Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα...

183

Transcript of Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα...

Page 1: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 2: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Copyright © 2015 Panos Coliopoulos

Sof. Dousmani 44

49100 Corfu

email: [email protected]

Page 3: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

I, SPIROSΓΚΟΜΕΝΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Μέρος B΄

Page 4: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 5: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 6: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 7: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Στον προηγούμενο τόμο καλύψαμε, με σειρά αξιολόγησης, τον πολιτισμένο κόσμο.Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με κάτι κατι-μάδες), από την Αμερικανική Ήπειρο ως τα νησιά τση Ιαπωνίας, περνώντας ενδιαμέσωςαπό Αφρικές, Μέσες Ανατολές και Ασίες, χωρίς φοβο και με πολύ πάθος –αναλόγως τσηπερίστασης, να ‘μαστε ξηγημένοι.

Και για να μην μας κατηγορήσουν για ρατσιστές και ακατάδεχτους, ολόκληρο το τε-λευταίο μέρος είναι αφιερωμένο στη λεβεντογένα Ελλάδα, όπου παραθέτουμε τα στεγνά(καλά, όχι πάντα) γεγονότα, έτσι όπως τα ζήσαμε, ανεπηρέαστα κι αποστασιοποιημένα,σαν ουδέτεροι θεατές, που λέει ο λόγος.

Δώστε προσοχή και κρατείστε σημειώσεις καθόσον το μάθημα δεν θα επαναληφθεί.

I, Spiros

7

Page 8: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 9: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Περιεχόμενα

Α’ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΗΠΕΙΡΟΣ

1) Η Μαίρη-Λου από την Αλαμπάμα................................................................................132) Η Τρέϊσυ από το Νιου Γιόρκ.........................................................................................233) Η Σάντυ από το Ελ Αίη.................................................................................................334) Η Κάρολ από το Οντάριο..............................................................................................415) Η Ροζίτα από την Αβάνα...............................................................................................516) Η Αουρέλια από το Ρίο..................................................................................................61

Β’ ΤΡΙΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΓΕΝΙΚΩΣ

1) Η Ρόζα από την Κινσάσα..............................................................................................712) Η Φατιμά από το Ριάντ..................................................................................................833) Η Σουνίτα από τη Λαχώρη............................................................................................934) Η Ζου από τη Σαγκάη..................................................................................................1015) Η Κατσούκο από το Κυότο.........................................................................................109

Γ’ ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – ΗΜΕΔΑΠΗ

1) Η Κούλα από το Κιάτο................................................................................................1192) Τασούλα and the other girls........................................................................................1293) Η Σούζυ απ’ την Καλαμαριά.......................................................................................1394) Η Ζωζώ από τον Τύρναβο...........................................................................................1475) Η κυρία Λόλα από το Μπραχάμι.................................................................................1576) Η Σταίησυ από την Αστόρια........................................................................................167

Έτσι, σαν Επίλογος..........................................................................................................179

Page 10: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 11: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 12: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 13: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

1) Η Μαίρη-Λου από την Αλαμπάμα

Page 14: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 15: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

πάρχουν πολλών ειδών Αμερικάνες που ξωκείλουν κατά ‘δω (χωρίς να ξέρουν πούακριβώς παγαίνουν) και που βωλοδέρνουν δεξιά κι αριστερά σαν ζαλισμένα κο-

τόπουλα, κάνοντας «γουάου» σε κάθε δεύτερο βήμα και προσπαθώντας να καταλάβουνγιατί αυτός εδώ ο πλανήτης είναι τόσο διαφορετικός από τον δικόνε τους. Η κατηγορίαστην οποία εντάσσεται η ηρωίδα αυτής της ιστορίας δεν είναι και τόσο αντιπροσωπευτι-κή, αλλά υπάρχει, όπως υπάρχει και η αθέατη μεριά τση Σελήνης κι ας μην την βλέπου-με.

Υ

Η Μαίρη-Λου ήρθε στην Ελλάδα επειδή έτυχε να δει το «Zorba the Greek» κι εντυ-πωσιάστηκε. Για την Κρήτη πάγαινε, αλλά μπήκε σε λάθος παπόρο και κατέληξε στηνΠάρο. Τση άρεσε όμως και σκέφτηκε αφού greek island το ένα, greek island και τ’ άλλο,το ίδιο είναι όπου να πας κι έμεινε εκεί που βρέθηκε.

Την πρωτοείδα στη παραλία και μιλάμε μου πέσαν τα μαλλιά. Φαντάσου τώρα τονΣβαρτζενέγκερ, στο πιο κοντό και στο πιο πλατύ, με κατσαρό μαλλί και μούρη ξαγρυπνι-σμένου φορτηγατζή και το όλον ντυμένο (λέμε τώρα...) μ’ ένα απειροελάχιστο στρίνγκμπικίνι. Μιλάμε τώρα για ένα θέαμα που έτσι και σου λάχει σου μένει αξέχαστο.Ολόκληρη η παραλία είχε πάθει ταράκουλο, πλην η έτσι δεν χαμπάριζε από τέτοια.

Είχα μείνει λέμε με το στόμα ανοιχτό και χάζευα, όταν ο θηλυκός Καρπόζηλος μεείδε και ήρθε καρσί καταπάνω μου.

–You Greek? με ρωτάει.

–Γιες, απαντάω εγώ παρακαλώντας ενδόμυχα τον Άη Σπυρίδωνα να μην κάμει κάνααστείο να μου βαρήσει φούσκο γιατί θα μ’ έμπαζε μισό μέτρο στην άμμο κι άντε να βγειςμετά.

–You speak English? με ξαναρωτάει με κείνη τη φοβερή προφορά των Αμερικάνωντου Νότου που ακούγεται σαν να μασάνε βρεμένα χαλίκια.

15

Page 16: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Αϊ ντου, τση λέω. Εντ γιου; (Ήθελα να κάνω και χιούμορ με το Γκοντζίλα, τρομάραμου!)

Δεν το ‘πιακε (ευτυχώς).

–Fine, μου λέει. Για πε μου τώρα, πού είναι τα βάρη και τα μονόζυγα σ’ αυτή τημπητς γιατί δεν τα γλέπω.

Κοιτάω γύρω... Ούτε βάρη, ούτε μονόζυγα.

–Μάλλον δεν έχει, τση λέω επιφυλακτικά.

–Τι fucking beach είναι αυτή χωρίς βάρη και μονόζυγα; ξεσπάει η Αμερικάνα. Πούστο fuck γυμναζόσαστε;

–Στα γυμναστήρια μήπως; προτείνω εγώ δειλά.

–Και πού στο fuck είναι αυτά τα fucking γυμναστήρια;

–Για την Αθήνα είμαι σίγουρος, τση λέω. Για εδώ δεν παίρνω όρκο.

–Fuck, fuck, fuck! τσαντίζεται το τέρας.

–Σόρρυ, τση κάνω εγώ σεμνά και ταπεινά.

–Back in the States η κάθε fucking beach έχει βάρη και μονόζυγα, μου λέει αυστηρά.

–Εδώ δεν έχουμε, παραδέχομαι.

–Fucking country! γαβγίζει η τύπισσα.

Τα πήρα.

–Α, για να σου πω..., τση κάνω. Αν δεν σ’ αρέσει πάγαινε πίσω από κει που ήρθες,που θα μας πεις και φάκινγκ κάντρυ.

Η μουσκουλαρού μου έριξε μια πατόκορφη ματιά από κείνες που σου παγώνουν τοαίμα.

–What’s your name? με ρωτάει αυστηρά σαν να ετοιμαζόταν να μου κόψει κλίση γιαυπερβολικό θράσος.

–Μι Σπύρος, τση λέω με χαρακτηριστική ρωμέϊκη περηφάνια.

–Me Mary-Lou, μου λέει εκείνη και μου δίνει το χέρι τση σε χειραψία.

Πάω να τη χαιρετήσω κι εγώ, από λεπτότητα... λάθος μεγάλο, γιατί μου κάνει ένααεροπλανικό και με σκάει κάτω σαν καρπούζι (το ευτύχημα που ήταν άμμος).

Βάνει τα γέλια η θερία, με αρπάει από τον σβέρκο και με στήνει ξανά όρθιο.

–Just joking, μου λέει.

–Ναι, γελάσαμε, τση λέω. Αλλά τι να σου κάμω που είσαι θήλεο... να ‘σανε άντραςνα σ’ έλεγα εγώ τι γέλια θα κάναμε.

–Never mind, γελάει αυτή. Θες να παλέψουμε;

–Ο Χριστός κι ο Απόστολος! εξανίσταμαι εγώ (ψιλοτρομοκρατημένος).

–Τότενες να κάνουμε arm-wrestling, προτείνει.

16

Page 17: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Δεν τρελάθηκα, τση λέω κοιτάζοντας με δέος τση μπρατσάρες τση.

–Push-ups? ρωτάει με ελπίδα. Σου χαρίζω δεκαπέντε.

–Τι λες, κυρά μου; τση λέω. Εγώ δεν κάνω ούτε πέντε καλά-καλά.

–Εντάξει, μου λέει. Αλλά να ξέρεις ότι θέλω ίση μεταχείριση. Όχι να μου χαρίζεσαιεπειδής είμαι γυναίκα... Ότι κάνει ένας άντρας το κάνω κι εγώ και καλύτερα.

–Ε, όχι και «ότι», τση κάνω.

Η μποντυμπιλντερού έβαλε τα γέλια.

–Ξέρω πού πήγε το άρρωστο μυαλό σου, μου λέει. Εντάξει, εκτός απ’ αυτό, αν και...

–Άστο, τη σταματάω. Γιατί θα χάσω πάσα ιδέα, πάνω που αρχίζεις να μ’ αρέζεις.

–Yeah? γελάει ενθουσιασμένη η έτσι. All right, man... You have good taste. Gimmefive.

–Χωρίς κόλπα, τση ξηγιέμαι.

–Εντάξει, χωρίς κόλπα, μου λέει.

Οπότε δώκαμε φάϊβ και γινήκαμε οι πρώτοι κολλητοί.

–Γουέρ αρ γιου φρόμ; τη ρωτάω εγώ από συνήθεια.

–Αλαμπάμα, μου λέει. The number one state in the whole of the fucking U S of A!

–Μι φρομ Κόρφου, τση λέω.

–Δεν το ξέρω αυτό το state, μου λέει. Πού είναι; North or South?

–Νορθ, τση λέω.

–A fucking Yank! μου πετάει με μια έκφραση αηδίας στα ανδροπρεπή τση χαρακτη-ριστικά.

–Όχι μωρή, τση λέω. Κόρφου Γκρης.

–Α, μου κάνει καθησυχασμένη. Ευτυχώς, γιατί τσου fucking yanks δεν τσου πάω κα-θόλου.

–Γιατί; απορώ εγώ.

–Γιατί οι yanks κατέστρεψαν το Αμέρικα, μου λέει. Αμόλησαν τσου fucking niggersελεύθερους και τώρα μπαίνουν σαν κύριοι στα ίδια λεωφορεία με μας.

–Τι θράσος! μουρμουράω εγώ.

–Damn right! Εμένα ο ντάντης μου είναι στο Κλαν. Έχει κυνηγήσει niggers καιniggers!

–Εξαιρετικός κύριος! μουρμουράω πάλι.

–A gentleman of the South, μου λέει η Μαίρη-Λου με περηφάνια. Είναι σερίφης.

–Και κυνηγάει μαύρους; απορώ εγώ.

–Δεν είπαμε ότι είναι στο Κλαν; τσαντίζεται η τύπισσα. Δεν φαντάζομαι να είσαι κα-νένας απ’ αυτούς τους nigger-lovers?

17

Page 18: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όχι, τση λέω. Μόνο ένας ταπεινός γκρηκ σάμερ λόβερ.

–Μ’ αρέσει, μου δηλώνει η Μαίρη-Λου. Θα κάνουμε παρέα.

–Να κάνουμε, τση λέω.

–Αλλά όχι αμέσως σεξ, μου το ξεκαθαρίζει. Just friends. Όταν είναι ώρα για σεξ θασου πω εγώ.

–Δεν βλέπω την ώρα! αναστενάζω εγώ.

–Δεν φαντάζομαι να είσαι κανένας σεξ-μάνιακ σαν αυτούς που λέει η τηλεόρασηπως έχετε στην Ευρώπη...

–Μπα, τση λέω. Μια φορά στο τόσο και αν...

–Γιατί; απορεί η μπεχλιβάνισσα. Ανίκανος είσαι;

–Τζαστ τζόκινγκ, ρε μάτια, τση εξηγώ εγώ.

–Ah, all right then... I like joking. I joke a lot myself.

–Αμ δεν το είδα;!

–I’m a professional bodybuilder, μου λέει (λες και δεν φαινότανε). Δυο φορές παρα-λίγο να κερδίσω τον τίτλο τση Miss Olympia... Αλλά τον έδωκαν σε μια fucking nigger.

–Αυτές είναι οι αδικίες, λέω.

–God bless the South, μου λέει.

–Αυτό ξαναπέστο, τση λέω.

Μου έριξε μια λοξή ματιά.

–Σου αρέσει το σώμα μου, βρε; με ρωτάει ξαφνικά.

–Και το ρωτάς; τση λέω. Άγαλμα σωστό!

–Περίμενε να σου δείξω, μου κάνει.

Όπου πετάγεται όρθια κι αρχίζει να παίρνει πόζες φουσκώνοντας και σφίγγοντας σανδυσκοίλιο που δεν του βγαίνει ο κούτσουλος με τίποτσι. Όλη η παραλία μας έκανε χάζικαι γέλουνε. Ξεφτιλιστήκαμε!

–Έχεις ξαναδεί τέτοια μούσκουλα; με ρωτάει η Μαίρη-Λου φουσκώνοντας ταμπράτσα τση στο τέρμα. Πιάκε!... Πιάκε να δεις οπού είναι σίδερο.

–Άσε, τση λέω, γιατί φοβάμαι μην παρασυρθώ κι εκτεθούμε.

–Μπα;! στραβογελάει το κτήνος. Με κάνεις κέφι παναπεί;

–Ουου, τση λέω. Με χίλια!

–Είπαμε όμως, Σπάϊρους... Όχι σεξ προς το παρόν. Μόνο φίλοι.

–Μα γνωριζόμαστε ήδη μισή ώρα, τση λέω.

–Ασυγκράτητοι εισάστουνε εσείς οι Έλληνες, ρε παιδί μου! γελάει η μποντυμπιλντε-ρού. Το μυαλό σας συνέχεια εκεί το έχετε. Καλά... Ας κάνουμε μια μικρή αβαρία...

–Τι, εδώ;!!! αναφωνώ εγώ.

18

Page 19: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όχι, βρε. Στο ξενοδοχείο μου. Πάμε να σου φύγει η κάψα και μετά σου δείχνω με-ρικές ασκήσεις με σούστες.

–Δεν το αφήνουμε για όταν γνωριστούμε καλύτερα; τση λέω.

–Όχι, πάμε τώρα, να το βγάλουμε από τη μέση.

Τι να ‘κανα; Οι νόμοι τση φιλοξενίας βλέπεις.

Μισή ώρα αργότερα η Μαίρη-Λου μ’ επιθεωρούσε, εν αδαμιαία, με κριτικό μάτι.

–Αγύμναστος είσαι, Σπάϊρους, και θα σε μαλώσω, μου κάνει. Μα είναι pectoralsτώρα αυτοί; Είναι κοιλιακοί; Τστστστς! Μόνο το εργαλείο φαίνεται γυμνασμένο.

–Ε, αυτό χρειαζόμαστε για τη δουλειά που μας ενδιαφέρει, τση λέω, πικαρισμένοςστο φιλότιμο.

–Αυτό να μου πεις, παραδέχεται η μποντυμπιλντερού. Άντε, να τελειώνουμε.

–Μα ακόμα δεν αρχινήσαμε! διαμαρτύρομαι εγώ.

–Ε, εντάξει, δεν θα φάμε κι όλη τη μέρα ξάπλα, μου λέει. Έχουμε κι ασκήσεις νακάνουμε.

Τώρα..., αν θέλετε το πιστεύετε... Λίγο το περίεργο τση υπόθεσης, λίγο το ασυνήθι-στο τση μορφολογίας του κορμιού τση μπεχλιβάνισσας, κάτι έκαμε «κλικ» στο πάνταευαίσθητο σε μυστήριες καταστάσεις μυαλό μου και κατά συνέπεια απογειώθηκα εντε-λώς. Και μην βγει καμιά λουμπίνα να μου πει τίποτσι περί gay pride κι έτσι, γιατί θαέχουμε άσχημα ξεμπερδέματα.

Τέλος πάντων πέφτουμε στα κεφαλοκλειδώματα και τση λαβές... η Μαίρη-Λου εν-θουσιάζεται... με καθοδηγεί ευσυνείδητα, όπως ο κώουτς τον αθλητή στην προπόνηση.

–Μπράβο, αγόρι μου!... Το έχεις... λίγο πιο δεξιά... αριστερά τώρα... το χέρι πιοελεύθερο... μη σφίγγεσαι... άστο να σε πάει ο παλμός... πιο σιγά... πιο γρήγορα... συγκε-ντρώσου... Δεν συγκεντρώνεσαι!... Κάτσε να σου δείξω...

Δεν έβανε γλώσσα μέσα! Λες και ήταν έξω από τον αγώνα, στον πάγκο, και σημείω-νε λάθη κι ελλείψεις!

–Σκάσε, μωρή, τση λέω. Χάνω την αυτοσυγκέντρωση μου.

–Τη χάνεις γιατί κάνεις λάθος κίνηση, με διορθώνει αυτή. Πήγαινέ το αγάλι-αγάλικαι μετά... τσάααακ... φορτώνεις τα πάντα και ασκώνεις τη μπάρα με τη μία...

Δεν γινόταν προκοπή έτσι. Τζάμπα παιδευόμασταν.

–Είδες που είχα δίκιο όταν σου έλεγα πως είσαι αγύμναστος, μου λέει η αυτοδιορι-σμένη κώουτς. Θες δουλειά για ν’ αποδώσεις.

–Τι λες μωρή; τση βάνω τση φωνές εγώ. Ξέρεις σε ποιον μιλείς; Στο νάμπερ ουάντση ανατολικής Μεσογείου μιλάμε και λίγα που λέω.

–Εντάξει, μου λέει. Δεν θέλω να σε προσβάλω, αλλά πας να σηκώσεις βάρος με τηδύναμη ενώ χρειάζεται παλμός.

–Πάμε πάλι και θα σου δείξω εγώ τι εστί παλμός, τση κάνω. Αλλά πρόσεχε, κακο-μοίρα μου, μην ανοίξεις το στόμα σου γιατί θα στο βουλώσω με βρεγμένη πατσαβούρα.

19

Page 20: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Η Μαίρη-Λου άσκωσε τα μυώδη τση μπράτσα ψηλά.

–Καλάαααα..., μου λέει. Suit yourself... You are on your own!

Κι άντε ξανά-μανά οι λαβές και τα κεφαλοκλειδώματα κι άντε και τούτο κι άντεεκείνο... Η θερία τσιμουδιά, αλλά βάλθηκε να με οδηγήσει με το σώμα τση τώρα (γιατίπρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι) κι αλλού πάγαινα εγώ, αλλού εκείνη.

Είδα κι απόειδα (ξανά)... έριξα λευκή πετσέτα.

–Άστο, τση λέω. Καλύτερα φίλοι.

–Αμ δεν στο ‘πα εγώ απ’ την αρχή;

–Εσύ μου το ‘πες, μάτια, αλλά έλα που μ’ έπιακε εμένανε ο ενθουσιασμός!...

–Με τον ενθουσιασμό δεν γένεται τίποτσι, μου λέει διδακτικά. Χρειάζεται μέθοδοςκαι προετοιμασία.

–Τώρα να σε ρωτήσω καντιντίς κώουτς; τση λέω εγώ.

–Αν δεν ρωτήσεις πώς θα μάθεις;

–Καλά, τση κάνω. Εσύ, όσο το προσπαθούσαμε δεν ένιωσες τίποτσι;

Με κοίταξε συνοφρυωμένη.

–Μα για μένα το κάναμε ή για σένα; με ρωτάει.

–Και για τσου δυο μας, τση λέω.

–Α, γιατί εγώ νόμιζα πως το κάναμε για σένα και είπα, μιας και ειμάστουνε φιλα-ράκια, να σ’ εξυπερετήσω.

–Αντί να μ’ εξυπερετήσεις εμένα δεν κοιτάς να εξυπερετηθείς η ίδια; τση λέω.

–Εγώ δεν έχω ανάγκη, μου λέει.

–Ναι, αλλά δεν καταλαβαίνεις Χριστό!

–Ε, και;

–Τι ε, και, βρε βουρλισμένη, ξεσπάω εγώ. Αυτά τα πράματα χρειάζονται δύο. Δεν εί-ναι όπως το ατομικό άθλημα...

Έμεινε για λίγο σκεφτική.

–Μπορεί να είναι από τ’ αναβολικά, μου λέει μετά.

–Δηλαδή;

–Πώς νομίζεις ότι χτίζουμε όλη αυτή τη μυϊκή μάζα; Παίρνουμε του κόσμου τασκευάσματα. Ε, ίσως υπάρχουν και κάποιες μικρές επιπτώσεις...

– «Μικρές»! Αναφωνώ εγώ. Ορή κοπέλα, εσύ έχεις καταντήσει κούτσουρο μιλάμε!

–Ναι, αλλά έφτιαξα σωματάρα!

–Να τη χαίρεσαι!

–Ευχαριστώ.

20

Page 21: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Δεν στο λέω για να σε συγχαρώ.

Η θερία κατέβασε τα μούτρα.

–Η αλήθεια είναι, Σπάϊρους, ότι έχει πάρα πολύ καιρό να μου την πέσει άντρας,όπως εσύ καλή ώρα, ομολόγησε. Έχω ξεχάσει πώς είναι.

–Κι από ορμές... τίποτσι, ορή; απορώ εγώ.

–Τίποτσι.

–Καλά, τση λέω. Άσε... θα σ’ αναλάβω εγώ. Αλλά θα κάμεις το πρόγραμμα που θασου ορίσω... Μ’ αυτή τη συμφωνία.

Με κοίταξε μπερδεμένη.

–Θα το κάμεις αυτό για μένα, Σπάϊρους; μου κάνει.

–Μόνο αν ακούς ότι σου λέω, τση λέω. Και πρώτα απ’ όλα... Για όσο είσαι εδώ τααναβολικά κομμένα.

–Μα...

–Αλλιώς βρες άλλον κώουτς.

– Okay coach.

–Ωραία, τση λέω. Και τώρα πάγαινε να μου φτιάξεις μια φραπεδιά. Με πέντε ζάχα-ρες και τίγκα στον αφρό. Κοίτα, κακομοίρα μου, μην κάνεις λάθος!

– Okay coach.

Οι επόμενες μέρες ήτουνε κόλαση για τη Μαίρη-Λου από την Αλαμπάμα. Ούτε που-ς-απς δεν την άφηνα να κάμει (εξόν κι αν έκαμε κρυφά όταν πάγαινε στον καμπινέ). Όλατα «σκευάσματα» πήγαν στα σκουπίδια κι έτρωγε ότι έτρωγα, από μουσακά μέχρι σου-βλάκι πιτόγυρο, χωρίς ειδικές διατροφές και τέτοιες αηδίες. Στερητικό σύνδρομο είχεπάθει η άχαρη, σαν τα πρεζόνια που περνάνε από στεγνό πρόγραμμα. Χρυσό μ’ έκαμε νατην αφήκω ν’ ασκώσει έστω ένα μπαούλο, έστω μια ντουλάπα, αλλά εγώ εκεί, βράχος!

–Μη σε πιάκω, κακομοίρα μου, ν’ ασκώνεις τίποτσι βαρύτερο από ένα ποτήρι γιατίθα ‘χουμε κακά ξεμπερδέματα, την προειδοποίησα.

–Είσαι πολύ σκληρός, κώουτς.

–Για το καλό σου.

Συγχρόνως τση έκαμα και πρακτική στις ασκήσεις επί στρώματος (το μόνο άθλημαπου επιτρεπόταν) και σιγά-σιγά άρχισε να μπαίνει στο νόημα και τον παλμό. Και να δειςπου σε μια βδομάδα άρχισε να τση αρέζει. Σε δέκα μέρες είδε το φως το αληθινό!

–Κώουτς, μ’ έσωσες! μου λέει ένα βράδυ μετά την εκγύμναση. Ούτε να το φανταστώδεν μπόρουνα πως θα ήτουνε τόσο fucking funny αυτό το παραμελημένο σπορ.

–Παραμελημένο, το μάτι σου! τση λέω. Τι νομίζεις, ορή, χαζοί είναι έξι δις νοματαί-οι που ασχολούνται νυχθημερόν με δαύτο;

–Εννοώ πως είναι fun να το κάμει κανείς μαζί σου, μου λέει η σφίχτισσα. Είσαι πολύμεγάλος βιρτουόζος! Μιλάμε και γαμώ τσου βιρτουόζους!

21

Page 22: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Κοίτα τώρα που θα επιστρέψεις στα Γιου Ες οφ Αίη μην καταστρέψεις ότι με τόσοκόπο χτίσαμε, τση λέω αυστηρά.

–Έννοια σου κώουτς και δεν την ξαναπατάω, μου κάνει. Τέρμα τα βάρη και τα μα-τζούνια. Μπορεί να πω και τση Σούζυ να πάμε στο Frisco να παντρευτούμε.

Κάγκελο ο δικός σου!

–Ποια είναι η Σούζυ, μωρή; τη ρωτάω.

–My girlfriend, μου λέει.

–Λεσβία είσαι, ορή βουρλισμένη;! αναφωνώ εγώ κατάπληκτος.

Η Μαίρη-Λου τα μάσηξε.

–Δηλαδή... όχι ακριβώς... αλλά αφού δεν γενόταν τίποτσι με τσου άντρηδοι σκέφτη-κα μήπως και γένει τίποτσι με τση γκόμενες...

–Και γένηκε, ορή;

–Μπα, αλλά έπαιζα θέατρο και η Σούζυ νόμιζε πως την έβρισκα.

–Σφίχτισσα κι αυτούνη;

–Όχι, αυτή κάνει αερόμπικ.

–Α, τότε εντάξει.

–Εγκρίνεις δηλαδή, κώουτς;

–Μωρέ βγάλε τα μάτια σου, τση κάνω. Αρκεί μην ξανακυλήσεις στα σκληρά.

–Promise!

Την άη μέρα την ξεπροβόδουνα στο παπόρο για Περαία.

–Άντε, τση λέω. Και τα δέοντα στη Σούζυ.

Την είδα μαγκωμένη.

–It didn’t work, μου λέει τέλος. Την πήρα τηλέφωνο χθες βράδυ να τση πω τα ευ-χάριστα και κείνη μου ‘πε ότι δεν γένεται, λέει, γιατί αύριο φεύγει στο Βέγκας με τονΜπομπ, για να παντρευτούν, λέει –the bitch!

–Ποιος είναι πάλι ο Μπομπ; ρωτάω εγώ.

–Ο Μπομπ είναι Μίστερ Αμέρικα, μου λέει. Δεν έχεις ακουστά;

–Δεν έτυχε, τση λέω. Αλλά μη στενοχωρεύεσαι, θα βρεις άλλη ή άλλον, μιας και δενέχεις πρόβλημα με κάτι τέτοια.

–Δεν είναι αυτό που με στενοχωρεί, μου κάνει.

–Τότε;

–Να... αυτός ο Μπομπ... Το ξέρεις ότι είναι a fucking nigger?

Πού να το ‘ξερα;!

22

Page 23: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

2) Η Τρέϊσυ από το Νιου Γιόρκ

Page 24: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 25: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ην Τρέϊσυ τη χτύπησα στην Πλάκα, όπου είχε χαθεί στα καντούνια και γύρναγε σαντο μεθυσμένο κοτόπουλο. Καμιά τριανταριά γεμάτα, Αμερικάνα στο φουλ, με ματο-

γυάλια και κορδέλα στο φουσκωτό μαλλί, T-shirt συντηρητικό, φαρδιές βερμούδες, σα-γιονάρες διχαλωτές, ταγάρι από Greek Art Shop και κάμερα τση πλάκας στο λαιμό,φώναζε από μακριά: «πελάτισσα».

Τ

Τση την πέφτω το λοιπόν τση Αμερικάνας από δίπλα, στο όμορφο και το ωραίο, όχισαν κάτι λιγούρια που διασύρουν το λειτούργημα.... «Μαίη άϊ χελπ γιου;» τση λέω... «Iam lost» μου λέει. «Πε μου πού θες να πας να σε πάω» προθυμοποιούμαι εγώ... «Στααξιοθέατα» μου λέει «αλλά ξέχασα το Guide στο hotel»... «Μηδέν πρόβλημα» τση λέω.«Τώρα έχεις τον Σπύρο... μπεστ γκάϊντ έβερ!»... «Thank you» μου λέει. Και την πάω στοΜοναστηράκι, σε κάτι μαγαζιά από παιδιά δικά μας, που μας έκοβαν προμήθεια κι έβγαι-νε το μεροκάματο... και χαζεύει η Αμερικάνα και ψωνίζει σκουπίδια «made in Taiwan»ανακράζοντας κάθε τόσο «Wow! It’s wonderful!».

–Γουέρ αρ γιου φρομ; τη ρωτάω όταν καθίσαμε στου φιλάρα του Πητ για πιτόγυρο(λαμβάνειν κι από εδώ εννοείται).

–New York, μου λέει.

–Αϊ λαβ Νιου Γιόρκ, τση λέω.

–You’ve been there? ρωτάει η κότα.

–Όχι, ρε μανίτσα μου, αλλά έχω δει κάργα ταινίες, τση κάνω. Είναι σαν να έχω πάει.

Πιάκαμε το λοιπόν το λακριντί για το Νιου Γιόρκ και μου λέει ότι δουλεύει σε μιαμεγάλη εταιρία που δεν ήξερε τι πούλαγε.

–Πόσα χρόνια είσαι εκεί; τη ρωτάω.

–Δώδεκα, μου λέει. Έπιακα δουλειά μόλις τελείωσα το Κόλετζ.

–Και δεν κατάλαβες ακόμα, μωρή, τι πουλάτε; απορώ εγώ.

25

Page 26: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Έτσι είναι οι μεγάλες εταιρίες, μου εξηγεί η Τρέϊσυ. Πηγαίνουμε το πρωί, χτυπάμεκάρτα, δουλεύουμε μέχρι τση πέντε, χτυπάμε κάρτα πάλι και κάθε Παρασκευή μας δί-νουν την επιταγή. Τι μας νοιάζει τι πουλάμε;

Μιλάμε εδώ για άκρατη φιλομάθεια πια!

–Πόσο καιρό έχεις που ήρθες στη μάϊ μπιούτιφουλ κώντρυ; τη ρωτάω.

–Από χτες, μου λέει. Θα δω τα αρχαία στην Αθήνα και μετά θα πάω με tour στοDelphi, Olympia, Pompeii...

–Στην Ιταλία δηλαδή; τση κάνω.

–Όχι, μου λέει. Εδώ, στην Ελλάδα.

–Και πού θα τη βρεις την Πομπηία στην Ελλάδα, ρε μάτια; τη ρωτάω εγώ.

Με ατενίζει έκπληκτη πίσω από τα πατομπούκαλα.

–Δεν είναι η Pompeii στην Ελλάδα; απορεί.

–Μέχρι στιγμής όχι, απ’ όσο ξέρω, τση λέω.

–Και πού είναι;

–Στην Ιταλία, ρε μάτια... Στο Κολοσσαίο.

Η Τρέϊσυ συνοφρυώνεται.

–Ο ατζέντης που μου πούλησε το tour με γέλασε, μου λέει. Μου είπε πως είναι στηνΕλλάδα.

–Τόσο θα ‘ξερε κι αυτούνος..., τση λέω.

–Fuck! ανακράζει η Τρέϊσυ.

–Κι αυτό θα γένει, μανίτσα, τση λέω. Σιγά-σιγά, να γνωριστούμε πρώτα.

Δεν το ‘πιακε.

–Θέλω να δω το Acropolis, μου λέει. Κι αυτό στην Ιταλία είναι;

–Να σε πάω, ρε μανάρι μου, τση κάνω. Αλλά τι να δεις εκεί; Πέτρες και μάρμαρα;Δεν θες να σου δείξω καλύτερα ένα γουναράδικο όπου μπορείς να χτυπήσεις δερμάτιναατ ε βέρυ γκουντ πράϊς;

–Maybe later, μου λέει. Τώρα θέλω να δω το Acropolis.

Τι να κάμω, την πάω –ποδαράτο– στο Acropolis.

Στα εισιτήρια, ο Μπάμπης, παιδί δικό μας, μου λέει:

–Άργησες, ρε μαλάκα. Όπου να ‘ναι κλείνουμε.

–Τι ώρα είναι; ρωτάω εγώ έκπληκτος, γιατί αυτά τα καινούργια σκέδια δεν τα ‘ξερα.

–Δύο παρά δέκα, μου λέει ο Μπάμπης. Δύο ακριβώς βάνουμε λουκέτο καθότι δενμας φτάνει το προσωπικό.

–Καλύτερα, του κάνω. Κόψε ένα στη βλαμμένη, να το ξεπετάξουμε αυτό στο πι-τς-φυτίλι και να πάμε για άλλα.

26

Page 27: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Γερμανίδα; ρωτάει ο Μπάμπης κόβοντας το εισιτήριο.

–Αμερικάνα.

–Θα φας καλά, λαμόγιο!

Δεν είπα τίποτσι τση ξενέρωτης, αλλά την ανέβασα από τα σκαλοπάτια στον Παρθε-νώνα, όπου είχαμε τα αναπόφευκτα «γουάου» κι έναν καταιγισμό λήψης φωτογραφιώνμε κείνη μέσα στο κουάντρο –σε όλες.

–Δις ιζ γουάτ μαϊ ανσέστορς ντιντ, τση λέω υπερηφάνως.

–Wow! And again wow! απαντάει η κότα. Who built it? Plato?

Ναι, σιγά τώρα μην είχε μείνει η ταμπέλα του εργολάβου!

–Ωλ οφ δεμ, τση απαντάω. Ο Πλάτανος, ο Περικλέας, Ο Θησέας, ο Μινώταυρος...ωλ τουγκέδερ. Ιτ ιζ ε κολέκτιβ γουώρκ σελεμπραίητινγκ δε γκλόρυ οφ μάϊ γκρέητκώντρυ.

–Έχουμε ένα όμοιο στα States, μου λέει η Αμερικάνα. Αλλά δεν ξέρω ποιος το ‘φτια-ξε.

–Σίγουρα Έλληνες μετανάστες, τση λέω. Για να σας ξεστραβώσουν, μπας και γίνετεάνθρωποι.

–Are you sure? με ρωτάει ο στόκος.

–Σιούρ άϊ αμ σιούρ, τση λέω. Ποιος άλλος ξέρει να φτιάχνει Παρθενώνες;

Η Αμερικάνα κοίταξε γύρω τση.

–Εδώ όμως τ’ αφήκατε να γκρεμιστούν, παρατήρησε.

–Έχουμε και σεισμούς, ρε μανίτσα, τση λέω. Δεν κάναμε καμιά συμφωνία με τονθεό να μην κουνάει.

–Εμείς θα τα ‘χαμε επιδιορθώσει, επιμένει αυτή. Θα τα κάναμε καλύτερα από πριν.

–Όταν σας πέσει κανένα σαλούν στο Τέξας, φτιάχτε το και πλαστικό. Εμείς έτσι ταβρήκαμε κι έτσι θα τ’ αφήκουμε, τση λέω φουρκισμένος, γιατί δεν θα μας την πουν τώρακαι τ’ αμερικανάκια!

Το ευτύχημα κει πάνω βάρησε η κουδούνα τση λήξης και η ανταλλαγή απόψεων δενπήρε μεγαλύτερες διαστάσεις.

–Τι, κλείνει η Ακρόπολη; ρώτησε η Τρέϊσυ έκπληκτη.

–Είναι για να μη φθείρεται από τση πολλές πατημασιές, τση λέω.

Τι να τση ‘λεγα, ότι το προσωπικό έχει να πλερωθεί από του Αγίου Πι ανήμερα καικάνουν κινητοποιήσεις οι ανθρώποι; --μην ξεφτιλιστούμε!...

Οπόταν κατεβήκαμε και η τουρίστρια άνοιξε το μπλοκάκι με τση σημειώσεις τση.

–Πάμε στο Κολοσσαίο; μου λέει.

–Και δεν πάμε; τση λέω. Κρατήσεις για Ρώμη έχουμε κάνει;

Με κοίταξε σαστισμένη.

27

Page 28: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Για Ρώμη; απορεί. Γιατί για Ρώμη;

–Γιατί εκεί το ‘χουν το Κολοσσαίο, ρε μάτια, τση λέω.

–Fuck! αναφωνεί η Τρέϊσυ ξανά. This fucking travel agent again!

–Αμερικάνος; τη ρωτάω.

–Ιταλός, μου απαντάει.

–Εμ, γι’ αυτό, τση λέω. Δεν πάμε καλύτερα σε κάνα μπιζουτάδικο ν’ αγοράσειςωθέντικ ένσιεντ γκρηκ τζιούελρυ –σε πολύ καλές τιμές;

–Πρώρα να δω τα αρχαία, μου απαντάει πεισμωμένη η Αμερικάνα. Άλλο από τηνΑκρόπολη έχετε στην Αθήνα;

–Έχουμε το Χίλτον, τση λέω.

–Αρχαίο εννοώ, μου λέει. Με κολώνες κι έτσι...

–Θα βρούμε, τση λέω αναστενάζοντας.

Και την παγαίνω –ποδαράτο εννοείται– τσου στήλους του Ολυμπίου Διός.

–Γιατί είναι πεσμένοι; με ρωτάει η Τρέϊσυ μετά τα αναπόφευκτα «γουάου» και τσηφωτογραφίες.

–Τση φύσηξε ο αέρας κι έπεσαν, τση λέω.

–Και γιατί δεν τ’ ασκώνετε; με ρωτάει.

–Γιατί το απαγορεύει η Αρχαιολογία, τση εξηγώ. Έτσι κάτω φαίνονται πιο αρχαίες.

–Γιατί τση λένε του Ολυμπίου Διός; ρωτάει η φιλομαθής Αμερικάνα.

–Γιατί αυτό ήτουνε το όνομα αυτουνού που τση έφτιαξε, τση εξηγώ υπομονετικά.

–Καλά, Δία δεν έλεγαν κι εκείνο τον θεό που είχατε;

–Ε, ναι, τση λέω αγανακτισμένος από τόση άγνοια. Τότενες βάφτιζαν τα παιδιά απότσου θεούς, όπως τώρα τα βαφτίζουμε από τσου Αγίους.

–Εμένα με βάφτισαν έτσι από μια ηθοποιό, μου λέει.

–Τότενες δεν είχαμε ηθοποιούς.

–Κι αφού Δίας ήταν το όνομα αυτό το Ολύμπιος ήταν το παράνομα;

–Έτσι φαίνεται.

–Και γιατί το βάλαν ανάποδα.

–Έτσι κάνουμε εδώ, τση εξηγώ. Πρώτα το παράνομα και μετά το όνομα. Όπως στονστρατό: Μπαρακούντας Σπυρίδων, του Σπυρίδωνος και τση Σπυριδούλας –ευπειθώς ανα-φέρω.

Το σαΐνι το σκέφτηκε.

–Λέω μήπως τον είπαν Ολύμπιο επειδής ήταν από την Ολυμπία, μου λέει.

–Μπορεί, λέω εγώ επιφυλακτικά (γιατί δεν μπορούμε να τα ξέρουμε κι όλα πια).

28

Page 29: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Α, ωραία, μου κάνει. Αύριο το tour έχει Ολυμπία.

–Βρε μανίτσα, τση λέω. Δεν κουράστηκες με τση πέτρες; Δεν θες να σε πάω στο ξε-νοδοχείο σου να ξεκουραστείς λίγο;

–Καλά λες, μου λέει. Κάνει και ζέστη.

Το ξενοδοχείο ήταν κατά Πλάκα μεριά, απ’ αυτά τα φθηνά για τουρίστες που κάθο-νται στην Αθήνα μια-δυο μέρες πριν την κάνουν για τα νησιά.

–Thanks, μου λέει η κάργια. I’ll see you tonight.

Απογοήτευση, γιατί πολύ θα με βόλευε και τον ίδιο μια μεσημεριανή ανάπαυση μετάδημοσίων θεαμάτων, αλλά μην μας περάσουν και για λιγούρια τα τσόκαρα...

–’Ντάξει, τση λέω. Σενιαρίσου, ‘τοιμάσου και τση εννιά ώρες θα περάσω να σεπάρω.

–Εννιά; μου λέει η αγγελοκρουσμένη. Εμείς στα States τση εννιά πέφτουμε για ύπνο.

Κατά τση δέκα περνάω πάλι από το ξενοδοχείο τση Αμερικάνας. Φόρουνε ένα απότα αρχαιοπρεπή σκουτιά με τσου μαίανδρους που δεν προκάνουν να πουλάνε τα ταγα-ράδικα τση τουρίστριες και με το ταγάρι στον ώμο και τα ματογυάλια ήτουνε να γελάνεκαι τα ραδίκια. Επίσης ήτουνε και τσαντισμένη.

–Είπαμε εννιά, με αρπάει από τα μούτρα αντί για καλησπέρα.

–Ε, και τι ώρα είναι τώρα; κάνω εγώ τον χαζό.

–Δέκα, μου λέει.

–Και πού το ξέρω εγώ; τση κάνω. Σάματι έχω ρολόϊ;

–Και πώς ξέρεις την ώρα; με ρωτάει.

–Από τον ήλιο, τση απαντώ.

–Αλλά τώρα νύχτωσε, μου κάνει. Δεν έχει ήλιο.

–Είδες; τση λέω. Δικιολογημένος.

Την πήγα σ’ ένα κουτούκι ενού δικού μας παιδιού, στην Απόλλωνος... souvlaki,mouzaka, greek food... να την ταΐσω δεόντως.

–Τι είναι αυτά; ρωτάει η άσχετη δείχνοντας τα πιάτα που κατέφθασαν.

–Γκρηκ φουντ, τση λέω. Δε μπεστ!

–Εσύ γιατί δεν τρως; ρωτάει καχύποπτα.

–Εγώ κάνω δίαιτα για τη σιλουέτα μου, τση λέω.

Παραγγέλνω και ρετσίνα.

–Τ’ είναι αυτό; ρωτάει ξανά η κότα.

–Ρετσίνα γουάϊν, τση εξηγώ. Δε φαίημους νέκταρ οφ δε γκοντς.

–Σαν νέφτι είναι, μου κάνει.

29

Page 30: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Πιες το, μωρή, αγριεύω εγώ. Που μας ήρθες από τη χώρα τση κοκακόλας να μαςκάμεις κριτική στη ρετσίνα!

–It’s too strong, γκρινιάζει αυτή.

–Πιες το, μωρή, να κάμεις κεφάλι, τση λέω. Νέκταρ οφ δε γκοντς είπαμε.

Τι να κάμει και η ξενέρωτη, το ήπιε. Εντωμεταξύ είχα γλιστρήσει εγώ το χέρι υπο-γείως κι εξερευνούσα τση περιοχές υποκάτω τση τουριστικής εσθήτα –στο άνετο και τοφιλικό εννοείται.

–Σπάίρους, what are you doing? ανακράζει αλαφιασμένο το Αμερικανάκι με την πη-ρουνιά το μουζάκα στον αέρα.

–Γουατ εμ άϊ ντούϊνγκ; κάνω τον βλάκα εγώ.

–Your hand!...

–Ε, τι;

–It’s between my thighs!...

–Λόκαλ κάστομ, τση εξηγώ εγώ. Για το γουέλκομ.

Ησύχασε.

–Α, εντάξει τότε, μου λέει. Για μια στιγμή νόμισα πως μου την έπεφτες.

–Εγώ;!!! αναφωνώ. Χριστός και Παναγία!

–Okay, μου λέει. Είναι ώρα για ύπνο.

Έβαλα τα γέλια.

–Τι λες, βρε παρλιακό; τση κάνω. Ακόμα δεν ξεκινήσαμε. Δε νάϊτ ιζ γιάνγκ.

–It’s late, επιμένει δείχνοντάς μου το ρολόϊ τση.

–Εδώ όλα λαίητ ξεκινάνε, τση εξηγώ. Άντε, πλέρωσε να φεύγουμε. Άθενς μπάϊ νάϊτμιλάμε.

Εντωμεταξύ είχαμε κανονίσει με τον Νώντα, τον ταρίφα, παιδί δικό μας, που πείραζετο ταξίμετρο αριστοτεχνικά και δεν τον πιάνανε μακάρι και να ψάχναν όλα τα λαγωνικάτση Δίωξης, να μας περιλάβει από το κουτούκι με προορισμό τον μέγα Γιώργαρο τον Ζα-μπέτα από το Αιγάλεω Σίτυ.

Η Τρέϊσυ με το που μπουκάραμε στο μαγαζί χάζεψε.

–Τι είναι εδώ; μου λέει.

–Ναός, τση λέω.

Ο Σώτος, το γκαρσόνι, παιδί δικό μας, μιλημένο κι αυτό, μας καθίζει σ’ ένα τραπέζιφάτσα-μόστρα, φέρνει ουίσκια, φέρνει ξηροί καρποί, φέρνει φρούτα... τα πάντα όλα...βολευτήκαμε.

Αρχινάει ο Γιώργαρος τη λιτανεία... φεύγει το πιατικό... πέφτουν οι γυροβολιές στηνπίστα... τρελαίνεται το Αμερικανάκι.

–Is this typically Greek? με ρωτάει.

30

Page 31: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Στο φουλ, τση λέω. Έχετε τέτοια μεγαλεία εσείς στο Νιού Γιόρκ;

–Όχι, ομολογεί το χάπατο.

Τέλος πάντων έγινε ο κακός χαμός, έριξα κι ο ίδιος τση γυροβολιές μου σε σόλο τα-ξίμι του μαέστρου... «για τον κύριο Σπύρο μας... εξαιρετικά... όοοοαααα»... ενθου-σιάστηκε και η έτσι, τη βάλαμε να χορέψει και δαύτην, έσπασε κι άλλο πιατικό... πε-ράσαμε όμορφα κι ωραία και η πλερωμή –ας είναι καλά ο Μπάρμπα-Σαμ– σε travellerscheques τση American Express.

