικό του έργο.

    «∆ιάβασες την

      ποίηση

      µου;» µε ρώτησε,

      δείχνοντας

    µου ένα κάθισµα.

    32

    PATAGONIA

      EXPRESS

    «Ποίηση»... Ο Μαργαρίτο δεν

     τα 'λέγε ποιήµατα—τα

    'λέγε  ποίηση. Ένας άνθρωπος κάργα στα πιστόλια και

    τις χειροβοµβίδες, δεν µπορεί να λέει τη λέξη «ποίη-

    ση» και να µην ακούγεται γελοίος και

      θηλυπρεπής.

    Εκείνη τη στιγµή, ο τύπος µού προκάλεσε ναυτία, κι

    αποφάσισα πως, αν κατουρούσα αίµα, σύριζα όταν µι-

    λούσα, και µπορούσα να φορτίσω µπαταρίες µόνο και

    µόνο µε το να τις αγγίζω, δε

     θα

     κώλωνα µπροστά σ' έναν

    καραβάνα

     πούστη και λογοκλόπο.

    «Έχετε ωραίο γραφικό χαρακτήρα, υπολοχαγέ» του

    είπα,

      επιστρέφοντας

      του το τετράδιο. «Ξέρετε όµως

    πως οι στίχοι αυτοί δεν είναι δικοί σας.»

    Τον είδα να τρέµει. Ο τύπος κουβαλούσε πάνω του

    όπλα ικανά να µε σκοτώσουν χίλιες φορές, κι αν δεν

    ήθελε να λεκιάσει τη στολή του, µπορούσε να διατάξει

    άλλον να το κάνει. Τρέµοντας απ' την οργή του, σηκώ-

    θηκε όρθιος, γκρέµισε στο πάτωµα ό,τι ήταν πάνω στο

    έπιπλο, και ούρλιαξε:

    «Τρεις βδοµάδες στον κύβο, αναρχικό σκουλήκι,

    αφού περάσεις πρώτα απ' τον πεντικιουρίστα »

    Ο

     πεντικιουρίστας ήταν

     ένας πολίτης, ένας γαιοκτήµο-

    νας που, κατά την αγροτική µεταρρύθµιση, είδε να του

    απαλλοτριώνουν χ ιλιάδες στρέµµατα, κι έπαιρνε την εκ-

    δίκηση

      του συµµετέχοντας ως εθελοντής στις ανακρί-

    σεις. Η

     ειδικότητα

      του ήταν να ξεριζώνει τα νύχια των

    ποδιών, κάτι που προκαλούσε τροµερές µολύνσεις.

    Τον κύβο τον ήξερα. Πέρασα τους πρώτους έξι µήνες

    φυλακή σε πλήρη αποµόνωση στον κύβο, ένα υπόγειο

    καµαράκι γύρω στο ενάµισι µέτρο πλάτος και περίπου

    το ίδιο µήκος και ύψος. Παλιά, στη φυλακή του Τεµού

    33

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    18/94

    LUIS   SEPULVEDA

    KO,

      υπήρχε ένα βυρσοδεψείο, κι ο κύβος χρησίµευε για

    ν' αποθηκεύουν λίπη. Οι τσιµεντένιοι τοίχοι εξακολου-

    θούσαν να βροµάνε λίπος, αλλά, µετά από µια βδοµάδα,

    τα ίδια σου τα περιττώµατα µετέτρεπαν τον κύβο σ ' ένα

    χώρο

     κατάδικο

      σου.

    Μόν ο διαγωνίως µπορούσες ν' απλώσεις κάπως το σώ-

    µα σου, αλλά οι χαµηλές  θερµοκρασίες  του Νότου, το

    νερό των βροχών και τα κατρουλιά των φαντάρων σε

    υποχρέωναν να κάθεσαι αγκαλιάζοντας τα γόνατα σου,

    να µένεις εκεί, να εύχεσαι να µικραίνεις και να µικραί-

    νεις, ώσπου να µπορέσεις ν' ανεβείς σ' ένα απ' αυτά τα

    νησάκια από κουράδα που έπλεαν και σου 'φερναν στο

    νου

     παραδεισένιας

      διακοπές. Έµεινα εκεί τρεις βδοµά-

    δες, προσπαθώντας να θυµηθώ  σκηνή προς σκηνή ται-

    νίες του Χοντρού και του Λιγνού, λ έξη προς λέξη µυθι-

    στορήµατα του Σαλγκάρι, του Στίβενσον, του Λόντον,

    παίζοντας ατέλειωτες παρτίδες σκά κι, γλείφοντας τα δά-

    χτυλα των ποδιών µου για να τα προστατέψω απ' τις µο-

    λύνσ εις. Στον κύβο, ορκίστηκα πάνω από µια φορά πως

    δε θ' ασχολιόµουν ποτέ µε την κριτική της λογοτεχνίας.