Πάλι ο Νώντας ατέντος... Πίσω στο ξενοδοχείο.

–Goodnight Spirows and thank you for a lovely evening, μου λέει η Τρέϊσυ στη ρε-σεψιόν.

–Να μην ανέβω πάνω για καφέ; τση κάνω.

–Δεν έχω καφέ, μου λέει το βλήμα.

–Θα παραγγείλουμε, τση λέω.

–Πρέπει να ξυπνήσω νωρίς, μου λέει. Γιατί αύριο το πρόγραμμα έχει Ολυμπία.

Πάλι καλά που δεν είχε τση πυραμίδες; τση Αιγύπτου!

–Βρε ποιος το γαμεί το πρόγραμμα; τση λέω. Εδώ βρισκόμαστε στην Ελλάδα, δελαντ οφ δε γκοντς, προγράμματα θα κοιτάμε;

Η ξενέρωτη, κάτι με τση ρετσίνες, κάτι με τα ουίσκια, κάτι με τον Ζαμπέτα, είχε έρ-θει να κάμει κυβέρνηση από μόνη τση. Βάλε και την προεργασία που είχα κάμει εγώ επι-τηδείως ούλο το βράδυ, ήτουνε πια γουρούνι στο σακί... αλλά βλέπεις έπρεπε να κάμειτση κόνξες τση, έτσι, για τα μάτια του κόσμου...

–Spirows, μου κάνει ψιλοχαχανίζοντας. You are a naughty boy!

–Απ’ αυτό, τση λέω εγώ. Οπόταν, οδήγα εσύ κι εγώ ακολουθάω.

–Μόνο για πέντε λεφτά, μου λέει.

–Έτσι κι αλλιώς δεν σε κόβω για παραπάνω, τση κάνω.

Κι ανεβήκαμε.

Τα αποδέλοιπα είναι μια ακόμη ένδοξη σελίδα στα χρονικά τση Ελληνοαμερικανικήςφιλίας μετά φανών και λαμπάδων κι ας μην νόγαγε, το βλήμα, πούθε πάνε τα τέσσεραστο στρώμα. Άσε που καθ’ όλη τη διάρκεια τση συνέντευξης δεν σταμάτησε να κακαρί-ζει, λες και τση καθαρίζανε αυγά!

–Μωρή, τση λέω μετά. Αυτά σας μαθαίνουν στα Γιου Ες οφ Αίη και σας βγάνουνκούτσουρα των κούτσουρων; Τι διάολο, με πρόγραμμα το ‘χετε το πήδημα εκεί;

–Spirows, μου απαντάει αυτή γλαρωμένη. You are the biggest motherfucker I evermet in my life –ever!

–Και σαν πόσους γνώρισες, ορή, σαν να λέμε; τη ρωτάω. Γιατί αν κρίνω από το επί-πεδο δεν σε κόβω και για πολύ προβατημένη.

31

Page 32: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Τρεις, μου λέει (και με κουφαίνει). Δυο στο High School κι έναν at work. Αλλά κα-μιά σχέση με σένα που μ’ έκαμες να πω τον Δεσπότη Παναγιώτη απόψε.

–Αμ δεν το ‘λεγες μπριχού, ρε μάτια, τση λέω. Να κάνουμε εντατικό φροντιστήριοαντί να τρέχουμε τση πέτρες και τα μάρμαρα;...

–Δεν ήξερα ότι θα ήτουνε τόσο συναρπαστική η experience, μου λέει.

–Και πού ‘σαι ακόμα! τση λέω. Κάτσε να τελειώσουμε το τσιγάρο και θα σου παρα-δώσω και το υπόλοιπο μάθημα, να ξεστραβωθείς.

–Τι, έχει κι άλλο; απορεί η ξενέρωτη.

–Αμ δεν θα ‘χει; τση κάνω. Τι, στα προκαταρκτικά θα μείνουμε;

–Oh, Spirows!!!

Εμ τι λέμε τώρα!

Μέχρι το πρωί το Αμερικανάκι είχε γενεί ξεφτέρι. Από εξετάσεις να πέρναγε τηβάση την είχε οικονομημένη στα σίγουρα! Θα πάγαινε πίσω στα Σταίητς και θα ‘λεγετση φιληνάδες; τση ιστορίες για αγρίους κι αυτές δεν θα την πίστευαν! Άσε που θαέσπευδαν να κλείσουν εισιτήρια για χόλινταιης ιν Γκρης. Αμ έτσι προωθείται ο τουρι-σμός μας, κύριε ΕΟΤ, όχι με δεξιώσεις και φούμαρα!

Εννοείται ότι το τουρ στην Ολυμπία πήγε στα αζήτητα. Αντ’ αυτού το πήγα το παιδίσε ταγαράδικα, γουναράδικα και μπιζουτάδικα, όπου έσκασε κανονικά τα τσέκια τση κιέτσι τσεπώσαμε κι εμείς την τιμίως κι επαξίως κερδιθείσα αποζημίωσή μας από τα ενλόγω μαγαζιά.

Το μεσημέρι την πήγα για έναν πιτόγυρο –κερασμένο από εμού του ιδίου– και τηνξαπόστειλα να κοιμηθεί γιατί ήτουνε, η άχαρη, τελείως ξεμπερδεμένη έτσι ασυνήθιστηστα δικά μας ήθη κι εθίματα, αφού τση είπα ότι θα την περιλάβαινα και πάλι τση δέκαγια ένα ακόμα ‘Αθενς μπάϊ νάϊτ.

Μπορεί να περιμένει ακόμα –δεν το αποκλείω.

32

Page 33: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

3) Η Σάντυ από το Ελ Αίη

Page 34: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 35: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

τουνε μια εποχή όπου –δεν ξέρω πώς και γιατί– η Ίος έγινε η Μέκκα και το κέντροδιερχομένων του απανταχού χιπισμού σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Μα-

κρυμάλληδες, μουσάτοι, γκομενίτσες λουλουδάτες και μαστουρωμένες επί εικοσιτε-τράωρης βάσης είχαν μαζωχτεί σ’ αυτό το τέρμα θεού και γρατζούνιζαν όλη μέρα τση κι-θάρες, φουμέρνοντας χόρτο και κάνοντας «λαβ νο γουάρ», γράφοντες τσου πάντες και ταπάντα στα τέτοια τσου και καταβρίσκοντάς την με το τίποτσι στο αθάνατο ελληνικό κα-λοκαίρι.

Ή

Έτυχε τώρα να βρεθώ εκεί μια δόση, όχι για μπίζνες, αλλά για πλέζιουρ, από περιέρ-γεια, ρε παιδί μου!... να δοκιμάσουμε καινούργια πράματα, μη μείνουμε κοιμίσηδες μιαζωή.

Οπόταν γνώρισα και τη Σάντυ.

Η Σάντυ ήτουνε γκομενάκι τσίλικο, ολίγον άπλυτο και ολίγον φευγάτο –ένεκα ταδιάφορα φυτά– πλην με τα βυζάκια του τα ωραία, που δεν έχανε ευκαιρία να τα μο-στράρει, με τα μπουτάκια του και όλα τα αποδέλοιπα εις –άκια, από το Ελ Αίη, Καλιφόρ-νια μεριά, για όποιον δεν έχει ακουστά.

Ήτουνε με μια σπείρα από τσου δικούς τση, τση κακιάς ώρας και την πρόσεξα κα-θόσον –εκτός των άλλων– διέθετε και φωνή. Τώρα, Κερκυραίος ο ίδιος, με τη μουζικήέχουμε όσο και να ‘ναι μια κάποια ιδιαίτερη σχέση, το οποίον έπεσα από δίπλα να τσηκάμω πρίμο-σεγόντο.

–Spiroous, μου λέει την πρώτη φορά η περμαντόνα. You are all right. I dig you.

–Εγώ να δεις πόσο σε ντιγκ, μανάρι μου, τση κάνω εγώ. Δεν πάμε μια βόλτα;

–Να πάμε, μου λέει.

Τόσο απλά κι αυθόρμητα!

Page 36: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Το οποίον, πήραμε την κιθάρα και πήγαμε τη βόλτα μας... Η Σάντυ είχε φέρει κιαχόρτο, ανάψαμε ένα μπάφο, είπαμε και την «Κουμπαγιά», ευχηθήκαμε «πης ον έρθ» κιάλλα τέτοια αισθαντικά... φτιάξαμε κεφάλι.

–Δεν εφαρμόζουμε και το σοφό ρητό; τση λέω. «Μαίηκ λαβ νο γουάρ»;

–Και δεν το εφαρμόζουμε; μου λέει.

Αρχίζουμε το λοιπόν να το εφαρμόζουμε και η Σάντυ αναφώνησε «AlleluiaBrothers!» και «I see the light» και μετά αρχίνησε να ψέλνει με πάθος και μπρίο ο«When the Saints go marching in»... Όλα πολύ θρησκευτικά κι ευσεβή κι ενδιαμέσωςέριχνε και κάνα σύνθημα του τύπου «end the war in Vietnam»... ‘Ντάξει, δεν λέω, έναςκανονικός άνθρωπος θα είχε αποσυντονιστεί, αλλά εγώ είχα γνωρίσει τρελάρες και τρε-λάρες, οπόταν κάτι τέτοιες λεπτομέρειες δεν μου ‘καναν μεγάλη εντύπωση. Το πρόβλη-μα ήτουνε πως η ενθουσιώδης πολιτική διαμαρτυρία όσο πήγαινε κι έπεφτε σε έντασηώσπου η δικιά μου αποκοιμήθηκε τελείως –μιλάμε έσβησε τση μηχανές– και μ’ αφήκεσύξυλο ν’ αναρωτιέμαι αν έφταιγε ο μπάφος ή εγώ.

Κει πάνω έτυχε να περνάει από ‘κει η Λούσυ, μια από τση λουλουδάτες τση παρέαςκαι είδε τα καθέκαστα.

–Τι έγινε, κλάταρε η Σάντυ; με ρώτησε.

–Μηδέν αντανακλαστικά, την πλεροφορώ εγώ.

–Πού ησάστουνε όταν έσβησε, να το τελειώσουμε μαζί, προθυμοποιείται εκείνη.

–Τρίτο κουπλέ του «Sloop John D», τση λέω. Εκεί που λέει «Αϊ γουάνα γκο χομ».

Το οποίον έρχεται και στρώνεται από κάτω η Λούσυ κι έτσι μπορέσαμε να τελέψου-με αξιοπρεπώς αυτό που αρχινήσαμε με τη Σάντυ. Απελευθερωμένα πράματα, ρε παιδίμου! Πολιτισμένα και κουλαριστά. Άντε τώρα να έρθει η δική μας η Κούλα να τελειώσειαυτό που αρχίνεψες με τη φίλη τση τη Σούλα! Ε, ρε γλέντια!

Το οποίον μια χαρά τη βγάζαμε στην Ίο, όλη μέρα θάλασσα, κιθάρα, τραγουδάκι,χόρτο και συζητήσεις επί μεταφυσικού επιπέδου που έτσι και τση άκουγαν οι δικοί μαςοι προφέσορες θα τσου ‘φευγε ο τάκος! Εγώ άκουγα και μάθαινα.

–Life is a bitch, man, έλεγε ο ένας. Ο μόνος τρόπος να πορευτείς είναι να κουλάρειςκαι να διαλογίζεσαι το απόλυτο μηδέν του σύμπαντος.

–Κουνταλίνι! επικροτούσε ένας άλλος.

–Yeah, man! Fucking meditation that takes you to Nirvana.

–Το χόρτο ανοίγει τα τσάκρας τση transcendental existence, έλεγε άλλος.

–Ο καπνός σε ταξιδεύει στα ανώτερα πλάνα τση ύπαρξης.

–Περνάς στην ανυπαρξία.

–That’s right man! Into total nothingness.

–One with the Universe.

–Κουνταλίνι! ξανάλεγε ο άλλος που ήξερε Ινδική ορολογία.

–Pass the joint ‘round, man...

36

Page 37: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Peace on Earth, man...

–Amen!

Τέτοια προχωρημένα πράματα.

Οι ντόπιοι τσου βλέπαν και φρικάριζαν, αλλά δεν αντιδρούσαν γιατί τσου είχαν γιατουριστική ατραξιόν, οπόταν αφού έβγαναν όβολα με τσου μακρυμάλληδες όλα καλά.Μια-δυο φορές ο ενωμοτάρχης τση Χωροφυλακής πήγε να μαζώξει τση κοπέλες πουπροβαδούσαν «προκλητικώς ενδεδυμέναι», αλλά βρήκε το διάολό του να συνεννοηθεί μετσου γκρουρούδικους φιλόσοφους και τα παράτησε. Όσο για τσου μπάφους έκανε ταστραβά μάτια, ένεκα που ένα κουνιαδάκι του, που έτυχε να έχει μια φυτεία εκεί γύρωέκαμε μπίζνες με τσου εν λόγω, οπόταν και ο ίδιος λάβαινε το καντιντίς του και στοκάτω-κάτω χορταράκι του θεού ήτουνε, δεν έτρεχε τίποτσι –μην κοιτάς που ο νόμος (τωνκρυόκωλων στην Αθήνα) το απαγορεύει.

–Το χόρτο είναι το δώρο του θεού στην ανθρωπότητα, μου εξηγούσε η Σάντυ. Είπα-με, ξεκλειδώνει τα τσάκρα.

–Ναι, αλλά σε κάμει και σένα χόρτο, ρε κορίτσι μου, τση ‘λεγα, καθόσον εμένα αυτάτα προχωρημένα με βάρουναν κατακέφαλα και δεν τα μπόρουνα.

–Don’t be stupid, Spiroous, με μάλωνε. Το χόρτο σε κάμει cool, man. Make love nowar!

Άλλο αν η ίδια αποκοιμιόταν στα κρίσιμα σημεία.

Το πρόβλημα ήτουνε ότι τα όβολα τση παρέας σώνονταν κι όχι χόρτο, αλλά ούτε ρα-δίκια δεν μπορούσαν πια ν’ αγοράσουν. Και ναι μεν κάποιοι, εκ των οποίων η Σάντυ,έλεγαν πως περίμεναν εμβάσματα από το Αμέρικα, αλλά έτσι όπου ήτουνε το ταχυδρο-μείο εδώ του Αγίου Πι ανήμερα θα έφταναν –αν δεν χάνονταν στο δρόμο.

Με πιάνει η Σάντυ ιδιαιτέρως.

–Spiroous, μου κάνει. We need money.

–Τα λεφτά είναι μια ποταπή εφεύρεση τση κενωνίας των αστών για να χειραγωγή-σουν τσου σκλαβωμένους πολίτες, τση απαγγέλλω εγώ το στιχάκι όπου με είχαν μάθει.

–Άστο αυτό, μου λέει. Εδώ δεν μιλάμε για φιλοσοφίες, αλλά για την πραγματικότη-τα. Σε λίγο θα φουμάρουμε τα πουρνάρια όπως πάμε.

–Κουλ, μαν, τση λέω εγώ.

–Καθόλου cool, μου λέει αυτή. Πρέπει να βρούμε δουλειά.

–Να βρείτε, τση λέω. Και συνεχίζετε την παγκόσμια επανάσταση μετά, όπου θα‘ρθουν τα ντόλλαρς από τον μπάρμπα-Σαμ.

–Δεν μπορούμε, μου λέει. Κωλυόμεθα.

–Μπα; τση λέω. Και πώς αυτό;

–Μας έχει στο μάτι ο χωροφύλακας, ο Ανέστης, μου λέει. Με το που πάμε να δου-λέψουμε θα μας μπαγλαρώσει.

–Γιατί; απορώ εγώ.

37

Page 38: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Γιατί, λέει, δεν έχουμε άδεια εργασίας, ένεκα που ειμάστενε αλλοδαποί κι απαγο-ρεύεται.

–Ναι, αλλά άνευ οβολών πώς θα τα σκάτε στο κουνιαδάκι του Ανέστου, που εμπο-ρεύεται το χορταράκι το πονηρό, από το οποίον έχει λαμβάνειν κι ο ίδιος ο Ανέστος;απορώ εγώ.

–Μα ψάχνεις για λογική στην Ελλάδα τση Χούντας και τση καταπίεσης; μου λέει ηΣάντυ (είχαμε εφταετία τότενες).

–Σωστά, τση λέω. Αλλά μην το φωνάζεις, μη βρούμε κάνα διάολο κι από την Ίο μαςψάχνουν μετά σε τίποτσι άλλα νησιωτικά θέρετρα.

–Free Greece, man! μου ρίχνει το σύνθημα η θεριακλού.

–Σκάσε, ορή βουρλισμένη, τση κάνω εγώ κοιτάζοντας γύρω μου αλαφιασμένος. Καιοι βατσουνιές έχουν αυτιά.

–It’s cool, man, μου κάνει. Τα λέω στ’ αμερικάνικα όπου δεν καταλαβαίνει κανείς.

–Αυτά τα συνθήματα μπορεί να τα ξέρουν, τση λέω.

–Δεν είναι αυτό το θέμα μας, μου λέει η Σάντυ. Μιλάγαμε για τα όβολα που τε-λειώνουν.

–Τα όβολα είναι το εργαλείο του Συστήματος για να μας κρατάει σκλαβωμένους,απαντάω εγώ από ρεφλέξ.

–Και λέγαμε για δουλειά..., μου υπενθύμισε η Σάντυ.

–Μπρινγκ άουρ μπόϋς μπακ φρομ Βιετνάμ, τση λέω εγώ.

Η Σάντυ αγνόησε τα συνθήματα.

–Spiroous, μου κάνει. Πρέπει να βρεις δουλειά.

–Εγώ;!!! εξανίσταμαι εγώ. Γιατί εγώ;

–Γιατί είσαι ο μόνος που δεν χρειάζεσαι άδεια εργασίας, μου εξηγεί.

–Μα εγώ θέλω να γίνω ένα με τη μόδερ Ερθ και το Σύμπαντο! διαμαρτύρομαι.

–Μετά, μου λέει η Σάντυ. Για την ώρα χρειαζόμαστε όβολα.

–Και σαν τι δουλειά μιλάμε; στραβομουτσουνιάζω εγώ.

–Σου βρήκα εγώ, μου λέει ενθουσιασμένη η Σάντυ. Το πρωί θα κουβαλάς κασούνιαμε ψάρια από τα γρι-γρι στο λιμάνι, το μεσημέρι θα σερβίρεις καφέδες και ούζα στο κα-φενείο τση κυρα-Χρυσής και το βράδυ στην ταβέρνα τση κυρα-Μαριγώς. Μετά θα έρχε-σαι να μας βρίσκεις στην παραλία και θα τραγουδάμε με τση κιθάρες, θα φουμέρνουμεχόρτο και θα περνάμε φίνα.

–Θα μου φύγει ο πάτος! διαμαρτυρήθηκα.

–Do it for me, man, μου λέει η Σάντυ. Peace on Earth!

Κι έτσι, για χάρη τση Σάντυ και τση παρέας τση, βρέθηκα να τρέχω σαν τον Βέγγο,να προκάνω όλες τση δουλειές, για να συντηρώ τσου μπράδερς και τση σίστερς που ήθε-λαν ν’ αλλάξουν τον κόσμο φουμάροντας χόρτο και τραγουδώντας «Κουμπαγιά».

38

Page 39: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Πάντως, δεν έχω παράπονο, το βράδυ αποζημιωνόμανε, κατεβαίνοντας στην παραλίαόπου τα φιλαράκια είχαν ανάψει φωτιά κι έλεγαν τα δικά τσου, μασουλώντας τα φαγιάπου τσου πάγαινα και φουμέρνοντας το χορταράκι που προμηθεύονταν από τον μπατζα-νάκη του ενωματάρχη, του Ανέστου.

Μετά πιάναμε το πίτσι-πίτσι με τη Σάντυ και τση ασκήσεις εδάφους-εδάφους αναζη-τώντας το Νιρβάνα και τη μεταφυσική τελείωση του υποσυνείδητου μέσω του Καμασού-τρα (που ήτουνε η μοναδική ινδιάνικη φιλοσοφία όπου δεν είχα κανένα πρόβλημα ναεμπεδώσω απταίστως). Το πρόβλημα ήτουνε πως τώρα δεν αποκοιμιόταν μόνο η Σάντυκατά τη διάρκεια τση διαδικασίας αλλά κι εγώ ο ίδιος που μου ‘φευγε ο πάτος στη δου-λειά όλη μέρα.

–Peace, man, με παρηγορούσε η Σάντυ όταν ξυπνάγαμε (γιατί είχα τα ψαροτελάρανα κουβαλώ από τ’ άγρια χαράματα). Εμείς θ’ αλλάξουμε τον κόσμο, να μου το θυμη-θείς.

Μετά, ξαφνικά μια μέρα, μας προέκυψε ένα εικόπτερο απ’ αυτά τα επίσημα κι απόμέσα βγήκαν κάτι κουστουμαρισμένοι με μαύρα γυαλιά και σκαρπίνια που ήρθαν συστη-μένοι εκεί όπου μαζωνόμασταν.

–Fuck! μου λέει η Σάντυ. Μας βρήκε ο ντάντης.

–Ποιος ντάντης, βρε τρελό μωρό; απορώ εγώ, που είχα φουμάρει κάνα-δυο μπάφουςκαι είχα γένει ένα με τον κομήτη του Χάλεϋ.

–Ο δικός μου, μου λέει η Σάντυ.

Και μου εξηγεί ότι ο ντάντης ήτουνε μεγάλος και τρανός γερουσιαστής, λέει, πίσωστο Γιου Ες οφ Αίη και την είχε αφήκει, λέει, να κάμει τα δικά τση με τη συμφωνία ναπάει μετά στο Κόλλετζ, να σπουδάσει οικονομικά για ν’ αναλάβει τση οικογενειακές επι-χειρήσεις (μια αλυσίδα φαστφουντάδικων και σουπερμάρκετ) στο Ελ Αίη.

Οπόταν οι τζημάνηδες με τα γυαλιά μάζωξαν τη Σάντυ και τη χώσαν στο ελικόπτεροενώ εμείς την αποχαιρετούσαμε κάνοντας το σήμα τση νίκης και τραγουδώντας «GivePeace a Chance».

Ήτουνε όλα πολύ χίππικα και συγκινητικά.

39

Page 40: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 41: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

4) Η Κάρολ από το Οντάριο

Page 42: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 43: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ιδέα ήτουνε τση Σταματίας, μιανής ξαδρέφης όπου είχε ανοίξει ένα τουριστικόγραφείο στην Αθήνα κι έκαμε αρπαχτές και πορευότουνε μια χαρά με τα ζα που

μας προέκυπταν από τα εξωτερικά κάθε καλοκαίρι.Η

–Ορέ Σπύρο, ορέ..., μου λέει μια μέρα. Εσύ, μάτια, χαραμίζεσαι. Μόστρα διαθέτεις,ζωηρός είσαι, γλώσσες τση μιλείς... Για δεν έρχεσαι να γενείς ξεναγός, να έχω κι εγώ τονδικόνε μου άνθρωπο στα γκρουπ –όπου με σφάζουν με το βαμπάκι οι σακαφιόρες του«σωματείου»– να ‘κονομίσεις κι ο ίδιος το χαρτζηλίκι σου και τίποτσι τυχερά από τσηπουλάδες, που λέει ο λόγος;

–Ορή ξαδρέφη, τση λέω. Καλά τα λες η ίδια, αλλά πλην όμως τι να τσου ξεναγήσω,ο άχαρος, όπου δεν ξέρω την τύφλα μου περί τα αρχαία;

–Και σάματις νογάνε αυτούνοι, ορέ Σπύρο; μου απαντάει η ξαδρέφη. Άσχετοι, σανελόου σου, είναι μια –κι ακόμα χειρότερα. Ότι γράφει ο τουριστικός οδηγός και σιγά μηντο διαβάζουν κι όλο. Τσου λες εσύ εκεί μια ιστορία για αγρίους, με τον δικόνε σουτρόπο, κι ευχαριστημένοι θα ‘ναι.

Το οποίον, δουλειά δεν είχα, καλή η ιδέα μου φάνηκε –το τερπνόν μετά του ωφελί-μου– κοτσάρισα κι ένα μπλουζάκι «Stamatia Tours»κι αμολήθηκα να διαφημίζω τον ελ-ληνικό πολιτισμό στα πέρατα τση οικουμένης.

Κάθε μέρα παγαίναμε με το πούλμαν στα ξενοδοχεία όπου συνεργαζομάστουνε,φορτώναμε τα πρόβατα και τα μεταφέραμε στους αρχαιολογικούς τόπους, λέει, να θαυ-μάσουν μπάζα και κολώνες τση Αρχαίας Ελλάδας, τσου κοτσάριζα κι εγώ ένα παραμύθικαι μετά τσου φορτώναμε πάλι και τσου πηγαίναμε για σουβλάκια και μπύρες στα δικάμας τα μαγαζιά κι επίσης σε τίποτσι ταγαράδικα, γουναράδικα, μπιζουτάδικα –απαξάπα-ντα συμβεβλημένα με τη Σταματία ή και απευθείας με τον Μήτσο, τον σωφέρη, παιδίδικό μας, και εμού του ιδίου– αγόραζαν άχρηστα πράματα τα ζα, τσεπώναμε εμείς τηνπρομήθεια, αν μας άρεζε και καμιά ξέμπαρκη κοτούλα την ξεναγούσαμε ιδιαιτέρως –

43

Page 44: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

κάτι έβγαινε κι από ‘κει– και πορευουμάστενε... δόξα τον φέο βγάναμε καλό μεροκάμα-το.

Την Κάρολ τη γνώρισα σε μια απ’ αυτές τση διαδρομές και την πρόσεξα, αφενόςεπειδής ήτουνε αδέσποτη κι αφετέρου καθόσον ήτουνε μια νταρντάνα ίσαμε μια ντου-λάπα δίφυλλη –όχι χοντρή ακόμα, αλλά δεν γλίτωνε προσεχώς– που έριχνε στο υπόλοιπογκρουπ από ένα κεφάλι και βάνε! Επίσης δεν φαινότουνε και για κανένα σπίρτο μοναχό,οπόταν βόλευε την κατάσταση μια χαρά.

Η Κάρολ πάγαινε παντού με το «Guide to Greece» στο χέρι και ήτουνε φιλομαθήςπερί τα αρχαία (όχι ότι τα ξεχώριζε από τα νέα) και ρωτούσε το πώς και το γιατί, οπότανμοιραία ήρθαμε σε επαφή κι αυτό ήτουνε βολικό για τα περαιτέρω. Ήτουνε λέει από τοΟντάριο του Καναδά και μίλουνε τ’ αμερικάνικα σαν βέρα αμερικάνα, όπως όλες οι ξε-νέρωτες Καναδέζες που έτυχε να γνωρίσω. Αυτό δεν ήτουνε καλό γιατί αυτούνη η προ-φορά μου βαρεί κατευθείαν στα νεύρα, πλην έκαμα υπεμονή καθόσον ο πελάτης έχειπάντα δίκιο και τα ντόλλαρς τα μοίραζαν εύκολα, οπόταν δεν πείραζε και τόσο πουακούγονταν σαν ξεκούρδιστο βιολοντσέλο. Ήτουνε και κρεβατώσιμη, οπόταν ακόμα πιοεντάξει.

Κείνη τη μέρα τσου είχαμε πάει κατά Μαραθώνα μεριά, να δούνε, λέει, ένα ναό τσηΑθηνάς κι εκεί που είχαμε στριμώξει τσου Πέρσες, καλή ώρα όπως στη ΜικρασιατικήΕκστρατεία που τσου κυνηγήσαμε μέχρι την κόκκινη μηλιά και τα πρόβατα ήτουνε όλο«γουάου!» και «τζη!» κι εγώ τσου ‘λεγα τα δικά μου, αλλά σιγά μην άκουγε κανείς τίπο-τσι –εξόν από την Κάρολ βέβαια που, είπαμε, ήτουνε φιλομαθής.

–Ποιος ήτουνε ο στρατηγός που έκαμε τη μάχη; με ρώτησε η καναδέζικη ντουλάπαμε το βιβλίο ανοιχτό.

–Ο Περικλέας, μάτια, δεν είπαμε; τση κάνω, ολίγον τσαντισμένος γιατί δεν πρόσεχεστο μάθημα το ζωντόβολο.

–Στο Guide γράφει ο Μιλτάϊαντες.

–Και τον Μιλτάϊαντες ποιος τον έβανε, ρε μανίτσα; τση λέω. Ο Μέγας Περικλέαςδεν τον έβανε;

–Oh, I see!

–Εμ, προσέχουμε τι λέει ο δάσκαλος, τση κάνω αυστηρά.

–Sorry.

–Οκέϋ, τση λέω. Δεν τρέχει τίποτσι. Πού να ξέρετε εσείς τ’ αμερικανάκια από αρ-χαία ιστορία; Εσείς μέχρι Μπούφαλο Μπιλ να φτάκετε και πολύ είναι.

–Canadian, με διορθώνει.

–Το ίδιο είναι, τση λέω. Δίπλα-δίπλα εισάστουνε (για να μην πω τα ίδια σκατά).

Η Κάρολ είχε ένα σουλούπι μυστήριο. Ξέγκλαρη, όπως προείπαμε, με λεπτό κορμόκαι μέση και βυζάκια αξιοπρεπή, ερχόταν κι άνοιγε τση περιφέρειες (όχι που μας χάλαγεαυτό δηλαδής) για να καταλήξει το όλον να στέκεται πάνω σε γεμάτες ποδάρες, φαρδιάμεριά και γάμπες σαν κολώνες τση ΔΕΗ. Το πάνω με το κάτω δεν ταίριαζε, αλλά αυτόείχε, όσο και να πεις, το ενδιαφέρον του. Από φάτσα όχι πολλά πράματα, αλλά βλε-

44

Page 45: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

πότουνε κι όσο από μυαλό... ‘ντάξει, απ’ αυτά που κυκλοφορούν στη βορειοαμερικάνικηήπειρο. Το μόνο καλό που ήτουνε σόλο κι ως εκ τούτου το ψήσιμο παιδικό παιχνίδι.‘Ντάξει.

–Πόσοι ήτουνε οι Πέρσες; με ρωτάει η Καναδέζα.

–Πολλοί, τση λέω. Αλλά, ως γνωστόν, εμείς, οι Έλληνες δεν μασάμε, οπόταν τσουδώκαμε μια σπαλιόρα που τη θυμούνται ακόμα.

–Εξ’ ου και το αρχαίο ρητό «φοβού τσου Έλληνες και δώρα φέροντες», πετάχτηκεένας ξερόλας Αμερικάνος απ’ αυτούς που υπάρχουν σε κάθε γκρουπ.

–Για δώρα δεν ξέρω, του κάνω. Αλλά όσο για ένα βρωμόξυλο το εισέπραξαν.

–Πόσοι ήτουνε οι Έλληνες; επανήλθε με πείσμα η φιλομαθής καναδέζικη ντουλάπα.

–Λίγοι, τση λέω. Όπως πάντα. Λίγοι πλην λέοντες! Γι’ αυτό και δεν μας αφήνετε ναμεγαλουργήσουμε εσείς οι ξένοι, γιατί ξέρετε ότι όταν οι Έλληνες μεγαλουργούν δεντσου τη βγαίνει καμία κυρία.

–I don’t understand, μου λέει το βλήμα.

–Αμ πού να καταλάβεις κι εσύ, άχαρο; τση λέω. Εσύ τι φταις που το τσιγκουνεύτηκεο θεός;

–Λέγαμε για τη μάχη του Μαραθώνα, μου υπενθύμισε η Κάρολ.

–Ε, τα είπαμε, πάλι θα τα λέμε; τση κάνω. Πλάκωσε ο Κιουταχής να πάρει την Ελ-λάδα και πήρε τελικά τον πούλον. Μολών Λαβέ, δεν έχεις ακουστά;

–Ο guide λέει για τον Φειδίππιδες που έτρεξε στην Αθήνα να πει τα νέα, με πληρο-φορεί η Καναδέζα.

Το ευτύχημα που είχα δει την εργάρα μικρός με τον Στηβ Ρηβς, «Ο Γίγας του Μαρα-θώνος», οπότε την ήξερα τη φτιάξη φαρσί.

–’Ντάξει, τση λέω. Ήταν και πολύ παιδαράς μιλάμε. Από Μίστερ Αμέρικα τον είχανπάρει. Γι’ αυτό και σε άλλα έργα τον έβαζαν να παίζει Ηρακλή. Αλλά εκεί είχε γένια ενώεδώ ήτουνε ξουρισμένος –ωραίο παιδί, δεν μπορώ να πω!...

–Ο guide λέει πως γι’ αυτό κάναν και το Marathon run, παρατηρεί η Κάρολ. Like inthe Boston Marathon...

–Όχι, μωρή, τση λέω. Τα μπέρδεψες. Ο Μαραθώνιος είναι αγώνισμα τσου Ολυμπια-κούς Αγώνες και τρέχουν κάτι μαύροι και κάτι Γιαπουνέζοι. Αυτό εδώ που λέμε εμείς εί-ναι άλλο πράμα... Τον τρέχανε άσπροι, να ‘ούμ’. Δεν είχε αραπάδες τότενες, ούτε σχι-στομάτηδες.

–What about the slaves? πετάγεται πάλι ο ξενέρωτος μπρούκλης.

–Ε, καλά, του λέω. Μπορεί να ‘χαμε τίποτσι αραπάδες σκλάβους, αλλά αυτούνουςτσου είχαμε για τση δουλειές, δεν τσου βάναμε να τρέχουν για αναψυχή. Μην τρελαθού-με κιόλας!

Την πρώτη μέρα την άφηκα την ξέγκλαρη να ψήνεται με το ζουμί τση. Ούτε υπονο-ούμενα, ούτε απλωτές, ούτε τίποτσι. Έτσι, για να εκτιμήσει το προϊόν και να εμπεδώσειαυτό που αναπόφευκτα έμελλε ακολουθήσει.

45

Page 46: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Την επομένη τσου πήγαμε στους Δελφούς.

Άλλα «γουάου» και «τζη» εδώ (πανάθεμα κι αν καταλάβαινα το γιατί) κι άντε πάλινα ανοίγει το καταραμένο βιβλιαράκι –ο guide!

–Γιατί το είπανε Δελφοί; ρωτάει η φιλομαθής.

Έλα μου ντε!

–«Αδελφή» στα ελληνικά θα πει «σίστερ», τσου εξηγώ εγώ ατάραχος. Θα πει επίσηςκαι πισωγλέντης, αλλά δεν πρόκειται γι’ αυτό εδώ. Το οποίον υπήρχαν εδώ τρεις αδερ-φάδες που είχαν τον ναό κι έλεγαν το φλυτζάνι σε όποιον τσου έσκαγε τα όβολα. Οπότανο πληθυντικός του «αδελφή» στα αρχαία ήτουνε «αδελφοί», με όμικρον γιώτα –εσείς δενέχετε τέτοια στη γλώσσα σας– κι έτσι, για ευκολία, αφαίρεσαν το άλφα από μπροστά κιέμεινε το «Δελφοί»... παναπεί οι αδελφές.

–Wow! αναφώνησε η Καναδέζα. Και τι απόγιναν οι τρεις αδελφές;

Το διάολο μέσα σου!

–Επειδής ήτουνε και πολύ γκομενάρες τση πήρε ο Αληπασάς στο χαρέμι του, εξήγη-σα εγώ. Πλην όμως, επειδής αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν, τση έβανε μέσα σε μιαβάρκα και τση έπνιξε στη μέση τση λίμνης.

Πάνδημα τα «γουάου» τώρα.

–Τι τσου λες, ρε μαλάκα! μου γκρινιάζει ο Μήτσος, ο σωφέρης. Άσε τση αρχαιολο-γίες κι άντε να τσου πάμε ν’ αγοράσουν κάνα τσουμπλέκι, να τα ‘κονομήσουμε κι εμείςολίγον τι.

Αλλά η φιλομάθεια τση ντουλάπας δεν είχε όρια!

–Ο guide λέει πως οι Δελφοί είναι «ο ομφαλός τση γης», μου λέει. Τι πάει να πειαυτό;

Καλά, τα εύκολα τώρα;

–Ως γνωστόν, τση λέω, η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου, όπως ο αφαλόςβρίσκεται στο κέντρο του σώματος, και οι Δελφοί στο κέντρο τση Ελλάδας. Εξ’ ου καιομφαλός.

Χειροκροτήματα από το ακροατήριο. Τσου κούφανα τσου άσχετους.

–Λέγεται ότι η Πυθία έδινε τσου χρησμούς τση μαστουρωμένη, μου πετάει η ντου-λάπα.

Η... ποια;!!!

–’Ντάξει, όσο για έναν μπάφο πού και πού όλο και κάτι φούμερναν οι πρόγονοι, τσηαπαντώ εγώ διδακτικά.

–Φύλλα δάφνης, λέει ο guide...

–Κάνεις κεφάλι με φύλλα δάφνης; απορώ εγώ.

–Η δάφνη έχει κάποιες ιδιότητες, πετάγεται ένας φαρμακοποιός από το Γουισκόνσιν.

46

Page 47: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Τώρα εξηγείται γιατί δίναν τσου ολυμπιονίκες ένα δάφνινο στεφάνι, του λέω εγώ.Ήτουνε σαν να λέμε η επιβράβευση για την προσπάθεια. «Κουράστηκες, μεγάλε. Τώραάραξε και στρίψε κάνα-δυο δαφνόφυλλα να την ακούσεις». Σοφοί οι αρχαίοι μου πρόγο-νοι.

Σε μισή ωρίτσα μέσα είχαμε ξεπετάξει τσου Δελφούς και κουβαλούσαμε το τσούρμοστα μαγαζά να τ’ ακουμπήσει κανονικά. Μετά στη Λιβαδειά για σουβλάκι, όπου είχαμεκι άλλο λαμβάνειν, με τα πρόβατα να ‘χουν πέσει σαν λιμασμένα στα πιτόγυρα και τσημπυρόνες μετά από τόση διανόηση και αρχαιολογία που τσου είχαν εξαντλήσει πια απότο πρωί.

Το οποίον, στον γυρισμό πάω και κάθομαι δίπλα στην καναδέζικη ντουλάπα πουήταν βυθισμένη στη μελέτη του επίφοβου guide τση.

–Γιου αρ ε βέρυ στούντιους γκερλ, τση λέω.

–I wanna learn as much as possible about this wonderful country, μου λέει.

–Όσο και να διαβάσεις, μανάρι μου, δεν πρόκειται να καταλάβεις τίποτσι αν δενγνωρίσεις τσου ανθρώπους αυτής τση κώντρυ, τση κάνω. Εγώ, όχι που να το παινευτώ,αλλά είμαι το αντιπροσωπευτικό παράδειγμα Ελληναρά –και λίγα που λέω.

–Really? μου λέει.

–Ρήλυ, ρε μάνα μου, τση λέω κι εγώ, ενώ το χέρι μου πέρναγε σε αναγνωριστικές πε-ριπολίες σε περιοχές «πέραν του φιλίου εδάφους». Μια δοκιμή θα σε πείσει.

Το Καναδεζάκι χαμογέλασε κολακευμένο. Σου λέει... ένας τέτοιος παιδαράς να τηνπέφτει σε μας, την παντόφλα, μιλάμε για τον πρώτο αριθμό του λαχείου, να ‘ούμ’.

–You mean like Zorba the Greek? με ρωτάει.

–Αϊ μην λάϊκ Σπύρος δε Γκρηκ, τση λέω.

Άλλο γελάκι καθώς η αριστερά μου εξερευνούσε άγνωστες περιοχές, χωρίς να τοξέρει η δεξιά μου –καθώς λέει και το ευαγγέλιο.

–You are too much! μου λέει η Κάρολ.

–Και πού ‘σαι ακόμα! τση λέω. Ακόμα δεν έχεις δει τίποτσι. Γ’ αυτό, απόψε σενιαρί-σου, σουλουπώσου κι ο Σπύρος θα σε προβατήσει όμορφα κι ωραία.

–It’s a date, μου λέει.

–Ότι και να ‘ναι, μανάρι μου, δεν θα χάσεις, τση λέω.

Τση δέκα είπαμε, δέκα και μισή ατέντος ο ίδιος, τσέλτελμαν, στο ξενοδοχείο τση,όπου περίμενε το θήραμα ανυπόμονα.

Το οποίον ξεκινήσαμε με το Άθενς μπάϊ νάϊτ κανονικά και με τσου προφήτες, πρώταστην ψησταριά του Μπάμπη, να στανιάρουμε και μετά σ’ ένα τουριστικό σκυλάδικοενού παιδιού δικού μας στο Θησείο όπου κάθε βράδυ στηνόταν Γκρηκ Ντάνσες πα-ράσταση και παθαίναν την πλάκα τσου οι τουρίστηδοι.

Και φέρε μάστορη δε φαίημους ρετσίνα γουάϊν, και φέρε ξηροί καρποί, και φέρεφρούτα, σήκω χόρεψε συρτάκι, σπάσε και κανένα πιατικό... έπαθε κανονικό ταράκουλο

47

Page 48: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ο Καναδέζικος τάρανδος, που δεν είχε ξαναματαδεί τέτοια σκέδια στον παγωμένο βορράόπου την είχε ρίξει η κακή τση μοίρα και το ριζικό.

–Spiroous, you are the best! αναγκάστηκε να αναφωνήσει αργότερα όταν τηνεπέστρεφα στη βάση τση.

–Και πού ‘σαι ακόμα, τση λέω. Δε νάϊτ ιζ γιάνγκ.

–Μα, Spiroous, μου κάνει. Από το πρώτο ραντεβού; Επιτρέπεται;

–Εδώ όλα επιτρέπονται, μανάρι μου, τση εξηγώ. Ειμάστουνε ιν δε λαντ οφ δε μυθ!

–Μα αύριο πρέπει να ξυπνήσουμε νωρίς γιατί θα πάμε τση Μυκήνες, μου υπενθύμι-σε.

–Μη φοβάσαι, ρε μωρό, και θα σε ξυπνήσω εγώ στην ώρα σου, τση λέω. Τζαστ φόλ-λοου δε γκάϊντ.

–Καλά, άμα είναι από έτσι...

Από έτσι ήτουνε κι ανεβήκαμε πάνω και μου λέει «στη βεράντα, να βλέπουμε τοΑκρόπολις» και τση λέω «όπου θέλει το μανάρι» και μου λέει «αλλά να μη γδυθούμεγιατί ντρέπομαι» και τση λέω «ότι θέλει ο πελάτης, εδώ θα κολλήσουμε;» και μου λέει«καλύτερα στην καρέκλα για να βλέπω το τοπίο»... και στήνουμε εκεί ένα καρεκλάτοτρικμαϊφόρ (υπάρχουν διαστροφές σ’ αυτόν τον πλανήτη, τι να κάνουμε;) κι εκεί που τσηέπαιρνα τα μέτρα μου πετάει την παντόφλα...

–Μα Spiroous, κάτω από τον Πάρθενων κάνει; λέει.

–Γιατί να μην κάνει, μωρή; απορώ εγώ.

–Δεν ξέρω... Είναι σαν να το κάνουμε σε εκκλησία!

–Καλύτερα, τση λέω. Είναι και πιο κίνκυ.

–Καλά, μου λέει και βγάνει τον guide.

Τρελάθηκα!

–Τι κάμεις, μωρή, εκεί; τση φωνάζω.

–Όσο κάμεις εσύ τη δουλειά σου να επιμορφώνομαι εγώ για τα αξιοθέατα, μου λέει.

Τέλος πάντων, γούστα είναι αυτά και τι μας νοιάζει εμάς πώς τη βρίσκει η πάσα μίακότα; Εμείς το λειτούργημά μας να επιτελούμε και δώθε πάνε οι άλλοι.

Το οποίον εγώ εργαζόμουν για την Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια και η ανοικονόμη-τη διάβαζε το βιβλιαράκι.

Και έκανε κι ερωτήσεις –καθόσον, είπαμε... φιλομαθής.

–Εδώ γράφει πως τον Πάρθενων τον έφτιαξαν ο Ικτίνος κι ο Καλλικράτης, μου λέει.Κι ο Περικλής τι έκαμε;

–Κουβάλουνε τη λάσπη στη σκαλωσιά, τση λέω.

–Μα... ολόκληρος φιλόσοφος και δούλευε; απόρησε η Κάρολ.

–Το ‘χε σαν χόμπυ, τση εξηγώ. Τον ελεύθερό του χρόνο δούλευε μπετατζής.

48

Page 49: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Και συνέχισα.

–Δεν κάναν καλή δουλειά όμως, παρατήρησε το φωστήρι.

–Τι λες, μωρή; με πιάνει εμένα το πατριωτικό. Εδώ έρχονται να το θαυμάσουν απότα πέρατα του σύμπαντος και θα μου πεις εμένα ότι δεν κάναμε καλή δουλειά;

–Αφού γκρεμίστηκε; μου πετάει το επιχείρημα και με στέλνει.

–Μπορεί να έγινε σεισμός, τση κάνω πικαρισμένος που μας τη λένε τώρα και οιάσχετες.

–Γιατί δεν το ‘φτιαξαν αντισεισμικό;

–Γιατί έτσι γούσταραν, ρε μανάρι μου, τση λέω. Τι μας νοιάζει εμάς τώρα; Εδώέχουμε άλλη δουλειά να κάνουμε.

–Μάλλον θα έκλεψαν στα υλικά, μου λέει.

–Τι λες, μωρή ξενέρωτη, που θα μου βγάλεις λαμόγιο και τον Περικλέα; αγανακτώεγώ. Σαν τα μούτρα σας ήτουνε νομίζεις οι πρόγονοι;

–Χμμ... δεν ξέρω, μου κάνει. Εσείς δηλαδή δεν κάνετε τέτοια κόλπα;

–Άλλο εμείς, τση λέω.

–Κι εσείς από πού τα μάθατε; μου πετάει το επιχείρημα. Από τσου προγόνους σαςδεν τα μάθατε;

–Από τσου προγόνους μάθαμε τα καλά, τση ρίχνω την αποστομωτική απάντηση.Τση λαμογιές τση μάθαμε από εσάς.

–Λες; μου λέει.

–Λέω, τση λέω.

Σε κάποια στιγμή είδα κι απόειδα, τση αρπάω τον καταραμένο guide και τον στέλνωνα μετρήσει το ύψος από το μπαλκόνι.

–My guide! ξεφωνίζει η παρλιακή.

–Σκάσε, μωρή άρρωστη, τση λέω, και θα ξυπνήσεις τσου γειτόνους. Δεν τον χρειάζε-σαι τον guide, Σπύρο χρειάζεσαι.

–Ναι, αλλά...

–Σατάπ λέμε. Συγκεντρώσου στα μαθήματα ιστορίας που σου παραδίδω...

–Μα, εσύ με... βατεύεις..., διαμαρτύρεται το έρμαιο.

–Όπως οι πρόγονοι βάτεψαν τση περσικές ορδές τση Θερμοπύλες και στον Μαρα-θώνα, τση λέω.

Το ζωντόβολο σαν να ζωντάνεψε. Φαίνεται τση βρήκα το κουμπί.

–Yes... yes...! λέει ενθουσιωδώς.

–Και στη Σαλαμίνα, πετάω εγώ τη σπόντα.

–Yeeeessss...! Salamis! ανακράζει η ζωντανεμένη.

49

Page 50: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όπου οι ένδοξες ελληνικές τριήρεις εμβόλιζαν τα περσικά καράβια...

–Yeeeeesssss!... Είμαι περσικό πλοίο που εμβολίζεται...

–Και με τι έμβολο, μανάρι μου, ε;!!!

–Αυτό δεν είναι έμβολο, αντρούτσο μου, αυτό είναι ολόκληρο κατάρτι! ανακράζει ηντουλάπα, που είχε αρχίσει επιτέλους να πιάνει το νόημα.

–Κι εσύ εξαπολύεις το ιππικό, κοπελάρα μου, την ενθαρρύνω.

–Στη θάλασσα; απορεί εκείνη.

–Είναι αμφίβιο, μωρή, σαν τα ΟΥΚ, τση λέω. Εκεί θα κολλήσουμε τώρα;

–Έρχεται το ιππικό, αγόρι μου! φωνάζει εκείνη ιππεύοντας με δεξιοτεχνία Κοζάκου–και άνευ σέλας, έτσι;...

Για να μην τα πολυλογώ αναπαραστήσαμε όλες τση ένδοξες μάχες του παρελθόντος,μέχρι το Χάνι τση Γραβιάς την πήγα, όπου για μια ακόμη φορά η ελληνική γενναιότηταέδωκε ένα ανεπανάληπτο μάθημα τσου απολίτιστους βάρβαρους τση Δύσης.

Στο τέλος ο εχθρός αναγκάστηκε να σηκώσει λευκή σημαία.

–Παραδίνομαι, κατακτητή μου, ψελλίζει η Καναδέζα ξέψυχα. Άλλη μια επέλαση καιθα με φυτέψετε στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

Ήτουνε μια ακόμα ένδοξη σελίδα που γράφτηκε στην Ιστορία με χρυσά γράμματακαι μια ακόμη απόδειξη ότι οι πάντα αριθμητικώς υστερούντες Έλληνες υπερτερούν τωνυπεραρίθμων επίβουλων κατακτητών καθόσον έχουν καρδιά λέοντος και μυαλό αλου-πούς.

Μην βιαστείτε να με δοξάσετε. Εγώ έκαμα απλώς το καθήκον μου στην πατρίδα.

50

Page 51: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

5) Η Ροζίτα από την Αβάνα

Page 52: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 53: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

η με ρωτήσει κανείς τι ακριβώς αγώνες ήτουνε γιατί δεν θυμάμαι. Κείνο που θυ-μάμαι είναι πως ήτουνε «διεθνείς» και μεγάλοι και συμμετείχε σε δαύτους όλο το

ανφάν γκατέ του παγκοσμίου αθλητισμού –γιατί και πώς τώρα, είπαμε, θα σας γελάσω.Θυμάμαι επίσης τον Σώτο, φιλαράκι καλό, φωτορεπόρτερ αθλητικής φυλλάδας που μεείχε αγγαρέψει να του κάμω τον βοηθό ένεκα που δεν πρόκανε ο ίδιος όλες τση φωτο-γραφίες μόνος.

Μ

–Λαμβάνεις κάμερα φωτογραφική κι αμολιέσαι, μου ξηγιέται. Και πού ‘σαι... εδώδεν ειμάστενε για ν’ αποθανατίσουμε κώλους και μπουτάκια –‘ντάξει... και γι’ αυτό–αλλά τα αγωνίσματα. Όπου δεν μπορώ να είμαι εγώ θα είσαι εσύ. Αντιλαβού;

Το χαρτζηλίκι ήτουνε καλό, η όλη φάση είχε την πλάκα τση, μπουτάκια, μπουτάρες,κωλαράκια, κωλάρες παντού... ‘ντάξει, οι περισσότερες αθλήτριες ήτουνε μαύρη συφορά(εμ, αν μπόρουναν να σταυρώσουν άντρα θα το ‘ριχναν λες στην πιλάλα;), αλλά είχε καιμερικά κομμάτια να γλύφεις τα δάχτυλά σου. Η Ροζίτα ήτουνε μια απ’ αυτές και τηνπρόσεξα αμέσως καθόσον αφενός ξεχώριζε από τση ασουλούπωτες σαν τη μύγα μεσ’ τογάλα κι αφετέρου είχε πάρει τ’ αγωνίσματα παραμάζωμα αφήνοντας τση άλλες να τρώνετη σκόνη τση.

Δεν λέω, ήτουνε και κάτι άλλες –αραπίνες κυρίως– που είχαν τα προσόντα, αλλά απότση πιο ανοιχτόχρωμες η Ροζίτα έκαμε μπαμ (και το ίδιο κόντευε να πάθει κι ο Μένιος,εντός του σωβράκου, από την αφόρητη πίεση).

Το οποίον φρόντισα να την έχω από κοντά σε όλη τη διάρκεια του τριήμερου τωναγώνων και τράβαγα τση πόζες σε βαθμό πολυβόλου –μην και χάσω καμιά φάση. Στοτέλος με πήρε είδηση –και πώς να μη με πάρει, ολόκληρο παιδαρά ανάμεσα στα φλίκου-ρα!– και σ’ ένα διάλειμμα ανάμεσα σε αγωνίσματα με φώναξε να πλησιάσω καθώς άλ-λαζε φόρμες.

–Σαν πολλές φωτογραφίες δεν παίρνεις; μου κάνει.

–Με εμπνέει το τοπίο, τση κάνω εγώ, πάντα ετοιμόλογος.

53

Page 54: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Μου ρίχνει μια στραβή ματιά και μισοχαμογελάει.

–Μου την πέφτεις σαν να λέμε, ρε φωτογράφε; ρωτάει.

–Το κατά δύναμιν, τση απαντώ εγώ.

–Σαν πολύ θράσος δεν έχεις;

–Γιατί, ρε βάσανο; τση λέω. Επειδής θαυμάζουμε το ωραίο;

Τση άρεσε αυτό.

–Μπα...; χαμογέλασε. Σας αρέσουμε κιόλας αν τύχει;

–Το ρωτάς; τση απαντώ εγώ. Θα σε μαλώσω. Πες μια κουβέντα εσύ κι εγώ για τηνπάρτη σου τα πάντα όλα.

Με κοίταξε σκεφτική.

–Τα πάντα, ε;

Τη στιγμή εκείνη κατέπλευσε φουριόζος ένας μυστήριος που φαινόταν κάτι ανάμεσασε βοηθό προπονητή, χωροφύλακα και κομισάριο και κάτι τση είπε αυστηρά στα σπα-νιόλικα. Η Ροζίτα τα μάζωξε χωρίς κιχ κι εξαφανίστηκε.

Ο φουριόζος γυρίζει σε μένα.

–Γιου, μου λέει σε άθλια ιγγλέζικα. Νο φώτος Κούμπαν άθλητς. Γιου σταίη αγουαίηΚούμπαν άθλητς. Φερμπότεν.

–Γιαβόλ, του πετάω εγώ, αλλά ο τυπάκος δεν έπαιρνε από αστεία.

–Ουστ, μου κάνει.

Είπα ν’ αφήκω κάτω τη μηχανή να τον πιάκω τση γρήγορες, αλλά έλα που ο τυπάκοςήτουνε ίσαμε μια δίφυλλη ντουλάπα...! Οπόταν είπα να δώκω τόπο στην οργή. Πάντωςτο μανούλι τσίμπαγε κι αυτό ήτουνε το σημαντικό.

Αργότερα μου ξαναδόθηκε η ευκαιρία να πλησιάσω την άτακτη Κουβανέζα εκεί πουάλλαζε πατίκια.1

–Κάμε τον αδιάφορο, μου λέει χωρίς να με κοιτάζει. Μην καταλάβουν ότι μιλάμε.Κάνε πως φωτογραφίζεις τσου άλλους στον στίβο.

Πολύ μυστήριο, αλλά αφού το μανούλι την έβρισκε έτσι ποιος ήμανε εγώ να του τοχαλάσω;

–Καλά, μιλάμε είσαι και το πρώτο παιδί, τση λέω κάνοντας ότι τραβάω κάτι χάλιεςπου φέρναν στροφές στο στάδιο.

–Πρέπει να σου μιλήσω, μου λέει η έτσι. Βρες ένα μέρος και πε μου –γιατί με παρα-κολουθούν από κοντά.

–Έννοια σου και θα σε τακτοποιήσω εγώ μια χαρά, τση κάνω.

Πάω και πιάνω τον Σώτο που παιδευόταν με κάτι σφαιροβολίες.

1 Πατίκια: παπούτσια Κερκυραϊστί.

54

Page 55: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ρε συ, του λέω. Έτσι και προκύψει τίποτσι καλό για κάνα γρήγορο στα όρθια πούτο πας το θήραμα εδώ πέρα, να ‘ούμ’;

Ο Σώτος το σκέφτηκε.

–Όπως πάμε για τ’ αποδυτήρια κάνουμε δεξιά κι εκεί έχει ένα καμαράκι για τα εργα-λεία, μου λέει. Υποτίθεται πως το ‘χουν κλειδωμένο, αλλά έτσι να σμπρώξεις την πόρταμπαίνεις. Εγώ, δυο-τρεις φορές που μου ‘τυχε το λαχείο εκεί την έβγαλα, αλλά πρόσεχεμην πατήσεις καμιά τζουγκράνα.

Το οποίον, επισημαίνω εγώ το καμαράκι, δοκιμάζω την πόρτα, άνοιγε μια χαρά...τρέχω να προκάνω τα καθέκαστα τση δικιάς μου.

–’Ντάξει, μου λέει. Σε πρώτη ευκαιρία, όταν όλοι τσου είναι απασχολημένοι με τ’αγωνίσματα θα την κάνω δήθεν για τ’ αποδυτήρια. Να ‘χεις το νου σου.

Κι έτσι έγινε. Οπόταν να ‘μαι με το μανούλι στο αποθηκάκι, έτοιμος εγώ ν’ απογειω-θώ μιλάμε. Πάω να απλώσω χέρι στην πραμάτεια... με σταματάει.

–Πρέπει να μιλήσουμε, μου κάνει.

–Καμιά αντίρρηση, τση λέω χουφτώνοντας ότι μπορούσα. Και το μιλητό εμένα δενμε χαλάει.

–Εννοώ να μιλήσουμε σοβαρά.

–’Ντάξει, κανένα πρόβλημα, τση λέω καθώς μανουβράριζα επιδέξια στον στενόχώρο.

–Madre de Dios! αναφωνεί το φυντανάκι. Δεν έχετε τίποτσι άλλο στο μυαλό σαςεσείς οι άντρηδοι;

–Σαν τι να ‘χουμε δηλαδή, απορώ εγώ. Τη λειψυδρία στην Αφρική;

–Δεν είναι αστείο, μου λέει αποφεύγοντας μια περίτεχνη κατά μέτωπο προσέγγιση.Θέλω να το σκάσω.

–’Ντάξει, μανάρι μου, τση λέω. Να φέρω το μηχανάκι και πάμε όπου θες.

–Να το σκάσω στη Δύση μιλάμε, μου λέει η μικρή. Πολιτικό άσυλο κι έτσι.

–Γιατί; απορώ εγώ που από κάτι τέτοια είχα μαύρα μεσάνυχτα.

–Τι γιατί; διαολίζεται το φυντανάκι. Πρώτη φορά ακούς να θέλουν να το σκάσουνάνθρωποι από το Παραπέτασμα;

Πρώτη φορά το άκουγα, αλλά δεν χρειαζόταν να δίνουμε πατήματα στα αθλούμενανα μας τη λένε.

–Κάτι έχουμε ακούσει κι εμείς, τση κάνω, έχοντας στο μεταξύ καταφέρει να τση κα-τεβάσω επιδέξια το εφαρμοστό σορτσάκι.

–Δεν ξέρεις πώς είναι να ζεις σε κομμουνιστικό καθεστώς, μου λέει το Κουβανάκιμανουβράροντας επιτηδίως τσου θεοκάπουλους στον στενό χώρο.

–Έχει η Κούβα κομμουνισμό, μωρή; απορώ εγώ.

Το παιδί κουφάθηκε.

55

Page 56: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Καλά, με δουλεύεις; μου κάνει. Μπροστά σε μας η Σοβιετία είναι βόλτα στο πάρκο.

–Έτσι, ε; μουρμουράω εγώ, έχοντας πετύχει ευθυγράμμιση για προσγείωση στο αε-ροπλανοφόρο.

–Γι’ αυτό σου λέω, μου λέει. Όποιος μπορεί να φύγει την κάνει με πλάγια πηδημα-τάκια. Εμένα τώρα μου δίνεται η ευκαιρία.

Είναι δύσκολο να κρατήσεις ένα κάποιο επίπεδο σε σοβαρή πολιτική συζήτηση ότανπαλινδρομείς στην προσπάθεια σύσφιξης των σχέσεων Ανατολής και Δύσης και τοπλάσμα, που είχε πιάκει τον ρυθμό κι έκανε επίδειξη κινήσεων χούλα-χουπ άνευ στε-φάνης, δεν βοηθούσε. Τέλος πάντων καταφέραμε να συνεννοηθούμε, να ειδοποιήσω,λέει, την Αμερικανική πρεσβεία να στείλουν ανθρώπους να τη μαζώξουν πριν τε-λειώσουν οι αγώνες και οι συνοδοί –όλοι τσιράκια του Κόμματος– μαντρώσουν τσουαθλητές πάλι μέχρι να τσου τσουβαλιάσουν στο αερόπλανο τση επιστροφής.

Τέλος πάντων αναγκαστήκαμε να επισπεύσουμε την εποικοδομητική ανταλλαγήαπόψεων καθόσον τα μεγάφωνα καλούσαν τσου αθλητές για τον ημιτελικό των 100μέτρων και η Ροζίτα ήπρεπε να συμμετάσχει.

–Μην ξεχάσεις να πάρεις τηλέφωνο την Αμερικάνικη πρεσβεία, μου υπενθύμισε κα-θώς σουλουπωνόταν όπως-όπως για να βγει από το αποθηκάκι. Αύριο είναι η τελευταίαμέρα των αγώνων.

–Θα ιδωθούμε απόψε να σε προβαδήσω στο Άθενς μπάϊ Νάϊτ; τη ρωτάω εγώ πουαπό τη σύντομη αυτή συνεδρία είχα πάθει την πλάκα μου κι απέβλεπα σε μεγαλειώδησυνέχεια του έργου.

Με κοίταξε λες και ήμανε εξωγήινος.

–Καλά, εσύ παιδάκι μου, δεν έχεις πάρει πρέφα τίποτσι; μου κάνει. Δεν ξέρεις ότιμας έχουν όλους μαντρωμένους οι ασφαλίτες του Κάστρο; Κάθε αθλητής δυο συνοδούςμιλάμε.

Δεν το ‘ξερα, αλλά τώρα που το μάθαινα με προβλημάτιζε, καθόσον με τσου μπα-μπούλες από δίπλα δεν γενόταν δουλειά και ήτουνε μεγάλο κρίμα γιατί το φυντανάκιήτουνε ταλέντο σπάνιο κι αν στον περιορισμένο χώρο και χρόνο επέδειξε τέτοια δεξιοτε-χνία και προθυμία συνεργασίας σκέψου τι θα ‘καμε σ’ ένα κανονικό δωμάτιο με στρώμα!Οπόταν θα ‘πρεπε να φροντίσω να την κάνει κανονικά αν απέβλεπα σε συνέχεια τση πα-ράστασης.

Τέλος πάντων, το Κουβανάκι κείνο το βράδυ πέταγε στον στίβο και τση πήρε όλεςπαραμάζωμα. Δεν ξέρω, μπορεί να συνέβαλα κι ο ίδιος κάπως σ’ αυτό, ρε παιδάκι μου,να το ντοπάρισα το ταλέντο με νέο είδος ντόπας απ’ αυτές που δεν τση βρίσκουν τα μη-χανήματα. Λέμε τώρα.

Το οποίον πιάνω και τηλεφωνώ στην πρεσβεία.

Μου απαντάει μια τσιριμπίμ-τσιριμπόμ.

–Χελό γιου δέαρ, τση λέω. Γουέρ αρ γιου φρομ;

–Οχάίο, μου απαντάει το μανάρι ευγενικά. Τι μπορώ να κάμω για σας;

56

Page 57: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Το θέμα, μανούλι, δεν είναι τι μπορείς να κάμεις εσύ για μένα, αλλά τι μπορώ νακάμω εγώ για ελόου σου, τση λέω.

Χιχιχί... χοχοχχό... τσίμπαγε το μπαρμπούνι. Πιάκαμε την κουβέντα, μου είπε πωςτην έλεγαν Κάθυ, συμφωνήσαμε να δώκουμε ραντεβού Σάββατο βράδυ στου Παπασπύ-ρου –θα κράταγε λέει τη Washington Post.

–Και τώρα που το κανονίσαμε κι αυτό, Σπάϊρους, δεν μου λες τον λόγο που μαςκάλεσες; μου λέει τέλος.

–Ναι, ρε μανίτσα μου, παραλίγο να το ξεχάσω, τση λέω. Έχω εκεί μια Κουβανέζααθληταρού που θέλει, λέει, πολιτικό άσυλο.

Έπεσε μια μικρή σιωπή.

–Κουβανέζα, είπες; ρώτησε μετά η Κάθυ.

–Κουβανέζα, επιβεβαιώνω εγώ.

–Δική μας ή δική τους;

Εδώ, ομολογώ, τα ‘παιξα ελαφρώς.

–Μπαρδόν; τση κάνω.

–Αν είναι από το Μαϊάμι είναι δική μας, μου εξηγεί η Κάθυ. Αν δεν είναι, είναι δικήτσου.

–Αν είναι δική σας, μάτια, γιατί να θέλει άσυλο; απορώ εγώ.

Η Κάθυ το σκέφτηκε.

–Αυτό να μου πεις, παραδέχεται μετά.

–Οπόταν τι κάνουμε; ρωτάω εγώ.

–Περίμενε να σου δώκω τον Μαίητζορ Τζάκσον, μου λέει η Κάθυ. Είναι ο ειδικός γι’αυτές τση περιπτώσεις.

Κάτι «κλικ-κλικ» στη γραμμή και σε λίγο μια φωνή σαν του Τζαίημς Μπράουν...«I’m feeling good... ταραραραρά-ραρά...» στο ακουστικό.

–Major J. J. Jackson, US Marines, first secretary of the US Embassy in Athens-Greece, μου συστήνεται. What can I do for you?

–Αϊ χαβ α Κούμπαν χου γουάντς του εσκαίηπ, το λέω.

–All communists want to escape, μου λέει ο τυπάκος. How many are they?

–Τζαστ ουάν, του λέω. Η Ροζίτα.

–What about the others? ρωτάει ο τύπος.

–Δεν έχει όδερς, ρε φιλάρα, του λέω. Είπαμε... μόνο η Ροζίτα.

–Δεν μπορείς να πεις και τσου άλλους ν’ αυτομολήσουν; επιμένει ο Τζάκσον.

–Πώς να τσου πείσω; απορώ εγώ.

–Δεν είσαι τση αποστολής; ρωτάει ο Τζέη-Τζέη.

57

Page 58: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Εγώ είμαι φωτογράφος, του κάνω.

–Κουμπάνος;

–Έλληνας.

Μικρή σιγή.

–Και γιατί ανακατεύεσαι τότε; έρχεται η εύλογη ερώτηση.

–Είναι ένεκα που η Ροζίτα τυγχάνει φίλη μου, του λέω.

–Πόσο φίλη;

–Γιατί, φιλάρα, ενδιαφέρεσαι κι ο ίδιος αν τύχει; του κάνω. (Γιατί είχα αρχίσει να ταπαίρνω...)

–Κουβέντα κάνουμε, μου λέει ο λέχρος.

–Να μην κάνουμε, του λέω. Το κορίτσι θέλει να την κάνει με πλάγια πηδηματάκια.Ενδιαφέρεστε ή ου;

–Χμμ... για ένα άτομο; Δεν ξέρω αν αξίζει τον κόπο..., μου λέει ο τύπος.

–’Ντάξει, του λέω εγώ που τα ‘χα πάρει τώρα κανονικά. Μη σας ενοχλούμε άλλο...Πάμε κι αλλού άμα λάχει.

–Πού; απορεί ο λέχρος.

–Τσου Ρώσους, ας πούμε, του λέω.

Έπεσε μια νεκρική σιγή.

–Θα στείλεις μια Κουβάνα που θέλει ν’ αυτομολήσει στους... Ρώσους; ρωτάει ολέχρος.

–Είπαμε, υπάρχουν κι άλλες πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια, του λέω.

–Σε περίπτωση που σου διαφεύγει να σου επισημάνω πως η Ρωσία ανήκει στο κομ-μουνιστικό μπλοκ, μου λέει ο Τζέη-Τζέη.

–Θα πάμε μ’ όποιον μας συμφέρει, του κάνω.

Νεκρική σιγή ξανά.

–Θα στείλω κάποιον στο στάδιο αύριο, λέει τέλος ο αρμόδιος των αποδράσεων. Αυ-τός θα σου πει τι να κάνεις.

Την επομένη καταφέρνω να πλησιάσω τη Ροζίτα, δήθεν μου και τάχα μου να τη φω-τογραφίσω.

–’Ντάξει, τση λέω. Όταν μπορέσεις στο γνωστό καμαράκι.

Σε πέντε λεφτά οι σκούπες και τα άλλα εργαλεία είχαν πάλι πάρτυ ενώ με τη Ροζίταφροντίζαμε για την παγκόσμια αδελφοσύνη και συναδέλφωση.

–Στέλνουν άνθρωπο από την πρεσβεία, τση λέω μετά.

–Το ξέρω, μου λέει. Είναι ο αφέτης. Μου είπε πως θα με μαζώξουν μετά τον τελικότων 200 μέτρων.

58

Page 59: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Οπόταν θα σε δω έξω, τση λέω.

–Ανυπερθέτως, μου λέει. Gracias.

–Venceremos, τση λέω εγώ (το ‘χα δει σ’ ένα έργο).

–Αυτό το λένε οι Καστρίστες, με επιπλήττει αυστηρά η Ροζίτα.

–Εσείς τι λέτε;

–Freedom of Enterprise, μου λέει.

–Απ’ αυτό, τση λέω.

Αλληλοασπαστήκαμε και χωρίσαμε.

Στα 200 μέτρα τώρα εγώ παρακολουθώ... Τσου ρίχνει πάλι στ’ αυτιά η Ροζίτα, πληνμόλις περνάει τη γραμμή του τερματισμού παθαίνει, λέει, θλάση και πέφτει στο ταρτάν.Φασαρία, κακό... τι έπαθε το κορίτσι;... μπαίνει ασθενοφόρο, τη φορτώνουν πάνω καιμην την είδατε, ενώ οι Κουβανοί, που κάτι είχαν αρχίσει να ψυλλιάζονται, τρέχουν απόπίσω ωρυόμενοι.

Τη Ροζίτα δεν την ξανάειδα, αλλά είδα την Κάθυ που ήρθε κανονικά στο ραντεβούστου Παπασπύρου και που ήτουνε, ως απεδείχθη περίτρανα, πρώτης τάξεως κομμάτι.

Αργότερα, όταν ήρθε η κουβέντα, με πληροφόρησε πως η Ροζίτα είχε φυγαδευτεί μιαχαρά και πως είχε εγκατασταθεί στο Μαϊάμι με τσου άλλους αντικαθεστωτικούς.

–Κρίμα όμως που τση πήραν τα μετάλλια πίσω, μου λέει. Τη βρήκαν, λέει, ντοπαρι-σμένη.

–Ντοπαρισμένη;!!! απορώ εγώ.

–Η ίδια το αρνείται μετά βδελυγμίας, αλλά τση βρήκαν, λέει, απαγορευμένες ουσίεςσαν αυτές που υπάρχουν στο σιρόπι για τον βήχα...

Ξέχασα να σας πω πως τση μέρες εκείνες ήμανε ελαφρώς γριπιασμένος και η κυρα--Ευανθία, η σπιτονοικοκυρά μου, μου έδινε σιρόπι για τον βήχα που τση είχε ξεμείνειαπό τον συχωρεμένο τον ματζανάκη τση.

Λες;

59

Page 60: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 61: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

6) Η Αουρέλια από το Ρίο

Page 62: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 63: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

χώρα του τιτανοτεράστιου, του ανεπανάληπτου Πελέ, είναι γνωστή για τρίαπράματα (κυρίως). Τη μπάλα, τον καφέ και τση γυναίκες τση. Και για τη μπάλα μεν

δεν χρειάζεται να σας πω εγώ, καθόσον και ο πιο άσχετος μούργος και η τελευταία νοι-κοκυρά έχουν ακούσει για τσου γίγαντες, τσου ανυπέρβλητους καριόκας των γηπέδωνπου σου πιάνουν το τόπι και στο ζαλίζουν μέχρι τελικής εξαφάνισης, για τον καφέεντάξει... είναι πλεροφορία που θα βρείτε στον Καζαμία και τση ποδοσφαιρικές περιγρα-φές των άσχετων μούργων που μας σπάνε τα νεύρα κάθε που έχει αγώνα στην κρατικήτηλεόραση, αλλά για τση γυναίκες ήρθατε στον σωστό άνθρωπο, στον καθηγητή, καικοιτάξτε να δώκετε βάση στην παράδοση μπας και ξεστραβωθείτε.

Η

Παραλία τση Αχαράβης, καλοκαίρι κι έχουμε στήσει εκεί μια μπίζνα με τον δικόμου, τον Αντώνη, «ενοικιάζονται γουϊντσέρφ, θαλάσσια ποδήλατα, κανό» και τέτοια.Δουλειά αραχτή, η μονέδα έπιπτε κανονικά και περιπλέον κάναμε και τση ατασθαλίεςμας καθόσον πράμα άφθονο υπήρχε και να έχει όρεξη κανείς, παραπονεμένος δεν θα μεί-νει.

Το παιδί με το τάγκα και τα οπίσθια ίσαμε ένα αεροπλανοφόρο του 6ου στόλουέσκασε στην παραλία σαν χειροβομβίδα κρότου-λάμψης κάνοντας τον ανδρικό πληθυ-σμό –και ικανό μέρος του γυναικείου– να βαρήσει μπιέλα!

Μιλάμε εδώ για μια περίπτωση απ’ αυτές που βλέπουμε μόνο στα έργα, άντε και σετίποτσι ντοκυμαντέρ για το Καρναβάλι του Ρίο. Περιγραφή δεν κάνω, για ν’ αποφύγουμεζημίες και ανήκεστες βλάβες, καθόσον, ε, μεγάλοι ανθρώποι εισάστενε, πρέπει να προ-σέχετε την υγεία σας –η υγεία είναι το παν.

Αουρέλια το λέγαν το πλάσμα (αμ πώς θα το ‘λεγαν;... Σούλα;) και ήτουνε μια απότση περαστικές εκείνες τουρίστριες που ήρθαν εδώ για κάτι μέρες, πάθαν την πλάκα τσηζωής τους και ξέμειναν κάτι χρόνια –μερικές και ούλα τσου τα χρόνια. Τώρα πώς αυτή ηβασίλισσα του Ρίο παντρεύτηκε τον κυρ-Δημοσθένη, τον μπακάλη, θα σας γελάσω. Είναι

63

Page 64: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ένα απ’ αυτά τα μυστήρια που δεν έχει διαλευκάνει ακόμα η επιστήμη. Βέβαια, ο κυ-ρ-Δημοσθένης, που ξεκίνησε μπακαλόγατος και κατέληξε με τρία σουπερμάρκετ καικάτι δεκάδες ρουμς-του-λετ διασπαρμένα σε στρατηγικά σημεία τση τουριστικής Κέρκυ-ρας, είχε μια άλφα οικονομική επιφάνεια, πλην όμως δεν είναι αμαρτία από τον θεό νατραβάει το μορμολύκειο τέτοια φρεγάδα καθ’ ον χρόνον εμείς, τα τσακάλια, πορευόμα-στε με κάτι επισκευασμένες ψαρόβαρκες; Αλλά έτσι είναι η κενωνία και σήμερις κι απόεξανέκαθεν, άδικη και μπαμπέσα και τι να πεις;

Το οποίον καθόμανε και κοίταγα το πλάσμα να κινείται εκρηκτικώς επί τση παραλί-ας και μελέτουνα στρατηγικές προσέγγισης και πλαγιοκόπησης, αλλά άμα έχεις τον ΆηΣπυρίδωνα προστάτη σου τα θαύματα βρίσκονται στην ημερησία διάταξη –μεγάλη ηχάρη Του– και δεν χρειάζεται να χολοσκάς για τίποτσι. Οπόταν ένα ωραίο πρωί βλέπωτο πλάσμα να αριβάρει στο μαγαζί, τουτέστιν το υπόστεγο που είχαμε στήσει με τονΑντώνη για την επιχείρηση κι ο συνεταίρος μόνο που δεν έπαθε ίνκουμπο.

–Bom dia, você éla loja? (Καλημέρα, εισάστενε του μαγαζιού;), ρωτάει το αερικό.

Τώρα τα πορτογαλέζικα είναι βλάχικα σπανιόλικα και τα σπανιόλικα παρεφθαρμέναιταλικά, τα οποία είναι, όπως όλοι ξέρουμε, πρώτα ξαδρέφια με τα κερκυραίϊκα (άνευ τηφαντασία). Οπόταν, έτσι και κατέχεις τα κερκυραίϊκα, μιλάς τση μισές –και βάλε– γλώσ-σες του πλανήτη.

–Νος φατσέμος α κε ποδέμος (Κάνουμε ότι μπορούμε), τση απαντώ εγώ και την κου-φαίνω.

–Você fela português! (μιλάτε πορτογαλέζικα), έρχεται το θαυμαστικό επιφώνημα.

–Για την πάρτη σου, μανούλι, μέχρι και κογκολέζικα, άμα λάχει, τση κάνω.

Γελάκια, ναζάκια... Τον Αντώνη όπου να ‘ταν τον χάναμε.

–Θέλω να νοικιάσω ένα γουϊντσέρφ, μου λέει το πλάσμα.

–Το μόνο εύκολο, τση λέω. Διάλεξε όποιο θες.

–Αλλά δεν ξέρω να κάνω, μου λέει ναζιάρικα.

–Αυτό είναι ένα πρόβλημα, παραδέχομαι ο ίδιος. (Σάματις ήξερα εγώ να τση δείξω;).Αλλά δεν φυσάει κιόλας οπότε άστο καλύτερα και πάρε ένα κανό.

–Και να κάνω κουπί; σουφρώνει το μουτράκι της η σεξοβόμπα.

–Καλά λες, τση κάνω. Για τέτοια ημάστενε; Τι θα ‘λεγες για ένα ποδήλατο;

–Μα είναι διθέσια, μου λέει το πλάσμα. Πού να το κουνήσω μόνη μου;

–Μ’ αυτές τση ποδάρες, μάνα μου, με το που θα καθίσεις το όχημα θα φύγει απόμόνο του, τση λέω.

Γελάκια, χαχανάκια... ο Αντώνης σε κρίσιμη κατάσταση.

–Πώς τα λέτε! μου λέει το όραμα από το Ρίο.

–Και πού να δεις πώς τα κάνω, τση ρίχνω τη σπόντα εγώ.

Χαχαχαχαχά χουχουχουχού... καλά παγαίναμε.

–Αν με βοηθούσατε; μου κάνει. Στο πεντάλι εννοώ.

64

Page 65: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Και στο πεντάλι και στο πεντοζάλη και στα πάντα όλα, τση λέω. Η εταιρία μαςγένεται θυσία για τσου πελάτες.

–Obrigado vo cê tão gentil (Ευχαριστώ, είσαστε πολύ τσίφτικο παιδί), μου λέει τοπλάσμα μ’ ένα επαγγελματικό γελάκι.

Το οποίον, αφήνω τον ξεμπερδεμένο Αντώνη στο μαγαζί, να τρώει τα λυσσακά του,κι ο ίδιος μπαρκάρω με το βραζιλιάνικο μανούλι στο θαλάσσιο ποδήλατο –προς εξυπε-ρέτησή τση.

Άπειρο το πλάσμα από τέτοιου είδους γυμναστικές χρειαζότουνε καθοδήγηση κιαυτό ακριβώς έκαμα ο ίδιος όπου βάλθηκα να τση δείχνω τον παλμό καταλεπτώς.

–Señor Spirous, εισάστενε πολύ τολμηρός ή μου φαίνεται; μου λέει σε μια στιγμή τοφαινόμενο τση Κοπακαμπάνας.

–Να το πάρουμε αλλιώς, μανούλι, τση κάνω. Εάν ήσανε η ίδια στη θέση μου κι εγώήμανε εσύ, τι θα ‘καμες;

Χαχαχαχά χουχουχού... καλά παγαίναμε.

–Θα σου την έπιπτα στην ψύχρα, ομολογεί το πλάσμα σε μια κρίση ανεπανάληπτηςειλικρίνειας.

–Οπόταν;...

–Ναι, αλλά ξεχνάτε πως τυγχάνω μια παντρεμένη γυναίκα, μου λέει αυστηρά.

–Και παναπεί, μάτια, ότι οι παντρεμένες δεν έχουν ψυχή; τση κάνω εγώ. Σε περικα-λώ! Να ειμάστενε και ολίγον φιλάνθρωποι.

–Έτσι που το θέτετε έχετε κάποιο δίκιο, μου λέει το πλάσμα.

Εντωμεταξύ είχαμε ξεμακρύνει βολικά από την ακτή πλην παρατήρησα πως έβανεκύμα κι όσο πήγαινε και δυνάμωνε. Η Αουρέλια το πρόσεξε και η ίδια.

–Μήπως να γυρίζαμε πίσω; μου κάνει.

Να γυρίσουμε μια κουβέντα ήτουνε. Σάματις είχαμε καμιά εξωλέμβια να τη φου-λάρουμε; Άσε που μας ξέσερνε το ρεύμα κατά του διαόλου το κάγκελο.

–Για ρίξε καμιά πενταλιά και συ, ρε μάτια, να δούμε τι θα γενούμε, τση λέω. Γιατίμας γλέπω να φεύγουμε κατά Αλβανία μεριά.

–Ναι αλλά εγώ κουράστηκα, μου απαντάει ναζιάρικα.

Και να ‘χει αρχίσει κι ένα ψιλόβροχο και να μας ξεσέρνει ο αέρας όλο προς τα δε-ξιά... Και το πούστικο το κύμα όλο και να το χοντραίνει το αστείο.

Το ευτύχημα που τώρα μας ξέσερνε μεν μακριά από την αφετηρία μας, αλλά προςτην ακτή κι όχι προς το πέλαγο. Με τα πολλά καταφέραμε να ακοστάρουμε κάπως, πληνχιλιόμετρα μακριά από την Αχαράβη, στη μέση του πουθενά.

Έφτακε μεσημέρι κι ο καιρός όλο και χόντραινε όταν επιτέλους το κύμα μας πέταξεσε μια έρημη παραλία, όλο άμμο και βατσουνιές.

–Πού ειμάστενε; απόρησε η πελάτισσα.

65

Page 66: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όπου και να ειμάστενε κάμε τον σταυρό σου οπού πατάμε στη γη, τση λέω.

–Μα εδώ είναι ερημιά, μου λέει το πλάσμα.

–Δεν λες καλύτερα που δεν έχουμε να μας ενοχλούν τα πιτσιρίκια με τση φωνές καιτση ρακέτες, τση λέω.

–Όμως ο Δημοσθένης μου εμένα θ’ ανησυχήσει που θ’ αργήσω, μου κάνει.

–Ε, θα του πεις ανωτέρα βία, τση λέω. Τι να κάνουμε; Να τα βάλουμε με τα στοιχείατση φύσης τώρα; Μπορούμε; Δεν μπορούμε.

–Να πάμε με τα πόδια, μου λέει.

Τση δείχνω τα γκρεμνά πίσω μας. Ούτε κατσίκι δεν σκαρφάλωνε κει πάνω.

–Από πού, ρε μάτια; τση λέω. Εξόν κι αν προβατείς στο νερό, σαν τον Ιησού Χριστό.

Το πλάσμα άσκωσε τα χέρια στον ουρανό.

–O que fazer? (Τι να κάνουμε;), ανακράζει.

–Κάτι θα βρούμε να κάνουμε, την παρηγορώ εγώ. Κι όταν με το καλό πέσει το κύμαγυρίζουμε ποδηλατάδα.

–Το κύμα μπορεί να κάμει δυο και τρεις μέρες να πέσει, μου λέει.

–Ε, τι να κάνουμε, θα το υπομείνουμε, τση κάνω.

–Ναι, αλλά εγώ θα βαρεθώ..., μου λέει με σκέρτσο.

–Μα, θα σ’ αφήκω εγώ, μάτια να βαρεθείς; τση λέω. Δεν είπαμε; Τα πάντα όλα γιατσου πελάτες.

Χαχαχαχά χουχουχού πάλι.

–Και τι θα πω του Δημοσθένη;

–Ότι έπαθες αμνησία, τση λέω.

–Σπάϊρου, μου λέει. Είσαι πολύ αδίστακτος.

Εδώ δεν μπορούσα να τση πω τίποτσι. Όπως τα έλεγε ήτουνε.

Το οποίον κοιτάξαμε να δούμε πώς θα περνάγαμε την ώρα μας εποικοδομητικά καινα δεις που κάτι βρήκαμε κι ας ημάστουνε στη μαύρη την ερημιά.

Κατά το απόγευμα η Αουρέλια από το Ρίο –και νυν μπακάλισσα τσου Κορυφούς–δήλωσε ανήσυχη.

–Σπάϊρου, ανησυχώ, μου λέει.

–Γιατί, μανάρι μου; τση λέω εγώ. Άσχημα περνάμε;

–Άσχημα δεν περνάμε, αλλά μόλις θυμήθηκα πως ο Δημοσθένης μου είναι πολύ ζη-λιάρης, μου κάνει.

–Οπόταν, το ευτύχημα που δεν τον έχουμε εδώ γύρω, τση λέω.

–Κι αν ξεσηκώσει το Λιμενικό να με ψάξει;

–Ε, τότενες θα μας σώσουν κι ούτε γάτα, ούτε ζημιά.

66

Page 67: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Και τι θα του πω εγώ του Δημοσθένη που πέρασα μια μέρα στην ερημιά μ’ ένανπαιδαρά σαν ελόου σου; μου ρίχνει το ατράνταχτο επιχείρημα.

–Αυτό είναι ένα πρόβλημα, παραδέχομαι εγώ. Να του πεις, ας πούμε, ότι εγώ κα-τέβηκα στην προηγούμενη στάση...

–Και δεν θα του πουν ότι μας βρήκαν μαζί;

–Σωστά.

–Αλλά αν κρυβόσουν;... Ε;...

–Τι λες, ορή βουρλισμένη; τση βάνω τση φωνές. Και πώς θα γυρίσω μετά πίσω;

–Ε, εντάξει..., μου κάνει. Θα περιμένεις να φτιάξει ο καιρός...

–Κι αν κάνει καμιά βδομάδα να φτιάξει εγώ θα το παίζω ναυαγός; ανακράζω αγανα-κτισμένος.

Το πλάσμα ήρθε και τρίφτηκε πάνω μου ναζιάρικα.

–Δεν θα κάμεις αυτή τη μικρή θυσία για μένα, caro? μου λέει. Για να προστατέψειςτην τιμή και την υπόληψή μου;

–Δεν ξέρω..., τση λέω μουτρωμένος.

Αλλά τα επιχειρήματα οπού είχε ήτουνε εξόχως πειστικά, οπόταν δυο ώρες αργότεραυπέκυψα. Στο κάτω-κάτω τση γραφής σιγά μην μας έψαχνε το Λιμενικό!

Και πάνω που τα σκεφτόμανε αυτά και χασκογελούσα ακούω το μοτόρι του περιπο-λικού από τη θάλασσα και να το που σκάει μύτη το γκρίζο πράμα από τον μύτικα.

Πετάγεται πάνω το πλάσμα –εν αδαμιαία– κι αρχίζει να κουνάει τα χέρια... Κάποιοςτυχερός κοιτούσε τώρα από το σκάφος με τα κυάλια και θα του πετάχτηκαν τα μάτιαόξω..., στρίβει το πλεούμενο και βάνει ρότα για καταπάνω μας.

–Μας είδε! Μας είδε! φωνάζει το πλάσμα μεσ’ την καλή χαρά.

Λες και υπήρχε περίπτωση να μην το έβλεπαν, τέτοιο παιδί, τα ληγούρια του Λιμενι-κού.

–Ντύσου, μωρή, τση λέω. Μη σε μπαγλαρώσουν για προσβολή τση δημοσίας αι-δούς.

Οπόταν ξεμπαρκάρουν τα λιμενικά, περιλαβαίνουν την αγνοούμενη, ευπρεπώς ενδε-δυμένη με την τάγκα τση, ενώ ο ίδιος κρυβόμανε τση βατσουνιές, την επιβιβάζουν,δένουν και το ποδήλατο ρεμούλκα και πίσω στον πολιτισμό, αφήνοντάς με αμανάτι στηνερημιά να κουβεντιάζω με τσου γλάρους και τσου καβούρους.

Ο καιρός έπεσε την επομένη. Το πώς γύρισα, πότε κολυμπώντας, πότε ποδαράτο δενθέλω ούτε να το θυμάμαι. Την Αουρέλια από το Ρίο δεν την ξανάδαμε στα λημέρια μας.Φαίνεται πως ο Δημοσθένης φρόντισε να τη μαζώξει καθόσον μάλλον κατιντίς δεν θατου κάθισε καλά σ’ αυτή την ιστορία του ναυάγιου και ως γνωστόν... όποιος φυλάει τσητάγκες του έχει τση μισές.

67

Page 68: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 69: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 70: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 71: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

1) Η Ρόζα από την Κινσάσα

Page 72: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 73: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ερί Αφρική, αν εξαιρέσεις τίποτσι έργα με τον Ταρζάν και την Τσίτα, στην Ελλάδαδεν έχουμε ιδέα κι ούτε μας κόφτει ιδιαίτερα, εξόν κι αν έχουμε κανέναν μπάρμπα

εκείθε, που πήγε να προκόψει και περιμένουμε το γράμμα με το τσέκι για να βουλώσου-με τση τρύπες του οικογενειακού προϋπολογισμού.

ΠΤώρα εγώ έτυχε να ‘χω ακριβώς έναν τέτοιο μπάρμπα, Σπύρο κι αυτόν, οπόταν κα-

τέχω το θέμα Αφρική, μη σου πω κι από πρώτο χέρι. Το οποίον ο μπάρμπας μου ο Σπύ-ρος έφυγε για τη Μαύρη Ήπειρο την εποχή που δέναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα, κα-πάτσος ήτουνε, του ‘κοβε το τσερβέλο περί κομπίνα και τα τοιαύτα, πρόκοψε, γρήγοραβρέθηκε με φυτείες δικές του –στην Κατάγκα νομίζω– να του δουλεύουνε οι αραπάδεςγια ένα μπουκούνι ψωμί –και με τον βούρδουλα– και να θησαυρίζει. Πλην όμως κάποιαστιγμή αποφάσισαν, λέει, οι καλοί ανθρώποι οι Βέλγοι να τσου δώκουνε τσου αραπάδεςτην ανεξαρτησία τσου, λέει, κι έγινε εκεί πέρα το έλα να δεις. «Ασκώθηκαν τα ποδάριανα βαρήσουν το κεφάλι» όπως μας έλεγε ο τζίος, τον οποίο τον στρώσαν στο κυνήγι οιαραπάδες του και μη κάτι μισθοφόρια από την Ευρώπη, που έσπευσαν να βάλουν μιατάξη στο μπουρδέλο, τώρα θα του κάναμε κάθε χρόνο μνημόσυνο μαζί με τσου άλλους«θιός σχωρέστους» τσου απονθαμένους μας.

Το οποίον ήρθε ο τζίος πίσω στην πατρίδα άρον των άρον και θα ήτουνε στον άσσο,καθόσον πώς να κουβαλήσει τση φυτείες μαζί, αν δεν είχε προνοήσει τση καλές τσημέρες να βγάλει κάτι όβολα τση τράπεζες τση Βελγικές ώστε να πορεύεται στα γερο-ντάματα.

Ο τζίος ετούτος οιπόν ήτουνε ένας ζουμπάς ζόρικος, με κόκκινο μούτρο, ντρίνκου-λας μέγας, σπάγκος από τσου λίγους, ένας καρμίρης κι ένα καθήκι πρώτης, που δεν έδινεστον άγγελο νερό και που μίλουνε μόνο για να ορμηνέψει και να δώκει διαταγές. Δεν τονχώνευε κανείς κι όλοι σκατοψυχάγανε τσου αραπάδες που δεν τον έκαμαν σαλάμι αέρος,να ξεβρωμίσει ο κόσμος από δαύτονε. Πλην τση μάνας μου φυσικά που τον είχε ξαδρέφοκαι τόνε υπερασπιζότουνε, καθόσον το αίμα νερό δεν γένεται.