    Μ

    ια µέρα του Ιουνίου

     1976,

     το ταξίδι στο πουθενά

    έφτασε στο τέλος του. Χάρη στις ενέργειες της

    ∆ιεθνούς Αµνηστίας, αποφυλακίστηκα και, µολονότι

    ζαρωµένος και είκοσι κιλά πιο αδύνατος, γέµισα τα

    πνευµόνια µου µε τον π ηχτό αέρα µιας ελευθερίας περιο-

    ρισµένης απ' το φόβο  τού  να την ξαναχάσεις. Πολλοί

    από τους συντρόφους που παρέµειναν µέσα, δολοφονή-

    θηκαν απ' τους στρατιωτικούς. Καµαρώνω για το ότι ού-

    τε ξεχνώ ούτε συγχωρώ τους θύτες τους. Έχω δεχτεί πολ-

    λές και ωραίες ικανοποιήσεις στη ζωή µου, αλλά καµία

    δε συγκρίνεται µε τη χαρά τού ν' ανοίγεις ένα µπουκάλι

    κρασί µόλις µαθαίνεις ότι κάποιος απ' αυτούς τους

    εγκληµατίες πολυβολήθηκε εν µέση οδώ. Υψώνω τότε

    το ποτήρι µου και λέω: «Ένα κάθαρµα λιγότερ ο Ζήτω

    η ζωή »

    Αρκετούς απ' τους συντρόφους µου που επέζησαν,

    τους συνάντησα κάπου στον κόσµο, κι άλλους δεν τους

    ξαναείδα — όλοι τους, όµως, κατέχουν µια ξεχωριστή

    θέση  στις αναµνήσεις µου.

    5

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    19/94

    LUIS SEPULVEDA

    Μια µέρα, στα τέλη του 1985, σ' ένα µπαρ της Βαλέν-

    θια, έπεσα προς µεγάλη µου έκπληξη πάνω στον Γάλβες.

    Μου 'πε πως ζούσε στην Ιταλία, στο Μιλάνο, πως είχε

    αποκτήσει την ιταλική υπηκοότητα και τέσσερις πανέ-

    µορφες κόρες — όλες Ιταλίδες. Αφού µείναµε αγκαλια-

    σµένοι  κλαίγοντας  για πολλή ώρα, πιάσαµε να λέµε

    για τα παλιά, και, φυσικά, ήταν αδύνατον να µην µπει

    στην κουβέντα κι η κότα.

    «Ας αναπαύεται εν ειρήνη » είπε ο Γάλβες. «Υπήρ ξα ο

    τελευταίος απ' τους παλιούς που βγήκα, στα τέλη του

    εβδοµήντα οκτώ, και την πήρα µαζί µου. Έζησε ευτυχι-

    σµένη και παχουλή παχουλή στο σπίτι µου, στο Λος

    Άντζελες, ώσπου πέθανε από γηρατειά. Την έθαψα στον

    κήπο, κάτω από µια επιγραφή που λέει: "Ενθάδε κείται η

    ∆ουλτσινέα, ηγερία ιπποτών της ελεεινή ς µορφή ς, αυτο-

    κράτειρα του πουθενά"».

    ∆εύτερο Μέρος

    Σηµειώσεις από ένα τα ξίδι πηγαιµού

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    20/94

    Ή

    ξερα πως τα σύνορα ήταν κοντά. Πάλι είχα σύ-

    νορα µπροστά µου, µόνο που αυτά δεν τα 'βλε

    πα.

     Το

      µόνο που διέκοπτε το µονότονο σούρουπο των

    Άνδεων, ήταν η αντανάκλαση του ήλιου πάνω σε µια µε-

    ταλλική κατασκευή. Εκεί τελείωνε η Λα   Κιάκα  και η

    Αργεντινή. Απ' την άλλη µεριά ήταν η Βιγιασόν και η

    Βολιβία.

    Μέσα σε δυο µήνες και κάτι, είχα διατρέξει όλο το

    δρόµο που ενώνει το Σαντιάγο της Χιλής µε το Μπουέ-

    νο ς Άιρες, το  Μοντεβίδεο µε το Πελότας, το Σάο Πάου

    λο µε το λιµάνι του Σάντος, όπου πήγαν στο διάολο και

    οι τελευταίες µου ελπίδες να µπαρκάρω σ' ένα καράβι µε

    προορισµό την Αφρική ή την Ευρώπη.

    Στο αεροδρόµιο του Σαντιάγο, οι χιλιαν οί στρατιωτι-

    κοί είχαν σφραγίσει το διαβατήριο µου µε το αινιγµατι-

    κό γράµµα L. Τι σήµαινε άραγε; Ladron; Lunâtico;  Li -

    bre Lucido; ∆εν ξέρω αν η λέξηµίασµα  άρχιζε µε L

    * Αντίστοιχα: κλέφτης,

     παράφρων,

      ελεύθερος, λαµπρός (ή, στην αρ-

    γκό, τσακισµένος). (Σ.τ.Μ.)

    39

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    21/94

    LUIS   SEPULVEDA

    σε κάποιαν άλλη γλώσσα  του κόσµου, ξέρω όµως πως το

    διαβατήριο µου προκαλούσε αποστροφή κάθε φορά που

    το 'δειχνα σε µια ναυτιλιακή εταιρεία.

    «Όχι. ∆ε θέλουµε Χιλιανούς  µε L στο διαβατήριο.»

    «Μήπως όµως µπορείτε να µου πείτε κι εµένα τι στο

    διάσλο

      σηµαίνει;»

    «Ελάτε, τώρα Το  ξέρετε καλύτερα από µένα Χαίρε-

    τε.»

    Κάθε εµπόδιο για καλό. Κι επειδή είχα χρόνο (όλο το

    χρόν ο του κόσµου), αποφάσισα να πάω και να µπαρκά-

    ρω στον Παναµά. Από το Σάντος ώς τη ∆ιώρυγα µεσο-

    λαβούν γύρω στα τέσσερις χιλιάδες χιλιόµετρα ξηρά,

    κι αυτό είναι παιχνιδάκι για όποιον έχει το ταξίδι στο

    αίµα του.

    Μετά από διαδροµές σε ξεχαρβαλωµένα λεωφορεία,

    σε καµιόνια, σε τρένα αργά και ράθυµα, πέρασα στην

    Ασουνσιον,  την πολιτεία της διάφανης  θλίψης,  που τη

    δέρνει αδιάκοπα ο άνεµος της συµφοράς από το Τσά

    κο. Από την Παραγουάη, ξαναγύρισα στην Αργεντινή,

    κι αφού διέσχισ α την άγνωστη χώρα Ουµαουάκα, έφτα-

    σα στη Λα

     Κιάκα,

     µε σκοπό να συν εχίσω από κει το τα-

    ξίδι µου για τη Λα Π ας. Για µετά,

     θα

     'βλεπα τι

     θα 'κάνα.

    Το  σηµαντικό ήταν να ξεπεράσω τους καιρούς του φό-

    βου, ακριβώς όπως τα πλεούµενα ανοίγονται σ τη  θάλασ-

    σα για να ξεπεράσουν τις παράκτιες φ ουρτούνες.

    Αυτούς τους καιρούς του φόβου τους ένιωσα πάνω στο

    πετσί µου.

    Σε κάθε πόλη όπου σταµατούσα, επισκεπτόµουν πα-

    λιούς γνωστούς ή θεµελίωνα  καινούργιες φιλίες. Εκτός

    από εξαιρέσεις µετρηµένες στα δάχτυλα, όλοι  µού άφη

    4ο

    PATAGONIA

      EXPRESS

    σαν στην ψυχή την ίδια πικρή γεύση: οι άνθρωποι ζού-

    σα ν

     µέσα

     στο φόβο,

     για

     το  φόβο. Είχαν χτίσει µε το φόβο

    έναν αδιέξοδο λαβύρινθο, κι ο φόβος συνόδευε κάθε

    κουβέντα τους, κάθε τους γεύµα. Ακόµα και τα πιο ασή-

    µαντα γεγονότα τα επένδυαν µε µια εξωφρενική προνοη-

    τικότητα, και τις νύχτες δεν ξάπλωναν για να ονειρευ-

    τούν ένα καλύτερο µέλλον (ή παρ ελθόν), αλλά για να βυ-

    θιστούν στον πηχτό και ζοφερό βάλτο του φόβου.  Το

    ξηµέρωµα τους έβρισκε µε σακούλες κάτω από τα µά-

    τια, κι ακόµα πιο φοβισµένους.