73

Page 74: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ορέ Σπύρο, του ‘λεγε. Ένα πράμα δεν δεν καταλαβαίνω, μάτια. Πώς μπόρουνεςούλα αυτά τα χρόνια εκεί στην ξενιτεία ανάμεσα τσου αραπάδες; Καλά, δεν σου μαύριζεη ψυχή με τότση μαυρίλα γύρω;

–Έννοια σου και τσου ‘βανα στη θέση τσου εγώ, απαντούσε ο τζίος. Με το καμουτσίστο χέρι ήμανε όλη μέρα. «Δουλέψτε, ορέ τεμπελχανάδες» τσου φώναζα. «Δουλέψτε μησας πάρει ο διάολος τη μάνα!» Κι εκείνοι σκύβαν το κεφάλι... «Ndiyo Bwana» μου ‘λε-γαν και πιάναν το τσαπί αμέσως.

–Υπήρχαν όμως και τα τυχερά, ε, Σπύρο; του ‘λεγε ο πατέρας μου. Οι αραπίνες σαννα λέμε... ε;...

Ο τζίος στραβομουτσούνιαζε.

–Μπα, γρύλιζε. Τση ανάγκης ήτουνε αυτές. Μην κοιτάς τση μαύρες που σου δεί-χνουνε στα έργα. Στην πραγματική πραγματικότητα δεν φελάνε... Άσε που βρωμάνε...

–Και δεν τση έπλενες, ορέ; απορούσε ο πατέρας μου.

–Τον αράπη κι αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς, απαντούσε διδακτικά ο τζίος.Είναι από τη φτιαξιά τσου βρωμιάρηδες αυτούνοι. Πώς είναι οι γύφτοι οι δικοί σας; Ε,έτσι και χειρότερα.

Με τούτα και με τ’ άλλα είχα σχηματίσει κι ο ίδιος μια τελείως άκυρη γνώμη για τσηαραπίνες και ως εκ τούτου παρ’ όλο που η περιέργεια κάπου-κάπου με τσίγκλιζε δεν επε-δίωξα ποτές να διαπιστώσω ο ίδιος αν ο τζίος ήτουνε σωστός ή μας έλεγε μπαρούφες.Ξέρω, είναι ντροπή και παράλειψη, αλλά είπαμε... το ‘χα πάρει στραβά το τιμόνι.

Η ευκαιρία μου δόθηκε, θέλοντας και μη, τότενες που ήμανε υπουργάτζα, επί Σιδε-ρένιου, όταν μπιπ και δέρναμε στο Ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι, να ‘ούμ’ (και διηγώνταςτα να κλαις, δικέ μου). Το οποίον μια ωραία μέρα με φωνάζει ο αρχισφουγγοκωλάριοςτση υπερεσίας, που ήτουνε η σειρά του να εκτελεί αγγαρείες αντ’ αυτού, και μου λέει τοκαι το... ήρθανε, λέει, κάτι αραπάδες Κογκολέζοι από το Κογκό, να ρίξουνε, λέει, μια μα-τιά στα πέριξ περί επενδύσεις και τέτοια, αλλά μάλλον για φούμαρα πρόκειται πλην εμείςυποχρεήμαστε, ένεκα η ετικέτα (μη χέσω!), να τση περιποιηθούμε τση ανθρώποι, κα-θόσον δεν ξέρεις ποτές, όλο και καντιντίς μπορεί να βγει και για να μην τα πολυλογούμε,λέει, ένεκα που ο ίδιος τυγχάνω το πιο στραβάδι στον λόχο, να ‘ούμ’, έπεσε σε μένα οκλήρος και καλή επιτυχία στο κατά τα άλλα θεάρεστο κι εθνοσωτήριο έργο μου.

–Α, του λέω, όλα κι όλα. Εμένα με τσου αράπακλες μη με μπλέκετε. Δεν έχω ειδι-κότητα.

–Σπύρο, μου λέει ο σφουγγοκωλάριος, εγώ σε καταλαβαίνω και πολύ θα ήθελα να σ’εξυπερετήσω πλην έχω εντολή «άνωθεν».

–Τον Μεγάλο, ρε συ μιλάμε; θαυμάζω εγώ.

Ο σφούγγος γέλασε πικρά.

–Ποιον Μεγάλο, ρε συ Σπύρο, με κογιονάρεις τώρα; μου κάνει. Όταν λέμε «άνωθεν»εννοούμε την Κυρία.

74

Page 75: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Εμ, βέβαια, έπρεπε να το περιμένω ότι θα μου την είχε στημένη, η κουφαλίτσα, μετάτην μεγαλειώδη επιτυχία μου σε κείνο το αλησμόνητο αμερικάνικο ταξίδι. Μου το ‘χεκρατήσει μανιάτικο.2

Κι έτσι βρέθηκα κουστουμαρισμένος στην τρίχα, σενιαρισμένος και ατέντος στοΧίλτον, να παρασταίνω τον «κυβερνητικό αρμόδιο» –που να τσου ‘ρθει ίνκουμπο.

–Τσου Κογκολέζους ψάχνω, λέω του λακέ στη ρεσεψιόν που με υποδέχτηκε με τεμε-νάδες και μετά βαΐων και κλάδων.

Ο τυπάκος στραβομουτσούνιασε περιφρονητικά. Στο κωλοχώρι του βλέπεις δεν εί-χαν μαύρους, ήτουνε τση ανώτερης νομπιλιτάς3 ούλοι αυτούνοι, με γκλίτσα και τσαρού-χια κι ένα ποδόλουτρο κάθε Πάσχα –κι όχι ούλοι.

–Στην πισίνα..., μου κάνει.

–Και πώς θα τσου αναγνωρίσω εγώ, ρε βάσανο; τον ρωτάω.

Μορφασμό ο τζομπάνος.

–Θα τσου αναγνωρίσεις, υπουργέ μου, μου λέει. Ξεχωρίζουν σαν τη μύγα μεσ’ τογάλα. Δεν έχουμε άλλους αραπάδες εδώ βλέπεις. Δεν ειμάστενε τυχαίο ξενοδοχείο εμείς.

Θα του ‘λεγα τώρα τι ήτουνε το ξενοδοχείο του, αλλά έκαμα την ανάγκη φιλοτιμία κιανέβηκα στην πισίνα, όπου την ώρα εκείνη πλατσούριζαν ότι αμερικανόφερτα μορμολί-κια μπορεί να βάνει το μυαλό του ανθρώπου, αλλά θα μου πεις ατωνώνε η πορτοφόλαεπιτρέπει τέτοιες διαμονές, οι άλλοι, οι κανονικοί ανθρώποι, άντε να βολευτούν σε τίπο-τσι ρουμς-του-λετ, ή σε καμιά παραλία με τη σουλιμπαμιά.4

Κοιτάω γύρω, αραπάδες δεν βλέπω, ‘ντάξει λέω, δεν ήρθαν φαίνεται, πάμε να φύ-γουμε... όταν ξαφνικά βλέπω ένα παιδί να έρχεται από το μπαρ μ’ ένα μοχίτο στο χέρι,σινάμενο και κουνάμενο, πάνω σε κάτι τάκουνους θανατηφόρους, μ’ ένα τσουρούτικομπικινάκι που τι να πρωτοκρύψει το άχαρο;... Ένα παιδί μιλάμε και γαμώ τα παιδιά! Ταγερόντια τριγύρω είχαν πάθει ταράκουλο και ψαχνόντανε για τα χάπια τους, που δεν τα‘βρισκαν.

Το μόνο που το εν λόγω παιδί ήτουνε σοκολατί σκούρο, αλλά και πράσινο με κίτρι-νες βούλες να ήτουνε πάλι την ίδια ζημιά θα έκαμε. Είναι, ρε παιδί μου, κάτι φορές που οθεός έχει κέφια, οπόταν τσάααακ σου βγάνει εκεί ένα αριστούργημα και σ’ έχει νατρέχεις με τη γλώσσα απόξω. Στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει μιλάμε ότι ο Μεγάλοςήτουνε στο τσακίρ κέφι και βάλε!

Άλλο τίποτις σκούρο δεν υπήρχε στα πέριξ οπόταν σιάζω κι εγώ τη γραβάτα μου καιβάνω πλώρη για το κινούμενο ναρκοπέδιο, ατέντος5 να πίψω υπέρ πατρίδος, βωμών καιεστιών απνευστί που λένε.

–Γιου Κόγκο; τση λέω.

–Me Rosa, μου απαντάει μ’ ένα πλατύ χαμόγελο Κολυνός το πλάσμα.

–Μι Σπύρος, τση συστήνομαι. Μι μίνιστερ, να ‘ούμ’.

2 Βλέπε το έπος: «Spiros για πάντα».3 Νομπιλιτά: Αριστοκρατία Κερκυραϊστί.4 Σουλιμπαμιά: Sleeping bang σε ελεύθερη κερκυραϊκή μετάφραση.5 Ατέντος: έτοιμος κερκυραϊστί.

75

Page 76: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Good for you, μου λέει το πλάσμα.

–Γιου φρομ Κόγκο; τση επαναλαμβάνω εγώ, μη γίνει καμιά στραβή και μας κυνη-γάνε μετά.

–Ζαΐρ, με διορθώνει το πλάσμα. Κόγκο μας έλεγαν οι αποικιοκράτες. Ευτυχώς τώρα,υπό την ηγεσία του αγαπημένου μας Προέδρου Μομπούτου Σέσε Σέκο, αυτά άλλαξαν.

Τι μαθαίνει όμως ο άνθρωπος όσο γυρίζει!

–Κι εμείς το ίδιο, μη νομίζεις, τση λέω. Γκρης μας ανεβοκατεβάζουν πλην εμείςθέλουμε να μας λένε Χέλας... Δε βαρυέσαι... μας γράφουν κανονικά. Εκεί, μια ζωή«Γκρης».

–Αυτά έχουν οι αποικίες, αναστενάζει η Ρόζα.

–Α, σε περικαλώ..., τση κάνω εγώ. Όχι κι αποικία εμείς που δώκαμε τα φώτα του πο-λιτισμού στην υφήλιο!

–Το κακό είναι ότι τα δώκατε όλα και δεν κρατήσατε τίποτσι για την πάρτη σας, μουκάνει το μαυριδερό μανούλι αστράφτοντας άλλο ένα διαφημιστικό χαμόγελο.

Ορίστε πού φτάκαμε, δικέ μου! Να μας κάνουν τώρα πλάκα οι Ζουλού και οι Μάο-Μάο, που καλά-καλά δεν έχουν κατεβεί ακόμα από τα δέντρα! Αλλά θα μπλέκαμε αντση απαντούσα όπως τση άξιζε οπόταν είπα να δώκω τόπο στην οργή και ν’ αποφύγουμετση κακοτοπιές –άρχοντας!

–Τι νερομπλούτσι πίνεις εκεί, μωρή; τη ρωτάω.

–Μοχίτο, μου λέει.

Τση το παίρνω από το χέρι και το πετάω μαζί με το ποτήρι στην πισίνα όπου κόντε-ψε να σκοτώσει μια γριά αμερικάνα με λουλακί μαλλί. Μετά παίρνω το έκθαμβο σκούρομανούλι αλά μπρατσέτα –που είχε πάθει την πλάκα τση ζωής του, Ζόρμπα δε Γκρηκ κιέτσι– και το πάω στο μπαρ.

–Πιάκε δυο ούζα περιποιημένα, σε καθαρά ποτήρια, λέω του μάστορη.

Το δίνω τση έκθαμβης.

–Όπα, τση λέω. Γουάϊτ μπότομ!

Δεν το ‘πιακε το βλήμα. Τση το εξήγησα... γκρηκ σαίϊνγκ κι έτσι. Άσπρο πάτο, ρεμανούλι! Έλεος! Τι λέτε εσείς εκεί στα Κογκά;

–Ah, bottoms up! γελάει το πλάσμα.

–Κι αυτό θα γίνει, μανίτσα, τση κάμω. Μη βιαζόμαστε. Όλα στην ώρα τσου. Πιες τοτώρα το ρημάδι και πε μου αν την άκουσες.

Πίνει το πλάσμα, παθαίνει την πλάκα του!

–This shit is great! αναφωνεί. Just like white spirit!

–Δις ιζ δε φαίημους ούζο, τση λέω. Γουέλκαμ του Γκρης.

–I prefer Hellas, μου κλείνει το μάτι η μουσαφίρισσα.

–Αυτή είσαι! τση κάμω. Τώρα μιλάς το ευαγγέλιο! Δική μας είσαι, μάτια!

76

Page 77: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όπα, μου λέει το πλάσμα κι αδειάζει το ποτήρι του.

–Γουάϊτ μπότομ, τση απαντάω εγώ και διατάζω τον καφετζή να βάνει έτερα δύο.

Ήπιαμε και το δεύτερο, τση λέω να την πάω για ψάρι παραλιακώς, ενθουσιάζεται τοσκούρο μανούλι.

–Μια στιγμή να βάνω καντιντίς πάνω μου, μου λέει.

–Να σε βοηθήσω μήπως και δεν βρίσκεις τα κουμπιά, προσφέρομαι εγώ.

Μισή ώρα αργότερα μου εμφανίζεται μ’ ένα συνολάκι ταγιέρ, γαλλικής κοπής, νασου φύγει ο τάκος! Πώς διάολο τα κατάφερε να μπει εκεί μέσα δεν ξέρω. Δεύτερο πετσίτση ήτουνε μιλάμε!

Εμπάση περιπτώσει την κατεβάζω κάτω που περίμενε το υπουργικό μου και λέω τουΜήτσου να πατήσει για Τουρκολίμανο.

Να με δουν τα γκαρσόνια εκεί έκαναν ανάσταση –καθόσον, ε, ένα όνομα το έχουμεκάμει σ’ αυτά τα μαγαζά.

Το οποίον φέρε γαρίδες, φέρε καβούρους, φέρε συναγρίδες, πιάκε κι από τη ρετσίνατην καλή... Σάματι από την τσέπη μας πλερώνουμε; Εις υγεία των κορόϊδων που τασκάνε κανονικά τση εφορίες για να μπορούμε εμείς να πορευόμαστε αξιοπρεπώς –όπωςκαλή ώρα. Μη γενούμε και ρεντίκολο τσου υψηλούς μας καλεσμένους και μας πούνε λι-γούρια.

Εντυπωσιάστηκε το κογκολέζικο θαύμα. Μιλάμε του ‘φυγε ο τάκος!

–Σπάϊρους, μου κάνει. Εσείς εδώ έχετε πιάκει το νόημα τση ζωής.

–Μέσα είσαι, μάτια, τση λέω εγώ. Και πού να δεις απόψε που θα σε προβαδήσωΆθενς μπάϊ νάϊτ!

–Είσαι πολύ τσίφτης, μου κάνει. Με συγκινείς.

–Τα πάντα όλα για τσου φίλους και αδερφούς Κογκολέζους, τση λέω.

–Η αλήθεια είναι ότι οι χώρες μας έχουν πατροπαράδοτους δεσμούς φιλίας και συ-νεργασίας, μου λέει.

–Αυτό ξαναπέστο, τση λέω εγώ που θυμήθηκα τση προκοπές του τζίου Σπύρου στηνΚατάγκα.

Σαν να διάβαζε το μυαλό μου το δαιμόνιο θήλεο μου ρίχνει μια σκεφτική ματιά.

–Ξέρεις τι θυμήθηκα όλως εξαίφνης; μου λέει. Έναν Σπύρο Μπαρακούντα που είχεφυτείες στην Κατάγκα τι τον έχεις;

Αυτό, δικέ μου, λέγεται τηλεπάθεια.

–Τζίος μου, τση λέω.

–Πολλά λεφτά, μου λέει το μανούλι. Μιλάμε λεφτά με το τσουβάλι.

–Μπα; τση κάνω εγώ. Αυτός μας έλεγε πως τα ‘χασε όλα εκεί κάτω. Του τα κατα-σχέσανε λέει κι έτσι.

77

Page 78: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Δεν θέλω να είσαι προπέτης, Σπάϊρους, μου λέει το μανούλι αυστηρά. Κανείς δενκατάσχεσε τίποτσι. Απλά ο τζίος σου έκαμε μια δωρεά στον μεγάλο μας ηγέτη Μομπού-του Σέσε Σέκο.

–Μπα; τση κάνω. Οικειοθελώς;

–Οικειοθελότατα, μου απαντάει το μανούλι. Κι εμείς, για να τον τιμήσουμε δώκαμετο όνομά του σ’ ένα καντούνι στην Κινσάσα.

–Σπύρος Μπαρακούντας στρητ; θαυμάζω εγώ που δεν φανταζόμανε ότι, έστω απόσπόντα, θα έφτανε το ένδοξο όνομά μου τόσο μακριά.

–Εμ ναι, μου λέει το μανούλι. Και μιας και ήρθε η κουβέντα στα όβολα, Σπάϊρους, τιθα ‘λεγες να μιλήσουμε λίγο για μπίζνες;

–Ότι θέλει το μανούλι, λέω εγώ (σάματι θα καταλάβαινα τίποτσι από υψηλή κρατικήοικονομία;).

–Εγώ εδώ βρίσκομαι με επίσημη αποστολή, Σπάϊρους, μου λέει το μανούλι. Μου τηνανέθεσε ο ίδιος ο υπέροχος ηγέτης μας, Μομπούτου Σέσε Σέκο. Ξέρεις τι σημαίνει ΣέσεΣέκο στην αράπικη διάλεκτο τση φυλής από την οποία προέρχεται;

–Πού να ξέρω; απορώ εγώ.

–Θα πει «ο γάτος που... κανονίζει τση γάτες», με πλεροφορεί γελώντας το μανούλι.

–Μπράβο του του ηγέτη! ενθουσιάζομαι εγώ.

–Ήξερα ότι θα σου άρεζε, χαμογελάει το μαυρομάνουλο. Λοιπόν, όπως σου έλεγακαι μπριχού, εδώ εγώ βρίσκομαι για να επενδύσω κάποια από τα ντόλαρς που ο αγαπη-μένος ηγέτης έβγαλε από τη χώρα –για το καλό τση χώρας, εξυπακούεται.

–Αλίμονο! Λέω εγώ. Αυτά τα πράματα εξυπακούονται αυτομάτως.

–Χαίρομαι, λέει το πλάσμα. Το πρόβλημα ήτουνε να βρούμε πού θα τα επενδύσουμε.Καθόσον, ε, δεν μπορεί να πει κανείς πως υπάρχουν και οι άπειρες επιλογές!...

Θίχτηκα.

–Γιατί το λες αυτό, μανούλι; τση κάνω. Δεν άκουσες τον Μεγάλο που λέει ότι μόλιςβγούμε από το τούνελ –κάποτες– θα γένει ο κακός χαμός εδώ από επενδύσεις καιανάπτυξη;

–Ναι, μου αντιμιλάει η Ζουλού, αλλά πότε;

–Συντόμως, τση λέω. Κάποτες.

–Στο μεταξύ όμως δεν έχετε τίποτσι, μου ρίχνει τη μπηχτή η Κογκολέζα.

–Κάτσε καλά, μανούλι, τση κάνω. Τι δεν έχουμε; Τα πάντα όλα έχουμε.

–«Λίγο κρασί, λίγη θάλασσα και τ’ αγόρι μου»; χαμογελάει με σημασία η πελάτισ-σα.

–Σε βρίσκω κατατοπισμένη, μάτια, τση λέω και παραγγέλνω άλλη μια καράφα ρετσί-να χύμα –από το καλό.

Το μανούλι ήπιε μια γενναία γουλιά και μου χαμογέλασε.

78

Page 79: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ωραίο πράμα! μου κάνει. Καλύτερο κι από νέφτι!

–Όχι παίζουμε! κοκορεύτηκα εγώ. Τι να την κάμεις τη βαριά βιομηχανία, μανίτσα,όταν έχεις όλα ετούτα;...

Κι έκαμα μια πλατιά κίνηση που περιέλαβε τόσο τον κοντινό όσο και τον μακρινόορίζοντα –συν τα κότερα.

–Τι, τα κότερα; απορεί εκείνη.

–Με κογιονάρεις, μάτια, τση λέω. Ομιλώ περί τη θάλασσα, τον ήλιο, το κέφι –ντουγιου νόου αμπάουτ κέφι;– κι όλα αυτά που μας κάνουν τσου πιο φίνους τσικλεβέντεςαπανταχού, άμα λάχει να ‘ούμ’...

–’Ντάξει, μου λέει. Δεν λέω... Αλλά εδώ μιλάμε για επενδύσεις, δεν μιλάμε για φού-μαρα, ν’ αποκοιμίσουμε τα ζα και να τσιμπήσουμε ψηφαλάκια...

–Να επενδύσουμε στον Τουρισμό, τση κάνω εγώ, που έχω βαρεθεί ν’ ακούω ότι οτουρισμός είναι η... «βαριά μας βιομηχανία».

–Δηλαδή πώς, ρε Σπάϊρους; γελάει το μανούλι. Να γενούμε ρουμτουλετάδες δηλαδή;

–Γιατί, άσχημα είναι; τση λέω εγώ. Ξέρεις τι μονέδα κόβει το ρουμ-του-λετ; Έναςξαδρέφος μου στον Κάβο δεν προλαβαίνει ν’ αλλάζει βιβλιάρια στην τράπεζα.

Ξανακούνησε το κεφάλι το μανούλι.

–Σκεφτήκαμε καντιντίς άλλο, μου κάνει. Μια επένδυση που στήνεται στο πιτς-φυτίλιμε το τίποτσι και σου κόβει μονέδα με ουρά.

–Τι, μπουρδέλα; θαυμάζω εγώ προκαταβολικά την εφευρετικότητα των κανίβαλωναπό τα Κογκά.

–Σουβλατζήδικα, μου λέει η έτσι και με κουφαίνει.

–Σουβλατζήδικα; απορώ εγώ.

–Σουβλατζήδικα, επαναλαμβάνει. Σκέψου μια τεράστια αλυσίδα σουβλατζήδικωναπανταχού τση χώρας, σαν τα ΜακΝτόναλντς ένα πράμα. Θα πουλάμε φύκια για μετα-ξωτές κορδέλες, δικέ μου, και θα χεστούμε στο τάλαρο.

Δεν ήτουνε κακή ιδέα...

–Δεν είναι κακή ιδέα..., τση λέω.

–Το ξέρω, μου λέει. Έσοδα γκαραντί.

–Και για τι ποσά μιλάμε, μανούλι; τση κάνω. Όχι τίποτσι άλλο, αλλά θα με ρωτή-ξουν για νούμερα τα λιγούρια άνωθεν.

–Να πούμε είκοσι μύρια για αρχή; μου λέει το μανούλι.

–Εις δραχμάς; ρωτάω (καθόσον ημάστενε ακόμα τότενες υποανάπτυκτοι, μη έχονταςμπει στα ευρά).

–Εις κογκολέζικα φράγκα, με πληροφορεί το πλάσμα.

–Μα αυτά όξω από το Κογκό περνάνε; απορώ εγώ.

79

Page 80: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Θα μας τα κάμετε εσείς δολάρια και θα περνάνε, μου λέει.

–Κι εμείς τι θα τα κάμουμε τα κογκολέζικα; ξανα-απορώ εγώ.

–Θα τα δίνετε σαν βοήθεια τση χώρες του Τρίτου Κόσμου που αρέζουν τόσο πολύστον μεγάλο σας ηγέτη, μου εξηγεί το μανούλι. Έτσι θα σας ευγνωμονούν οι ψωμολύσ-σες κι εσάς δεν θα κοστίζει τίποτσι. Δεν θέλω να πνίγεσαι σε μια κουταλιά νερό,Σπάϊρους.

–Μωρέ τι με κόφτει εμένα; τση κάνω. Εμένα με νοιάζεις εσύ, παιδί μου ατελείωτο!

Το μανούλι γέλασε.

–Όλα θα γένουν, μου λέει. Να τελειώσουμε όμως πρώτα τση δουλειές μας, για ναμην έχουμε το άγχος μετά...

–Τση τελειωμένες; τση λέω. Πάει αυτό, το λύσαμε. Εγκρίθηκε.

Το κογκολέζικο μωρό έσκυψε προς το μέρος μου θαυμαστικά.

–Έτσι μου αρέζουν οι άντρηδοι! μου λέει. Αποφασιστικοί. Εννοείται πως οι επιχει-ρήσεις μας θα απαλλάσσονται από φορολογικά βάρη, ε;...

–Για τση απαλλαγμένες μιλάμε; τση κάνω.

–Και δεν θα υπάρχει περιορισμός στην έξοδο συναλλάγματος αν, φερ’ ειπείν, χρεια-στεί να στείλουμε καντιντίς, ένα έμβασμα που λέει ο λόγος, σε καμιά Ελβετία, κάναΛουξεμβούργο...

–Σε περικαλώ, τση λέω. Με προσβάλλεις. Μηδέν περιορισμός.

Το μαυροτσούκαλο με ατένισε με απύθμενο θαυμασμό.

–Σπάϊρους, μου λέει. Ένα θα σου πω... You are the Man!... Μιλάμε μ’ έκαμες χώμα!

Και πού ‘σαι ακόμα, μανούλι! Ακόμα δεν είδες τίποτσι!

Για το τι επακολούθησε –και αργότερα, αλλά και για όσο το μελανούρι από το Κο-γκό παρέμεινε στην Αθήνα– η φυσική μου σεμνοτυφία με εμποδίζει να δώκω μια κάποια,έστω και γενικόλογη, περιγραφή. Ένα μόνο έχω να πω... Την τελευταία νύχτα κατά ταςγραφάς το αφρικάνικο πλάσμα αναγκάστηκε να μου δηλώσει ευθαρσώς:

–Σπάϊρους, μου κάνει. Άλλος λέγεται Σέσε Σέκο κι άλλος έχει τη χάρη. Αυτό μόνοθα σου πω.

Τώρα τι έγινε παρακάτω με τση επενδύσεις δεν ξέρω να σας πω θετικά ένεκα πουανέλαβαν τα αρμόδια τσακάλια κι εγώ πήγα στην μπάντα, έχοντας τη συνείδησή μουήσυχη ότι επιτέλεσα το πατριωτικό μου καθήκον και με το παραπάνω. Κι ούτε ακούστη-κε τίποτσι σχετικά μέχρι που τον ρίξανε κει κάτω στην Αραπιά τον Μεγάλο Ηγέτη Γάτο–έτσι αχάριστο είναι το πόπολο– κι αυτούνος πήρε των ομματιών του στας Ευρώπας,«από χωρίου εις χωρίον», οπότε βγήκαν εκεί κάτι φήμες περί κομπίνες με δις και τρις καιΕλβετίες και πλυντήρια, λέει, χρημάτων ανά την Υφήλιο και πήγαν κάτι λαμόγια δημο-σιογράφα να μας τυλίξουν κι ελόου μας σε μια κόλλα χαρτί περί το πονηρόν, πλην έλα-

80

Page 81: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

βαν το καντιντίς τους, όπως γένεται σε τέτοιες περιπτώσεις, κι έβγαλαν τον σκασμό. Απότη Ρόζα τώρα έλαβα μια κάρτα μετά από μήνους, από τη Μπόρα-Μπόρα, λέει, που έγρα-φε μονολεκτικά:

«Thank you, Spiros...»

Να ‘ναι καλά το κορίτσι, περάσαμε αξέχαστα.

81

Page 82: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 83: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

2) Η Φατιμά από το Ριάντ

Page 84: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 85: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ώρα το πώς βρέθηκα ο ίδιος οικονομικός μετανάστης στην Αραπιά είναι μεγάληιστορία και θα την πούμε καμιά άλλη βολά. Ένα θα σας πω μόνο για να καταλάβετε:

ας όψονται τα λαμόγια και τα σκοτεινά συμφέροντα που μας τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτίκαι μας στείλαν να μας δικάσουν τα γουνάκια κι από παιδιά του Πάρτα Όλα βρεθήκαμετσου πέντε δρόμους, ρεντίκολα των σκυλιώνε και με διαγωγή, να ‘ούμ’, μουντζαλωμένηανυπερθέτως.

Τ

Τώρα, τα παιδιά τα δικά μας που είχαν μυαλό και φρόντισαν να βάλουν το καντιντίςτους στην μπάντα –«εκτός» φυσικά– λούφαξαν μια χαρά και βολεύτηκαν, τη γάζωσανυπέροχα και δώθε πάνε οι άλλοι. Πλην εμένα με ξέρετε. Από πολιτική οικονομία μηδένκαι μια ζωή πέντε βγάναμε, πέντε τρώγαμε –μη σου πω κι έξι κι εφτά, άμα λάχαινε η πε-ρίπτωση. Μια ζωή την έχουμε στο κάτω-κάτω, που λέει και το Ευαγγέλιο, κι αν δεν τηγλεντήσουμε μια κακία μένει και μια καρμιριά, καθόσον ρωτήξτε όποιον πιτσιγαμόρτη6

θέλετε, να σας πει ότι τα σάβανα δεν έχουν τσέπες.

Το οποίον, στον άσσο ο δικός σου και προοπτική μηδέν. Είπαμε το ψωμί ψωμάκι,που λέει ο λόγος, και μη ο κύριος Σώτος –Κατασκευαστικαί Α.Ε.– που τον είχαμε εξυπε-ρετήσει όταν βρισκομάστουνε στα ντουζένια μας, θα ημάστενε να μας κλαίνε οι ρέγγες.

Ο κύριος Σώτος τώρα είχε ανοίξει κάτι μυστήριες παρτίδες με τσου Αραπάδες στηΣαουδική Αραβία, κάτι δρόμους, κάτι κατασκευές, λέει, κάτι αεροδρόμια... Η γη τσηεπαγγελίας με το δολάριο να πίπτει αναφανδόν και να μην προκάνεις να το κάνεις τού-βλο να το πας στην τράπεζα. Μιλάμε για το ανφάν γκατέ εδώ και μπράβο του του αν-θρώπου που τιμά το ελληνικό όραμα στα πέρατα τση οικουμένης.

Το οποίον μια και δυο πάω και τόνε βρίσκω. Ο άνθρωπος, δεν έχω παράπονο, με πε-ριποιήθηκε, με κέρασε και Chivas, από το καλό, όχι τη μπόμπα που είχε για τσου κατι-μάδες, θυμηθήκαμε τα παλιά –και διηγώντας τα να κλαις. Οπόταν σε μια δόση του πετάωεγώ με τρόπο τη φόλα.

6 Πιτσιγαμόρτης ή πιτσικαμόρτης: ο νεκροθάφτης κερκυραϊστί.

85

Page 86: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ορέ Σώτο, του κάνω. Ξέρεις τι λέω; Ένεκα η στενότη και η παλιοκατάσταση μή-πως με βόλευες λέω σε καμιά θεσούλα, έτσι, καθόσον το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και ταδυο το πρόσωπο, να ‘ούμ’.

–Μπράβο, υποργέ μου, λέει ο Σώτος. Γιατί όχι; Πλην όμως πού να σε βάνω που ει -μάστενε πλήρεις, που λέει ο λόγος; Και τι ξέρεις να κάνεις σα να λέμε;

–Τα πάντα όλα, του κάνω.

–Από μπετά ξέρεις; με ρωτάει.

–Από μπετά δεν ξέρω; του λέω εγώ. Και η πρώτη αυθεντία, άμα λάχει.

Το σκέφτηκε ο Σώτος.

–Έχω κάτι δουλίτσες κει κάτω με τους Σαουδάραβες, μου λέει. Και θα ‘θελα να ‘χωέναν άνθρωπο δικόνε μου, ξύπνιο. Είσαι;

Αν ήμανε λέει; Σε δυο μέρες κατέβαινα με το αερόπλανο στο Ριάντ.

Σκέψου τώρα να ‘χεις φτιάξει γιουβέτσι και ν’ άφηκες την πόρτα του φούρνου ανοι-χτή. Ε, έτσι και χειρότερα ήτουνε. Μιλάμε κόλαση κανονική! Κι ερημιά ως εκεί πουέφτανε το μάτι σου! Άμμος και πάι άμμος κι ακόμα περισσότερη άμμος. Να τη σιχαθείςδια βίου μιλάμε. Και να φυσάει κι ένας απαλός λίβας, μην και δεν ζεστάθηκες αρκετά, νασ’ εξυπερετήσει. «Απόνθανα, ο φλημένος, και πήγα τσιφ στην Κόλαση για τση αμαρτίεςμου» ήταν η πρώτη σκέψη που έκαμα. Ας πρόσεχα!

Μέσα στο αεροπόρτο το αρκουδίσιο δούλευε στο φουλ. Όσο κάψα όξω, τόσο ψύχραμέσα. Μη σου πω ότι ήθελες και παλτουδιά.

Με περίμενε εκεί ένας τυπάκος, Πότης ονόματι, που ήτουνε λέει ένα από τα αρχιμα-στόρια του κυρίου Σώτου εδωπά.

–Νέους θα πήξεις, με υποδέχτηκε με την πλάκα του τη φανταρίστικη, ένεκα που είχεκάνει προϊστορικά στη ΜΟΜΑ και του ‘χε μείνει το χούϊ.

–Μπα, του κάνω κοιτάζοντας ένα γύρο τα φαντάσματα με τση γκελεμπίες και τ’άλλα, τα θήλεα, τα τέλεια μπαμπουλωμένα. Έτσι όπως τη γλέπω τη φάση εγώ όπου να‘ναι απολύομαι.

–Καλά, μη φας, γλάρο έχουμε, ξανα-αστειεύτηκε ο τυπάκος. Θα δεις που θα συνηθί-σεις και θα σ’ αρέζει. Όλοι έτσι στην αρχή κομπλάρουν, αλλά μετά κάνουν την καρδιάτσου πέτρα και τσεπώνουν τα όβολα.

–Τα όβολα δεν είναι το άπαν, του λέω.

Ο Πότης γέλασε.

–Εδώ είναι, είπε. Κι όσο πιο γλήγορα το συνειδητοποιήσεις τόσο το καλύτερο γιασένα. Δε μου λες... Δεν φαντάζομαι να ‘φερες τίποτις ουίσκια, τίποτις ούζα και τέτοια...

–Όχι, του λέω. Γιατί;

–Ένεκα που εδώ απαγορεύεται, μου εξήγησε ο Πότης. Εδώ έχουμε Ισλάμ, μάγκαμου, κι όλα αυτά είναι κομμένα. Έτσι και σε πιάκουν με πιοτί σε βάνουν κάτω και σεμπαστουνίζουν κανονικά. Εδώ δεν έχει ούτε φυλακές, ούτε τίποτσι. Έκλεψες; Σου

86

Page 87: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

κόβουν το χέρι. Πήδηξες τη γυναίκα του αφεντικού; Σου κόβουν τα ούμπαλα. Παστρικέςδουλειές.

–Και πώς τη βολεύετε, ρε μάστορη; απορώ εγώ.

–Με την ψυχή στο στόμα, μου λέει ο Πότης. Άσε... Το μεροκάματο του τρόμου μι-λάμε! Το καλό που σου θέλω, μέχρι να μάθεις τα κόζα κάτσε στ’ αυγά σου ήσυχα κιωραία και διαγωγή κοσμιωτάτη, καθόσον οι Αραπάδες εδώ, καλοί και χρυσοί, αλλά δεναστειεύονται.

Στο τελωνείο μου ξετίναξαν τση βαλίτζες μέχρι φόδρα. Μια Aqua Velva που είχα γιατο ξούρισμα μου την κατάσχεσαν με αυστηρές υποδείξεις να μην επαναληφθεί.

–Και την κολώνια, ρε Πότη; απόρεσα εγώ.

–Αμ δεν πίνεται; μου κάνει αυτούνος. Στην αναβροχιά πίνεις μέχρι και νέφτι. Άσεπου για τούτους εδώ κολώνια βάνουν μόνο οι κουνιστοί. Και δεν θες να ξέρεις ποια είναιη τιμωρία για τσου κουνιστούς εδώ πέρα.

Ώρες ήτουνε τώρα να μας κρεμάσουν και τίποτσι κουδούνια!

Τελέψαμε καμιά βολά με τση διατυπώσεις, μου σφράγισαν το διαβατήριο, «Σαλαμα-λέκ και ως ευ παρέστητε», με βάνει ο Πότης σε μια Μερσεντέ καινούργια, με κλιματισμόστο φουλ, και πάμε για Ριάντ.

–Δε μου λες, ρε πατρίδα, εσύ τι ειδικότη έχεις, να ‘ούμ’; με ρωτάει σε μια στιγμή οΠότης.

Τι ειδικότη να είχα; Φίλος του κυρίου Σώτου ήμανε. Κάτι σε διευθυντή θα με είχεκανονίσει ο δικός μου. Ο Πότης έβανε τα γέλια.

–Ξέχασέ το, μου λέει. Από διευθυντάδες ειμάστενε πλήρεις. Στο εργατικό δυναμικόείναι που πάσχουμε.

–Και τσου Αραπάδες τι τσου έχετε; τον ρωτάω απορημένος.

Ο Πότης ξαναγέλασε.

–Σιγά μη δουλέψουν οι Αραπάδες! μου κάνει. Αυτούνοι, μάγκα μου, είναι αραχτοίούλη μέρα και παίζουν το κομπολόϊ. Το χρήμα τσου τρέχει από τα μπατζάκια. Τι ανάγκηέχουν; Αλίμονο από μας να λες. Από μπετά κατέχεις;

–Κατέχω, του λέω μουδιασμένα.

–Ε, τότενες ειμάστενε σένιοι, μου λέει ο μάστορης.

Κι έτσι βρέθηκα μπετατζής στην Αραπιά, όπως καλή ώρα τση παλιές ελληνικές ται-νίες. Ντενεκέ στον ώμο και στη σκαλωσιά, με το θερμόμετρο να χορεύει τσάμικο άνωθενκαι τον τζίτζικα να τα ‘χει φτύσει εντελώς.

Κοίτα όμως πώς τα φέρνει καμιά φορά η ποτάνα η τύχη! Εμείς που είχαμε τσου αρα-πάδες να μας κουβαλάνε πέτρες για ένα μπουκούνι ψωμί και τρεις ελιές θρούμπες νατσου ‘χουμε τώρα αφεντάδες, να τσου κάνουμε τα θελήματα και να λέμε κι ευχαριστώ.Κι όλα αυτά επειδής έσκαψαν δέκα πόντους βάθος στην άμμο και βρήκαν πετρόλιο –πουδεν ξέρουν και τι να το κάνουν, οι άχαροι, γιατί, ως γνωστόν, οι γκαμήλες άχερο καίνε,όχι πετρόλιο.

87

Page 88: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Το οποίον αυτό το αχρείαστο εκεινούς τσου έσωσε. Μπήκαν στη μέση οι Ιγγλέζοι,μπήκαν οι Αμερικάνοι... «Να το εκμεταλευτούμε, μάτια –για το καλό σας»... υπόγραψανσυμβόλαια με τσου εμίρηδες, δώκαν μπροστάντζα, δώκαν κι άλλα μετά, σώθηκαν οιαραπάδες που γκιζερνούσαν ως τότενες στην έρημο σαν την άδικη κατάρα, να βολευτούνμε κανένα ψευτοεμπόριο, με καμιά ληστεία (θύματα υπήρχαν άφθονα, δόξα τον Αλλάχ,οι προσκυνητάδες που πάγαιναν να γίνουν χατζήδες στη Μέκκα). Έπιψε δολάριο, έπιψελίρα... μάζωξαν, μάζωξαν οι εμίρηδες, δεν είχαν πια πού να τα βάνουν, έδωκαν και στοπόπολο, βολεύτηκαν κι οι κακομοίρηδες, βολεύτηκαν ούλοι.

‘Εχεις δει γύφτουλα να τα κονομάει; Θα πάει να ψωνίσει ότι πιο λαμπερό και καρα-κιτσουλέ και θα καμαρώνει που μπήκε στο μάτι των γειτόνων στα τσαντήρια. Ε, έτσι καιχειρότερα –πολύ χειρότερα– κι οι αραπάδες. Πέντε ρολόγια (μάρκας) στο κάθε χέριφόρουναν (και τα δίναν περμπουάρ στα γκαρσόνια όταν βγαίναν στην Ευρώπη). Δεν πάεινα προσπαθήσαμε εμείς, οι πολιτισμένοι, να τσου κάνουμε ανθρώπους!... Γύφτουλες μιαζωή ήτουνε και γύφτουλες απόμειναν. Ναι, αλλά γύφτουλες με λεφτά. Ασκωθήκαν ταποδάρια να βαρήσουν το κεφάλι δηλαδής.

Κι επειδής, όπως είπαμε και τα συμφωνήσαμε, όταν ο γύφτουλας έχει όβολα θέλει νατα δείχνει πιάκαν να φτιάξουν πόλεις τσίλικες με μπετά και σίδερα και τζαμιλίκια,φτιάξαν λεωφόρους που συνέδεαν το τίποτα με το πουθενά, φτιάξαν αεροδρόμια, για νατην κοπανάνε στην άπιστη Δύση κάθε τόσο, να χτυπάνε τα ουίσκια τσου και τα γυναι-κάκια τσου τα αφράτα (που είχε πήξει το μάτι τσου στη μαυρίλα των ανθρώπων),φτιάξαν και τι δεν φτιάξαν! Τον Άη Σπυρίδωνα με τα πασούμια του φτιάξαν –που λέει ολόγος. Πλην, επειδής οι ίδιοι δεν σκάμπαζαν ούτε δυο γαϊδουριώνε άχερο να μοιράσουν–πού να μάθουν οι άχαροι, στην έρημο Σαχάρα;7– φέραν ειδικούς απ’ όξω να τσου ταφτιάξουν. Και πέσαν τα κοράκια των διαφόρων κατασκευαστικών του κώλου –λέγε μεΣώτο, για παράδειγμα– να τσιμπήσουν μερίδιο από το μέλι που, δόξα τον Αλλάχ, έρεεεδώ άφθονο. Και βρήκαν τον μήνα που τρέφει τσου δώδεκα!

Και να σου φτιάξω και τούτο, να σου φτιάξω και κείνο, να σου φτιάξω το άλλο...Φτιάξε, έλεγε ο εμίρης, τι ανάγκη είχε; Όσα ριάλια κι αν έδινε η κάσα πάλι γιόμιζε τίγκα,οπόταν όλα ωραία και καλά. Πλην, επειδής οι γκαμηλιέρηδες είχαν μάθει τώρα στη χλιδήκαι το αραλίκι και τον φυσούσαν τον παρά, οι πρώην ψωμολύσσες, πού να βρεις ντόπιονα δουλέψει στην οικοδομή ή την οδοποιία; Ούτε για δείγμα! Οπόταν έφερναν κόσμο καικοσμάκη απ’ όξω, με μεροκάματο καλό και δώθε πάνε οι άλλοι.

Δεν θα σου πω για τση συνθήκες κάτω από τση οποίες ζούσε η αργατιά σ’ αυτό εδώτο καμίνι του Σεϊτάν, αλλά άπαξες κι έχεις δουλέψει σε Ρωμιό αφεντικό μπορείς να φα-νταστείς κι από μονάχος σου. Αλλά τι να κάμεις; Η άτιμη η ανάγκη! Και το μεροκάματοπου ήτουνε –να λέμε την αλήθεια– υπουργικό. Σφίγγεις τα δόντια και κάμεις υπεμονή.Να μαζώξεις κάτι λεφτουδάκια και μετά να πάρεις των ομματιών σου ρίχνοντας μαύρηπέτρα και στην Αραπιά και στην προκοπή τση. Και βέβαια, όσο ήσανε εκεί ξεχνούσεςπιοτί και διασκέδαση, γυναίκες και κραιπάλες. Γιατί έτσι κι έπεφτες στο παράπτωμα καισε πιάνανε... ωχ, μανούλα μου! Δεν σ’ έπαιρνε! Οπόταν καλογερική και εις άλλα μευγεία.

7 Εδώ ο Σπύρος μπερδεύει τη Μεγάλη Αραβική Έρημο με τη Σαχάρα –αλλά σάματι ποιος θα το καταλάβει;

88

Page 89: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Τώρα η εταιρία η δική μας, εκτός των άλλων, είχε αναλάβει την επέκταση τση βίλαςενού πετρελαιά εμίρη, του Ματζίντ. Κι όταν λέμε επέκταση εννοούμε ότι του χτίζαμε τουαράπη ολόκληρο τετράγωνο, με πισίνες, με γήπεδα του τένις (ποιος θα ‘παιζε πανάθεμάτους μέσα στο λιοπύρι;), με γυμναστήρια, μέχρι κενιματόγραφο να φανταστείς! Κάθεμέρα το λοιπόν ο δικός σου, με τον ντενεκέ στον ώμο πάνω-κάτω στη σκαλωσιά. Μουείχε φύγει ο τάκος μιλάμε! Κάθε μέρα έλεγα να την κάνω και κάθε μέρα το ανέβαλα, κα-θόσον οι μέρες ήτουνε πονηρές και πού στο διάολο θα ‘βρισκα άλλο τέτοιο μεροκάματο;Ο μισός είχα μείνει κι όσο για το ηθικό... υπό το μηδέν και βάλε.

Το οποίον έρχεται μια μέρα ο Πότης, ο εργολάβος, και ψάχνει λέει για κανέναν πουνα ‘ξερε από υδραυλικά. Ο ίδιος τώρα την τυφλαμάρα μου ήξερα, αλλά σάματι ήξερααπό μπετά; Και στο κάτω-κάτω καλύτερα να σφίγγεις μπουλόνια παρά το ανέβα-κατέβαστο γιαπί μέσα στο λιοπύρι.

–Εγώ, του λέω.

Με κοίταξε λοξά ο Πότης.

–Σίγουρα; μου λέει.

–Ε, τι, παίζουμε; του λέω.

Με παίρνει το λοιπόν ο Πότης και με πάει στο σπίτι του Ματζίντ –αυτό που ήτουνεέτοιμο, όχι αυτό που φτιάχναμε. Εκεί μας περίμενε ένα μπαμπουλωμένο πλάσμα –μόνοτα μάτια φαινόντουνε– που ήτουνε, λέει, η πρώτη κυρία του σπιτιού, ονόματι, λέει, Φατι-μά, που μπιπ κι έδερνε στο Ματζινταίϊκο. Γιατί εκεί έτσι το ‘χαν το έθιμο. Μάζωναν ένακάρο γυναίκες για να πορεύονται, αλλά μια έκαμε κουμάντο κι ο λόγος της στο σπίτιήτουνε νόμος.

Υποκλίνεται ο γλείφτης ο Πότης.

–Σαλαμαλέκουμ, λέει του μπόγου. Σας έφερα τον υδραυλικό που ζητήξατε.