    Μιαν από τις νύχτες του ταξιδιού µου την πέρασα σ το

    Σάο Πάουλο, προσπαθώντας απεγνωσµένα  να κάνω έρω-

    τα.  Το ναυάγιο ήταν ολοκ ληρωτικό, και το µόνο πράγµα

    που διασώθηκε, ήταν τα πόδια της συντρόφου µου, που

    έψαχναν τα δικά µου µε την ανυπόκριτη γλώσσα   τού

    δέρµατος. Ώσπου ξηµέρωσε.

    «Τι άσχηµα που το κάνουµε...» νοµίζω ότι είπα.

    «Τι περίµενες δηλαδή;» µου απάντησε εκείνη. «Είναι

    σαν να µας παρακολουθούν σαν να χρησιµοποιούµε

    το χρόνο και τα σώµατα µας κάτω απ' την πίεση του φό-

    βου.»

    Αυτοί οι άχρηστοι χοντρούληδες που λέγονται µεγά-

    λα δάχτυλα των ποδιών, χαϊδεύονταν µεταξύ τους, ενό-

    σω η κοπέλα κι εγώ µοιραζόµαστε ένα πουράκι.

    «Παλ ιά» συµφώνησα, «ήταν πανεύκολο να πάει κανείς

    στη χώρα της ευτυχίας. ∆εν υπήρχε σε κανένα χάρτη,

    αλλά όλοι ξέραµε πώς να πάµε. Ε ίχε µονόκερους και δά-

    ση ολόκληρα µε µαριχουάνα. Τώρα  πια, χάσαµε το δρό-

    µο µας...»

    Έφτασα στη Λ α Κιάκα κατά το σούρουπο, κι όταν κα

      ΐ

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    22/94

    LUIS   SEPULVEDA

    τέβηκα απ' το τρένο, ένιωσα να µε χαστουκίζει η παγω-

    νιά των Άνδεων. Έκανα ν' ανοίξω το σακίδιο και να βγά-

    λω ένα πουλόβερ, αλλά το µετάνιωσα και προτίµησα να

    περπατήσω γρήγορα και να βρω ένα µέρος να ζεστάνω

    το κοκαλάκι µου. Πρώτα, όµως, πήγα στο εκδοτήριο

    του σταθµού.

    «Θέλω να ταξιδέψω αύριο για τη Λα Πας. Μπορείτε

    να µου πείτε τι ώρα φεύγει το τρένο;»

    Ο υπάλληλος έπινε

     µάτε.

     Κρατούσε µια µεγάλη κούπα

    µε επάργυρη διακόσµηση, που άφηνε ν' αναδυθεί εκείνη

    η ευλογηµένη, γλυκόπικρη ευωδιά. Σκέφτηκα τι καλό

    που θα µου  'κάνε ένα

     µάτε

      µ' αυτή την παγωνιά...

    Ο υπάλλη λος µε κοίταξε καλά καλά, από το ένα αφτί

    στο άλλο, κι απ' το κούτελο ώς το πιγούνι, κι ύστερα

    αποτράβηξε το βλέµµα του. Ο φόβος: µ' έψαχνε στην

    αφίσα µε τις φωτογραφίες των επικηρυγµένων. ∆ε µε

    κέρασε

      µάτε

      και, πριν µου αποκριθεί, ακούµπησε κά-

    που την κούπα.

    «Να ρω τήσεις τους Βολιβιανούς. Τα σύνορα είναι δυο

    βήµατα από δω, τώρα όµως δε θα βρεις κανέναν.» Ο

    υπάλληλος µιλούσε

     τραγουδιστά

     θα 'λεγε ς πως καταγό-

    ταν απ' τη Σάλτα ή από τη Λα  Ριόχα.*

    Κοντά στο σταθµό, υπήρχε ένα ξενοδοχείο της κακιάς

    ώρας, όπως όλα τα ξενοδοχεία στα χωριουδάκια. Όταν

    µπήκα στο δωµάτιο του ξενοδοχείου (ένα µπρούντζινο

    κρεβάτι, ένα τραπεζάκι κουτσό, ένα καντηλέρι µε δυο

    *  Salta,  La  Rioja:  µεγάλες διοικητικές περιφέρειες της Αργεντινής.

    (Σ.τ.Μ.)

    42

    PATAGONIA

      EXPRESS

    κεριά, ένας καθρέφτης, ένα τσίγκ ινο λαβοµάνο, µια κα

    ράφα µε νερό, κι ένα σφουγγαρόπανο που υποτίθεται

    πως ήταν πετσέτα), άνοιξα το σακίδιο και φόρεσα ένα

    χοντρό πουλόβερ. Στο δωµάτιο έκανε όσο κρύο έκανε

    κι έξω, αλλά το κρεβάτι ήταν καλό για µια νύχτα. Τα

    κολλαριστά σεντόνια είχαν την ίδια τραχύτητα µε την

    πετσέτα, αλλά οι κουβέρτες ήταν παχιές και µάλλινες.

    Θυµήθηκα που 'χε πει κάποιος (µα ποιος διάολο ήταν;)

    πως το κρύο είναι η ασφαλιστική δικλείδα της ξενοδο-

    χειακής υγιεινής.

    Βγήκα απ' το ξενοδοχείο για να γνωρίσω τη Λα  Κιά

    κα, και βρέθηκα να διασχίζω κάτι µοναχικά και σιωπη -

    λά δροµάκια, ανάµεσα σε π ήλινα σ πίτια που, όσο έπεφτε

    το σκ οτάδι, τόσο έπαιρναν να µοιάζουν µε τα γύρω βου-

    νά. Κάναδυο τετράγωνα πιο πέρα, συνάντησα ένα µαγα-

    ζί ανοιχτό. Μύρισα το ψητό κρέας, και το επιτακτικό

    γουργουρητό της κοιλιάς µου µε οδήγησε να καθίσω

    σ' ένα τραπέζι σκεπασµένο µε λαδόκολλα.

    «Έχουµε µόνο ψητό της κατσαρόλας» είπε ο σερβιτό-

    ρος. Ήταν κοντοστούπης, µε φαρδιές πλάτες, χαµηλο

    κώλης, και κάτι µαλλιά σκληρά σαν βούρτσα, που τόνι-

    ζαν το τοτεµικό του πρόσωπο. Μιλ ούσε συριχτά, σαν να

    'λέγε τα σίγµα µέσα από τα δόντια του.

    Το κρέας ήταν πολύ νόστιµο κι αφράτο. Βούτηξα όλο

    το ψωµί µου στο ζουµί. Το κρασί ήταν λίγο στυφό, αλλά

    ευχάριστο.

    Όταν απόσωσα, παράγγειλα ένα ποτήρι ρούµι κι αφέ-

    θηκα ν' αναριγήσω απ' την ασύγκριτη αγαλλίαση του

    ρεψίµατος. Και τότε είδα το γέρο.

    Φορούσε ένα λιωµένο, καφετί, δερµάτινο αµπέχωνο.

    43

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    23/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    Μπήκε κι ακούµπησε πάνω στο τραπέζι κάτι γάντια

    της δουλειάς κι ένα τσίγκινο φανάρι.

    Ο γέρος συγκατένευε µε το κεφάλι στις υποδείξεις τού

    σερβιτόρου, κι όταν αυτός του   'φ

    ε

    Ρ

    ε

      τ Τ

    1

    ν

      κανάτα µε το

    κρασί, γέµισε ένα ποτήρι και το

      'πιε

      µονορούφι, µε τα

    µάτια κλειστά και µε την ικανοποίηση κάποιου που

    έχει µόλις τελειώσει µια εξαντλητική µέρα. Πήγα κο-

    ντά του.

    «Συγγνώµη... Είστε υπάλληλος των σιδηροδρόµων;»

    «Και ναι και όχι» µου απάντησε.

    Η   απάντηση  του µου προκάλεσε αµηχανία, τον είδα

    όµως να µου προσφέρει κάθισµα.

    «Ναι για το σιδηροδρόµων. Όχι για το υπάλληλος. Εί-

    µαι εργάτης.»

    «Κατάλαβα. Με συγχωρείτε.»

    «Χιλιανός;»

    «Φαίνεται, ε;»

    «Θες να φας κάτι;»

    Τον ευχαρίστησα, λέγοντας ότι είχα µόλις φάει, και

    τον ρώτησα για τα δροµολόγια του τρένου για τη Λα

    Πας. Εκείνη τη στιγµή, έφτασε το κρέας του. Τα µάτια

    του γέρου άστραψαν. Σκούπισε µε την πετσέτα το πιρού-

    νι και το µαχαίρι του.