Η μέγαιρα με έκοψε από πάνω ως κάτω.

–Την ξέρει την τέχνη; ρωτάει δύσπιστα.

Η κουβέντα γινόταν στα αράπικα, αλλά ένεκα που τυγχάνουμε παιδιά με αντίληψηκαι γλωσσομάθεια όλο και κάτι έπιανα.

–Αετός! με διαφημίζει ο γλείφτης. Πιάνει πουλιά στον αέρα!

–Θα δούμε, του κάνει ο γιούκος. Άστον να τον δοκιμάσουμε και θα σου πω.

Φεύγει ο Πότης, μου κάνει νόημα να ακολουθήσω ο μπόγος... ακολουθώ εγώ.

Με πάει μια και δυο σ’ ένα μπάνιο ίσαμε ένα σιδηροδρομικό σταθμό, τίγκα στο μάρ-μαρο, το χρυσαφικό και το κρύσταλλο. Μου ‘φυγε ο τάκος μιλάμε! Δυο ρομπινέδες νατσούρνευε κανείς –χρυσάφι μιλάμε– έκαμε την τύχη του!

Με οδηγεί σε μια μπανιέρα χωνευτή ίσαμε μια πισίνα ξενοδοχείου.

–Το ντους δεν τρέχει καλά, μου λέει.

Ανοίγω εγώ το νερό... Μια χαρά έτρεχε το ντους.

–Τρέχει, τση λέω.

89

Page 90: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Τρέχει λίγο, μου λέει. Εγώ το θέλω να τρέχει πολύ.

–Να το κάνουμε να τρέξει πολύ, μουρμουράω εγώ που είχα καταλάβει πια ότι εδώπάμε με το πετάει ο γάϊδαρος... πετάει.

Και πιάνω τα γαλλικά κλειδιά και τσου κάβουρες που μου είχε δώκει ο Πότης κι αρ-χίζω να σφίγγω και να ξεσφίγγω κι ανάθεμά με αν ήξερα τι έκαμα.

–Γιουνάνης είσαι τζάνουμ; με ρωτάει η κυρία του σπιτιού.

–Που να μην ήμανε, τση λέω.

–Γιατί, τζάνουμ, δεν σ’ αρέσει εδώ; με ρωτάει η πονόψυχη.

–Μ’ αρέσει, πώς δεν μ’ αρέσει, κουζούμ, τση λέω εγώ (να κρατάμε και πισινή γιατίδεν ξέρεις τι γένεται). Αλλά πολλή ζέστα.

Γέλασε το μπουρνούζι.

–Έτσι είναι εδώ, μου κάνει. Ζεστό κλίμα, ζεστοί ανθρώποι.

Τση ρίχνω μια λοξή ματιά... Είχε κατεβάσει τον φερετζέ και ήτουνε φτυστή η τζίαμου η Σωφρονία, Παναγιά κοντά τση.

–Ναι, βέβαια, βιάζομαι να συμφωνήσω εγώ. Δεν έχω παράπονο.

–Εμένα που με γλέπεις με λένε Φατιμά και είμαι γενική δερβέναγας εδώ μέσα, μουλέει. Ότι πω εγώ γένεται.

–Εγώ είμαι ο Σπύρος, τση λέω σεμνά, γιατί δεν ήξερα πού το πάγαινε το πράμα, ανκαι είχα τση υποψίες μου.

–Χαίρω πολύ, μου λέει.

–Παρομοίως, τση λέω.

–Με το ντους τι γένεται; με ρωτάει.

–Κάτι καταφέραμε, τση λέω.

Σιγά μην καταφέραμε, αλλά τι να τση πω τση γυναικός;! Ανοίγω τη βρύση... Όπωςπριν έτρεχε –δηλαδή μια χαρά.

–Α, ωραία! Χαίρεται ο μπόγος. Στάσου να το δοκιμάσουμε.

Και πριν προκάμω να συνέλθω μπαίνει στην μπανιέρα κι ανοίγει το μπουρνούζιμπροστά φανερώνοντας όλο το μεγαλείο τση αράπικης αφθονίας, άνευ εσωρούχων καιλοιπών άχρηστων εξαρτημάτων.

Κόκαλο ο δικός σου, να έχει μείνει μ’ ανοιχτό το στόμα να θαυμάζει το όλα εν αφθο-νία εποίησας ουρί του παραδείσου να βρέχεται καταρρακτωδώς.

–Θα απορείς γιατί μπήκα κάτω από το ντους ντυμένη, μου λέει η κυρα-Φατιμά καιμε κουφαίνει.

–Όσο για μια μικρή απορία την έχω, ομολογώ εγώ.

–Έτσι το επιβάλουν τα εθίματά μας και η θρησκεία μας, μου εξηγεί η κυρία. Απαγο-ρεύεται να μας βλέπει ξένος άντρας χωρίς ρούχα. Σ’ αυτό ειμάστενε πολύ αυστηροί.

90

Page 91: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Και πολύ καλά κάμετε, τση λέω εγώ παραζαλισμένος.

–Για έλα εδώ να δεις αν βρέχομαι καλά, μου λέει. Μην κάνουμε μισές δουλειές.

Οπόταν, τι να κάμω κι εγώ ο δόλιος, από επαγγελματική ευσυνειδησία υπάκουσα κιαπό κει και πέρα γίνηκε βέβαια η μάχη στο χάνι τση Γραβιάς και η καταστροφή τουΔράμαλη, όλα σε ένα επεισόδιο.

Η κυρα-Φατιμά δεν άφηκε τίποτσι στην τύχη και μόνο μετά από μια ώρα δήλωσε ευ-χαριστημένη από την εργασία μου.

–Είσαι και ο πρώτος μάστορας, Σπύρο, μου λέει καθώς σουλουπωνόταν πάλι. Να έρ-θει κι αύριο γιατί έχουμε πολλές υδραυλικές δουλειές σ’ αυτό το σπίτι. Με τα ψέματαέκανε την εγκατάσταση ο άλλος μάστορας. Γι’ αυτό και το ‘χασε το κεφάλι του.

Τώρα, αν οι επιλογές σου είναι από τη μια ο ντενεκές στον ώμο μέσα στο λιοπύρι ήτα υδραυλικά τση σόρας Φατιμάς τι θα διάλεγες ο ίδιος, στον θεό που πιστεύεις! Τοοποίον κι εγώ αυτό διάλεξα κι έτσι, με το γαλλικό κλειδί και τον κάβουρα στο χέρι, δή-λωσα το παρόν την επομένη και τη μεθεπομένη και ούτω καθεξής, καθόσον το υδραυλι-κό σύστημα είχε τα χάλια του και χρειαζόταν γερό ματσακόνι για να ‘ρθει να στανιάρει.

Τέλος, μια ωραία ημέρα, πάνω στη δουλειά, η κυρα-Φατιμά μου σκάει το μυστικό.

–Ορέ Σπύρο, τζάνουμ, μου λέει. Εσύ που είσαι καλός μάστορης δεν φτιάχνεις και ταυδραυλικά τση Αϊσέ, τση συννυφάδας μου, που τση στάζουν οι βρύσες τση άχαρης καιδεν κλείνει μάτι όλη νύχτα;

–Να τση τις φτιάξω, λέω εγώ. Τι να κάμω; Μπορώ να σου χαλάσω χατήρι;

–Είσαι ένας εσύ!...

Το οποίον έφτιαξα τση βρύσες τση συννυφάδας τση Αϊσέ και μετά τση άλλης τσησυννυφάδας, τση Λεϊλά και πάει λέοντας μέχρι που σενιάραμε ολόκληρο το σπιτικό καιμετά αρχινίσαμε τη συντήρηση, γιατί αν δεν το συντηρήσεις το έργο θα χαλάσει πάλε.

Τέσσερις στεφανωμένες είχε ο Ματζίντ, ο ερίφης, μαζί με τη Φατιμά κι άλλες πέντενόμιμες μορόζες –έτσι το ‘χουν εδώ– αλλά ούλες τσου κάναν σαν τση βουρλισμένες!Λες και είχαν να δουν άντρα από την εποχή του Λώρενς τση Αραβίας (λέμε τώρα). Απο-ρεμένος το λοιπόν ρωτάω μια μέρα τη Φατιμά, με την οποία είχα, όσο να ‘ναι, μια μεγα-λύτερη οικειότητα και θάρρος.

–Ορή, τση λέω. Τι γένεται εδωπά; Εσείς κάμετε σαν να μην έχετε ξαναδεί άντρα αυ-τόν τον αιώνα. Τι στον Σεϊτάν, αυτός ο Ματζίντ δεν...;

Η Φατιμά κούνησε το μαντηλοδεμένο τση κεφάλι μελαγχολικά.

–Δυστυχώς, δεν..., μου κάνει.

–Μα τότενες τι σας έχει ούλες και σας ταΐζει; ρωτάω.

–Ε, δεν καταλαβαίνεις τώρα; μου κάνει η Φατιμά. Για ξεκάρφωμα.

–Περικαλώ; απορώ ο ίδιος.

Η Φατιμά με λοξοκοίταξε.

91

Page 92: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ε, να, ρε παιδί μου... Πώς να στο πω...; Ο κύριος και αυθέντης μας την κουάει τηναχλαδιά, που λέει ο λόγος. Το γυαλίζει το πόμολο... Το πάει το γράμμα...

–Μπα; απορώ εγώ. Έχετε κι εδώ απ’ αυτούνους;

–Παντού βρίσκονται αυτούνοι, τζάνουμ, αναστέναξε η χαροκαμένη. Παντού! Αυ-ξάνονται και πληθύνονται κι αλίμονο από εμάς!

–Και πώς τη βολεύετε, ορή Φατιμά; τη ρωτάω. Καλά αν βρεθεί κάνας υδραυλικόςπου να ξέρει την τέχνη, όπως καλή ώρα... Αν δεν βρεθεί;

–Αν δεν βρεθεί... συναμετάξυ μας, μου λέει η Φατιμά αναστενάζοντας. Ένα δράμα ηζωή μας σου λέω... Ένα δράμα!

Στον χρόνο πάνω που τελείωσε το συμβόλαιό μου αποχαιρέτησα τη Φατιμά και τσησυννυφάδες τση, που με ξεπροβόδισαν με δάκρυα στα μάτια, και πήρα των ομματιώνμου, να επιστρέψω στην πατρίδα. Είχα φτιάξει, δεν λέω, ένα καλό κομπόδεμα, αλλά είχαχάσει και δεκαπέντε κιλά στην άπονη την ξενιτεία. Έμαθα όμως την τέχνη του υδραυλι-κού και ούλοι μας ξέρουμε τη σοφή παροιμία για τση τέχνες που μαθαίνεις...

92

Page 93: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

3) Η Σουνίτα από τη Λαχώρη

Page 94: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 95: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

νδούς τσου Κορυφούς σπάνια και πύ να δεις κι αυτούνους καλύτερα να μην τους έγλε-πες, γιατί για να φτάκουν ως εδώ παναπεί πως τον φυσάνε τον παρά και οι Ινδοί που

φυσάνε τον παρά, μάτια, είναι ίσαμε δυο ντουλάπες φάρδος ο καθένας, καθόσον, σε αντί-θεση με τσου φακίρηδες και τα φτωχαδάκια, τούτοι εδώ ρίχνουν μέσα τσου τον αγλέου-ρα, από το πρωί ως το βράδυ –κι ας δηλώνουν, λέει, χορτοφάγοι.

Ι

Η Σουνίτα τα πιασίματά τση τα ‘χε και τα μαγουλάκια τση και την πατροπαράδοτηινδιάνικη μυτόγκα, αλλά ντουλάπα δεν την έλεγες.

Την έκοψα στον Ίψο, στην παραλία, όπου μια δόση δούλευα σε μιανού ξαδρέφουπου νοίκιαζε κανώ και τέτοια θαλάσσια συμπράγκαλα, και μου ‘κανε εντύπωση έτσιόπως εμφανιζόταν με το σάρι μπαμπουλωμένη και προβάτουνε σαν να ήτουνε η κοντέσαΒαλέραινα αυτοπροσώπως, ενώ όταν έμενε με το απαρχαιωμένο τση μπικίνι (μόδα του‘50 μιλάμε, με όλο το σασί καλυμμένο) το έμπειρο μάτι του κυνηγού διέκρινε προσόνταπου ένας άλλος, λιγότερο εκπαιδευμένος στην γκομενογεωγραφία, θα τα περνούσε στοντούκου.

Με Ινδές νταραβέρια δεν είχα ως τότε –και δεν υπολογίζω εκείνες τση γιαλαντζί τουΡάμα-Μήτσου8– και μ’ έτρωγε η περιέργεια, ρε παιδί μου, ένεκα που ένας λαός που είχεανακαλύψει το καμασούτρα δεν μπορεί, κάτι παραπάνω θα φτουράει από ελόου μας ορι-ζοντίως και καθέτως.

Το οποίον, χωρίς δισταγμούς και ντροπές, πάω και τση την πέφτω από δίπλα, στηνψύχρα –καθόσον, όταν σου γυαλίζει πράμα το καλοκαίρι πρέπει να χτυπάς ακαριαία, σαντον Ζορρό, γιατί δεν ξέρεις για πόσο βρίσκεται εδώ και πότε φεύγει, οπότε μένεις με τηντσουτσούνα σε ετοιμότητα, πλην το πτηνό έχει πετάξει και το ‘χασες.

–Χελλόου δέαρ εντ γουέλκαμ του μάϊ μπιούτιφουλ κώντρυ, τση λέω.

Σάστισε η έτσι... Σου λέει «το πρώτο λαχείο μου ‘πεσε, να μου δώκει σημασίατέτοιος παιδαράς!»... Σκάει χαμόγελο.

8 Βλέπε «I, Spiros, έργα και ημέρες ενός Έλληνα θεού», Εκδόσεις Μάγια.

95

Page 96: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Hello, μου λέει, μ’ αυτή την τριτοκοσμική προφορά που έχουν οι Ινδιάνοι όταν μι-λάνε ιγγλέζικα.

–Γουέρ αρ γιου φρομ; την πυροβολώ εγώ αμέσως.

–India, μου λέει.

–Ίντια! Μάϊ φαίηβοριτ κώντρυ! τση λέω εγώ.

–Έχετε πάει; με ρωτάει η έτσι απορημένη.

–Όχι, τση λέω. Αλλά έχω ακουστά. Από μέσα από την Ίντια εισάστενε ή από κανέναπερίχωρο; τη ρωτάω ελόου μου, που Ινδιάνους έχω δει μόνο στο σινεμά, στα έργα με τονΤζων Γουαίην.

–Από τη Λαχώρη, μου λέει.

Δεν είχα ακουστά, αλλά δεν το ‘κανα θέμα.

–Τζερόνυμο, τση λέω.

Με κοίταξε απορημένη.

–I beg your pardon? μου κάνει.

–Ο διάσημος Ινδιάνος αρχηγός, ρε μανίτσα, τση λέω. Για να δεις ότι ξέρουμε κι απόΙστορία, άμα λάχει.

Την είδα μπερδεμένη.

–Αυτός είναι άλλος Ινδιάνος, μου λέει. Τση Αμέρικας.

–Ε και; τση λέω εγώ. Μπορεί να μετανάστευσε. Κι εγώ είχα έναν τζίο που έκαμε τα-βερνιάρης στην Αστόρια.

–I mean... American Indian, μου λέει.

–Ούνα φάτσα, ούνα ράτσα, τση λέω διδακτικά εγώ. Ντου γιου λάϊκ δε Γκρης;

–Very much, μου λέει.

Ε λοιπόν δεν έτυχε να πέσω ποτές σε καμιά κουφάλα που να μην λάϊκ δε Γκρης, εξόναπό κάτι ξινές, αγάμητες Γαλλίδες που δεν μπορούσαν να βρουν άνθρωπο να τση βα-τέψει.

Πιάκαμε λοιπόν την κουβέντα με τη Σουνίτα (δηλαδή το κανονικό τση όνομα ήτουνεολόκληρος σιδερόδρομος, αλλά εγώ αυτό συγκράτησα) και το ένα φέρνει το άλλο, τσηλέω «πώς θα γένει να τη βρούμε εμείς οι δυο;». Μου λέει «εύκαιρη είμαι, πέρνα τ’απόγιομα από τη βίλα όπου μένω για ένα τομάτο τζους». Βίλα ακούω εγώ, εδώ ειμάστε-νε, μεγάλε, λέω μέσα μου, πέσαμε σε περίπτωση ματσό! Μπράβο, γιατί όχι; Το τερπνόνμετά του ωφελίμου, που έλεγαν και οι σοφοί αρχαίοι πρόγονοι.

Το οποίον κοτσάρω ένα φανελάκι που έγραφε πάνω «ΟΜ» και που μου το ‘χαν που-λήσει για ινδιάνικο, ένα στενό άσπρο παντελόνι για να αναδείξουμε τα αδιαμφισβήτηταπροσόντα μας, τσόκαρο καλογυαλισμένο, τση σχετικές καδίνες και μια και δυο ανεβαίνωστη βιλάρα τση Ινδιάνας.

96

Page 97: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Με υποδέχτηκε το λοιπόν η έτσι μπαμπουλωμένη σ’ ένα σάρι –πάλι καλά πες πουδεν έβαλε κανένα τσαντόρ– μ’ έμπασε μέσα με τεμενάδες και τσακίσματα και με τράτα-ρε ένα νερομπλούτσι απερίγραπτο, φτιαγμένο, λέει, από όλα τα φυσικά και υγιεινά τσημητέρας φύσης. Καθάρσιο ήτουνε στη γεύση, αλλά δεν είπα τίποτσι, μη μας νομίσουνκαι για τίποτσι χωριάτες.

Οπόταν πιάκαμε την κουβέντα για πολλά και διάφορα, μου είπε ότι ο άντρας τση τα-ξίδευε ανά τας Ευρώπας για μπίζνες και την είχε στείλει την ίδια να λιάζεται τσου Κορυ-φούς –για καλή μας τύχη– πως είχε τέσσερα κουτσούβελα (πότε πρόκαμε;!!!) που είχανμείνει πίσω τση Ινδίες με τση νταντάδες και το υπερετικό προσωπικό –καλά την είχακόψει εγώ λοιπόν για ματσό– και πως η ίδια ασχολιόταν, λέει, με τση επιστήμες τσηαστρολογίας και τση γιόγκας και να τση πω, λέει, τι ζώδιο είμαι, να μου φτιάξει το ωρο-σκόπιο.

Εντωμεταξύ εγώ άκουγα –δήθεν λέμε– αλλά είχα απλώσει και τα ξερά μου σε ανα-γνωριστικές αποστολές, πλην στο φιλικό πάντα και στο τάχαμου, γιατί καταλάβαινα πωςτούτη εδώ η βουρλισμένη χρειαζόταν ρέγουλο, μη χαλάσει η δουλειά. Τέλος πάντων,ρέγουλο στο ρέγουλο και κουβέντα στην κουβέντα φτάκαμε καμιά φορά στο μη παρέκεικαι δεν γινόνταν πια να κάνουμε δήθεν πως δεν έτρεχε τίποτσι.

–Στοπ! μου φωνάζει σε μια στιγμή η έτσι. Τι πάμε να κάνουμε;

–Τι πάμε να κάνουμε, μανίτσα; απόρησα εγώ. Ότι κάνουν όλα τα πλάσματα του κα-λού θεού, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τα σήμερα. Τι δεν κατάλαβες να στο εξηγήσω;

–Χωρίς να συμβουλευτούμε τα άστρα, να δούμε αν είναι ευνοϊκά; μου λέει αυστηρά.

–Εγώ χωρίς πορευόμανε ως τα τώρα, τση λέω. Και δεν μου βγήκε σε κακό.

–Κακώς, μου κάνει. Πρέπει να συμβουλευτούμε τσου χάρτες, να δούμε πού βρίσκο-νται οι συναστρίες.

–Τώρα;!!! ανακράζω εγώ απορπισμένος.

–Τώρα, μου λέει.

Και πάει και φέρνει ένα λάπτοπ και πατάει κάτι κουμπιά και βγαίνουν στην οθόνηκάτι καρκατζάλια και τα γλέπει η αστρολόγα και κουνάει το κεφάλι με την κοτσίδα τση.

–Άσχημα τα νέα, μου λέει. Ο Σατούρνος έχει μπει στον Κριό ανάποδα κι αυτό επη-ρεάζει τη συναισθηματική μας αύρα.

–Εμένα δεν μου επηρεάζει τίποτσι και μπορώ να στο αποδείξω, τση λέω.

Η Σουνίτα κούνησε το κεφάλι πέρα-δώθε.

–Δυστυχώς, Σπύροους, μου λέει. Τα άστρα μας βγαίνουν incompatible. Δεν ειμάστε-νε, τουλάχιστον σ’ αυτή την αστρική συγκυρία, συμβατοί.

–Τι λες, ορή βουρλισμένη, βάνω τση φωνές εγώ. Εσοχές έχεις εσύ, εξοχές ελόουμου... Μια χαρά συμβατοί ειμάστενε. Κάτσε να σου δείξω πώς γένεται.

Αγύριστο κεφάλι!

–Θα πρέπει να διώξουμε την αρνητική ενέργεια, μου λέει.

–Εγώ την έδιωξα κιόλας και είμαι ατέντος, τση λέω.

97

Page 98: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όχι με τα λόγια, μου λέει. Με τα έργα.

–Α, γειάσου! τση λέω. Έλα εδώ να σου δείξω εγώ για πότε φεύγει η αρνητική ενέρ-γεια.

–Πρέπει να καθαρίσουμε την αύρα μας, μου λέει.

–Να την καθαρίσουμε, τση λέω. Είπα εγώ να μην την καθαρίσουμε; Ξάπλω στον κα-ναπέ να σε σενιάρω εγώ στο πιτς φυτίλι. Άφθαστη μέθοδος! Εγγυημένη μιλάμε.

–Όχι έτσι, μου λέει. Πρέπει να κάνουμε γιόγκα.

Τώρα εγώ, να πω την αμαρτία μου, φακιρικά δεν ξέρω, αλλά έτσι που πήγαινε τοπράγμα με τούτη την πυροβολημένη αν δεν έκαμα ότι μου ‘λεγε θα ‘μενα, πολύ φοβάμαι,με τη χαρά στο χέρι. Οπόταν, τι να κάμω, την ακολουθάω τση ομπίες τση.

Γδύνεται το λοιπόν η έτσι (αυτό ήτουνε καλό), μένει μόνο με το κοντό το φανελάκι,βλέπω εγώ το άγριο τοπίο σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, γίνομαι τρισχειρότερα.

–Κι εσύ, με διατάζει η φακίρισσα. Μόνο το φανελάκι άσε.

Υπακούω το λοιπόν κι εγώ, με κυαλάρει η δικιά σου, την κόβω που το μάτι τσηγυάλισε.

–Το λίγκαμ σου δείχνει ένταση, μου λέει. Ακριβώς όπως το λένε τα άστρα. Θαπρέπει να το ηρεμήσουμε.

–Για να το ηρεμήσουμε, μανίτσα, τση λέω, ένας τρόπος υπάρχει.

–Όχι... όχι..., μου λέει αυτή. Πρέπει ν’ αδειάσεις το μυαλό σου από τση αρνητικέςσκέψεις και να γενείς ένα με το σύμπαν.

–Δεν θα ‘ταν πιο εύκολο να γενόμασταν ένα μ’ ελόου σου; τση λέω εγώ.

–Κι αυτό θα γένει, μου λέει. Πρέπει όμως να γενούμε πρώτα ένα με το σύμπαν.

Το οποίον με βάνει να καθίσω ανακούρκουδα και κάθεται κι αυτούνη απέναντί μουφάτσα-μόστρα.

–Τώρα πάρε βαθιές αναπνοές, ν’ ανοίξει το τρίτο σου μάτι, με ορμηνεύει.

–Με το τρίτο μάτι δεν έχω πρόβλημα, τση λέω. Το τρίτο πόδι είμαι που με ‘μποδίζεικομμάτι.

–Συγκεντρώσου, μου λέει. Γίνε ένα με το πνεύμα του Βράχμα.

Συγκεντρωνόμανε κι εγώ, ο καψερός, αλλά όλο και το μάτι μου έπεφτε στα επίμαχασημεία τση φακίρισσας και κόντευα να γενώ πυροτέχνημα.

Αφού πέρασε έτσι κάμποση ώρα, στο τέλος η φακίρισσα ασκώνεται και μου λέει ναασκωθώ κι ο ίδιος, γιατί, λέει, τώρα ήπρεπε να κάμουμε άλλες ασκήσεις. Τώρα να ασκω-θώ μια κουβέντα είναι έτσι όπου είχα πιαστεί από το ανακούρκουδο, αλλά έβανα τα δυ-νατά μου και τα κατάφερα, όχι τίποτσι άλλο αλλά να μη γενούμε και βουρδούλιο στα θή-λεα τα τριτοκοσμικά και γελάνε με την κατάντια μας.

–Πώς νιώθεις τώρα; ενδιαφέρεται η έτσι.

–Ντούρος κι ετοιμοπόλεμος, τση λέω εγώ. Έτοιμος να περάσω στο παρασύνθημα.

98

Page 99: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Αυτό το γλέπω, μου κάνει. Για τον εσωτερικό σου κόσμο ρωτάω. Ένιωσες την κου-νταλίνι να διατρέχει τη σπονδυλική σου στήλη;

–Πολλά ένιωσα, τση λέω. Αλλά άσε τώρα, δεν είναι ώρα. Έχουμε άλλα πράματα πουεπείγουν.

–Καλά, μου λέει. Θα δούμε.

Με παίρνει το λοιπόν και μια και δυο –κούτσα-κούτσα ο ίδιος, ένεκα που είχα πια-στεί σαν στραβοσουγιάς– με πάει στην κρεβατοκάμαρη. Έδωκε ο Άη Σπυρίδωνας, οθαυματουργός!!!

–Πέσε στο κρεβάτι, με διατάζει η Λαχωριανή αφέντρα.

Πέφτω εγώ –άλλο που δεν ήθελα!– βάνει τση φωνές εκείνη.

–Όχι αραχτός, μου λέει. Εδώ δεν ήρθαμε για να ξεκουραστούμε, αλλά για να τελειο-ποιήσουμε την ένωσή μας με το σύμπαν και την Αγία Τριμούρτι. Μόνο στους ώμους καιτση πατούσες να στηρίζεσαι. Κορμός και λεκάνη ψηλά.

Τι διάολο, ελληνορωμαϊκή θα παλεύαμε και μ’ έβανε να κάνω γέφυρα; Αλλά τι να‘κανα, εδώ που φτάκαμε ας τση κάνουμε το χατήρι, σκέφτηκα, μπας και δούμε φως επι-τέλους!

Το οποίον παίρνω εγώ τη στάση, το άλμπουρο ντρίτο, έτοιμοι να σαλπάρουμε. Ανε-βαίνει πάνω και η έτσι, θρονιάζεται του καλού καιρού εκεί που τη βόλευε, σταυρώνει καιτα ποδάρια, με κοψομέσιασε, γιατί δεν ήτουνε και πούπουλο, Παναγιά κοντά τση!

–Κράτα καλά τη στάση, μου λέει, και συγκεντρώσου στη συμπαντική ιδέα. Το λί-γκαμ εισχώρησε στο γιόνι και αν όλα πάνε καλά σε λίγο θα εισέλθουμε στη σαμσάρα καιμε την ευλογία του Βράχμα, του Βισνού και του Σίβα θα επιτύχουμε την ιδανική ευθυ-γράμμιση με την παγκόσμια αρμονία.

Κι αρχίνησε εκεί κάτι μυστήριες ψαλμουδιές και κάτι κουνήματα περίεργα που ένε-κα και η προχωρημένη μου κατάσταση μ’ έφεραν στο αμήν –κι ας είχα ολόκληρο γιούκοαπό πάνω μου.

–Κοίτα να σου πω, τση λέω σε μια στιγμή. Ελπίζω να παίρνεις τίποτσι χάπια ή τίπο-τσι δικά σας ματζούνια γιατί αλλιώς εντός ολίγου σε γλέπω με τρίδυμα.

Κύριος εγώ, όπως πάντα, την προειδοποίησα.

–Α, όχι, μου λέει. Δεν πάει έτσι. Απαγορεύεται να φτάκεις στην κορύφωση. Θα ταχαλάσεις όλα.

–Τι λες, ορή βουρλισμένη! τση βάνω τση φωνές. Κρατιέμαι τώρα εγώ;

–Να κρατηθείς, μου λέει και ξεκαβαλικεύει. Έτσι είναι η διαδικασία. Η τελείωσηπρέπει να επιτυγχάνεται εκ των έσω. Αλλιώς δεν κάνουμε τίποτσι.

Μου ‘φυγε η μαγκιά, δικέ μου! Έχω πέσει σε βουρλισμένες και βουρλισμένες, αλλάτέτοιο σκέδιο τρέλα ποτές!

–Ορή έλα στα σύγκαλά σου, τση λέω. Που μ’ άφηκες μπουκάλα στην πιο κρίσιμηστιγμή!

99

Page 100: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Να επιβληθείς στα ταπεινά και ποταπά σου ένστικτα, μου λέει ατάραχη. Μόνο έτσιθα μπορέσεις να ανέβεις πνευματικά.

–Δεν θέλω να ανέβω πνευματικά, ορή βουρλισμένη, τση λέω. Άλλο θέλω.

–Ψυχραιμία, μου λέει αυτή. Συγκεντρώσου και προσευχήσου. Όοοομμμμ! Μετά θαδοκιμάσουμε ξανά.

Αυτό το «μετά» άφηνε κάποιες ελπίδες, οπόταν, τι να ‘κανα, έκαμα την καρδιά μουπέτρα και κάθισα να περιμένω.

Σε μισή ώρα η φακίρισσα ξανανέβηκε στον θρόνο τση κι άντε ξανά-μανά το ίδιο βιο-λί. Αλλά τώρα που ήξερα πώς δούλευε το χαλασμένο το μυαλό τση σιγά να μην τηνπροειδοποιούσα για την καταιγίδα τση ερήμου που ερχότουνε!

Όμως, ένα περίεργο πράμα... Όσο τραβούσε η άσκηση σε μάκρος τόσο απομακρυ-νόταν η ευλογημένη στιγμή όπου θα τελεύαμε τη σεμνή αυτή τελετή, να πάμε σπίτια μας.Κι όχι μόνο αυτό, αλλά είχαμε και μια χαλάρωση τση κατάστασης που όσο πάγαινε γι-νόταν και πιο ανησυχητική, ώσπου ήρθε και ξεφούσκωσε το πράμα τέλεια για τέλεια! Ω,ρε ρεντίκολα!!!

Η φακίρισσα όμως ενθουσιάστηκε.

–Μπράβο, Σπύροους, αναφωνεί. Είδες που τελικά τα κατάφερες να επιβάλεις το πα-ντοδύναμο πνεύμα πάνω στην αδύναμη σάρκα;

Πάλι καλά που το ‘παιρνε έτσι δηλαδή, γιατί αν τύχαινε αυτό το κάζο με καμιά δικιάμας, ποιος την άκουγε! Άσε που θα σ’ έκανε βούκινο τση ρούγες και τα καντούνια! Τελι-κά είδες; Εκεί που δεν τσου πιάνει το μάτι σου, πολύ προχωρημένοι άνθρωποι αυτοί οιΙνδιάνοι, ρε παιδί μου!

Μετά, μου φτιαξε κάτι φαγιά, ούλο πιπέρι και μπαχαρικά, την τύλωσα σαν πασάς,ήπιαμε και κάνα-δυο μποτιλιόνια μπρούσκο και περάσαμε γενικώς σένια –αν εξαιρέσειςτη μικρή λεπτομέρεια που αναφέραμε μπριχού.

Η Σουνίτα έμεινε καμιά βδομάδα ακόμα, αλλά δεν το επιχείρησα ξανά να γενούμεένα με το σύμπαν, καθόσον δεν ξέρεις καμιά φορά αν σου αφήκουν κανένα κουσούριμόνιμο αυτά τα μυστήρια τα φακιρικά. Καλύτερα σ’ αυτά που ξέρουμε. Έτσι τα βρήκα-με, έτσι θα τ’ αφήκουμε. Τι, εμείς θα σώσουμε τον κόσμο;

100

Page 101: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

4) Η Ζου από τη Σαγκάη

Page 102: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 103: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ο λοιπόν δεν ξέρω πώς ήρθαν έτσι τα πράματα, αλλά ενώ είχαμε τελοσπάντων εξυ-περετήσει θήλεα απ’ ούλες τση φυλές κι απ’ ούλες τση αποχρώσεις, από τη Σιβηρία

μέχρι τη Γη του Πυρός, που λέει ο λόγος, Κινεζούλα δεν μας είχε τύχει ποτές. Θα μουπεις, πώς να σου τύχει, ορέ φλημένε, αφού τσου είχε τσου ανθρώποι μαντρωμένους οΜάο, να σκάβουν στα απέραντα Κολχόζ τση Άπω Ανατολής, για το ρύζι αυτών το επιού-σιο ή να δουλεύουν σκλαβάκια μετά τση φάμπρικες που έστησαν εκεί οι δικοί μας, οι αε-τονύχηδες, όταν άνοιξαν οι δουλειές με τη Δύση, και που για να σ’ αφήκουν να πας ταξι-δάκι στην Ευρώπη ήπρεπε να ‘χεις τον Τσου Εν Λάϊ μπάρμπα ή τουλάχιστον να είσαιστα μέσα και στα έξω του Κόμματος;

Τ

Πού να σκάσει Κινεζάκι μ’ αυτές τση συνθήκες στην πολιτισμένη Ευρώπη και μάλι-στα κατά Ελλάδα μεριά, να δοκιμάσει mouzaka mit ouzo και ν’ ακούσει Zorba the Greekκαι να κοινωνήσει των αχράντων από τον Σπύρο και την παρέα του; Άλλωστε οι φήμεςέλεγαν ότι τση καλύτερες τση είχε μαζώξει αυτός ο πορνοβοσκός ο Μάο, που στα βαθιάγεροντάματα το είχε δει summer lover, σαν καλή ώρα κάτι δικά μας και μη εξαιρετέα ρα-μολιμέντα, τρομάρα τσου!

Τώρα, εδώ που τα λέμε, εμένα με έτρωγε η περιέργεια –από επιστημονική άποψηβέβαια. Γιατί ακουγόταν ότι οι Κινέζες, λέει, όπως κι οι Γιαπωνέζες, το είχαν το πράματσου οριζοντίως και τρίχα ούτε για δείγμα! Άσε που σου κάθονταν, λέει, με το που τσηφώναζες, για να μη σε προσβάλουν, γιατί ήτουνε αγένεια, λέει, να σου πει «όχι», «δενμπορώ», «κωλύομαι» και «δεν θέλω» η γυνή. Προχωρημένα πράματα δηλαδή κι αυτά ναγλέπουν οι δικές μας, που σου βγάζουν την Παναγία για να σου πάρουν μια πίπα καιμετά παραπονιούνται κιόλας που τση φτύνουμε και προτιμούμε αλλοδαπά προϊόντα.

Το οποίον, όταν έγινε κουβέντα να στείλουμε, λέει, μια αντιπροσωπεία στην Κίνα(επί υπουργίας μου μιλάμε)9, προκειμένου να συσφίξουμε, λέει, τση πατροπαράδοτες

9 Βλέπε το έπος «SPIROS για πάντα». Γραμμένο το 1995 και ουδέποτε εκδοθέν. (Υπάρχει πάντως σε ψηφιακή μορφή στα «Συρταρωμένα»).

103

Page 104: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

σχέσεις των δύο λαών και να δούμε τι αρπαχτές θα μπορούσαμε να κάνουμε, επ’ ωφε-λεία αμφοτέρων, κούνησα γη και ουρανό για να μπω στην αποστολή.

Τώρα μην φανταστεί κανείς ότι στην Κίνα μας περίμεναν με τίποτσι κόκκινα χαλιάκαι φανφάρες. Κάτι τριτάτζες του Κόμματος έστειλαν να μας υποδεχτούν στο αερο-δρόμιο και μας έβαναν σ’ ένα ξενοδοχείο που, σε σύγκριση, οι στρατώνες τση Καλα-μάτας ήτουνε το Χίλτον, μας έδωκαν εκεί και μια δραγουμάνα και μας ξαμόλησαν στααξιοθέατα, να μας ξεφορτωθούν. Επίσημο δεν είδαμε παρά την παραμονή που θα φεύγα-με κι αυτός ήτουνε ένας κλητήρας του Υπουργείου Μεταφορών που ήρθε να μας δώκειτα εισιτήρια και να τσιμπήσει και κανένα περμπουάρ, ο άχαρος.

Τέλος πάντων, παράπονο δεν είχαμε, μας περιποιήθηκαν οι ανθρώποι. Μας πήγαν ναδούμε κάτι φάμπρικες που έφτιαχναν κουμπιά και είχαν βάνει σιδεριές τση φανέστρες10,για να μην σαλταίρνουν όξω οι ευτυχισμένοι εργάτες, μας πήγαν σε κάτι κολχόζ, όπου οιείλωτες σκάβουν τρούπες μέσα στο νερό (δεν κατάλαβα γιατί), μας πήγαν στα αξιοθέατα,μας πήγαν παντού. Και... δεν λέω, εντυπωσιάζεται ο άνθρωπος με την οργάνωση, τηντάξη και την ασφάλεια, πλην όταν πίπτει ο ήλιος ούλοι τσου πάνε για ύπνο με τση κότες.Ούτε China by Night, ούτε τίποτσι! Μια κακομοιριά μιλάμε.

Τώρα εμένα, είπαμε, με έτρωγε η επιστημονική περιέργεια περί το μυστήριο των Κι-νέζικων γυναικών, πλην, έτσι που πάγαινε η δουλειά θα φεύγαμε και θα μας έμενε η απο-ρία, καθόσον, απ’ ότι φαίνεται, μόλις μαθεύτηκε πως πλάκωσαν οι Έλληνες τα μάζωξαντα θήλεα και τα κλείσαν μέσα, μην πάθουν καμιά συφορά και τρέχουν μετά, οι άχαροι.

Πλην Ζου βεβαίως.

Η Ζου ήτουνε η δραγουμάνα μας και ξεναγός, λέει, στα πέριξ. Ένα πράμα κοντό καισυμπαγές, ατσούμπαλο, πλην με τα σχετικά του πιασίματα που το έμπειρο μάτι του κυ-νηγού επισήμανε αμέσως κάτω από τα τσουβαλέ αμπέχονα τύπου Μάο που φόρουνε καιτση μακριές φουστόνες. Μ’ ένα προσωπάκι νοστιμούλικο –με σχιστομάτικα κριτήρια–ήτουνε ακαθορίστου ηλικίας, όπως ούλοι τους εκεί πέρα, που θα μπορούσαν να είναι απόδεκαοχτώ μέχρι εβδομήντα οχτώ άνετα –τούτη ‘δω πάντως εβδομήντα οχτώ δεν μου‘μοιαζε ένεκα που διέθετε τσαγανό.

Η Ζου ήξερε Ελληνικά που μόνο ο Κίτσος, που καταγόταν από ένα χωριό όξω απότη Σαμαρίνα καταλάβαινε, και όσες μέρες μείναμε εκεί δεν την είδα να χαμογελάει ποτές–μπορεί ν’ απαγορευόταν κιόλας, ξέρω ‘γω... Φιλότιμο κορίτσι, δεν λέω, αλλά είτε μεάνθρωπο είχες να κάνεις, είτε με ρομπότ ένα και το αυτό! Ο ίδιος βέβαια, από την πρώτημέρα φρόντισα να ενεργήσω τα δέοντα για τη σύσφιξη των Ελληνοκινεζικών σχέσεων,παρά τση αντίξοες συνθήκες και παρά τα ανυπέρβλητα εμπόδια –κυρίως στη συνεννόη-ση– που συνάντησα.

–Χελλό δέαρ, μι Σπύρος, τση συστήνομαι με επαγγελματική ευσυνειδησία.

–Στο βάθος, πρώτη πόρτα αριστερά, μου λέει αυτή.

–Όχι, βρε πουλάκι μου, τση εξηγώ εγώ. Σπύρος είναι το όνομά μου.

–Το ύψος τση παραγωγής μας ανέρχεται σε 500.000 τεμάχια ημερησίως, μου λέειαυτή. Κι ο στόχος μας είναι λίαν προσεχώς να φτάκουμε το εκατομμύριο.

10 Φανέστρα: το παράθυρο Κερκυραϊστί.

104

Page 105: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Για την ευκολία του αναγνώστη μεταφράζω εδώ τα σπαστά Σαμαρινιώτικα τση Κι-νέζας σε άπταιστα Ελληνικά, γιατί δεν βγαίνει που δεν βγαίνει νόημα, θα χανόμασταν τε-λείως.

–Μην σου πω τι την έχω την παραγωγή, τση λέω.

–Το εργατικό δυναμικό εμφερόμενο από το μαρξιστικό λενινιστικό ιδεώδες μεγα-λουργεί σε καθημερινή βάση, μου απαντάει το ζωντανό μαγνητόφωνο.

–Χέστο το εργατικό δυναμικό, παιδάκι μου, τση λέω. Άλλο σε ρωτάω εγώ...

–Παρακαλείστε όπως υποβάλετε το αίτημά σας εις τριπλούν, δεόντως χαρτοσημα-σμένο και θεωρημένο από τση οικείες αστυνομικές αρχές, με πληροφορεί.

Την κοιτάω καλά-καλά... ρε δε θες να μας δουλεύουν οι σχιστομάτηδες;

–Για πε μου, μανίτσα, τση κάνω για να τη δοκιμάσω. Τι ώρα σκολάς;

–Προκειμένου να επιτελεστεί ο σοσιαλιστικός στόχος και το όραμα τση ευημερίαςτση Λαϊκής Δημοκρατίας τση Κίνας οι πολίτες δέον όπως εργάζονται εθελοντικώς καιακαταπαύστως, μου λέει.

Με τρόπο βγάνω ένα δεκαδόλλαρο και τση το βάνω στο τσεπάκι.

–Τση έξι, μου λέει αυτή ρίχνοντας γύρω ανήσυχες ματιές.

–Πώς θα γένει εμείς οι δυο να τη βρούμε, έτσι, στο φιλικό και στο όμορφο; τσηκάνω.

–Η φιλία των λαών είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα τση εφαρμογής των σοσιαλι-στικών μεθόδων και τση τελικής επικράτησης του κομμουνιστικού ιδεώδους, μου απα-ντάει.

Άλλο ένα δεκαδόλλαρο στο τσεπάκι, έπιακα και λίγο βυζί... σφιχτό, στητό... μιαχαρά!

–Δωμάτιο 2897, μου πετάει χαμηλόφωνα. Μόνο μην σε δει κανείς γιατί χαθήκαμε!

Το οποίον έξι σκόλασε η Ζου –κι εμείς από κοντά, καθόσον μας είχε χρεωμένους–έξι και μισή χτυπούσα διακριτικά το μπατιδούρο11 στην πόρτα τση έχοντας στην τσέπημου ένα καλσόν δικτυωτό κι ένα μπουκάλι κουνιάκου «Μetaxa», απ’ αυτά που είχαμεφέρει μαζί μας, να τρατάρουμε τσου Κινέζους επίσημους, κρυμμένο στο σακάκι.

Μου ανοίγει η Ζου, με κοιτάει ερωτηματικά...

–Ο καπιταλισμός και η καταπίεση τση εργατικής τάξης από τα μονοπώλια και τηνπλουτοκρατία δεν θα περάσουν, μου δηλώνει.

Την μηχανή με τα τσιτάτα την είχα μάθει πια. Οπόταν βγάνω ένα δεκαδόλλαρο καιτση το κοτσάρω στο τσεπάκι, επωφελούμενος με την ευκαιρία να ψηλαφίσω φευγαλέατην ελαστικότητα του σοσιαλιστικού αριστερού βυζιού.

–Πέρνα μέσα, με διατάζει η Ζου.

11 Μπατιδούρο: το ρόπτρο Κερκυραϊστί.

105

Page 106: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Μπαίνω μέσα και τι να δω! Τέσσερα κινέζικα ξόανα, ντυμένα σαν τη Ζου, πλην άνευτων προσόντων τση Ζου, με κοίταγαν με τη δύσπιστη επιφυλακτικότητα που προκαλεί ηπαρουσία ενού αδίστακτου καπιταλιστή από την άγρια Δύση.

–Τι ‘ναι αυτούνες; σφυράω ανήσυχος τση Ζου.

–Συντρόφισσες που μοιραζόμαστε το δωμάτιο, με πληροφορεί εκείνη ατάραχη.

–Δεν τση λες να πάνε για καμιά σουμάδα, κάνα παγωτό, καντιντίς τελοσπάντων; τσηλέω.

–Πε τση το εσύ, μου αντιμιλάει η δραγουμάνα.

Να τση το πω, αλλά σε τι γλώσσα, ρε μάτια; Το ευτύχημα είχα φέρει μαζί μουκάμποσα δεκαδόλλαρα, οπόταν μοίρασα από ένα καθ’ εκάστην και μας αφήκαν στηνησυχία μας, να φροντίσουμε για τη σύσφιξη των σχέσεων Ανατολής και Δύσης.

Με το που μείναμε μόνοι βγάνω και δίνω τα πεσκέσια στη δραγουμάνα.

–Θα τα φυλάξω σαν δείγματα τση κατάπτωσης τση διεφθαρμένης καπιταλιστικήςκοινωνίας που δεν διστάζει ποτέ να δωροδοκήσει την περήφανη και ακέραια εργατικήτάξη, μου λέει κλειδώνοντας τα κατάπτυστα προϊόντα του δυτικού πολιτισμού σ’ έναντουλάπι.

–Μ’ αρέσει όπως τα λες, μανάρι μου εσύ Κινέζικο! τση λέω κι απλώνω τα χέρια.

–Θάνατος στους ιμπεριαλιστές, εκμαυλιστές λαών και συνειδήσεων και στους λα-κέδες τσου, μου κάνει αυστηρά η Ζου.

Οπότε χρειαστήκαμε ένα ακόμα δεκαδόλλαρο για να πετύχουμε έναν κάποιο ιστορι-κό συμβιβασμό.