    «Καλή όρεξη.»

    «Να 'σαι καλά. Θες λίγο κρασί;»

    Χωρ ίς να περιµένει την απάντηση  µου, κροτάλισε τα

    δάχτυλα  του για να ζητήσει άλλη µια κανάτα. Έβαλε

    στο στόµα την πρώτη µπουκιά κρέας και πήρε ένα ύφος

    ρεµβώδες.

    «∆εν υπάρχει τίποτα  πιο νόστιµο απ' το ψητό µοσχάρι.

    44

    PATAGONIA

      EXPRESS

    Αυτό το ζώο είναι όλο ψαχνό, αλλά είναι καλύτερο ψητό

    στην κατσαρόλα.»

    «Έχετε δίκιο. Στην υγειά σας.»

    «Στην υγειά σου. Ξέρεις τι λείπει εδώ, στο Βορρά;  Το

    τσιµιτσούρι*

      Αυτό λείπει. Απ ' τους στίχου ς λείπει η ρί-

    µα, κι απ' το ψητό το

      τσιµιτσούρι.»

    «Συµφωνώ απολύτως.»

    Ο γέρος µασουλούσε µε µακροβιοτική πειθαρχία. Λί-

    γο ζουµί πήγε να φύγει απ' τη σχισµή των χειλιών του,

    αλλά η γλώσσα του έδρασε µε άψογη ταχύτητα. Αφού

    µασουλούσε µε το πάσο του, κατέβαζε τις µπουκιές µε

    µπόλικο κρασί.

    «Στή  Λα Πας, λοιπόν, ε; Πρόσεχε το υψόµετρο εκεί

    πάνω. Αν σου

      'ρθει

      καµιά ζάλη, φάε κρεµµύδι. Βάλε

    ένα κρεµµύδι στη µηχανή σου. Στη Λα Πας — µάλι-

    στα...  Το  τρένο φεύγει µεταξύ οκτώ και δώδεκα. Όχι

    και πολύ εγγλέζικο, ε; Έχεις εισιτήριο;»

    Μιλούσε χωρίς να µε κοιτάζει. Όλη του η προσοχή

    ήταν στραµµένη σ' ένα κοµµατάκι κρέας που ψυχορρα-

    γούσε στο ζουµί του, ώσπου το πιάτο καθάρισε εντελώς.

    «Όχι. ∆εν το 'χω πάρει ακόµα» είπα κι έκανα να σηκω -

    θώ, αλλά ο γέρος παράγγειλε άλλη µια κανάτα κρασί.

    «Να µε συµπαθάς, αλλά είχα µια πείνα Φαντάσου: πά-

    νω από δώδεκα ώρες  θεονήστικος »

    «Μη σας απασχολεί.»

    «Ώστε, λοιπόν, δεν έχεις εισιτήριο. Θα πρέπει τότε να

    * chimichurri: πικάντικη σάλτσα για το ψητό κρέας των Αργεντινών.

    (Σ.τ.Μ.)

    45

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    24/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    περάσεις τα σύνορα πρωί πρωί. Οι στρατιώτες τ' ανοί-

    γουν στις επτά, και πάντα υπάρχει ουρά που πε ριµένει.»

    «Θα κοιτάξω να  'µαι εκεί απ' τους πρώτους.»

    «Καλά θα κάνεις, αλλά αυτό δε φτάνει. Οι Βολ ιβιανοί

    θα σου πουν πως δεν υπάρχει εισιτή ριο ούτε για δείγµα,

    πως έχουν εξαντληθεί. Αυτό θα σου πουν. Τη µάνα που

    τους γέννησε Οπότε, ξέρεις τι πρέπει να κάνεις; ∆ιπλώ-

    νεις ένα χαρτονόµισµα των πενήντα µάνγκο... Με πιά-

    νεις;»

    «Κατάλαβα. Ευχαριστώ για την πληροφορία.»

    Ο γέρος άρχισε να µε κοιτάζει περιπαικτικά. Έβγαλε

    στα µουλωχτά από το  αµπεχωνο  µια πλατιά ασηµένια

    καρφίτσα κι έπιασε να καθαρίζει τα δόντια του.

    «Ώστε Χιλιανός, ε;»

    «Όλοι  κάπου γεννιόµαστε.»

    «Τα πράγµατα είναι ακόµα άσχηµα εκεί κάτω, ε;»

    Τα πράγµατα... Αν σιχαινόµουν κάτι, ήταν οι ερωτή-

    σεις που περικλείουν την  απάντηση τους•  και, σ' εκεί-

    νους τους καιρούς του φόβου, το να µιλάς για «τα πράγ-

    µατα» δεν ήταν και πολύ φρόνιµο.

    «Γιατί... πού πάνε καλά...;»

    «Έχεις δίκιο. Σάπισε ο κόσµος.»

    Εξίσου ανόητο ήταν το να φιλοσοφείς παρέα µ' έναν

    άγνωστο για την παγκόσµια σήψη. Έκανα πάλι να ση-

    κωθώ, κι ο γέρος µ' έπιασε απ' το µπράτσο.

    «Ξέρεις τι συµβαίνει, Χιλιανέ;»

    «Όχι. Τι συµβαίνει;»

    «∆ε χόρτασα. Αυτό συµβαίνει. Τι θα 'λεγες να παραγ-

    γείλουµε ακόµα µια µερίδα και να τη µοιραστούµε στη

    µέση;»

    46

    PATAGONIA

      EXPRESS

    Και τότε ο νους µου πήγε πάλι σ ' αυτούς τους γαµηµέ-

    νους καιρούς του φόβου. Αναλο γίστηκα  ότι, σ' όλο αυτό

    το ταξίδι, έτρωγα πάντα µόνος και στα  πεταχτά, και σκέ-

    φτηκα πως το να µείνω λίγες ώρες καρφωµένος σ' εκ είνο

    το τραπέζι, ήταν µια µορφή αντίστασης.

    «Σύµφωνοι, εγώ όµως θα κεράσω το κρασί.»

    «Κόλ λα το » φώναξε ο γέρος και µου

     'τείνε

     το χέρι.

    Φάγαµε. Ήπιαµε. Μιλήσαµε για έναν ποδοσφαιριστή

    που, αν τον άφηναν να εξελιχθεί, θα γινόταν ο νέος Μα

    ραντόνα, συγκρίναµε τις γροθιές του Όσκαρ Ρίνγκο

    Μποναβένα µε αυτές του Μ αρτίν Βάργας, και συµφωνή-

    σαµε ότι το πάθος του Καρλίτος* είναι απαράµιλλο, κι η

    φωνή του Χ ούλ ιο Σόσα, του βαρόνου του ταγκό, ασυνα-

    γώνιστη.

      Το

      τραπέζι µε τη λαδόκολλα µεταµορφώθηκε

    σε οικογενειακή γιορτή, σ' ένα οποιοδήποτε λατινοαµε-

    ρικάνικο βραδάκι που το µοιράζονταν ένας Αργεντινός

    κι ένας Χιλιανός. Οι καιροί του φόβου είχαν µείνει απ'

    έξω, κι ένας αόρατος κι αµείλικτος πορτιέρης δεν τους

    άφηνε να µπουν,  δίνοντας  τους να καταλάβουν πως

    ήταν ανεπιθύµητοι.

    Όταν τελειώσαµε το δείπνο, ο γέρος  µού  θύµισε πως

    έπρεπε να 'µαι στα σύνορα απ' τα χαράµατα, κι έκανε

    µια χειρονοµία κλείνοντας την αριστερή του γροθιά κι

    αφήνοντας τεντωµένο τον αντίχειρα, σαν να  'δείχνε κά-

    τι που  'πέφτε απ' τον ουρανό ή βρισκόταν πίσω του.

    «Είναι π ολύ κοντά τα σύνορα» είπε. «Τα σύνορα αρχί-

    ζουν µε το τρένο.»

    * Εννο εί τον ξακουστό αργεντινό τροβαδούρο του ταγκό Carlos Gardel

    (18901935).

     (Σ.τ.Μ.)

    47

  • 8/19/2019 Sepulveda Luis Patagonia Express

    25/94

    LUIS

      SEPULVEDA

    Στο ξενοδοχείο, το κρεβάτι ήταν παγωµένο, σχεδόν

    υγρό, κι άργησα πολύ να ζεσταθώ. Με πλάκωναν όµως

    η κούραση του ταξιδιού κι οι πέντε κρασοκανάτες που

    'χαµέ αδειάσει µε τον σιδηροδροµικό. Ήθελα να κοιµη-

    θώ, µα φοβόµουν µη και δεν ξυπνήσω, και χάσ ω το τρέ-

    νο. Η ιδέα τού  να υποχρεωθώ να µείνω άλλη µια µέρα

    στη Λα   Κιάκα,  δε µου καλάρεσε. Κατά καλή µου τύ-

    χη, είχα µαζί µου αρκετά πουράκια, και το κάπνισµα

    βοήθησε στο να συντοµέψει η νύχτα.