Με τα τσουβαλέ ρούχα όξω από την πόρτα λοιπόν μπόρεσα να προβώ σε ενδελεχήεξέταση του αντικειμένου που μας απασχολούσε και κατέληξα σε εμπεριστατωμένα επι-στημονικά συμπεράσματα τα οποία και παραθέτω εδώ προς πάσαν χρήση από κάθε φιλο-μαθή ενδιαφερόμενο.

1. Αυτή η ιστορία περί οριζόντιου αιδοίου... Μούφα.

2. Η άλλη μυθολογία περί άτριχου κλπ... Ακόμα μεγαλύτερη μούφα. Αντιθέτως,έτσι που οι σοσιαλιστικές πρακτικές το υπαγόρευαν, μπορούσε να φτιάξει κανείςγούνινο γιακά αν μάζωνε υλικό από κάτω και πρόσθετε εκείνο από τση μασχάλες.

3. Κοντοπόδαρες. Σε σύγκριση οι δικές είναι δίμετρες μοντέλες να φανταστείς –κιόποιος είναι παθός καταλαβαίνει.

Τέλος πάντων προχώρησα την εξέταση και πέραν του θεωρητικού επιπέδου, πλην ηπαθούσα καθότουνε εκεί, σαν κούτσουρο, κι αντίδραση καμιά. Είτε γυναίκα βάτευες,είτε πολυθρόνα ένα και το αυτό!

Έβανα ούλη μου την τέχνη και ούλη μου τη μαεστρία, ο καψερός, αλλά ούτε κιχ δεντση πήρα. Αγεφύρωτο το χάσμα ανάμεσα τση δυο ιδεολογίες!

–Ορε, κομμουνιστικό μίασμα, δεν καταλαβαίνεις Χριστό, πανάθεμά σε, τση λέω στοτέλος αγανακτισμένος.

–Δεν θα περάσει ο φασισμός, μου απαντάει εκείνη.

106

Page 107: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ποτέ μη σώσει και περάσει, αναφωνώ εγώ. Για άλλο πράμα μιλάμε εδώ.

–Η πλουτοκρατία και τα μονοπώλια καταληστεύουν τον τίμιο μόχθο των λαών, μουαπαντάει.

–Και τον δικό μου τον τίμιο μόχθο ποιος τον επιβραβεύει, ορή βουρλισμένη; τσηφωνάζω εγώ αγανακτισμένος.

–Δεν λέω... Φιλότιμος εργάτης του μόχθου είσαι κι ο ίδιος, μου λέει το μαρξιστι-κό-λενινιστικό απόβρασμα. Όμως, αυτά τα πράματα δεν γένονται κατά παραγγελία. Καιστο κάτω-κάτω τι σε κόφτει εσέ; Σου κάθισα, δεν σου κάθισα;

–Ναι, αλλά διαθέτουμε και μια άλφα αξιοπρέπεια, τση λέω. Έχουμε μια μούρη κι έναόνομα στην πιάτσα και δεν μπορεί να έρχεται το κάθε ζαβό σχιστομάτικο να μας το κα-ταρρακώνει. Να έχεις ολόκληρο παιδαρά Σπύρο νάμπερ ουάν από πάνω σου και να μηνκαταλαβαίνεις Κομφούκιο (το αντίστοιχο στα Κινέζικα του «δεν καταλαβαίνει Χριστό»),δεν πάει! Θα πέσει φωτιά να μας κάψει. Καλά, εσύ δεν ανάβεις με τίποτσι, ορέ παρτσα-κλό;

–Ανάβω, μου λέει το παρτσακλό. Πώς δεν ανάβω;

–Πώς όμως; αναφωνώ εγώ άπελπις.

Το σκέφτεται το κινέζικο ψυγείο.

–Μίλα μου πρόστυχα, να δούμε μήπως..., μου λέει στο τέλος.

Πρόστυχα θες, μωρή άρρωστη; Πρόστυχα θα λάβεις, να σου φύγει ο τάκος!

–Μάο Τσε Τουνγκ, τση πετάω εγώ –πάντα ετοιμόλογος.

Τρελαίνεται το ερυθροφρουράκι.

–Ναι... ναιαιαιαι!... πατάει κάτι φωνές.

Εδώ σ’ έχω, μωρή διεστραμμένη παντόφλα! Αμ τι νόμιζες, ότι θα ξέφευγες;

–Τσου Εν Λάϊ, τση ρίχνω από κοντά το δεύτερο βλήμα.

Βουρλίζεται τέλεια τώρα το σχιστομάτικο. Κι εκεί που ήτουνε σανίδα για να σιδε-ρώνουμε ποκάμισα, βάνει μπροστά το μοτόρι και γένεται κανονικό τραμπολίνο, δικέμου! Μιλάμε η μεταμόρφωση του Φρανκενστάϊν ένα πράμα!

Παραλίγο να μπουκάρει η εθνοφρουρά από τη διπλανή στρατώνα, να μας πιάκει γιαανατρεπτική δράση μιλάμε!

Αλλά τώρα που βρήκαμε το κόλπο πιανόμανε εγώ; Δεν πιανόμανε;

–Τεγκ Χσιάο Πιγκ! την πυροβολώ αλύπητα.

Και γίνεται, δικέ μου, ανάστα ο κύριος ένα πράμα! Μιλάμε ότι κατέβηκε το πολι-τμπιρό από τση κορνίζες των κουάντρων να μας απονείμει τον μεγαλόσταυρο τωνηρώων τση επανάστασης! Να... σου τα λέω και μου ασκώνεται κάγκελο η τρίχα!

Μέχρι να φτάκουμε στον Χο Τσι Μίνχ και τον Φιντέλ Κάστρο το πλάσμα είχε πάθειτην πλάκα τση ζωής του και δεν το προλάβαινα. Κανονική ήττα μιλάμε! Αν δεν στα-μάταγα ακόμα εκεί θα ημάστενε, να μελετάμε το κόκκινο βιβλιαράκι με τη σκέψη τουΜεγάλου Τιμονιέρη Μάο, μιλάμε!

107

Page 108: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Το συνέδριο τση ολομέλειας των δυο ατόμων επανελήφθη σε καθημερινή βάσημέχρι που ήρθε η ώρα να ανεβούμε στο αερόπλανο, να πάμε στην ευκή του θεού.

Στη σκάλα η Ζου αποχαιρετώντας με μου έκαμε δώρο τα Άπαντα του ΠροέδρουΜάο –πολυγραφημένα– και μου είπε τα εξής εμπνευσμένα και συντροφικά:

–Σύντροφε Σπύ Ρο, μου λέει. Μελέτησέ τα αυτά τα έργα του Μεγάλου μας Καθοδη-γητή, που είναι ανώτερα από το Καμασούτρα, και την επόμενη φορά που θα συναντη-θούμε θα σε εξετάσω επισταμένως.

Το μόνο πρόβλημα ήτουνε πως το κινέζικο Καμασούτρα ήτουνε στα κινέζικα –αλλάόλο και κάποια παραστρατημένη ερυθροφρουρίτισσα θα ‘βρισκα να μου τα μεταφράσει,δεν μπορεί!

108

Page 109: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

5) Η Κατσούκο από το Κυότο

Page 110: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 111: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

νας από τσου μεγαλύτερους εφιάλτες όπου έζησα επί τση θρυλικής μου υπουργίας –που αφήκε, εννοείται, εποχή– ήτουνε το καλοκαίρι όπου μας τη βίδωνε η κουλτού-

ρα και φτάκαμε να έχει η κάθε Άνω Ραχούλα «φεστιβάλ» και «πολιτιστικά δρώμενα». Κιεντάξει, όπου σ’ έβρισκαν μπόσικο σε στρίμωχναν «να τιμήσετε δια τση παρουσίας σας,κύριε υποργέ...» τση αρπαχτές του κάθε αετονύχη επιτήδειου και καλά όλο κάτι έβρισκεςο ίδιος να προφασιστείς, αλλά ήτουνε και φορές που –από λάθη ή κακοήθεια άλλων–βρισκόσανε φάτσα-μόστρα, να παρίστασαι τση τριήμερες εκδηλώσεις Τέχνης και Λόγουστην Αετόβρυση Ευρυτανίας όπου το κορυφαίο γεγονότο ήτουνε η απαγγελία τωναπάντων του εγχώριου γίγαντα ποέτα Ευλάμπιου Τσουρδοκούκη, συνοδεία γύφτουλακαριντζή από τον γειτονικό συνοικισμό των κουμπάρων.

Έ

Τώρα είναι γνωστό ότι η Παράταξη δεν φημίζεται ακριβώς για την έγκαψη όπου έχειγια την κουλτούρα του σαλονιού και του μη μου άπτου, και το σύνθημα το έδινε πρώτοςο Αρχηγός, ο Σιδερένιος και απέθαντος, πριν εννοείται τον περιλάβει το Θωρηκτό Πο-τέμκιν και τον στείλει να κοιτάει τα ραδίκια ανάποδα. Και ο ίδιος και τα πρωτοπαλήκαράτου δεν έχαναν ευκαιρία να επισκεφθούν τα πολιτιστικά ιδρύματα όπου μεσουρανούσανη Ρίτα, ο Καρράς, ο Γονίδης, ο Μαργαρίτης και τα άλλα τα παιδιά που κοσμούσαν με τηνπαρουσία τσου την Αθηναϊκή νύχτα. Δώσε τους γαβ-γαβ και ιερά οδός και πάρε του τηνψυχή μιλάμε. Πρώτο τραπέζι πίστα και τα μυαλά στα κάγκελα.

Αλλά έτσι κι έσκαζε το καλοκαιράκι και μαζί του κάτι Ηρώδεια, κάτι Λυκαβητοί καικάτι Επίδαυροι έπιπτε θρήνος και οδυρμός και κοίτουνε ο καθένας πώς θα κρυφτεί καλύ-τερα, μην τον βρει ο επιλοχίας και τον στείλει ν’ απολαύσει τα ούρλα και τση τσιρίδεςτση κάθε αγγελοκρουσμένης πατσούρας περμαντόνας και τση πιρουέτες με καλσόν τουκάθε κουνιστού ποκοπίκου, με τον κώλο στο τσιμέντο και πλήρη σιγή ασυρμάτου γιακάνα τρίωρο –ούτε πασατέμπο δεν σ’ αφήνανε... Και άντε να το αντέξεις εσύ τώρα αυτόκαι να μην περνάει η πουτάνα η ώρα με τίποτσι! Με τίποτσι μιλάμε!

Το οποίον, ούλοι λακίζουμε κανονικά αφήνοντας κάτι στραβάδια νέους να πλε-ρώσουν τον λογαριασμό, μέχρι να μάθουν κι αυτούνοι να φυλάγονται.

111

Page 112: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Τώρα πώς γένηκε κείνη τη χρονιά να με στριμώξουν, εμένα, τον ξύπνιο, δεν θυμάμαινα σου πω. Μπορεί να με φέραν στο φιλότιμο, μπορεί να φταίει η καλή μου η καρδιά ήπου δεν πρόκαμα να εξαφανιστώ εγκαίρως. Όπως και να ‘χει το πράμα με τσίμπησε η δα-γκάνα αυτής τση λουμπίνας του Γραμματέα όπου κανόνιζε τση δημόσιες σχέσεις κιέβγανε την υπερεσία κανονικά.

–Σπύρο, θα πας Ηρώδειο, μου λέει.

–Σε γελάσανε, του λέω εγώ. Έχω κλείσει τραπέζι με τον Τζώρτζη στη Στανίση.

–Δεν μπορεί, πρέπει να πας, μου λέει ο τσόγλανος.

–Γράψε με κωλυόμενο, του κάνω.

–Κωλύομαι, μου λέει αυτός. Δεν έχω άτομα, δεν βγαίνει η υπερεσία.

–Και τι έργο παίζει, να ‘χουμε το καλό ρώτημα; τον ρωτάω.

–«Αντιγόνη», με πλεροφορεί εκείνος μισοκακόμοιρα.

–Μάπα θα ‘ναι, του λέω. Τίποτσι για αγάμητες θα ‘χει να κάνει η υπόθεση. Αλλιώςτο γκομενάκι θα το ‘λεγαν Μαριαλένα, Δανάη, Σούζη... τέτοια. Αντιγόνη μου κάνειΚΝΕ.

Απόρησε με την ευρυμάθεια μου ο έτσι.

–Του Ευριπίδη, μου λέει.

–Δεν τον έχω ακουστά, του λέω εγώ. Αλλά για διανόηση από τα αζήτητα το κόβω,αλλιώς θα τον είχαν πάρει στο «Δελφινάριο».

–Τον αρχαίο τον Ευριπίδη, μου εξηγεί ο τυπάκος.

–Ακόμα χειρότερα, του κάνω.

Το τάπωσα κανονικά το ανθρωπάκι, αλλά δεν μ’ άφηνε κιόλας! Αμάν πια, τέτοιο πο-ντίγιο!12

–Σπύρο, μου κάνει. Πάρ’ το απόφαση... Δεν γένεται να το αποφύγεις. Υπάρχει μι-λάμε εντολή «άνωθεν».

Τώρα, εκείνες τση μέρες, όταν λέγαμε «άνωθεν» στην παράταξη δεν εννοούσαμεβέβαια τον δεκαεξαβάλβιδο –θιος σχωρέστο το γεροντάκι! «Άνωθεν» ήτουνε μόνον τοΒυζάντιο, ο τσολιάς που έκαμε κουμάντο, με την παρέα τση, κι εκεί δεν σήκωνε «μα»και «μου» και ξέρω ‘γω τι, γιατί έτρωγες ένα φύσημα σε χρόνο ντετέ κι έψαχνες μετά τακομμάτια. Να φανταστείς όπου έβγαινε κανονικά υπερεσία για εκκλησιασμό και δεν κο-τούσε κανένας λέχρος να βγάνει κιχ. Πάγαιναν για αντίδωρο κατευθείαν από τη Ρίτα μι-λάμε –και μια φορά ο Τζώρτζης παρασύρθηκε και κόλλησε ένα πεντοχίλιαρο στο κούτε-λο του αριστερού ψάλτη.

Το οποίον άπαξες και σου λέει ο άλλος «άνωθεν» κάνεις την καρδιά σου πέτρα,σφίγγεις τα δόντια και στέλνεις το κοστούμι στο καθαριστήριο. «Κωλύομαι» δεν υπήρχε.

–Θα περάσεις καλά, με παρηγόρησε αυτή η κουφάλα ο Γραμματέας, που ψόφαγε γιακογιονάρισμα13. Είναι μιλάμε ένας θίασος άλφα-άλφα, από... Ιαπωνία μεριά.

12 Ποντίγιο: Το πείσμα Κερκυραϊστί.13 Κογιονάρισμα: Το πείραγμα Κερκυραϊστί.

112

Page 113: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Α, μπα; του κάνω εγώ. Ήρθαν να προσκυνήσουν το αρχαίο πνεύμα μέχρι και οι σχι-στομάτηδες του Χιροχίτο;

–Ανεβάζουν μια παράσταση πολύ προχώ κι έτσι, με πλεροφορεί ο τζες. Κι όλο σταγιαπωνέζικα μιλάμε.

–Η καλύτερή μου! του κάνω.

–Μη γκρινιάζεις, μου λέει ο έτσι. Μαθαίνω πως έχουν κάτι γκομενάκια εκεί να ταπιεις στο ποτήρι.

–Τι μου λες; του κάνω εγώ, δήθεν στο αδιάφορο.

–Ναι, βρε, σου λέω!...

Χαμήλωσε τη φωνή κι έσκυψε προς το μέρος μου συνωμοτικά.

–Ρε συ, Σπύρο..., μου κάνει. Εσύ που είσαι περπατημένο παιδί... Είναι αλήθεια όπουτο έχουν, λέει, στο οριζόντιο οι σχιστομάτες;

–Η καθαρή αλήθεια, του λέω. Εξακριβωμένα πράματα!

Κι έφυγα να πάω να γυαλίσω τα λουστρίνια.

Τώρα, όσο να ‘ναι, από αρχαίο δράμα δεν ειμάστενε και τέλεια νιοράντηδες, ένεκαπου και Καραγκιόζη έχουμε παρακολουθήσει, όταν τα καλοκαίρια πέρναγε από το χωριόένας γυρολόγος, όπου έδινε τση κυράτσες μπιστιού με δόσεις και το βράδυ έστηνε τηνπαράσταση, να κάμει μια αρπαχτή ο άνθρωπος, με έργα όπως: «Ο Μεγαλέξαντρος και οΚατηραμένος Όφις», «Ο Καραγκιόζης Φούρνιαρης» και άλλα του κλασικού ρεπερτορί-ου. Αλλά και περιοδεύοντες θιάσους έχουμε απολαύσει σε αθάνατα αριστουργήματα,όπως: «Γενοβέφα», «Αι Τρεις Ορφαναί», «Η Κυρία με τας Καμελίας» και τέτοια. Τηνέχουμε δηλαδή την παιδεία, δεν ειμάστενε τίποτσι ξύλα απελέκητα... Πλην, αυτό πουείδα κείνο το βράδυ στο Ηρώδειο, που ήτουνε τίγκα στο ανφάν γκατέ τση Αθήνας μι-λάμε, δεν το είχα ξαναματαδεί. Μιλάμε το υπερθέαμα!

Οι Γιαπουνέζοι μιλάμε, όσο μπόϊ τσου έλειπε τότσο σπιρτάδα είχανε, οι ανθρώποι!Από το που ξεκίνησε το έργο μέχρι τα παλαμάκια στο τέλος μιλάμε δεν σταμάτησαν ταούρλα και τση τσιρίδες, να σου ασκώνεται η τρίχα! Τα δώκαν όλα οι καλλιτέχνες μιλάμε!Κι ούλα σε τέλεια γιαπουζέζικα, που δεν καταλάβαινε κανείς Χριστό, αλλά που ούλοικουνούσαν το κεφάλι επιδοκιμαστικά, λες κι έπιαναν τση έννοιες στην εντέλεια. Καλά,οι ανθρώποι –δεν μπορώ να πω– χαλάλι το μεροκάματο, τα δώκαν όλα μιλάμε!

Για την υπόθεση δεν κατάλαβα και πολλά πράματα, αλλά δεν έχει σημασία. Έτσι εί-ναι η διανόηση... όσο δεν καταλαβαίνεις τόσο πιο ψηλό το νόημα. Να πω μόνο πως ήτου-νε ένας βασιλέας (με παρασήματα στο φουλ μιλάμε) όπου φώναζε μιας κοπελός που τουφώναζε κι αυτή και φώναζαν και κάτι άλλοι και στο τέλος τα πήρε στο κρανίο ο έτσι κιέβανε τσου πολισμάνους να τη μαντρώσουν στη στενή και πάνω που λες κάτι γένεταιπέφτουν οι ρεβερέτζες και το χειροκρότημα και τα «μπράβο» και the end και εις άλλα μευγεία μιλάμε.

‘Ντάξει... Μάπα το έργο, αλλά το ευτύχημα όπου τα γιαπουνέζικα μανούλια ήτουνεμια χαρά και ειδικά η περμαντόνα, μια κοντούλα, λεπτούλα πλην με κάτι βύζους σωστές

113

Page 114: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

νεροκολοκύθες, που σ’ έκαμαν να ξεχνάς και την ταλαιπωρία και τη νύστα και τση τσιρί-δες και να επικεντρώνεις την προσοχή σου ανελλιπώς επί τση σκηνής. Ούτε τσόντα μι-λάμε το παιδί!

Το οποίον κάποτε έδωκε ο Άη Σπυρίδωνας, ο θαυματουργός, και τελείωσε η γιαπου-νέζικη τσιρίδα, οπότε σύσσωμη η ντόπια διανόηση, ενθουσιασμένη από το προχώ τσηιστορίας, πετάχτηκε πάνω κι έριξε ένα χειροκρότημα που ούτε ο Νταλάρας δεν αξιώθη-κε, ο άνθρωπος, με τότσες φιλανθρωπικές αρπαχτές μιλάμε!

–Να πάτε στα καμαρίνια, να συχαρείτε τσου ηθοποιούς, μου σφυράει μια πατσούρωαπό δίπλα, που μου ‘χαν φορτώσει από το υπουργείο ως «ειδική» σε κάτι τέτοια.

Θα τση ‘λεγα καμιά κουβέντα, που πιάστηκε ο κώος μου στο μάρμαρο δυο ώρεςτώρα, αλλά σκέφτηκα την πιτσιρίκα με τσου βύζους και είπα να δώκω τόπο στην οργή.Και μετά, πού ξέρεις, μπορεί και να μην πάγαινε τελείως στράφι αυτή η αλησμόνητηβραδιά. Αναλόγως.

Από κοντά το γιαπουνεζάκι ήτουνε ακόμα πιο κιμπάρικο κι ας ήτουνε μπαμπουλω-μένο μέσα σ’ αυτά τα μεταξωτά τσουβάλια, τα κιμονό, που κάνουν τση γυναίκες ναμοιάζουν με σιφονιέρες δίπατες.

–Ονίτσουά, τση λέω εγώ, που, ως κράχτης στα ταγαράδικα και τα μπιζουτάδικα τσηΚέρκυρας, κάτι τέτοια τα ‘παιζα στα δάχτυλα.

–Μιλάτε γιαπουνέζικα; απόρησε το γιαπουνεζάκι.

–Μπανζάϊ, τση απαντάω εγώ, ως πάντα ετοιμόλογος. Το κατά δύναμιν.

Υποκλίθηκε στο μεγαλείο μου το μεταξωτό τσουβάλι, υποκλίθηκα κι ο ίδιος στουςβύζους, πιάκαμε την κουβέντα. Και τι ωραία που τα είπατε τα αρχαία!... με κολακεύετε...ουδόλως, την πάσα αλήθεια, μανάρι μου... είσαστε ένας εσείς!... Τέτοια.

Κι όπως η μια κουβέντα φέρνει την άλλη, είπαμε να πέρναγα μετά από το ξενοδοχείογια ένα ποτό και περαιτέρω σύσφιξη των ελληνογιαπουνέζικων σχέσεων.

Και πράγματι έτσι γίνηκε. Και να ‘μαστε στο δωμάτιο τση Κατσούκο, εγώ με τασώβρακα κι εκείνη με τση απίστευτες νεροκολοκύθες αμολυτές, να κουβεντιάζουμε περίδιαγραμμάτου για το αρχαίο δράμα.

–Ρε παιδάκι μου, τση λέω σε μια στιγμή. Εσύ χαραμίζεσαι. Καθόσον με τα προσόνταπου διαθέτεις θα γενόσανε και η πρώτη πορνοστάρ έτσι και δοκίμαζες αυτό το είδος τσηΤέχνης.

–Α, μα το δοκίμασα, μου λέει (και με κουφαίνει).

–Τι λες, μωρή! θαύμασα εγώ, γιατί δεν τση το ‘χα έτσι χαμηλοβλεπούσα όπου τηνέγλεπα,

–Ναι, μου λέει. Έτσι με ανακάλυψε ο μεγάλος μας σκηνοθέτης. Σε βιντεοκασέτα μεείδε.

–Μπα;..., τση κάνω. Και σε πέρασε από ακρόαση, αν τύχει;

–Δεν χρειάστηκε, μου λέει το παρλιακό, που, όπως όλοι οι σχιστομάτηδες, δεν νο-γούσε από κογιονάρισμα. Διέκρινε μου είπε το ταλέντο μου αμέσως κι έτσι με ανέβασεστη σκηνή να παίξω αρχαίο δράμα.

114

Page 115: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Και καλά, συμφέρει, ρε μανούλι; απορώ εγώ, που αν έκρινα από το φτηνιάρικο χο-τέλ δεν θα ‘πρεπε να κόβει πια και την τρελή μονέδα η τραγωδία.

–Δεν συμφέρει, συμφώνησε το μανούλι. Αλλά η Τέχνη απαιτεί θυσίες. Άλλωστε τσηβιντεοκασέτες δεν τση σταμάτησα, μόνο που τώρα τση γυρίζει ο ίδιος ο μεγάλος σκηνο-θέτης –με ψευδώνυμο βέβαια– και είναι καλλιτεχνικών αξιώσεων.

–Τι μου λες;! θαύμασα εγώ ψαχουλεύοντας καλλιτεχνικά τση νεροκολοκύθες.

–Να σου δείξω, Σπύρος-σαν, προθυμοποιήθηκε το φαινόμενο.

–Και δε μου δείχνεις; τση κάνω εγώ. Ότι μαθαίνει ο άνθρωπος για καλό είναι.

Και μου ‘δειξε, δεν έχω παράπονο, αλλά ένα πράγμα δεν καταλάβαινα... Γιατίέσκουζε σαν γατί που το πνίγουν;!

–Τσώπα, ορή βουρλισμένη και θα μας κουβαλήσουν τση Ειδικές Δυνάμεις νομίζο-ντας πως σε σφάζω, τση λέω.

Με κοίταξε απορημένο το γιαπουνέζικο πλάσμα.

–Μα πώς; μου κάνει. Έτσι δεν πρέπει;

–Να βάνεις τη σειρήνα, να ξυπνήσουν οι απονθαμένοι, ορή; εξανίσταμαι εγώ (που οιτσιρίδες με είχαν φρικάρει... με κάποιες ανησυχητικές συνέπειες στο σύστημαεκσκαφής).

–Και πώς αλλιώς θα καταλάβει ο άλλος πως έχω απογειωθεί; απορεί το γκεϊσάκι.

–Αν είναι να καταλάβει από τα ούρλα, ζήτω όπου καήκαμε! τση κάνω.

–Έτσι το ‘χουμε εμείς, μου εξηγεί. Πρέπει να δείχνεις του αντρούς ότι σου αλλάζειτα φώτα, αλλιώς κομπλάρει και... δεν μπορεί.

–Εδώ, μανίτσα, είναι ακριβώς το αντίθετο, τση λέω.

–Το βλέπω, μου λέει σκεφτική.

–Θα σου ‘λεγα τι γλέπεις, τση λέω. Αλλά έχε χάρη που είσαι μουσαφίρισσα.

Τέλος πάντων, κάναμε άλλη μια δοκιμή... Όλα καλά, μέχρι που φτάκαμε στο διαταύτα, οπότε το γατί άντε πάλι τα «ιιιι...ιιιιιι...ιιιιιιιιιι», να σου τρυπάει τα τύμπανα.

–Σκάσε, μωρή άρρωστη, τση λέω. Θα έρθει η πυροσβεστική.

–Συγγνώμη, Σπύρος-σαν, μου κάνει εκείνη ταπεινά. Παρασύρθηκα.

–Σου άναψαν τα λαμπάκια δηλαδή, αν τύχει; ρωτάω εγώ με κάποια ελπίδα.

–Για να πω την αλήθεια, όχι ακριβώς, ομολογεί το προβληματικό. Είναι βλέπεις ηεκπαίδευση όπου μου βγαίνει...

–Και σε μένα βρήκε να σου βγει, γαμώ την τύχη μου; φωνάζω εγώ.

–Τσου γιαπουνέζοι άντρηδοι έτσι αρέσει, μου λέει με συντριβή. Παρασύρομαι.

–Και σου κάνω εγώ για γιαπουνέζος μικροτσούτσουνος, ορή αγγελοκρουσμένη; εξα-νίσταμαι εγώ –και με το δίκιο μου.

–Όχι... όχι... Σπύρος-σαν, με διαβεβαιώνει η καλλιτέχνις. Αλλά να... η συνήθεια...

115

Page 116: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Και κει πάνω μου κατέβηκε η φαεινή ιδέα.

–Ρε συ, τση λέω. Δεν μου απαγγέλλεις το έργο που παίζατε πριν, που την καταβρί-σκω με την Τέχνη, όσο εγώ επιλαμβάνομαι των ανδρικών μου καθηκόντων...

Έλαμψε το πατικωμένο μούτρο τση αοιδού.

–Α, αυτό μάλιστα, Σπύρος-σαν, μου κάνει. Αυτό είναι πολύ ωραία διαστροφή.

Κι αρχίζει το ποιηματάκι στα γιαπουνέζικα.

Οπόταν και μπορέσαμε επιτέλους να πορευτούμε ως Έλληνες και ως γίγαντες και ναπερισώσουμε την εθνική μας περηφάνια, που παραλίγο να πάθει ανεπανόρθωτη βλάβηαπό τση εξωτικές συνήθειες τση Άπω Ανατολής.

Τώρα τι κατάλαβε το γιαπουνεζάκι από τα τεκτενόμενα θα σας γελάσω. Πολύ φο-βάμαι ότι όσο κατάλαβα εγώ από την απαγγελία άλλο τότσο κατάλαβε κι εκείνο από τοσμπρώξιμο. Αλλά έτσι είναι τα σχιστομάτικα. Ελαττωματικά προϊόντα κι ας φαίνονταιαπόξω σένια.

Μακριά!

116

Page 117: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 118: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 119: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

1) Η Κούλα από το Κιάτο

Page 120: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 121: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

κέψου τώρα, λέει, να είσαι φαντάρος, νεοσύλλεκτο στραβάδι, και να σ’ έχει ρίξει ημοίρα σου η κακιά στου διαόλου το κάγκελο, στην Καλαμάτα. Σκέψου, λέει, να τσι-

μπάς επιτέλους την πρώτη τριήμερη και να ‘σαι στον άσσο, ταπί και ψύχραιμος. Να παςτσου Κορυφούς δεν το συζητάμε, καθόσον ωτοστόπ στα παπόρια δεν γένεται, αλλά καινα γενόταν θα ‘τρωγες την άδεια στον δρόμο πάγαινε-έλα. Οπόταν τι κάνουμε; Ή λέμε«ευχαριστώ πολύ, μια άλλη φορά» και καθομάστενε να μας χορεύει ο λοχίας «ένα στοδεξί, ένα και φωνή» ή την κάνουμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα για τον Περαία,ωτοστοπάδα βέβαια, όπου η τζία Ντάντα θα μας φτιάξει, αν τύχει, κάνα σοφρίτο, καμιάπουλέντα και θα μας στρώσει, να ακουμπήσουμε τα πονεμένα μας κοκαλάκια σε ντιβάνιανθρώπινο, άσε που στο φευγιό όλο και καντιντίς σε χαρτζηλίκι θα ξηγηθεί.

Σ

Τση δέκα ώρες πέρασα την πύλη του «Παπαφλέσσα» προς τη σωστή μεριά –που μα-κάρι να ‘καμε ο Άγιος το θαύμα του να μην την ξαναπεράσω αντιθέτως, αλλά πού!...–και μέχρι τση δυο και με χίλια ζόρια μέχρι τη Μεγαλόπολη κατάφερα να φτάκω. Εκείόμως, για καλή μου τύχη, με πήρε ο Μητσάρας, ο νταλίκερμαν, και φτάκαμε, με το κασε-τόφωνο τέρμα Καζαντζίδη, λίγο έξω από το Άργος, όπου θα φόρτωνε πεπόνια για τονΠεραία, πλην μας πιάνει ημιαξόνιο και τέρμα η τύχη, τέρμα κι ο Στελάρας κι άντε ξανά-μανά στο ποδαράτο, να βρει άνθρωπο να σε πάρει!

Τέλος πάντων κούρσες πέρναγαν φουλαριστές, καμιά κυρία δεν φιλοτιμιότανε νασταματήσει για το φανταράκι πλην ενού ντιντή κουδουνίστρα που μου την έπεσε «ψιτ,καλέ στρατιώτη...» και τον έστειλα κανονικά στον γέρο διάολο και η ώρα πέρναγε και μεείχε κόψει και η λόρδα, άσε πια τη δίψα, κι άρχισα να σκιάζομαι οπού θα άφηνα τα κο-καλάκια μου στην ερημιά, όταν –και πάλι πανταχού παρών– κάμει το θαύμα του ο Άγιοςκαι σταματάει μπροστά μου ένα Datsun σαραβαλιασμένο κι αγροτικό φορτωμένο σανάκαι τσουβάλια.

–Σαν πούθι πας πατριώτ’; με ρωτάει ο μπάρμπας ο αξούριγος με την τραγιάσκα πουοδηγούσε το ερείπιο, με την κυρά του με το τσεμπέρι από δίπλα μπάστακα.

–Περαία, του λέω εγώ. Αλλά ποδαράτο δεν το γλέπω.

121

Page 122: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Σάλτα πίσου, μου λέει ο μπάρμπας. Σι πάου ιγώ μέχρι του Κιάτου κι απού κει έχ’ειου θιός.

Ο θεός έχει, εμείς δεν έχουμε, αλλά το φτύνεις το λαχείο άπαξες και σου τύχει; Δεντο φτύνεις. Το οποίον σαλτάρω στην καρότσα με τα σανά κι εκεί με περιμένει μια έκπλη-ξη απ’ αυτές που σου τυχαίνουν μια στο τότσο και σε κάνουν εξ’ αιτίας τους άνθρωποευσεβή και θεοφοβάμενο. Καθόσον πάνω στο σανό καθότανε η... Κούλα!

Κι όταν λέμε Κούλα, να φανταστείς περικαλώ χωριατάκι ζουμπουρλούδικο από κεί-να που κάνουν τα λιγούρια τα φαντάρια ν’ αναστενάζουν «αχ, Κούλα!» το βράδυ στονθάλαμο, άμα βαρήσει σιωπητήριο και σβήσουν τα φώτα.

Με κόβει το οποίον η Κούλα πατόκορφα με κείνο το βλέμμα ακτίνες Χ που έχουν ταγκομενάκια στην επαρχία και στραβομουτσουνιάζει λες και τση δώκανε παγωτό από ξυ-νόγαλο.

–Γεια, τση λέω εγώ με την παροιμιώδη μου ντελικατέτσα και θρονιάζομαι στη σα-νόμπαλα δίπλα τση.

–Γεια, μου λέει κι αυτή με μισή καρδιά και τραβιέται ένα τι παραπέρα.

–Σπύρος, τση συστήνομαι –πάντα κύριος εγώ.

–Κούλα, μου λέει εκείνη κοιτάζοντας το αχανές τοπίο.

–Χαίρω πολύ, τση κάνω.

Δεν μου απαντάει. Ρίχνω μια λοξή ματιά ο ίδιος να τση πάρω τα μέτρα... Ένα παιδί,η Παναγιά κοντά τση, μιλάμε! Πάλευε το φουστανάκι το τσίτικο να κάμει κουμάντο σταπλούσια τα ελέη που δεν τσιγκουνεύτηκε ο καλός θεός, αλλά τι να σου κάμει κι αυτούνο,τι να πρωτοσκεπάσει, τα βυζάκια που χοροπήδαγαν σε κάθε λακκούβα του δρόμου ή ταμπουτάκια που κόντευαν να κάμουν κυβέρνηση από μόνα τσου! Αυτό το σκουντούφλικονα μην είχε το παιδί και μια χαρά θα τα περνάγαμε.

Βγάνω ν’ ανάψω τσιγάρο εγώ, μ’ αγριοκοιτάει η Κούλα.

–Τώρα τι καταλαβαίν’ς, μου λέει. Να βάν’ς καμιά φουτιά στα τόπια κι να πιλαλάμιμιτά;

–Εδώ δεν έβανες ελόου σου τόση ώρα που κάθεσαι πάνω, ρε μάνα μου, κι απέ εγώθα βάνω μπουρλότο; τση λέω.

Αυτό ήτουνε! Ούλα τα θήλεα θέλουν το κομπλιμέντο τσου. Έτσι και τσου το ρίξειςεπιδέξια μετά σε έχουν βασιλέα τσου –κι ας μη σε χωνεύουν. Η Κούλα έσκασε χαμόγε-λο.

–Είσι μια μάρκα ισύ!... μου κάνει τσαχπίνικα.

–Γιατί το λες αυτό, μανίτσα; διαμαρτύρομαι ο ίδιος. Την πάσα μία αλήθεια λέω, οάχαρος.

–Μπα; χαχανίζει το χωριατάκι. Έτσι λες;

–Έτσι μια!... τση λέω κωλοσούρνοντας επιδέξια πιο κοντά.

Με ξανακόβει ασκαρδαμυκτί η Κούλα, χωρίς κανέναν ενδοιασμό.

122

Page 123: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Φανταράκ’ι είσι; με ρωτάει και κουφαίνομαι.

–Όχι, τση λέω. Ο γιος του Πάρτα Όλα ιγκόγνιτο σε διακοπές.

Γελάει το βλαχάκι κι έτσι και γελάσει το θήλεο η υπόθεση πες πως είναι τελειωμένη.

–Πλάκα έχ’ς, μου λέει. Απού πού κρατά’ει η σκούφια σ’ σα να λέμι;

–Από τσου Κορυφούς, τση λλέω.

Με κόβει παραξενεμένη.

–Πού ‘νι αυτούνου; απορεί.

–Τι να σου λέω τώρα, ρε μανούλι, και τι να καταλάβεις; τση κάνω. Μακριά είναι.

–Κι πας ικεί τώρα σα να λιέμι μι άδεια;

–Στον Περαία, τση λέω. Σε μια τζία μου.

–Σι μια τι;...

–Μια θειά μου, ρε παιδάκι μου, τση εξηγώ.

Γελάει με σημασία το μανούλι.

–Θειά κανουνική ή τίπουτις άλλου; με κογιονάρει.

Κι άπαξες και σε κογιονάρει το θήλεο είναι σαν να έχει υπογράψει συμβόλαιο για ταπεραιτέρω.

–Κούλα, τση λέω βάνοντας το χέρι μου επιτήδεια γύρω από τη μέση τση, δήθεν γιαισορροπία. Θα σε μαλώσω. Έχεις πονηρό μυαλό.

–Μπα;... χαχανίζει το αγροτοπορνίδιο. Γιατί, ισύ πας πίσου;

–Άσε με εμένα, τση λέω. Για ελόου σου μιλάμε.

–Δηλαδής τι, ιπειδής ειμάστενε απού χουριό παναπεί πως ειμάστενε κι καθυστερη-μέν’οι; μου λέει.

–Θα ήτουνε και αμαρτία, τση λέω και φέρνω το χέρι με τρόπο πάνω στο γόνατό τση.

–Κουντά τα χέρια σ’, μ’ αποπαίρνει η Κούλα. Ιπειδής ειμάστενε απού χουριό δεν πα-ναπεί πως ειμάστενε κι εύκουλες.

–Είπα εγώ τέτοιο πράμα;!!! εξανέστην εγώ (χωρίς να τραβήξω το χέρι).

–Ισύ δεν το ‘πις, αλά το ‘πι του χέρι σ’.

–Μα για να συγκρατηθώ που πάει τ’ αμάξι πέρα-δώθε, τση εξηγώ εγώ.

–Κι απ’ του μπούτι μ’ βρήκις να κρατηθείς; με κατακεραυνώνει η συνταξιδιώτισσα.

–Το τερπνόν μετά του ωφελίμου, τση λέω εγώ διδακτικά.

Γελάει πάλι το χωριατάκι.

–Αμ σ’ έκουψα ιγώ, μου κάνει. Δεν σ’ έκουψα; Ίσι ένας ισύ!!!...

–Και μεταξύ μας, Κουλίτσα, τση κάνω εγώ εμπιστευτικά, γλιστρώντας επιτήδεια τοχέρι λίγο πιο πάνω. Τέτοιο μπούτι, να, μα τον Άγιο, δεν έχω ξαναματαδεί.

123

Page 124: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Δεν υπάρχει θήλεο που να του πεις πως είναι ωραίο και να σε φτύσει. Η Κούλα κα-κάρισε.

–Ε, τότι πιάσι, κακόμοιρου φανταράκ’ι, να δούμι τι θα καταλάβ’ς, μου λέει γεν-ναιόδωρα.

Και βέβαια δεν περίμενα ο ίδιος να μου κάμει την πρόταση και γραπτώς και δεδο-μένης τση μακράς αποχής, ένεκα η βασική στην Καλαμάτα, φρόντισα να κάμω ότι ήτου-νε τελοσπάντων ανθρωπίνως δυνατόν, δεδομένων των ειδικών συνθηκών και του χώρου.

Πλην, όταν το πράμα έφτακε στο απροχώρητο η Κούλα έριξε απαγορευτικό.

–Μέχρι δω κι μη παρέκ’ει, μου κάνει. Ιμείς ιδώ ιτούτου (χτύπησε το μέτωπό της) τουέχ’μι καθαρό.

–Μα, βρε μανίτσα μου, μια χαρά δεν το πηγαίναμε ως τα τώρα; τση κλάφτηκα εγώπου βρισκόμανε σε δύσκολη θέση.

–Ιντάξ’ει, είπαμι να σαχλαμαρίσουμι κουμμάτ’ι για να πιράσ’ει η ώρα, αλλά όχ’ι κινα μας γκαστρώσ’εις απού παν’, με αποστόμωσε.

–Ρε μάνα μου, μια απόφαση είναι, παρακάλεσα εγώ. Ολόκληρο γάϊδαρο φάγαμε,στην ουρά θα κωλώσουμε;

–Καλέ τι μας λιές;!... Κι αν μας πάρ’ει χαμπάρ’ι ου πατέρας μ’;

–Θα προσέχουμε, τση υπόσχομαι.

–Δεν ξιέρου, μου λέει εκείνη ανένδοτη. Ου διάουλους έχ’ει πουλλά πουδάρια. Κιμιτά... αν θες να ξιέρ’ς... είμι κι παρθένα.

–’Ντάξει, ρε μάτια, τση κάνω. Θα βρούμε τον τρόπο...

–Άκου να σι πω..., αγρίεψε η Κούλα. Ιμείς ιδώ ιτούτου (το μέτωπο πάλι, το δαφνο-στεφανωμένο!) το χμι καθαρό.

Αμ δεν το ‘βλεπα;!

–Και τώρα τι γένεται; ανακράζω εγώ στα όρια τση απελπισίας.

Η Κούλα ήτουνε πονόψυχη.

–Ιντάξ’ει, μου λέει συνωμοτικά. Να κάνουμι μια θυσία, να σι ανακουφίσουμι –φα-ντάρου άνθρουπου– αλλά ισύ τα χέρια σ’ κουντά. Να ‘μαστι ‘ξηγημέν’οι.

Τι να κάμω τώρα κι ελόου μου, στην κατάσταση που βρισκόμανε, αφέθηκα στις φι-λεύσπλαχνες χειρωνακτικές φροντίδες τση Κούλας, ώσπου τελικά... πάνω χέρι, κάτωχέρι... είδαμε –εγώ δηλαδή– το φως το αληθινό και πάλι καλά να λες γιατί φτάναμε σ’ένα χωριό όξω από το Κιάτο, όπου το σπιτικό των καλών αυτών ανθρώπων.

–Θα καθίσ’εις ιδώ, μουσαφίρ’ς, μου δήλωσε ο μπάρμπας με την τραγιάσκα. Νυ-χτών’ει κι δεν θα βρεις τίπουτας να σι πάρ’ει παρακάτ’. Ιδώ ούτι κάρου δεν πιρνά’ει τ’ννύχτα. Κάτσι να ξαπουστάσ’εις κι αύριου, πρώτα ου θιός, πας στ’ν ιφχή του Χριστού κιτ’ς Παναγίας.

–Μα να μη σας βάλω σε κόπο..., έκανα τση κόνξες μου εγώ, κατά πως πρέπει, ενώ ηΚούλα μου ‘κανε νοήματα.

124

Page 125: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Κανένας κόπους, αλίμουνου, είπε η θειά με το τσεμπέρι. Όπου ιμείς κι ιλόου σ’.

Το οποίον, ξεμπερδεμένος όπως ήμανε από την ταλαιπωρία του ταξιδιού και ταέκτακτα συμβάντα στην καρότσα και πεινασμένος σαν τον κακό τον λύκο –απ’ όλες τσηαπόψεις– έδωκα τόπο στην οργή και δέχτηκα τη φιλοξενία των καλών αυτών βουκόλων,που καθόλου υστερόβουλες σκέψεις δεν είχαν –ως απεδείχθη.

Το σπίτι ήτουνε ένα καλύβι τση συμφοράς, χτισμένο στη ζούλα εννοείται, με ότι υλι-κό τσου βρισκότανε, από πλιθιά και τούβλα μέχρι τσιμεντόλιθους και τσίγκια. Στην ου-σία ένα μεγάλο δωμάτιο είχε, κάτι σαν κουζίνα, μαραγκούδικο, στάβλο, αποθήκη καιτραπεζαρία μαζί, με γκαζιέρες, κατσαρόλες, φούρνους, σαμάρια, εργαλεία, ροκανίδια,αλέτρια, τσουβάλια γεμάτα ποιος ξέρει με τι, πατάτες και κρεμμύδια απλωμένα στο χω-μάτινο πάτωμα κι ότι παραμπάτσαλο χωριάτικο από την εποχή του Κιλελέρ μπορεί ναφανταστεί κανείς. Σ’ αυτό είχαν κολλήσει κανά-δυο δωμάτια τση συμφοράς, χτισμέναόπως-όπως, που τα χρησιμοποιούσαν σαν αποθήκες, καθόσον η οικογένεια κοιμότανστρωματσάδα, όλοι αντάμα στην κουζινοσταβλοτραπεζαρία. Καμπινέ είχαν ένα κουβού-κλιο στην αυλή, δίπλα στο κοτέτσι, με τούρκινη λεκάνη, μπάνιο δεν είδα πουθενά –τι νατο κάνουν; Νερό τρεχούμενο το σπίτι δεν είχε, παίρναν από το πηγάδι στην αυλή με τονσίχλο14, ούτε ηλεκτρικό... με τση λάμπες πετρελαίου και τα σπαρματσέτα πορεύονταν οιανθρώποι. Μιλάμε, το πιο καθυστερημένο χωριό τση Κέρκυρας αυτούνο το χάλι δεν τοείχε.

Τέλος πάντων, αφού με φιλοξενούσαν με τη καλή τσου την καρδιά, δεν μπορούσα ναπαραπονιέμαι. Σάματις στη στρατώνα ήτουνε καλύτερα; Κι έτσι, αφού φάγαμε ένα μπου-κούνι ψωμί με τυρί κι ελιές, ήπιαμε και οι άντρηδοι έναν κουτελίτη που ο μπάρμπα-Μή-τσος μου ανακοίνωσε υπερηφάνως ότι τον έφτιαχνε ο ίδιος, από τα δικά του σταφύλια, μ’έστειλαν για ύπνο με μια μπατανία σε μια από τση πρόσθετες αποθήκες, ένεκα που σανμουσαφίρη ήθελαν να με περιποιηθούν.