    Ξηµέρωσε έτσι, απότοµα,  θαρρείς  κι ένα πανίσχυρο

    χέρι είχε τραβήξει βίαια το παραπέτασµα της νύχτας,

    κι ένα φως που πλήγωνε τα µάτια, πληµµύρισε το δωµά-

    τιο. Κοίταξα το ρολόι: ήταν έξι. Μια χαρά ώρα για να

    τραβήξω για τα σύνορα.

    Καθώς πήγαινα, έπεσα πάνω στο περίεργο κτίσµα που

    'χα δει την προηγουµένη από µακριά: µια σιδερένια γέ-

    φυρα. Στη µια της άκρη, ένα φυλάκιο βαµµένο µε τα

    χρώµατα της αργεντινής σηµαίας• στην άλλη, ένα άλλο

    φυλάκιο, βαµµένο µε τα χρώµατα της βολιβιανής ση-

    µαίας. Κάτω  από τη γέφυρα δεν περνούσε κανένας ποτα-

    µός.

    Στις επτά και κάτι, δυοτρεις αργεντινοί χωροφύλακες,

    αγουροξυπνηµένοι, άνοιξαν τα σύνορα. Ήταν πολύς κό-

    σµος: άνδρες, γυναίκες και παιδιά µε πρόσωπα τοτεµικά,

    αινιγµατικά, που µιλούσαν µεταξύ τους τα συριστικά

    ώ µάρα*

      ενώ ταυτόχρονα µασουλούσαν φύλλα κόκας,

    * aymara: γλώσσα των ιθαγενών Αϊµάρα του Περού και της Βολιβίας.

    (Σ.τ.Μ.)

    48

    PATAGONIA

      EXPRESS

    κι αυτό έκανε τα

     µάγουλα

     τους να φουσκώνουν. Κουβα-

    λούσαν βαλίτσες, δέµατα, κούτες µε φρούτα, ζαρζαβατι

    κά και χορταρικά, κότες που κρέµονταν µε το κεφάλι

    προς τα κάτω, µε κάτι άσπρα µάτια και τα φτερά απλω-

    µένα άγαρµπα, µαγειρικά σκεύη, κάτι ακαθόριστα χει-

    ροτεχνήµατα. Απ' την άλλη µεριά της γέφυρας στεκό-

    ταν ένα παρόµοιο πλήθος, και  θυµήθηκα  τα λόγια τού

    σιδηροδρο µικού όταν είδα ότι οι γραµµές του τρένου άρ-

    χιζαν δίπλα ακριβώς απ' το βολιβιανό φυλάκιο.

    Οι α ργεντινοί χωροφύλακ ες επιθεώρησαν το διαβατή-

    ριο µου, έψαξαν κ ι αυτοί να µε βρουν στην αφίσα µε τους

    επικηρυγµένους, και µου το επέστρεψαν δίχως να µου

    πουν λέξη. Πέρασα τη γέφυρα. Αντίο, Αργεντινή. Κα-

    ληµέρα, Βολιβία.

    Οι Βολιβιανοί επανέλαβαν την  τελετή•  αυτή τη φορά,

    όµως, µε ερωτήσεις που µου υπέβαλλε ένας στρατιώτης.

    «Για πού;»

    «Λα Πας.»

    «Εισιτήριο, έχεις;»

    «Όχι. Γι' αυτό ήρθα πρωί πρωί.»

    «Πόσες µέρες

      θα

      µείνεις στη Βολιβία; Έχεις πού να

    µείνεις στη Λα Πας;»

    «Όχι. Θα συνεχίσω.»

    «Για πού;»

    Για πού; Κόµπιασα. Θυµήθηκα έναν µικρό σχολικό

    χάρτη της Νοτίου Αµερικής που κουβαλούσα στο σα-

    κίδιο  µου. Ο χάρτης ήταν γεµάτος µε ονόµατα που

    µπορούσα να επικαλεστώ: Λίµα, Γουαγιάκιλ, Μπο-

    γκοτά,  Καρταχενα,  Π