Με τση κότες κοιμόσαντε οι χωριάτες, αλλά εμέ, που ήμανε συνηθισμένος αλλιώς,πού να μου κολλήσει ύπνος! Να ‘χω και το αγροτικό μανούλι στο διπλανό δωμάτιο, πουμου ‘χε δώκει και προκαταβολή, κι έφτιαχνα με το μυαλό μου σκηνές από το ακατάλλη-λο έργο τση Δευτέρας... να ‘ναι και το πάτωμα ντούρο σαν πέτρα... πού να κλείσει μάτι οάνθρωπος; –και να ‘θελε!

Είδα κι απόειδα, άκουγα και τα ροχαλητά από δίπλα εις διπλούν, πρίμο-σεγόντο, τουζευγά και τση ζευγούς, κατά τση δέκα ασκώνομαι και πάω μέσα να ζυγίσω τα κόζα –νυ-χοποδητί. Τα γερόντια βρίσκονταν στον λήθαργο των ανθρώπων που τίποτσι πια δενχρειάζονται και τίποτσι δεν τσου κόφτει, αλλά το μικρό είχε το μάτι γαρίδα κι όταν μεείδε ανασηκώθηκε στη στρώση και μου ‘καμε νόημα «τι θες;».

«Σου πω...» τση κάνω εγώ αντινόημα.

Με κλίση τση κεφαλής η Κούλα μου δείχνει τα γερόντια.

«Αυτοί ξεράθηκαν» επιμένω εγώ στη νοηματική. «Σου πω...»

«Α, δεν ξέρω...» μου απαντάει εκείνη στην ίδια διάλεκτο.

«Έλα μωρή σου λέω...» τα παίρνω εγώ.

14 Σίχλος: ο κουβάς Κερκυραϊστί.

125

Page 126: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Με τα πολλά ασκώθηκε το μανούλι... με τα ρούχα εκοιμόντουνε, πλην τση φούστας,κι αυτό που έβλεπα, ο δόλιος, μου πέταξε τα μάτια όξω, καθόσον ο καλός θεός δεν είχεκάμει τσιγκουνιές και οικονομίες. Την αρπάω το λοιπόν και τη σούρνω στην αποθήκηόπου μου είχαν στρώσει.

–Δεν ξιέρου τι έχ’εις στου μυαλό σ’, μέσα στα άγρια μισάνυχτα, μου λέει το αγροτι-κό φαινόμενο –δήθεν που δεν ήξερε!

–Μανάρα μου εσύ! τση κάνω εγώ καθώς χούφτωνα όπου έβρισκα.

–Σιγά, μου λέει θορυβημένη. Θα ξυπνήσουμι τα γιρόντια.

Οπόταν... για να μην τα ξυπνήσουμε με άφηκε να κάμω τα δικά μου... πλην... στοκρίσιμο σημείο... τσάαακ, μου ρίχνει πάλι το απαγορευτικό.

–Σιγά, μου λέει. Ξιχνάς οπού είμι παρθένα;

–Μη σε νοιάζει, μάνα μου, τση λέω εγώ πάνω στη φούντωση. Θα προσέχω.

Αλλά μια κουβέντα είναι αυτή κι αν πάρουν φωτιά τα τόπια άντε να τα σβήσεις μετάμε το ποτιστήρι! Οπόταν, εκεί, σε μια στροφή περίεργη, γένεται η στραβή και μην τον εί-δατε παιδιά τον Κίτσο τον λεβέντη τον αρχιληστή! Φούντωση ελόου μου, φούντωση καιτο αγροτεμάχιο, δεν δώκαμε σημασία παρά μόνο όταν ήτουνε πια πολύ αργά για τακτι-κούς ελιγμούς, που λέμε κι εμείς οι στρατιωτικοί.

Τέλος πάντων, μην τα πολυλογώ, βγάλαμε το άχτι μας σαν παιδιά κι εμείς και μόνοστο τέλος άρχισα να συνειδητοποιώ πως κάτι δεν πάγαινε καλά εδώ πέρα.

–Καλά, μωρή, τση λέω. Εσύ δεν μου ‘πες πως ήσανε παρθένα;

–Στο ‘πα, μου λέει το μανούλι κατεβάζοντας τα μούτρα.

–Ορή, μήπως έγινε κανένα λάθος; τση κάνω.

–Τι λάθος; μου λέει.

–Ψέματα μου ‘πες, ορή βουρλισμένη;

–Ε, όχ’ι κι ψιέματα, διαμαρτύρεται η Κούλα. Τι δηλαδής, ιπειδής έγινι ένα ατύχημαμι τουν αρραβουνιάρ’η παναπεί ότ’ι ειμάστινι κι του δρόμ’;

–Έχεις κι αρραβωνιάρη, βρε θερίο;!!! απορώ εγώ.

–Είχα. Του ‘δουκα τα παπούτσια στου χέρ’ι.

–Α, μπα; Και πώς έτσι;

–Ήθιλι προίκα κι του γαϊδούρ’ι, αλλά ου πατέρας μ’ ήταν ανέκδουτους κι έτσ’ι χάλα-σι του προυξινιό.

–Α, οπότε αυτός την έκαμε τη ζημιά, λέω.

–Τς.

Αυτό το «τς» στα χωριά παναπεί «όχι».

–Αλλά;

–Ου Κώτσιους, ου αγρουφύλακας. Αλλά μη νουμίζ’ς... μόνου μια βουλά.

126

Page 127: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Αμ δεν χρειάζεται και δεύτερη, φιλοσοφώ εγώ.

Η Κούλα συνοφρυώθηκε.

–Κι ιπειδής είχαμι ένα ατύχημα παναπεί που δεν είμι παρθένα; μου αγριεύει.

–Είσαι; απορώ εγώ (γιατί έβλεπα τσου νόμους τση Φυσικής να γένονται σκόνη).

–Ήμαν, μου αναγγέλλει σκυθρωπά. Λίγου μεν, αλλά ήμαν. Μέχρι που μι ξιπαρθένι-ψεις τιλείους ισύ.

–Τι λες, βρε παρλιακό;!!! εξανίσταμαι εγώ που είχα αρχίσει να οσφραίνομαι μπλεξί-ματα.

–Αυτό π’ ακούς. Κι αν του καταλάβ’ει ου πατέρας μ’ θα μας τφικήσ’ει και τς δυό μιτου δίκαννου. Γιατί ιμείς ιδώ ιτούτου (το μέτωπο εννοείται) το ‘χμι καθαρό.

–Ωχ! λέω εγώ.

–Ιξόν κι αν μι γυρέψ’ς, έρχεται η σωτήρια ιδέα.

–Να σε... γυρέψω;!!!... τραυλίζω εγώ.

–Αλλιώς...

Και το άφηκε να επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη, που λεν κι οι εφημερίδες.

–Καλά, τση λέω εγώ συμβιβαστικά, για να μην την αγριέψω. Να σε γυρέψω. Αλλάνα πάω πρώτα για κατούρημα.

–Να πας, αλλά μην αργήσ’ς, γιατί τώρα που γλυκάθ’κα κι μια κι θα μι γυρέψ’ς,θέλου κι άλλου...

Το ευτύχημα που ο καμπινές ήτουνε στην αυλή... και κοντά ο φράχτης. Τον δρα-σκέλισα κι ακόμα τρέχω... Ξυπόλυτο και με τη σκελέα με μάζωξε ένας γύφτος πουπάγαινε στην Καλαμάτα με καρπούζια κι άντε να εξηγείς μετά του επιλοχία γιατί παρου-σιάστηκες με «ανάρμοστη περιβολή».

Μια συμβουλή. Αποφύγετε το ωτοστόπ στη λεβεντομάνα επαρχία. Υπάρχει σοβαρόςκίνδυνος εμπλοκής (που λέμε κι εμείς οι στρατιωτικοί).

127

Page 128: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 129: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

2) Τασούλα and the other girls.

Page 130: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 131: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Στρατός, το ‘χουμε ξαναπεί, μαύρη ταλαιπωρία είναι κι όσο για την υπεράσπισητων ιερώνε και των οσίωνε… άσε καλύτερα, όμως έχει και μερικά καλά που θυ-

μάσαι μετά, ερείπιο με μπαστούνι δίπλα στη χόβολη, και χαμογελάς πονηρά… «Κοίταόμως κάτι σκέδια μυστήρια που σου σκαρώνει η ποτάνα η ζωή ώρες-ώρες!» Και σεγλέπει η γριά, που σε παραμονεύει σαν αγροφύλακας απ’ τη γωνιά τση και γένεται πο-πόρο, γιατί δεν έχει βρει ακόμα τρόπο να σου βάλει απαγορευτικό και τση αναμνήσεις –πού να ‘ξερε!

Ο

Η παρακάτω διδακτική ιστορία υπάγεται σ’ αυτή την κατηγορία –όπου καμιά γριάκαι κανένας πούστης δεν έχει πρόσβαση, εξόν κι αν το επιτρέψεις ο ίδιος (πράμα που θασημαίνει ότι δεν έμαθες τίποτσι από τη ζωή τελικά, μαλάκα!)

Πρώτη μετάθεση μετά τα ΛΥΒ, τέρμα θεού, στα σύνορα (δεν λέμε πού για ευνόη-τους εθνικοπατριωτικούς λόγους). Τάγμα προκάλυψης τση κακιάς συφοράς, απ’ όπουμόνο με τρελόχαρτο, απολυτήριο ή τεζαρισμένος έφευγες. Μιλάμε, ο καλύτερος φίλοςσου στη σκοπιά ο λύκος, που είχε μάθει κι ερχότουνε να τον φιλεύεις αποφάγια –με τηγεμιστήρα μέσα στο Μ1, για κάθε ενδεχόμενο. Μιλάμε για απελπισία απέραντη, όπου ταχιόνια έλιωναν καλό Ιούνη μήνα κι οι εφημερίδες έρχονταν, όταν έρχονταν, με μια βδο-μάδα καθυστέρηση. Επιπλέον, ο Δέσποτας, μια φανατίλα του κιαρατά, είχε απαγορεύσειτα μπουρδέλα στην περιφέρειά του, «ίνα μη σκανδαλίζονται τα στρατευμένα νιάτα»,πράγμα που είχε αποτρελάνει τα αποκλεισμένα φαντάρια πέρα για πέρα. Και δεν ήτουνενα πεις να κάνεις υπεμονή για μια αδειούλα, να πεταχτείς μέχρι τη γειτονική πόλη, να βο-λευτείς ως άνθρωπος και ως φαντάρος, γιατί οι άδειες χορηγούνταν με το σταγονόμετρο,ένεκα που υπήρχε έλλειψη προσωπικού, λέει, και δεν έβγαινε η υπερεσία, λέει. Ποια υπε-ρεσία σ’ αυτή την εξορία μη ρωτάς –ίσως για να κρατάμε συντροφιά τση αρκούδες (πουόμως αυτές τη βόλευαν μια χαρά με τη χειμερία νάρκη που είχαν ανακαλύψει ακριβώςγια κάτι τέτοια ζόρια).

Λοχίας αλφαμίτης ο Μπαρακούντας Σπυρίδων το οποίον και πάλι καλά να λες γιατίμε την πρόφαση τση αστυνόμευσης των φαντάρων κάθε που είχε εξόδου πρώτοι ξεμπου-

131

Page 132: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

κάραμε εμείς, το περίπουλο, και τελευταίοι γυρνάγαμε στο τάγμα, αφού ρίχναμε και πε-ντέξι τσίπουρα στου Μητσάρα, να πάνε κάτω τα φαρμάκια. Επιπλέον τα ‘χα βολέψει έτσιώστε να βγαίνω κάθε πρωί με τον σιτιστή, έναν χλέμπουρα από την Ορεστιάδα, για τα«ώνια», ψώνια για το συσσίτιο του τάγματος δηλαδή. Τώρα τι χρειαζόταν ο αλφαμίτηςσ’ αυτή τη διαδικασία... θα σε γελάσω. Ίσως για ν’ αποτρέψει κανένα ντου των αντεθνι-κών στοιχείων που θα έβαναν στο μάτι να ξαφρίσουν τση πατάτες και τα κρομμύδια τωνφαντάρων, ίσως πάλι για να προσέχει τον χλέμπουρα μην κάνει τίποτσι ανομολόγητεςλοβιτούρες με τσου προμηθευτές. Ο ανθύπας πάντως του Εφοδιασμού μου είχε πει: «Ταμάτια σου ανοιχτά, Μπαρακούντα». Κι εγώ, πάντα ευπειθής και ωραίος στας επιταγάςτση πατρίδος, ακολουθούσα κατά γράμμα τση εντολές του ανωτέρου μου –ίσως όχι τε-λείως προς την κατεύθυνση που το εννοούσε εκείνος βέβαια….

Τα κάνω ψιλά…

Ο κύριος προμηθευτής του τάγματος ήτουνε το μπακάλικο-μανάβικο-πρακτορείοΤύπου και Προπό-Εδώδιμα και Αποικιακά του κυρ-Αναστάση, επί τση κεντρικής –καιμοναδικής– πλατείας τση ωραίας αυτής κωμόπολης, όπου μας έριξε η μοίρα μας η κακιάνα υπερετήσουμε το έθνος. Ο κυρ-Αναστάσης είχε τα πάντα, από ελιές θρούμπες μέχριμανταλάκια για τη μπουγάδα. Μόνο καπότες δεν είχε, αλλά γι’ αυτό δεν έφταιγε ο ίδιοςαλλά ο Δέσποτας που είπαμε και μπριχού. Επίσης ο κυρ-Αναστάσης είχε και την Τασού-λα. Κι εδώ κάνουμε στάση, βαράμε προσοχή και παρουσιάζουμε όπλα, κανονικά, όπωςστην έπαρση σημαίας, να ‘ούμ’. Ευπειθώς αναφέρω, μανάρι μου, σκλάβος σου παντοτι-νός, να γίνω γέφυρα να περνάς απέναντι, να μη βρέξεις τα ποδαράκια σου. Μιλάμε δηλα-δή για ένα από κείνα τα παιδιά που και φαντάρος να μην είσαι παθαίνεις ίκτερο, πόσομάλλον όταν μετράς τετρακόσιες πενήντα δύο και μία –όπου η κάθε μία η ρημάδα με-τράει διπλή! Η Τασούλα, θυγατέρα του προμηθευτή, ήτουνε φτιαγμένη μόνο με καμπύ-λες. Η ευθεία δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμα στην περίπτωσή τση. Ήτουνε από κείνες τσηβλαχοπούλες που μέχρι να καβατζάρουν τα είκοσι είναι «όλα εν σοφία εποίησας –πλού-σια τα ελέη» και μετά πάμε στο «μέριασε βράχε να διαβώ» (αλλά ποιος το γαμεί τομετά!).

Η Τασούλα εργαζόταν –λέμε τώρα!– στο μπακάλικο του μπαμπά, οπόταν κάθε μέραπου κατεβαίναμε για τα «ώνια», ενώ ο χλέμπουρας έκλεινε σκοτεινές συμφωνίες με τονφιλάργυρο κι αδίστακτο έμπορα προμηθευτή, ελόου μου φρόντιζα να καλλιεργώ τη σύ-σφιξη των στενών δεσμών στρατού και λαού με μαεστρία και περίσσια αυταπάρνηση.

«Δεσποινίς Τασούλα, σήμερα είσαστε στις ομορφιές σας!» να ‘ούμε.

«Αχ, κύριε Σπύρο μας, πώς τα λέτε!» (με τα ανάλογα γαργαλιστικά γελάκια αυτό).

«Πώς να τα πω, δεσποινίς Τασούλα μας… Σάματις μπορώ να αρθρώσω λέξη;»

«Α, θα σας μαλώσω! Με κακομαθαίνετε…»

Ε, μα αυτός δεν είναι ο απώτερος σκοπός μας, μανάρι μου εσύ ατελείωτο;

Προχωρούσε το λοιπόν ακάθεκτο το πίτσι-πίτσι σκέδιο κι όλα έδειχναν ότι συντόμωςθα είχαμε εξαιρετικά αποτελέσματα, ένεκα που το πλάσμα φαινόταν να βράζει το αίματου –και με το δίκιο του– αν δεν μας τύχαινε το αναπάντεχο.

Η κυρα-Παγώνα, ήτουνε η μαμά τση εν λόγω υποψήφιας, μια χωριάτα πονηρή κιανοιχτομάτα, η οποία φαίνεται ότι πήρε είδηση τση στρατιωτικές μανούβρες υψηλής

132

Page 133: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ακριβείας και με μια αστραπιαία κυκλωτική κίνηση απέτρεψε την προσχεδιασμένη νικη-φόρα προέλαση.

– Κυρ λοχία, να σε πω δυο λεφτά, μου σφυράει μια μέρα.

Με παίρνει το λοιπόν διακριτικά παράμερα κι αρχίζει τον εξάψαλμο. Και που τι μαςπέρασες εμάς, που έχουμε το κούτελο καθαρό, και που δεν ξέρω στα μέρη σας, αλλάεμείς εδώ στα θέματα ηθικής ειμάστουνε βράχοι, και που τα κορίτσια είναι χαζά, δεν κα-ταλαβαίνουν πού το παν οι άντρηδοι, και που ντροπής πράγματα αυτά και να σταματήσειτο λακριντί με τη μικρή γιατί θα υπάρξουν συνέπειες κι άλλα τέτοια αποτρεπτικά…

– Μα, μανδάμ, με παρεξηγήσατε, προσπάθησα να τα μπαλώσω εγώ.

– Μη με λες εμένα ότι σε παρεξήγησα γιατί όταν εσύ πάγαινες εγώ ερχόμανε, μ’ έκο-ψε η κυρα-Παγώνα. Κομμένα τα πίτσι-πίτσι με το ζωντόβολο τη θυγατέρα μου.

– Ότι πείτε εσείς, μανδάμ…

Μ’ έκοψε από πάνω ως κάτω, όπως θα ‘κοβε ένα μουλάρι που τση πρότειναν ν’ αγο-ράσει για να κουβαλάει τα σακιά με τση φακές.

– Και φαίνεσαι καλό παιδί, τρομάρα σου! είπε.

– Καλός είμαι, μανδάμ, επιβεβαίωσα εγώ πρόθυμα.

Η χωριάτα έσκασε ένα στραβό χαμόγελο. Λοιπόν όποτε βλέπω γυναίκες να σκάνετέτοιο χαμόγελο με ζώνουν τα φίδια –δεν είναι ποτέ για καλό.

– Καλός μπορεί να είσαι, αλλά και το αίμα βράζει, ε;

– Το κατά δύναμιν, μανδάμ. Το κατά δύναμιν…

Η χωριάτα έριξε μια ματιά γύρω και μετά έσκυψε το κεφάλι πιο κοντά χαμηλώνο-ντας τη φωνή.

– Τι ώρα έχει εξόδου τα’ απόγιομα; με ρώτησε συνωμοτικά.

– Τση τέσσερις…

– Τέσσερις και τέταρτο έλα από την αποθήκη, στο πίσω μέρος… Ξέρεις. Θ’ αφήκωτην πόρτα ξεμαντάλωτη.

Και μ’ άφηκε σύξυλο.

Τέσσερις και δέκα γλιστρούσα στην εν λόγω αποθήκη, φροντίζοντας να κλείσω τηνπόρτα πίσω μου με το μάνταλο –για παν ένα ενδεχόμενο. Η κυρα-Παγώνα, Ιγγλέζα στοραντεβού, με περίμενε καθισμένη πάνω σ’ ένα σακί πατάτες σαν τση οδαλίσκες πουβλέπουμε στα κουάντρα που πουλάν τα κορνιζάδικα.

– Κοίτα να δεις, μη βάλει τίποτσι πονηρό το μυαλό σου, μ’ αρπάει πάραυτα από ταμούτρα. Αυτό γίνεται για να μη μας βρει καμιά συφορά με τη μικρή –να ‘μαστε ξηγη-μένοι. Είπαμε, εμείς στα μέρη μας το κούτελό μας το ‘χουμε καθαρό.

Αμ δεν το ‘βλεπα;!

Κατόπιν τούτου η μάνα τση Τασούλας θυσιάστηκε για το παιδί τση και την τιμή τσηφαμίλιας κανονικά –επί των σακιών τση πατάτας.

133

Page 134: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

– Άντε κι αύριο πάλι εδώ, μου λέει μετά ξεπροβοδίζοντας με. Αλλά να θυμάσαι…Μακριά απ’ το ζωντόβολο τη θυγατέρα μου.

Κι έτσι, πιάκαμε σκοινί κορδόνι με την κυρα-Παγώνα να φροντίζουμε για την ακε-ραιότητα τση παρθενίας τση Τασούλας κι όλοι ημάστουνε ευχαριστημένοι, εξόν ίσωςαπό την Τασούλα την ίδια, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία (που έπεται).

Καμιά βδομάδα αργότερα η κυρα-Παγώνα μου σκάει το μυστικό.

– Κοίτα να δεις, μου κάνει. Επειδής σε γλέπω νταβραντισμένο παληκάρι και πολύμερακλίδικο είπα και τση φιληνάδας μου τση Ευλαμπίας και θέλει κι αυτούνη λέει.

Τι να κάνω κι εγώ, βρισκόμανε γλέπεις σε δύσκολη θέση, υπέκυψα στο μοιραίο κιέτσι πλην τση Παγώνας είχαμε και την Ευλαμπία να υπερασπίζεται το καθαρό κούτελοτση σεπτής αυτής ακριτικής περιοχής. Μετά η Ευλαμπία έφερε και την κυρα-Φούλα καιη κυρα-Φούλα την κουμπάρα τση… Στην αποθήκη άρχισε να παρατηρείται πολυκοσμίακι εμένα τα γόνατά μου πήραν να λυγάνε κάτω από το βάρος τση ευθύνης. Η κυρα-Πα-γώνα πρόστρεξε αρωγός τση κατάστασης.

– Δεν λες και σε τίποτσι άλλα παιδιά μπιστικά να κοπιάσουν να σε βοηθήσουν; μουπρότεινε ένα βραδάκι καθώς μου βάζανε κομπρέσες για να με συνεφέρουν.

Άλλο που δεν ήθελα εγώ, πιάνω τον Σώτο, τον Νάσο και τον Περικλή, παιδιά σένια,δικά μου αλφαμίτια, τσου λέω το και το… Όπως ήτουνε φυσικό νόμισαν ότι τσου έκαναπλάκα.

– Άντε, ρε πάαινε! γέλασε ο Νάσος. Για τίποτσι στραβάδια μας πέρασες να μας κο-γιονάρεις ψιλό γαζί;

– Να, μα τον Άη Σπυρίδωνα! τσου ορκίζομαι εγώ. Ελάτε και θα δείτε.

Ήρθαν, έτσι «για την πλάκα», αλλά πάθαν πλάκα οι ίδιοι τελικά όταν αντίκρισαν τσηκυράτσες να περιμένουν μετά φανών και λαμπάδων στην αποθήκη τση αμαρτίας.

– Ρε σειρά… Μας κλήρωσε το λαχείο ή μου φαίνεται; ψιθύρισε έκθαμβος ο Σώτος.

Γιατί, όπως και να το κάνουμε, τέτοιου είδους βόλεμα σ’ αυτό το τέρμα θεού όχιανέλπιστο ήτουνε αλλά ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα να το δούμε! Βέβαια οι κυράδεςδεν ήτουνε ακριβώς σταρ του σινεμά, αλλά ούτε και τέλεια του πεταματού πια, μιας καιστα μέρη αυτούνα τση πάντρευαν μικρές-μικρές κι αφού τση γκάστρωναν δυο-τρεις βο-λές μετά οι άντρηδοι τση ξέχναγαν και το ‘ριχναν στο τσίπρο και την κοντσίνα στον κα-φενέ. Οπόταν μια χαρά καλοστεκούμενες ήτουνε κι όπως βρήκαν ευκαιρία να ξεσα-λώσουν άνευ συνεπειών (και για άγιο σκοπό) το πράμα κάθισε μια χαρά.

Κι εξελίχτηκε. Γιατί όλο και κάποια καινούργια φιληνάδα έμπαινε στο κόλπο κι όλοκι από τη μεριά μας εμπλουτιζόταν το έμψυχο υλικό. Η ζωή το λοιπόν κυλούσε ειδυλλια-κά κι ούλοι ευχαριστημένοι, ώσπου μια μέρα με φώναξε στο γραφείο του ο ταγματάρχηςτου Α2, ένας στριφνός Μανιάτης ονόματι Βαθουλέας.

Μ’ έζωσαν τα φίδια.

– Κάτσε, μου λέει ο Αλφαδύος. Θες καφέ;

Άμα σου λένε για καφέ οι χωροφυλάκοι, ζήτω που καήκαμε! Αρνήθηκα σεμνά καιταπεινά. Ο Βαθουλέας μου πρόσφερε τσιγάρο –ωχ! Δεν τόλμησα να μην το πάρω.

134

Page 135: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

– Μπαρακούντα, παιδί μου, περιττό να σου κρύψω ότι χαίρεις τση πάσας εκτίμησήςμου όσον καιρό υπερετείς στο τάγμα, μου λέει ο Βαθουλέας εισαγωγικά.

Ωχ!

– Ως αρχιφύλακα των Αλφαμιτών, αλλά και ως άνθρωπο, σου έχω απόλυτη εμπιστο-σύνη.

– Ευχαριστώ, κύριε ταγματάρχα, παρομοίως, πετάω εγώ την κοτσάνα μου μέσα στηνταραχή μου.

Ο Αλφαδύος μου ‘ριξε μια στραβή ματιά αλλά το άφηκε.

– Το οποίον, έχουν υποπέσει στην επαγγελματική μου αντίληψη ορισμένα πράματαπου τα βρίσκω από περίεργα έως ανεξήγητα, συνέχισε.

Ωχ, ωχ, ωχ!

– Πρώτον: Εκεί που κάθε μέρα είχαμε καμιά τριανταριά να βγαίνουν στην αναφοράγια άδεια –και να παίρνουν τον πούλον βέβαια– τελευταίως ο αριθμός των αιτουμένωνμειώθηκε δραματικά, για να μην πω μηδενίστηκε.

Σηκώθηκε από το γραφείο του και πήγε στο παράθυρο.

– Μηδενίστηκε, Μπαρακούντα, επανέλαβε. Μηδενίστηκε εντελώς. Πώς σου φαίνε-ται εσένα αυτό;

Πώς να μου φαίνεται, που αν ήξερες, έρμε, θα μας κρέμαγες με κοντό σκοινί στο κο-ντάρι τση σημαίας!

– Ε, θα είδαν κι απόειδαν τα φαντάρια, κύριε ταγματάρχα, και μάλλον το πήραναπόφαση, είπα μισοκακόμοιρα.

Ο Αλφαδύος γέλασε –κακά.

– Έτσι ε; Το πήραν απόφαση…

Τίναξε τη στάχτη του τσιγάρου στο πάτωμα και μετά τράβηξε μια βαθιά ρουφηξιά.Έκανα το ίδιο μην πάει και χαρακτηριστώ αντεθνικό στοιχείο.

– Δεύτερον, συνέχισε ο Βαθουλέας. Παρατήρησα ότι όταν βγαίνει άγημα για τηνυποστολή τση σημαίας το βραδάκι μαζώνεται κόσμος και κοσμάκης να παρακολουθήσειτην τελετή στην πλατέα. Και στη συντριπτική του πλειοψηφία γένους θηλυκού! Μη μουπεις τώρα ότι έρχονται για ν’ ακούσουν τον εθνικό ύμνο γιατί θα σου ρίξω μια δεκάραξεγυρισμένη, να ‘χεις να με θυμάσαι.

– Τι να πω, κύριε ταγματάρχα…

Άλλο κακό χαμόγελο.

– Αμ τι να πεις, έρμε; Σάματις σου κόβει; Αν σου ‘κοβε θα ‘σουν εσύ στη θέση μουκι εγώ στη δικιά σου…

Έπεσε νεκρική σιγή.

Ο Αλφαδύος πήγε να καθίσει στο γραφείο του κι έσκυψε προς το μέρος μου εμπι-στευτικά.

135

Page 136: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

– Κάτι γένεται εδώ, λοχία, είπε τέλος. Κάτι βρωμάει εδώ πέρα και δεν ξέρω τι. Αλλάδεν μ’ αρέσει και δεν μ’ αρέσει όταν ψυλλιάζομαι κάτι που δεν μ’ αρέσει. Κατάλαβες;

– Μάλιστα, κύριε ταγματάρχα.

– Θέλω να κρατάς τα μάτια σου ανοιχτά, συνέχισε ο Βαθουλέας. Θα μου αναφέρειςτο παραμικρό ύποπτο που θα υποπέσει στην αντίληψή σου. Έχεις το ελεύθερο να μπαι-νοβγαίνεις στο τάγμα όποτε κρίνεις εσύ αναγκαίο. Θα σου δώκω υπερεσιακό σημείωμα.Ψάξε, ρώτα, άκου, σιώπα! Θ’ αναφέρεις σε μένα αποκλειστικά. Κουβέντα αλλού. Συνεν-νοηθήκαμε;

– Μάλιστα, κύριε ταγματάρχα.

– Κομμουνιστικό δάκτυλο οσμίζομαι, Μπαρακούντα, αναστέναξε ο ταγματάρχης.Αντεθνικά στοιχεία κινούνται υπόπτως κι αυτό δεν μ’ αρέσει καθόλου.

Και πού να ‘ξερες, άχαρε!

Τώρα, εφοδιασμένος με άνωθεν βούλα να βγαίνω όποτε ήθελα ποιος μ’ έπιανε!Όμως θα ‘πρεπε να λάβω και μερικά μέτρα γιατί ο Βαθουλέας δεν έπαιζε.

Μαζώνω τσου δικούς μου, τση «απογευματινής λέσχης», καμιά τριανταριά νοματαί-ους, και τσου προφταίνω τα μαντάτα.

– Από αύριο βγαίνετε στην αναφορά για άδεια, ρεμάλια, τους λέω. Με το μαλακόόμως, όχι όλοι μαζί, μην καρφωθούμε.

– Κι αν μας τη δώκουν τι κάνουμε; ρωτάει ανήσυχα ένα βλαχάκι από τα Βαρδούσια.

– Θα την περάσεις στην αποθήκη, ρε μαλάκα, του λέει ο Σώτος.

Το επόμενο ήτουνε να πιάκω την κυρα-Παγώνα. Το και το τση λέω, μάζωξε τα κορί-τσια από τση τελετές τση σημαίας γιατί θα βρούμε κάνα διάολο.

– Μα να μην σας καμαρώνουμε;

Άντε τώρα να συνεννοηθείς με τση γυναίκες! Τέλος πάντων επήλθε μια κάποια τάξησιγά-σιγά, φάνηκε να ησυχάζει κι ο Αλφαδύος, που όμως δεν παρέλειπε να με προτρέπει«να ‘χω τα μάτια ανοιχτά».

Αλλά…

Προέκυψε άλλο πρόβλημα.

Κόντευε να βαρήσει σιωπητήριο κι εγώ, με το πάσο μου, ένεκα το υπερεσιακό τουΒαθουλέα, μόλις είχα βγει από τον καφενέ του Μητσάρα, όπου είχα κατεβάσει τα τελευ-ταία τσίπουρα με κάτι τζομπαναραίους που είχαν φέρει μεζέ αγριογούρουνο, όταν στρί-βοντας στο κλειστό πια μπακάλικο του κυρ-Αναστάση πέφτω πάνω σε ποια; Στη ζου-μπουρλούδικη Τασούλα!

– Μπα, πώς κι έτσι αργά όξω; μου κάνει.

– Λόγοι υπερεσιακοί, τση απαντώ ελαφρώς στο τσακίρ κέφι.

– Υπερεσιακοί ή γκομενικοί; με αποπαίρνει το νήπιο.

– Ναι, δεν γλέπεις, από ραντεβού σε ραντεβού παγαίνω, γελάω εγώ.

136

Page 137: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Η Τασούλα όμως δεν μάσαγε σάπια.

– Βρε δεν τ’ αφήνεις αυτά και ξέρω τι κουμάσι είσαι ελόου σου! μου κάνει.

– Τι ξέρεις δηλαδή; ρωτάω εγώ επιφυλακτικά –που είχαν αρχίσει να με ζώνουν ταφίδια.

– Ούλα τα ξέρω, μου πέταξε η Τασούλα. Και τση πομπές στην αποθήκη κι ούλα!

Τόμπολα!

– Τσώπα, βρε παρλιακό, και θα μας ακούσει κανένα αφτί…, τση κάνω έντρομος κοι-τάζοντας ένα γύρο.

– Αν θες να σωπάσω να ‘ρθεις να μου ζητήσεις συγγνώμη σαν κύριος, μου λέει η μι -κρή με συγκρατημένη οργή.

– Ναι, βρε κορίτσι μου, αλλά….

– Δεν έχει αλλά και ξαλλά. Αύριο τση τρεις στο παλιό βυρσοδεψείο. Ξέρεις πού εί-ναι;

– Ξέρω, αλλά…

– Το καλό που σου θέλω.

Κι εξαφανίστηκε τρέχοντας κατά το τίμιο σπίτι του πατέρα τση.

Τώρα; Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν πήγαινα και το μάθαινε η κυρα-Παγώνα,κλάψε με μάνα κλάψε με… Αν δεν πήγαινα και το ‘κανε βούκινο η μικρή (γιατί καμιάαμφιβολία πως ήξερε) τότε ήτουνε πια να ζητάμε άσυλο στο Σιδηρούν Παραπέτασμα…

Χαμένος για χαμένος, τι να ‘κανα, πήγα στο ραντεβού στο βυρσοδεψείο, ένα παλιόκατώι στην άκρη του χωριού. Η πόρτα μισάνοιχτη, μπαίνω, τη σφαλίζω…

Και ιδού η Τασούλα, με τα μαλλιά λυτά, ως άλλη Γενοβέφα, να με περιμένει καθι-σμένη πάνω σε κάτι παλιά κασούνια.

– Άντε, γιατί έχω να πάω και στο κατηχητικό, μου κάνει.

Τι να ‘κανα; Είχα άλλη επιλογή;

Αρχίζουμε λοιπόν τα προκαταρκτικά… Η Τασούλα ηφαίστειο, έρχομαι κι εγώ στακέφια… Πάνω στο κρίσιμο σημείο η μικρή με σταματάει.

– Α, όλα κι όλα, μου λέει. Δεν ξέρω τι κάμετε εσείς στον τόπο σας, αλλά εδώ εμείςτο κούτελό μας το θέλουμε καθαρό. Κανόνισε την πορεία σου λοιπόν. Για να ‘μαστε ‘ξη-γημένοι.

Οι καλές εξηγήσεις κάνουν τσου καλούς φίλους κι έτσι, προσέχοντας πάντα μη λε-ρώσουμε το κούτελο πορευτήκαμε όπως μπορέσαμε, με πολλή φαντασία κι ενθουσιασμόπρέπει να πω κι ούλα ωραία και καλά.

– Αύριο πάλι εδώ την ίδια ώρα, με αποχαιρέτησε η Τασούλα.

– Μα…

– Εξόν κι αν δεν σ’ αρέσω, μου κάνει ναζιάρικα.

137

Page 138: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Μα είναι κουβέντες τώρα αυτές;

Τση τέσσερις ώρες έτρεχα να προκάνω το μήτινγκ τση αποθήκης.

Ο ωραίος αυτός διακανονισμός συνεχίστηκε μέχρι τη μέρα που η Τασούλα μουέσκασε το μυστικό, με το συνηθισμένο ναζιάρικο και ακαταμάχητο ύφος τση.

– Μωρέ, το είπα και στη φίλη μου τη Γωγώ… Σε πειράζει να ‘ρθει κι αυτή;

Τη συνέχεια τη μαντεύεις.

Όταν ήρθε η ώρα ν’ απολυθούμε μόνο που δεν κλαίγαμε, κάτι που ούτε ο Αλφαδύος,ούτε οι άλλοι προύχοντες του τάγματος μπορούσαν να καταλάβουν. Ο Σώτος μάλιστα,που είχε περιθώριο να χάσει μερικά κιλά ακόμα, δήλωσε ανακατάταξη.

Εννοείται ότι η ακριτική αυτή γωνιά τση πατρίδας μας διατήρησε το κούτελο καθαρόκαι ξάστερο, όπως πάντα.

138

Page 139: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

3) Η Σούζυ απ’ την Καλαμαριά

Page 140: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 141: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ε τα καρντάσια και γενικά με τα βόρεια διαμερίσματα πολλά παρέδωσε δεν είχακαι όποτε είχα για καλό δεν ήτουνε, οπότε καταλαβαίνει κανείς πως τα ‘φερε έτσι

η ποτάνα η τύχη και βρεθήκαμε, σαν παιδιά κι εμείς, κατά Σαλονίκη μεριά σε μια φάσηνα έχουμε πέσει στη βιοπάλη προκειμένου να βγάλουμε τα εισιτήρια, να δραπετεύσουμεαπό ‘δω πάνω όπου μας έδειξε το ξερό μας το κεφάλι και το κακό μας το ριζικό.

Μ

Κράχτης-γκαρσόνι σ’ ένα μπουγατσάδικο στο Πανόραμα και Κυριακή λεμοναδοπορ-τόκαλα και ξηροί καρποί σε Τούμπα και Χαριλάου, όπου έπαιζε το μπαλόνι, κι έκανεμπούγιο, να βγαίνει το μεροκάματο, καθόσον εδώ πάνω έτσι και δεν ήσανε ντόπιος δενθα γυρνούσε κανείς να σε φτύσει έτσι και γονάτιζες, πόσο μάλλον να σου δώκει έναμπουκούνι ψωμί.

Δεν λέω, έβγαινε το κατιντίς και η ζωή ωραία, καλό φαγητό, καλό πιοτί, με την μου-ζικούλα μας τη σένια, τα τσιπουράδικα και τα μεζεδάδικα, είχα πιάκει και μια κάμαρηπάνω τση ντάπιες μ’ έναν άλλο χαμουτζή, από το Δομοκό, που ήρθε για σώγαμπρος καιπήρε πόδι, άγνωστο γιατί, και καλά ζητούνε, δεν μπορώ να πω. Λίγο στο αισθηματικόκωλώναμε, καθότι μην ακούς που λένε ότι οι Σαλονικές είναι εύκολες και έτσι... Τα ίδιαόπως παντού στην επαρχία είναι κι εδώ κι από αλλοδαπό πράμα, άμα εξαιρέσεις κάτιΒουλγάρες και Σερβομακεδόνισσες παραδουλεύτρες άλλο τίποτις δεν θα ‘βρισκες παράμόνο στα κωλάδικα, όπου εκεί πάνε βέβαια τα κορόιδα και πλερώνουν, αλλά έτσι είναι,δεν μπορεί να τα ‘χει όλα ο άνθρωπος.

Το οποίον, όπως καταλαβαίνει κανείς απταίστως, με το που σκάει Σούζυ βάρησε κα-νονικά γενικός συναγερμός, με παρουσιάστε, παραπόδα και όλα τα συμπαραμαρτούμενα,καθόσον η Σούζυ, εξόν που ήτουνε γκομενάκι σένιο και άλφα διαλογής, ήτουνε και παιδίπερπατημένο και ξύπνιο, όπως όλα τα θήλεα της εν λόγω γεωγραφικής περιοχής.

Τα καρντάσια είναι του όξω – όπως καλή ώρα εμείς, τσου Κορυφούς. Το σπίτι το‘χουν μόνο για τούφες, το βράδυ και αν... Κατά συνέπεια η «συμπρωτεύουσα» (μη χέσω)ήτουνε τίγκα στα μπουγατσάδικα, τση καφετέριες, τα τσιπουράδικα, τα μεζεδάδικα, ταμπαρ κι όλα αυτά τα ευαγή ιδρύματα οπού μαζώνεται ο πληθυσμός για να ξεσκάσει.

141

Page 142: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Ανάμεσα σε όλα αυτά και «Το Μπαρ» (έτσι ονόμασαν οι ευφάνταστοι, τρομάρα τσου),όπου δούλευε μπαριτζού η Σούζυ.

Τη Σούζυ την έκοψα με το πρώτο και τη σημείωσα πάραυτα στα προς διεκπεραίωση.‘Ντάξει... Φαίνεται, ρε παιδί μου, το τσαγανό!... Έτσι να σου ‘ρθει ξώφαλτση η ματιά καινα ‘σαι περπατημένο αγόρι, το κατάλαβες.

Αλλά και η ίδια, μη νομίζεις, μας κατέγραψε αρμοδίως στα κατάστιχα. Σου λέει,ποιος είναι ο παιδαράς που μας το παίζει άνετος και τάχαμου και δεν μας την πέφτειόπως τα άλλα τα ληγούρια, ων ουκ έστι αριθμός;

Και δώστου λοξές ματιές, και δώστου μισοχαμόγελα, και να και τούτο το σφηνάκι«κερασμένο από το μαγαζί»... Γενόταν παιχνίδι μιλάμε!...

Το οποίον, δεν ξέρω πώς, ένα βράδυ ήρθε η κουβέντα στο Νησί.

–Δεν έχω πάει ποτέ μιλάμε, μου λέει Σούζυ. Ήτουνε να πάμε πενταήμερη με το σχο-λείο μια δόση, αλλά κάναμε κατάληψη και μας τη ματαίωσαν.

–Θα σου αρέσει, τση λέω. Όταν προβαδείς στη Γαρίτσα κι έχει πιάκει όστρια θα νο-μίζεις ότι προβαδείς στο Θερμαϊκό. Μιλάμε... ίδια μπόχα.

–Ε να το κανονίσουμε καμιά βολά, μου πετάει με σημασία η Σούζυ. Να ‘σαι κιελόου σου εκεί, να μας ξεναγήσεις στα αξιοθέατα.

–Το μόνο αξιοθέατο που σου χρειάζεται, μανίτσα, το έχεις μπροστά σου, τση λέωεγώ και την κουφαίνω.

–Μπα; μου κάνει τσαχπίνικα. Τόσο πολύ;

–Και παραπάνω μη σου πω..., τση κάνω.

Γελάει το μανούλι.

–Καλά, μου λέει. Από λόγια χορτάσαμε, από έργα να διούμε.

–Πες εσύ το συνθηματικό κι όλα τα λεφτά στη μπάνκα, τση λέω εγώ, που έβλεπα ότιψηνόταν το πράμα.

Αλλά προέκυψε πελάτης τη στιγμή εκείνη και η Σούζυ έφυγε να σερβίρει πιοτά πα-ραπέρα –στο καλύτερο!

Το οποίον γενόταν παιχνίδι, καλή φάση, κι άπαξες και γένεται παιχνίδι ο Σπύρος τηνπαρτίδα δεν τη χάνει. «Τα ρέστα μου» σου λέει ο άλλος, «τα βλέπω» του λες εσύ και ση-κώνεις τη μπάνκα με φουλ του άσσου με ρηγάδες και τσου παίρνεις τα σώβρακα, πουλέει ο λόγος.

Από ’δω το φέραμε, από ‘κει το φέραμε το διαπράξαμε τελικά το αδίκημα ένα βράδυστη στάση του λεωφορείου και στο όρθιο μιλάμε, αλλά τι να κάμεις, ανωτέρα βία.

–Δεν πάμε καλύτερα στην κάμαρή μου, να ‘μαστε πιο άνετα; λέω τση Σούζυς καθώςετελείτο το μυστήριο –με την ψυχή στο στόμα, μην και σκάσει κάνας καρντάσης πολι-σμάνος κι έχουμε άλλου είδους τραβήγματα.

–Απαπά, θ’ αργήσω και τι θα πω στη μάνα μου..., εξανίσταται το κορίτσι.

–Τι, ακόμα με τη μάμα σου κάθεσαι; απορώ εγώ.

142

Page 143: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Αμ δεν ήξερα να ξεπορτίσω, με αποπαίρνει εκείνη. Γιατί δεν ξέρω πώς το ‘χετεεσείς εκεί κάτω, αλλά εμείς τούτο εδώ (και χτύπησε το μέτωπο) το κρατάμε καθαρό. Πα-τρίς-Θρησκεία-Οικογένεια, που λέει και το ευαγγέλιο.

–’Ντάξει, ρε μανίτσα, τση κάνω. Μια κουβέντα είπαμε...

–Να μη λέμε, με αποστομώνει. Και ορίστε... Τι κατάλαβες; Έρχεται το λεωφορείο.Μαζώξου.

–Μα... άνευ να ολοκληρωθεί το εγχείρημα; εξανίσταμαι εγώ, που βρισκόμανε σεκρίσιμη κατάσταση.

–Ας μην σ’ έπιανε η πολυλογία, μου κάνει το πλάσμα και μου δίνει μια αμπωσιά πουκόντεψε να με πετάξει κάτω έτσι που έγινε με τα σώβρακα κατεβασμένα.

Τώρα, εδώ που τα λέμε, μεταξύ μας, ένα δίκιο το μανούλι το είχε, καθόσον τι τσηθες τση κουβέντες, ρε μάστορη, όταν έχεις την κατσαρόλα στη φωτιά; Θα το κάψεις τορημάδι το φαγητό! –όπως και γένηκε.

Πλην, από το μικρό δείγμα που λάβαμε, διαπιστώσαμε επιστημονικώς πως ο εν λόγωκαρντασοκορίτσαρος την άξιζε την ταλαιπώρια και με το περιπλέον, οπόταν συφίξαςεμείς τον κλοιό φροντίσαμε να ευρισκόμεθα εν επιφυλακή για «παρουσιάστε» όταν με τοκαλό ξαναπαρουσιαζόταν η ευκαιρία.

Και ναι μεν η ευκαιρία ξαναπαρουσιάστηκε, αλλά και πάλι προκοπή δεν είδαμε. Κα-θόσον όταν βοηθάς στην υπόγα να κουβαλήσεις τα κασούνια τση μπύρες και άνωθεν πε-ριμένουν αφεντικά με το ρολόϊ στο χέρι και διψασμένοι πελάτηδοι δεν μπορείς να έχειςτην άνεση που χρειάζεσαι γι’ αυτά τα πράματα. Και πάλι καλά να λες που μας δόθηκεμια μικρή πρόγευση από το έργο τση Δευτέρας, πλην άλλο οι σκηνές κι άλλο η καθεαυ-τού προβολή.

–Ρε μανίτσα, ανάπηρο θα με καταντήσεις, γκρίνιαζα εγώ στη Σούζυ.

Που γελούσε κι ακιζόταν τσαχπίνικα.

–Ε, πώς.... μια αναπηρία δηλαδή δεν την αξίζουμε; έλεγε.

–Μωρέ και μια και δυο, αλλά να δούμε κι εμείς οι αόματοι λίγο φως, έλεγα.

–Τι με λες τώρα; αναφωνούσε η μπαριτζού. Δεν βλέπεις που πνιγομάστενε στη δου-λειά; Πού μυαλό για κόλπα!...

–’Ντάξει τώρα... Αλλά μετά;

–Μετά μας περιμένουν οι μαμάδες μας εμάς, στο σπίτι. Δεν ειμάστενε τίποτιςαδέσποτα. Ορίστε, το διασκεδάζουμε στη στάση, δεν το διασκεδάζουμε;

–Ναι, αλλά στο κρίσιμο σημείο προκύπτει το λεωφορείο!

–Και τι να κάνουμε τώρα; Ν’ αλλάξουμε τα δρομολόγια τση Αστικής για να βολευ-τείς ελόου σου;

–Και καλά... στα ρεπά;

–Στα ρεπά υπάρχει ο αρραβωνιάρης.

–Έχεις αρραβωνιάρη, μωρή;

143

Page 144: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Όχι, θα σε περίμενα...

Αυτό περιέπλεκε το πράμα βέβαια, αλλά όχι και πολύ καθόσον καλύτερα στη θέσητου εισπράκτορα σε τέτοιες περιπτώσεις παρά στου οδηγού. Σάματις πρώτη φορά ήτου-νε;

–Και καλά... μια βολά δεν μπορείς να βρεις δικαιολογία; τση λέω.

–Μπορώ, μου λέει. Αλλά θα τον έλεγα ψέματα τον άνθρωπο και δεν ξέρω τι κανετεεσείς οι χαμουτζήδες, αλλά εμείς τούτο εδώ (άντε πάλι το μέτωπο!) το ‘χουμε καθαρό.

–Και οι... σύντομες συνεντεύξεις όπου έχουμε; τση υπενθυμίζω.

–Α, το όρθιο δεν πιάνει, μου κάνει. Είναι όπως παίρνουμε την ασπιρίνη για τον πονο-κέφαλο.

–Κι από πονοκέφαλο πώς πάμε απόψε, μάτια; ενδιαφερόμουν εγώ.

Το καθαρό κούτελο χαμογέλασε πονηρά και συνεννοημένα.

–Α, δεν ξέρω... Αν με βοηθούσε κάποιος να σερβίρουμε τσου κάφρους απόψε πουέχουμε κόσμο κάτι μπορεί να γένει.

Και κάτι γενόταν, γιατί η καρντάσω ήτουνε ντρίτα στον λόγο τση, αλλά, είπαμε... Μετην ψυχή στο στόμα και το ορθοστατικό σύνδρομο να παραμονεύει.

Θα μου πεις –και με το δίκιο σου– «Αφού έγλεπες, ρε δικέ μου, ότι το πράμα πάγαι-νε κατά διαόλου, γιατί δεν έριχνες ένα φάσκελο, να πας παραπέρα; Σάματις σώσανε ταθήλεα;». Στο οποίο θα σου απαντήσω –και με το δίκιο μου– ότι άπαξες και είναι κάποιοςόξω από τον χορό πολλά τραγούδια ξέρει. Για μπέκα όμως εντός, να σε καμαρώσουμε!Καθόσον, η εν λόγω Σούζυ μπορεί να σου ‘βγαζε την πίστη μέχρι να σου καθίσει (να σουστηθεί μάλλον, γιατί καθιστό δεν είχαμε αξιωθεί ακόμα), αλλά έτσι κι άρχιζαν τα όργαναέλεγες τον Δεσπότη Παναγιώτη –κανονικά μιλάμε και σε ήχο πλάγιο. Είχε τσαγανό τοπαιδί, ρε παιδί μου, πώς να το κάνουμε! Δεν έχεις ακούσει που λένε για τση Σαλονικιές,αν τύχει; Ε, από πούθε λες να ‘βγαλαν το όνομα; Από κάτι σαν τη Σούζυ, καλή τση ώρα.

Τώρα, εδώ που τα λέμε, συναμετάξυ μας, αν ήτουνε καλοκαίρι και ημάστενε αλλού,ποιος την έφτυνε τη Σούζυ με το τσαγανό τση και την ορθοστασία τση, αλλά εδώ πάνωκαι χειμώνα καιρό πού να βρεις εναλλακτική λύση που να σου κάθεται άνευ συμβολαίουδια βίου συμβίωσης (και μάλιστα επικυρωμένο από τη Μητρόπολη);

Η Σούζυ, με όλα τση τα στραβά, όσο να ‘ναι βόλευε το κορίτσι. Τον μαλάκα που θατην κουκουλωνόταν τον είχε βρει, τη δουλίτσα τση όπου οικονόμαγε την είχε, οπότανδεν σε τρακάριζε παρά μόνο σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας, απαιτήσεις άλλες δεν είχε,οπόταν μια χαρά είχε καθίσει το πράμα. Κι αν ήμανε μεσ’ τη γρίντα15 και βαρυγκομούσαήτουνε επειδής έτσι είναι φτιαγμένος ο κωλοχαρακτήρας του ανθρώπου. Δεν του φτάνειαυτό όπου έχει, θέλει περιπλέον. Πάντα, ο κόπανος! Ένα μυστήριο πράμα!

Το οποίον όλο τη γκρίνιαζα πότε θα συνεβρεθούμε, ρε παιδί μου, κι εμείς σαναθρώποι, ν’ αναστενάξουν οι σαλονικιοί σωμιέδες, κι εκείνη όλο με διαβεβαίωνε ότι σεπρώτη ευκαιρία το είχε υπόψη τση, πλην, στο μεταξύ, πορευομάστενε μεταξύ υπόγας τουμπαρ και στάσης λεωφορείου. Είχα ξεχάσει, ο καψερός, πώς είναι το οριζόντιο!

15 Γρίντα: η γκρίνια Κερκυραϊστί.

144

Page 145: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Και σαν να μην έφτανε αυτό είχα και τον σωφέρη τση Αστικής όπου ήτουνε Ιγγλέζοςστο δρομολόγιο –νταν, στην ώρα του, ο καριόλης, κι άντε μετά να βάνεις παγάκια εσύστα επίμαχα, να συνέλθεις! Οπόταν μια και δυο πάω στο καφενείο όπου σύχναζαν τα σω-φέρια τση Αστικής, ρωτάω για κείνον που μας ενδιέφερε, μου τον δείχνουν, πάω και τονπιάνω.

–Πόσα θέλεις, ρε καρντάση, για ν’ αργείς στο τελευταίο δρομολόγιο στην τάδεστάση; τον ρωτάω στα ίσα.

Με κοίταξε κατάπληκτος ο ανθρωπάκος.

–Δεν με δουλεύεις, έτσι, φιλάρα; μου κάνει.

–Ποσώς, του κάνω. Λέγε πόσα θες.

Το σκέφτηκε ο καρντάσης, έστριψε το μουστάκι, άναψε σέρτικο Ξάνθης...

–Με μια πενηνταρού το συζητάμε, μου λέει τέλος.

–Μηνιαίως;

–Εβδομαδιαίως. Κι αυτό επειδής σε συμπάθησα.

Τι να ‘κανα, είχα κάτι οικονομίες στην μπάντα, βγάνω και του σκάω το μπαγιόκο κα-νονικά.

Τα μετράει ο τυπάκος, τα τσεπώνει.

–Κάτι μυστήριο γούστα όπου έχετε εσείς οι χαμουτζήδες, μου λέει. ‘Ντάξει, απόαπόψε να με υπολογίζεις τουλάχιστον δέκα λεφτά καθυστέρηση... μη σου πω και τέταρ-το.

Δυστυχώς, η ποτάνα η τύχη δεν με ήθελε. Καθόσον πέσαμε βλέπεις τση «δύσκολεςμέρες» του μηνού –αν μιλάμε για γκαντεμιά! Και βέβαια η Σούζυ, βέρα Σαλονικιά καιακραιφνώς Ελληναρού, ούτε ν’ ακούσει για εναλλακτικές λύσεις.

–Μωρ’ τι με λες! Έβανε τση φωνές όταν τση πρότεινα δειλά-δειλά καντιντίς το πα-ρακαμπτήριο. Ώρες είναι να μας πεις και πουτάνες τώρα!

Κι ακολούθησε η αναπόφευκτη διάλεξη για το καθαρό κούτελο και τση ελληνοχρι-στιανικές ηθικές αξίες, που εμείς οι χαμουτζήδες δεν ξέρουμε να εκτιμάμε, και μας πήρεκαι μας σήκωσε.

Και βέβαια, ενώ στην αλλοδαπή τα θήλεα ξεμπερδεύουν με την περίοδο σε δυο, τοπολύ τρεις μέρες, εδώ στον σεπτό Νότο, οι δικές μας κάνουν από βδομάδα και πάνω. Κιόχι τίποτσι άλλο, αλλά είχα κι αυτή τη λουμπίνα τον σωφέρη να μου κλείνει με νόημα τομάτι κάθε βράδυ που έφτανε καθυστερημένος στη στάση τση Αστικής.

Τον καλό τον άνθρωπο όμως δεν τον χάνει ο θεός. Και να που παρουσιάστηκε η ευ-καιρία όταν ο αρραβωνιάρης πετάχτηκε για μερικές μέρες στη Βουλγαρία για δουλειές.Τώρα τι δουλειές μη με ρωτάς γιατί θα σε γελάσω.

Ευκαιρία που ζήταγα κι εγώ πέφτω δίπλα στη Σούζυ να την ψήσω να ρθει στηνκάμαρή μου.

–Α-πο-κλεί-ε-ται, μου το ξεκόβει αμέσως. Πρώτον γιατί μπορεί να μας δει κανέναμάτι και δεύτερον γιατί τι θα πω στη μαμά;

145

Page 146: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Μα, ρε κορίτσι μου, κάμε κι εσύ μια θυσία! παρακάλεσα.

Θύμωσε η Σούζυ.

–Εγώ δεν κάνω θυσίες; άστραψε και βρόντηξε. Εγώ; Γιατί ποια άλλη, βρε αχαΐρευτε,θα σε καθόταν, αρραβωνιασμένο κορίτσι, να του βγει και τ’ όνομα; Ε;

–Ναι, αλλά...

–Δεν έχει αλλά. Να το βγάνεις από το μυαλό σου.

–Να το βγάνω.

Η Σούζυ μου ‘ριξε μια λοξή, Σαλονικιώτικη ματιά και σαν να χαμογέλασε.

–Τώρα βέβαια... αν παγαίναμε κάπου... Για το Σουκού για παράδειγμα...

Όπα τση! Αυτό ήταν! Πώς δεν το ‘χα σκεφτεί μπριχού;

Ξαμολιέμαι το λοιπόν να ψάχνω στα κονέ που είχα μέχρι που βρήκα τον Τότη, παιδίδικό μας, απόμαχο, που είχε νοικοκυρευτεί με μια ιθαγενή, από την οποία κονόμησε κάτιενοικιαζόμενα στη Χαλκιδική. Κλειστά τα είχε αυτή την εποχή, έτσι κάθονταν, με μιαπενηνταρού κι αυτός –ήτουνε η ταρίφα εδώ πάνω φαίνεται– μου έδωκε τα κλειδιά καιτην ευκή του. Το οποίον τρέχω στη Σούζυ και τση σκάω το νέο. Ενθουσιάζεται αυτή...«Είσαι αγόρι τσίλικο!» μου λέει. «Θα τα περάσουμε θαύμα!». Πρωί-πρωί την επομένη να‘μαστε στο ΚΤΕΛ για Χαλκιδική.

Πλην...

Με τη... μάμα!!!

Καθόσον η δικιά μου κουβάλησε έναν μπόγο απερίγραπτο που, με το που την κοίτα-ζες, σου κόβονταν τα ήπατα. Θυμήθηκα τση κουβέντες ενού σοφού ανθρώπου που είχεπει «αν θες να δεις πώς θα ‘ναι το γκομενάκι όταν το πάρει η κάτω βόλτα κοίτα τη μάνατση» κι έπαθα ταράκουλο!

–Τι; μου κάνει η Σούζυ που με είδε να χλωμιάζω. Να άφηνα τη μάνα μόνη τση στοσπίτι;

–Μα... είχαμε πει...

–Μάνα υπάρχει μόνο μία, δήλωσε διδακτικά η Σούζυ. Όσο για μας... ε, κάπως θαβρούμε μια ευκαιρία...

Μάλιστα.

–Καλά, τση λέω. Βολευτείτε εσείς στο λεωφορείο και πετάγομαι εγώ μια στιγμή στοπερίπτερο να πάρω τσιγάρα κι έφτακα...

Ακόμα με περιμένουν.

Ε, μα μια!

146

Page 147: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

4) Η Ζωζώ από τον Τύρναβο

Page 148: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 149: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

του γιου νόου αμπάουτ Τούρναβος; Όχι; Κακώς. Γιατί αν ήξερες θα καταλάβαινεςατάκα κι επιτόπου περί τι απελπισία και συφορά μιλάμε. Τώρα εγώ τι να σου πω;

Ότι και να σου πω θα ‘ναι λίγο.Ν

Κάμπος. Μιλάμε για ένα πράμα ίσιο, τίγκα στο σπαρτό και σαν φυσάει λίβας να σουψήνει αυγά μάτια στη λαμαρίνα του τρακτέρ. Μιλάμε για αποχρώσεις στο καφέ και τοκίτρινο μέχρι να πεις έλεος! Για να δεις πράσινο πρέπει να πας στο καφενείο και να απί-ζει ο Βάζελος στην ΤιΒί. Και μιλάμε για εκατό χρόνια πίσω –και λίγα που τα λέω. Σε σύ-γκριση μιλάμε τα χωριά τση Κέρκυρας είναι κανονικά Παρίσια –τώρα την πιάνεις την ει-κόνα. Αλλά μιλάμε και για πολύ χαρτούρα, πολύ χρήμα, ρε μάτια! Μιλάμε και γαμώ ταόβολα, μιλάμε! Ότι αγροτικό κυκλοφορεί εδωπά, για να καταλάβεις, είναι από Μπεμβέκαι άνω. Το ανφάν γκατέ που λένε!

Ήτουνε που ήτουνε η κατάσταση σένια πέσαν και οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις...απόγινε το κακό! Πώς λέγαμε μια φορά για τσου Τεξανούς που σκουπιζόντανε με δολ-λάρια και μετά για τσου Σαουδάραβες;... Ε, έτσι και καλύτερα στον κάμπο την σήμερονημέραν, όπου ο κάθε τσέλιγκας, που το νερό το ‘χει μόνο για να ποτίζει τα ζα, έχειφτιάξει πισίνα.

Πώς βρέθηκα ελόου μου εδώ; Μα ένεκα τα όβολα φυσικά. Φόλοου δε μάνεϋ δενλέμε; Να κάτι κομπίνες με γεωργικά μηχανήματα εκ του τέως ανατολικού μπλοκ, να κάτιμε μεταχειρισμένα (και αριστοτεχνικά ανακυκλωμένα) λάστιχα, να με τούτο, να με κεί-νο... ε, να μην κάνουμε κι ελόου μας μια μικρή μπάζα στην εποχή του πάρτα όλα;Εφόσον πίπτει το χρήμα ανηλεώς, θα πάθουμε από τη μέση μας να σκύψουμε να τοασκώσουμε; Τι, οι άλλοι πιο μάγκες είναι δηλαδής; Νομίζω;

Το οποίον Τούρναβος –προσωρινώς– με τση ωραίες μας τση αρπαχτές, τση νοικοκυ-ρεμένες, και είχα ο ίδιος να δω τόσο χρήμα να ρέει αφειδώς από την εποχή που είχε

149

Page 150: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

φέρει ο Ματζίντ το χαρέμι του Σουλτάνου τσου Κορυφούς16 και μοίραζε χρυσά ρολόγιαγια περμπουάρ στα γκαρσόνια, μιλάμε!

Οπόταν αρχίνησα κι εγώ, σαν παιδί, να το σκέβομαι κάπως πιο επιχειρηματικά τοπράμα. Γιατί, δεν σου λέω, μια ημέρα των ημερώνε, ακόμα κι αυτά τα ψώνια στην Ευ-ρώπη θα την ανθίζονταν τη δουλειά και θα ‘κλειναν τη στρόφιγγα. Η μέρα αυτή όμωςαργούσε και μέχρι να ‘ρχόταν το περπατημένο το άτομο θα είχε προκάμει να μαζώξει μιακαλή σερμαγιά για τση χαλεπές νύχτες του χειμώνα, που λένε και οι γραμματιζούμενοι.

Τώρα, είχα εκεί ένα φιλαράκι καλό και παιδί περπατημένο όπου είχαμε γνωριστείστον Στρατό, Γκουντή τον έλεγαν, και κινιόταν με αντιπροσωπείες και με τέτοια. Ταόβολα με τση σακούλες των σκουπιδιών τα πάγαινε στην Τράπεζα για κατάθεση, να σκε-φτείς. Έτρεχε και δεν πρόκαμε ο άχαρος! Τον κυνηγούσαν να τον πλερώσουν μιλάμε!

Το οποίον με πιάνει ο Γκουντής ένα μεσημέρι που πίναμε τα τσίπρα μας, με το μεζέμας τον περιποιημένο και μου ξηγιέται επιχειρηματικά.

–Ιγώ θα πάθου απού την πουλλή τη δ’λειά, μου εξηγεί ο άνθρωπος απηυδισμένος, μεκείνο το αξάν το καραγκούνικο που πρέπει να ‘χεις φαντασία για να καταλάβεις τι σουλέει. Ισύ ιπουχριώσεις δεν έχ’ς, ιλεύθιρου πιδί είσι, κουμάντου του ιαυτού σ’ κάν’ς, ιέλανα σι δώκου κάτ’ι πόντ’οι στη δ’λειά, να ξαπουστάσου κι ιγώ ου έρμους, να δω θιούπρόσουπου.

–Καλά, να το δούμε, του κάνω εγώ, δήθεν επιφυλακτικά, γιατί με τσου καραγκούνη-δες υπάρχει μια διαδικασία κι ένα τελετουργικό, δεν λες κατευθείαν «ναι» ή «όχι» σε τί-ποτσι.

–Να μη δούμι τίπουτας, με κόβει ο Γκουντής. Θα είσι κύριους. Θα κάθισι κι θα ει-σπράττ’ς. Όριξ’η να ‘χς. Θα σι βρούμι κι ένα καλό κουρίτσ’ μι προίκα να σι απουκατα-στήσουμι, μην είσι μαγκούφ’ς, κι ούλα πρίμα.

–Άσε, ρε Γκουντή, του λέω εγώ. Δεν είμαι ελόου μου για τέτοια πράματα, είμαι παιδίκομμάτι ζωηρό.

–Γι’ αυτό σι λιέου, επέμεινε ο Γκουντής. Ιπειδή ξιέρου τι μάρκα είσι κι ιπειδής ιδώιμείς το ‘χμι αλλιώς του πράμα κι δεν σ’κών’μι ατασθαλίις του τύπ’ «κάτσι, μανάρα μ’,να στουν ακουμπήσου λίγου», γι’ αυτό σι λιέου... Μην πάθ’ς κάνα χουνέρ’ι. Ουπότι, τουτιρπνό μιτά του ουφιλίμου.

–Σιγά μην αποκατασταθώ κιόλας! γέλασα εγώ.

Αλλά ο Γκουντής δεν γέλουνε.

–Μη γιλάς καθόλ’, μου κάνει. Άκου μι κι μένα που σι λιέου. Κάτ’ ξιέρουμι κι ιμείς.

Και μου εξήγησε πως στον κάμπο τα λεφτά γεννάνε λεφτά. Άνευ το μπαγιόκο όσοκαι να σκίζεσαι στη δουλειά δεν κάμεις τίποτσι. Και το χρήμα πού το βρίσκουμε; Ή τοκληρονομάμε από τον γέρο μας –αλλά μέχρι να τα τινάξει αυτούνος ζήσε Μάη μου ναφας τριφύλλι!– ή τα μαγκώνουμε από μια προίκα περιποιημένη και δεν έχουμε ανάγκηκαμία κυρία. Κι όσο από νύφες πολύφερνες.... δόξα να ‘χει ο Γιαραμπής, περσσεύουν.Βέβαια να βρεις καμιά που να βλέπεται δεν υπάρχει περίπτωση και ξέχνα το –γιατί το‘χει αυτό η ράτσα– αλλά, στο κάτω-κάτω, βρε αδερφέ, έτσι και θες να κάμεις το κέφι

16 Βλέπε «I, Spiros – Βίος και Πολιτεία ενός Έλληνα θεού», Εκδόσεις Μάγια.

150

Page 151: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

σου πας στα κωλάδικα και σε περιποιούνται οι Βουλγάρες, οι Ρωσίδες και οι Ουκρα-νέζες, όπως όλοι οι ευυπόληπτοι πολίτες, δεν σου χρειάζεται να την έχει και σπίτι σου,στεφανωμένη.

Μια χαρά τα ‘χαν κανονίσει οι καράβλαχοι εδώ πέρα κι εμείς να τα βλέπουμε αυτά,τσου Κορυφούς, που μας έφαγε η πρόοδος και ο πολιτισμός και σε λίγο δεν αποκλείεταινα τα πλερώνουμε εμείς τα θήλεα για να μας αποκαταστήσουν. Αλλά από την άλλη με-ριά έγλεπα το ντόπιο έμψυχο υικό και τση κυρίες των γνωστών και φίλων ένα γύρο καιμ’ έπιανε κανονικό ταράκουλο μιλάμε! Και καλά οι τσελιγκάδες, για κάτι παιδιά όμωςάτακτα, σαν ελόου μου ας πούμε, που είχαμε συνηθίσει αλλιώς;

Τελικά ο Γκουντής το ‘πε και το ‘καμε. Από ‘δω το ‘φερε, από κει το ‘φερε, μου‘καμε προξενιό μια από τση πλέον πολύφερνες τση περιοχής, ο πατέρας τση οποίας δενήξερε τι είχε σε στρέματα, σπίτια, γιδοπρόβατα, μαγαζιά, αντιπροσωπείες και μετρητά.Τώρα γιατί αυτούνοι εδώ οι μεγιστάνες του πλούτου θα έρχονταν να τ’ ακουμπήσουν σεμένα ήταν μυστήριο –μέχρι που έκαμα τη γνωριμία του τσιφλικά του πεθερού.

–Καημό του είχα να παντρέψου τη μουνάκριβ’η τη θυγατέρα μ’, τη Ζουζώ μ’, μιτζάκ’ι, που λιέει ου λόγους, μου εκμηστυρεύτηκε. Κι η Γκουντής μι πλερουφόρησι ότ’στν Κέρκυρα εισάστινι ούλ’οι αριστουκράτηδοι μι οικουσήματα.

Το πόσο αριστοκρατική η φάρα των Μπαρακούντηδων από τσου Βαρυπατάδες είναικοινό μυστικό στην οικουμένη άπασα, αλλά τι να του εξηγείς τώρα του τσέλιγκα και τινα καταλάβει;

Η νύφη ήτουνε –κατά το αναμενόμενο– μαύρη συμφορά. Ένας μπόγος άχαρος, μεμυτόγκα Ινδιάνου αρχηγού, ένα μαλλί σαν συρματόπλεγμα φτιαγμένο λάχανο και γάμπεςσαν σέντερ-μπακ Γ’ Εθνικής. Να τη γλέπεις και να τρέχεις μιλάμε.

Ο φιλόστοργος πατέρας δεν ήτουνε κανένα ψώνιο. Έμπορος ο άνθρωπος, γνώριζεκαλά την αξία του εμπορεύματος που προσπαθούσε να πασάρει. Γι’ αυτό και παρέκαμψετα πατροπαράδοτα διαφημιστικά των χαρισμάτων τση θυγατέρας και πέρασε κατευθείανστο ψητό, το οποίο ήτουνε ομολογουμένως αρκετό για να φάνε και να χορτάσουν κάμπο-σες γενιές Μπαρακούντηδων καραγκούνικης καταγωγής –εκ μητρός. Και μόνο στο τέλοςτης απαρίθμησης των ατράνταχτων αυτών προσόντων ο πεθερός χαμήλωσε τη φωνή τουεμπιστευτικά κι έδωκε τη χαριστική βολή.

–Κι πού ‘σι;... Του κουρίτσ’ι, όχ’ι που να του πινηφτώ, είνι απείραχτου, είπε (και μ’έστειλε).

Καθόσον η πολύφερνη είχε καβατζάρει τα τριανταφεύγα προ πολλού κι αν είχε πα-ραμείνει «απείραχτη» καταλαβαίνει κανείς τι ζήτηση είχε στα πέριξ –ή ακόμα χειρότε-ρα... τι ταμπεραμέντο διέθετε.

Αλλά, είπαμε, αυτά είναι λεπτομέρειες που όταν τση πολυψειρίζει ο άνθρωπος κατα-λήγει να μην κάμει τίποτσι στη ζωή του κι εγώ επειγόμανε, καθόσον μέχρι πότε θα μεβάστουναν τα κότσια μου να το παγαίνω μέρα με τη μέρα και να λέω «δόξα τον Άη Σπυ-ρίδωνα, τη γαζώσαμε και σήμερα ποικιλοτρόπως»; Κάποτες κι ο πιο χαλκέντερος κου-ράζεται και θέλει ν’ αράξει σ’ απάγκιο λιμάνι, να εισπράττει τα καλά του θεού και ν’απολαμβάνει τα ωραία πράματα στη ζωή –που, εντάξει, δεν θα τα ‘βρισκε στο σπίτι του(πλην υπάρχουν και τα πέριξ).

151

Page 152: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Τελικά, για να μην τα πολυλογούμε, δώκαμε λόγο –να δεις που το ξόανο έκανε καικόνξες, αλλά τελικά πείστηκε όταν έπιακε τη λουρίδα ο τσέλιγκας– υπογράψαμε και τοπροσύμφωνο του προικώου, όπου δυστυχώς δεν θα έπιπτε προκαταβολή έως ότου αλ-λάξουμε στέφανα, μην και γίνει καμιά στραβή, ορίσαμε και ημερομηνία για το ευτυχέςγεγονότο, για μετά τον τρύγο, λέει (εδώ έτσι μετράνε τον χρόνο, με τση γεωργικές εργα-σίες), κι όλα ωραία και καλά.

Οπόταν αρχίνησαν οι κοσμικές εμφανίσεις –στην πλατεία του χωριού, μη φανταστείκανείς... Η πολύφερνη να καμαρώνει σαν το γύφτικο σκεπάρνι, αλά μπρατσέτα με τονγαμπρό κι από κοντά μια συννυφάδα Λίτσα, που είχε αναλάβει «να μας προσέχει», για ταμάτια του κόσμου.

Τώρα, όσο κνώδαλο ήτουνε η Ζωζώ, τόσο τεφαρίκι φαινόταν η συννυφάδα (δενξέρω καλά και τση συγγένειες και θα σας γελάσω ποιανού ήτουνε και τι ρόλο βάραγε).Μιλάμε εδώ για τριαντάρα στα καραντουζένια τση, με κορμάκι αθλητικό, στομάχι φέτεςκαι μπούτι κατοστάρας που δεν είχε πάρει αναβολικά, βυζάκι φουσκωτό και αναιδές καιπροσωπάκι που φανέρωνε χαρακτήρα τσακίρικο και μερακλίδικο –αν και κομμάτι συνο-φρυωμένο κι αυστηρό.

Εννοείται πως λάβαμε αμέσως τις σημειώσεις μας και με προσοχή και λεπτότη ανα-μέναμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι τι μέρος του λόγου ήτουνε η ενλόγω. Καθόσον με την «απείραχτη» από δίπλα δεν υπήρχε περίπτωση, όσο και να ‘σφιγ-γαν τα κόζα, να γένει κάποια αβαρία (έστω και για λόγους υγείας).

Πλην η Λίτσα το ‘παιζε ζόρικο κουτάβι και δεν άφηνε περιθώρια στον παίχτη να κα-τεβάσει τη μπάλα στην μικρή περιοχή. Τι μικρή περιοχή λέω;... Ούτε τη σέντρα δεν σ’άφηνε να περάσεις. Μιλάμε για κανονικό κατενάτσιο!

Τεχνηέντως ψάρεψα την αρραβωνιάρα.

–Γ’ναίκα τ’ αδιρφού μ’, μου εξήγησε εκείνη. Πουλύ ιξιριτικό κουρίτσ’ι! Έχ’ει κιμπουτίκ, στουν κιντρικό δρόμου.

–Πολύ μ’ αγριοκοιτάζει, ρε Ζωζώ, τση κάνω (δήθεν εγώ τώρα, για να ρίξω παρα-γάδι).

Γελάει η Ζωζώ (που μικρή τη λέγαν «Γιουργούλα»).

–Είνι που μ’ έχ’ει αδυναμία, μου εξηγεί. Δεν σι ξιέρ’ κι μπουρεί να υπουπτεύιτι πωςμι παίρν’ς για τα λιφτά μ’.

Έφριξα. Τέτοιο πράμα!... Εγώ;!!!...

–Μα είναι δυνατόν;!!! αναφωνώ προσβεβλημένος.

–Είπαμι, δεν σι ξιέρ’. Τ’ς λιέου ιγώ «η Σπύρους δεν είνι σαν τ’ς άλλ’οι που ξιέρ’ς».Αλλά καραγκούν’κου κιφάλ’ι!... Άμα τ’ς μπει η ιδέα δεν τ’ς βγαίν’ει.

Το οποίον μπήκε κι εμένα ο διάολος μέσα μου. Έτσι είσαι, μωρή; Κάτσε να σου δεί -ξω εγώ τι εστί Σπύρος, να ‘ούμ’.

Βρίσκω το λοιπόν μια ευκαιρία και δήθεν στο τυχαίο και το τάχαμου πετυχαίνω τησυννυφάδα όπως γύρναγε σπίτι τση από τη... «μπουτίκ» (που καλύτερα να μην περι-γράψω τι σκουτιά πουλούσε).

152

Page 153: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Ω, τι σύμπτωση! αναφωνώ εγώ μετά ηδυπαθούς χαμόγελου.

Παίκτης του πόκερ η κυρία, μου ρίχνει μια λοξή πατόκορφη, κάπως υποτιμητική, μα-τιά.

–Τι τρέχ’ει; μου κάνει, χωρίς να σκάσει το χειλάκι τση.

–Τίποτσι, τση λέω. Έτυχε να περνάω και...

–Α! μου κάνει δύσπιστα.

–Να σε συνοδεύσω; προσφέρομαι εγώ –ο τέλειος τσέλτελμαν!

–Πού; μου κάνει συνοφρυωμένη.

–Όπου πας, τση λέω εγώ.

–Ιγώ μπουρεί να πάου να πέσου στου πουτάμ’ι, μου λέει.

–Κι εγώ μαζί –να σε σώσω, γελάω εγώ.

–Μπα; Κι αν δεν θέλου να σουθώ;

–Θα σε σώσω εγώ, θέλεις δεν θέλεις, τση κάνω.

Υποψία ανθυποχαμόγελου.

–Μπα; Έτσ’ι τοχ’τι ισείς στ’ν Κέρκυρα; μου πετάει.

–Έτσι και χειρότερα, τση λέω. Είναι να μη δούμε ωραία γυναίκα... κάτι παθαίνουμε.

Δεν υπάρχει περίπτωση να πεις σε μια γυναίκα ότι είναι ωραία και να σε βρίσει.Ακόμα κι αν τη λένε Λίτσα και δεν θέλει να σε δει ούτε ζωγραφιστό.

Υποψία υποχαμόγελου.

–Α, έτσ’ι; λέει. Κι η αρραβουνιάρα σ’ τι λιέει γι’ αυτό;

–Δεν ξέρω τι λέει η αρραβωνιάρα, ξέρω τι λέω εγώ, τση κάνω.

–Ισύ μπουρεί να λιές, αλλά ποιος σι πιστεύ’ει; μου πετάει τη σπόντα.

–Δεν χρειάζεται να πιστέψεις εμένα, τση λέω. Κοίτα έναν οποιονδήποτε καθρέφτηκαι θα δεις από μόνη σου.

Υποψία χαμόγελου.

–Σαν πουλύ πουνηρός δεν μας βγήκις; μου πετάει με διάθεση ελεφρώς πιο παιχνι-διάρικη. Έχ’ει κι άλλα πιδιά σαν ισένα η μάνα σ’;

–Δυστυχώς τση βγήκα ένας και μοναδικός, λέω.

–Να σι χαίριτι.

–Ευχαριστώ.

–Τουν θιό.

Η συνέχεια την επόμενη φορά που μας συνόδευε στην έξοδο με τη Ζωζώ, επωφελού-μενος μιας στιγμής που εκείνη είχε πάει «προς νερού τση».

–Πότε θα σε δω; τση πετάω στα ίσια.

153

Page 154: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Μι γλιέπ’ς κι τώρα, τι μι κάν’ς; μου λέει.

–Εννοώ... οι δυο μας...

–Μπα; Ραντιβουδάκ’ι;

–Πες, ορή βουρλισμένη, και θα ‘ρθει η άλλη να μας το χαλάσει...

–Κι δεν φουβάσι μην τ’ς του πω;

–Δεν φοβάμαι τίποτσι, τση λέω. Να σε δω μόνη σου κι ας απονθάνω.

Κοφτό γελάκι.

–Τόσου πουλύ;!!! Μαζώξ’ τώρα, έρχιτι του πρώσουπου...

Κάτι γενόταν όμως κι αν έκρινα από τα τεκτενόμενα κάτω από το τραπεζάκι του κα-φενείου ημάστενε σε καλό δρόμο.

Δυο απόπειρες αργότερα και είχαμε επιτέλους κάποιο αποτέλεσμα.

–Η Κώτσιους (ο σύζυγος) πάει στη Λάρ’σα απόψι, με πληροφορεί. Θα ‘ρθου στνκάμαρή σ’ μη μας δει κανιένα μάτ’ι κι μας κριμάσουν τα κ’δούνια.

Οπόταν έτσι κι έγινε.

Είχα προετοιμαστεί για ατέλειωτους προλόγους με δήθεν και με τάχαμου, αλλά, προςμεγάλη μου έκπληξη, δεν χρειάστηκε τίποτ’ απ’ αυτά. Με το καλησπέρα η Λίτσα πέταξετα σκουτιά και πήρε θέση μάχης στο ντιβάνι.

–Άϊντι, κουνήσ’, με προέτρεψε. Δεν θα ξημιρουθούμι κιόλας!

Οπόταν, τι να έκαμα κι εγώ, ο άχαρος, υπάκουσα, ένεκα ανωτέρα βία και καλός οκάμπος και οι προκοπές του, αλλά η παρατεταμένη νηστεία δεν υποφέρεται.

Και να δεις που η συννφάδα φαίνεται πως τα κατάφερε τελικά να ξεπεράσει τη φυσι-κή απέχθεια που τση προκαλούσα, γιατί, κουβέντα στην κουβέντα, αμαρτήσαμε δις καιπαγαίναμε ενθουσιωδώς για το «μπιζ» όταν ανοίγει η πόρτα και μπουκάρει μέσα... ποιος;Σωστά το μάντεψες, μεγάλε, και κερδίζεις μαντολάτο! Η αρραβωνιάρα!

Η οποία, να μας δει στην κατάσταση αυτή, πάτησε κάτι ούρλα που θα μας άκουγεόλος ο Τούρναβος, αν δεν βρισκόταν σύσκαρος στο γήπεδο ένεκα που έπαιζαν στο Κύ-πελλο με την ΑΕΛ.

Τώρα τι να τσ’ ήλεγα κι εγώ, ο φλημένος; Το κλασικό «δεν είναι αυτό που νομίζεις»;

–Να σου εξηγήσω..., τση κάνω σκύβοντας για να μη με βρει η καρέκλα που μου εκ-φενδόνιζε η μαινάδα.

–Τι να μ’ ιξηγήσ’ς, βρε καθήκ’ι τ’ κιαρατά, τι να μ’ ιξηγήσ’ς; ωρυόταν η Ζωζώ.

Αλλά η έκπληξη ήταν η ίδια η πέτρα του σκανδάλου. Η οποία, αραχτή κι ατάραχη,απολάμβανε τη σκηνή και χαμογέλουνε σαρδόνια.

–Στα ‘λιγα ιγώ, λέει τση Ζωζώς. Δεν στα ‘λιγα; Σκάρτους η γαμπρός. Δεν μ’ άκ’γις...

Τουτέστιν η φτιάξη στημένη κι ο Σπύρος το μέγα θύμα!

154

Page 155: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Καλά, γυρνάω και λέω τση μοιχαλίδας. Δεν ντρέπεσαι, μωρή; Να τα φορέσεις τσηφιλονάδας17 σου για να βγάνεις τον αρραβωνιάρη τση σκάρτο;

Ακούει έτσι η Ζωζώ... κωλώνει.

–Μι τα φόρισις; Τι λιέει αυτός; ρωτάει τη Λίτσα.

Χαμηλοβλεπούσα η Λίτσα αρχίζει να ψαρεύει τα σκουτιά της από γύρω.

–Ε, τι να ‘καμα; Αφού αργούσις..., τση κάνει.

Βάνει τα χέρια στη μέση η Ζωζώ, σωστή μέγαιρα.

–Δέκα η ώρα δεν μ’ είπις; τση λέει. Δέκα η ώρα ήρθα... Ισύ απού τι ώρα ίσι ιδώ, γιανα χ’μι του καλό ρώτ’μα;

–Από τση οχτώ, προσφέρομαι εγώ, μπας και μετριάσω την ποινή μου.

–Απού τ’ς ουχτώ;!!! τσίριξε η Ζωζώ.

–Ε, για σιγουριά..., εξήγησε η Λίτσα παλεύοντας με τα εσώρουχά τση. Μπουρεί ναμη μι καθόταν μι του πρώτου...

Δεν περιγράφω άλλο, που θα ‘λεγε κι ο γνωστός εκφωνητής.

Αυτό που κατάλαβα εγώ –κατόπιν εορτής– ας το καταλάβει, με κάποια προσπάθεια,κι ο περπατημένος αναγνώστης.

Το συνοικέσιο χάλασε βέβαια –κρίμα το προικοσύμφωνο– και μαζί κι η δουλειά μετον Γκουντή. Δεν νομίζω πως είμαι πλέον εφεξής ευπρόσδεκτος στον Τύρναβο –για ναμην πω σε όλον τον κάμπο.

17 Φιλονάδα: η φιλενάδα Κερκυραϊστί.

155

Page 156: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 157: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

5) Η κυρία Λόλα από το Μπραχάμι

Page 158: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 159: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

η φανταστεί κανείς τίποτσι μεγαλεία και περγαμηνές από κείνα που σου στρώνουνκόκκινο χαλί για να πατείς, μην και σου φθαρεί η σόλα και ψάχνουμε για τσαγκα-

ράδες, που δεν υπάρχουν πια την σήμερον ημέραν. Μπακάλης στο Μπραχάμι ήτουνε οπατέρας τση που έκλεβε στο ζύγι και προήχθη σε σουπερμαρκετά –δάνειζε κιόλας στηζούλα με μεγάλο διάφορο18 τσου «έχοντες ανάγκη», «να τσου βοηθήσουμε τσου αν-θρώποι, μην τσου φάει η Τράπεζα το σπιτάκι... να τσου το φάμε εμείς». Είχε καταπιαστείκαι με καντιντίς αθραία –δεν ξέρουμε ακριβώς το είδος– και (κατά πως λένε οι κακέςγλώσσες, που δεν χρωστάνε καλό έτσι και δουν άνθρωπο να προκόβει) με κάτι κλεπτα-ποδοχές, κάτι κομπίνες με προμήθειες του Στρατού, να τος ο μπάρμπα-Φάνης –πίσσαστα κόκαλα του αχόρταγου– με περιουσία τσίλικη και με προσώπατο στην κενωνία.

Μ

Η κυρία Λόλα ήτουνε μοναχοκόρη του και ως τέτοια μοναδική κληρονόμα τουΣουλτάνου του Μπραχαμιού. Που αν δεν έπιπτε πάνω σε κείνη τη νυφίτσα, τον προικο-θήρα τον Ντέμη –ο οποίος έκαμε φιλότιμες προσπάθειες να τση τα φάει μέχρι δεκάραςπλην απέτυχε τση λεπτομέρειες και πήρε τελικώς τον πούλον– θα ήτουνε, μη σου πωπολύ, σε επίπεδο Αγγελοπούλαινας και άνω κι ενδέχεται να διοργάνωνε ΟλυμπιακούςΑγώνες, αντί για φιλόπτωχα τέϊα, αλλά κι έτσι πάλι καλά να λες, καθόσον έχουμε δει κο-λοσσούς να μένουν στον άσσο από μια στραβή ζαριά κι όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνειο χρόνος.

Οπόταν, η κυρία όλα, ζωντοχήρα πλέον και με τον τέως πίσω από το κάγκελο, να γυ-μνάζει κατσαρίδες, ένεκα, λέει, διακεκριμένες καταχρήσεις σε βαθμό κακουργήματος –οπότε λάβε ένα «δια βίου» να πορεύεσαι–, ελεύθερη κι ωραία στα σαρανταφεύγα τση, μετον τρόπο τση και μη έχοντας να δώκει λογαριασμό σε καμιά κυρία, μπορούσε να το παί-ζει μαντάμ ντε Πομπαντούρ και να πουλάει μούρη τση άλλες συνοικιακές κανκιόφολες19

οπού την έβλεπαν να κυκλοφορεί με αέρα και τουπέ, σούρνοντας από κοντά στην αλυσί-δα έναν ψωρίλο, δήθεν κανίς, ονόματι Μπούμπη και συμπεριφερόμενη γενικώς λες και

18 Διάφορο: ο τόκος Κερκυραϊστί.19 Κανκιόφολα: η αγκινάρα και σκωπτικώς η στριμμένη κυράτσα Κερκυραϊστί.

159

Page 160: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

είχε πιάκει τον Ποντίφικα τση Ρώμης από τα αμελέτητα –που να μην το αποκλείουμεκιόλας τελείως καθόσον η κυρία Λόλα λογιζότουνε για παιδί κάπως ζωηρό και τσαχπίνι-κο.

Τώρα, μη φανταστεί κανείς ότι η απόγονος του μπακάλη ήτουνε καμιά φόλα λόγωτου ότι προβαδούσε ακάθεκτη προς την μέση ηλικία, όπου τα θήλεα, αν δεν έχουν μπα-ταλέψει τελείως, πλακώνονται τση πλαστικές και τα μπότοξ και γένονται καραγκιόζηςμπερντές –ειδικά στην ανώτερη λεγομένη κοινωνική υποστάθμη. Όχι, ποσώς! Τουναντί-ον. Ζουμπουρλούδικη ήτουνε, με τα πιασίματά τση τα ωραία, με τα μπαλκόνια τση ταευρύχωρα και τα καπούλια τση τα αεροπλανικά κι ένα προσωπάκι μούρλια που δενχρειαζόταν ρεκτιφιέ και ματσακόνι, κι ακόμα και άνευ τση οικονομικής επιφάνειας –πουβοηθούσε, εννοείται, αρκούντως– μπόρουνε να βολεύεται μια χαρά με την πιτσιρικαρία,που πέταγε τη σκούφια τση για κάτι τέτοια κελεπούρια.

Πλην, η κυρία Λόλα, ήτουνε πάνω απ’ όλα κυρία και δεν έδινε δικαίωμα τση φαρμα-κόγλωσσες, που άλλη δουλειά δεν έχουν παρά να ξομπλιάζουν τα αλλότρια, κι ότι έκαμετο έκαμε διακριτικά και με σύνεση –είχε βλέπεις, το κορίτσι, καεί στο χυλό με τον λέχροτον Ντέμη και φύσουνε πια και το γιαούρτι.

Τώρα, θα μου πεις «και τι μας νοιάζει εμάς, ρε φιλάρα, τι κάμει και πού το δίνει η ενόγω κυρία Λόλα, που μας έχεις πιάκει το συλλείτουργο και δεν μας αφήνεις να δια-βάσουμε για τση μεταγραφές του Θρύλου στην «Αθλητική», να μορφωθούμε;». Και θασου πω ότι σε νοιάζει και σε κόφτει, καθόσον τούτη εδώ η περίπτωση είναι και πολύ πε-ρίπτωση, άμα λάχει, και δεν ξέρεις ποτέ πώς έρχονται τα πράματα και σε τι χρεία θα βρε-θεί ο άνθρωπος μια ημέρα των ημερώνε. Όπως, καλή ώρα, ο ίδιος.

Το οποίον, ξέμπαρκος στην Αθήνα, καλοκαιράκι και με την κρίση να έχει βαρέσειπορτοκαλί και τον τουρισμό να ‘χει πάει άπατος, να ψαχνόμαστε παναπεί ποικιλοτρόπωςκαι να μην βρίσκουμε άκρη, όταν παίρνει το μάτι μου την αγγελία «ζητούνται».

«Ζητείται νέος ευπαρουσίαστος, με τρόπους και καλλιέργεια, ξένας γλώσσας και δί-πλωμα οδήγησης, προκειμένου να εργαστεί παρά κυρίας ευπαρουσίαστης και σοβα-ρής, του καλού κόσμου. Απολαβές ικανοποιητικές... τηλεφωνήσατε (μόνον σοβαρέςπεριπτώσεις)... κλπ. Κλπ.»

Το οποίον τηλεφωνώ –καθόσον η αγγελία ήτουνε σαν να έγραφε «Σπύρος»– και μουβγαίνει από την άλλη άκρη ένα ραμολί που μου συστήθηκε σαν... «μπάτλερ», οπότανμου κλείνει ραντεβού σ’ ένα ρετιρέ λέει στο Γαλάτσι.

Γαλάτσι και νομπιλιτά20, εντάξει... φόλα ακουγόταν η φτιάξη, αλλά έλα που η άτιμηη ανάγκη είχε σφίξει τα κόζα και στο κάτω-κάτω τι χάναμε;... Πάω.

Και μου ανοίγει το ερείπιο ο Μπάμπης, ο μπάτλερ, και με μπάζει σ’ ένα σαλονάκι ηχαρά του γύφτουλα, τίγκα στο ιμιτασιόν Λουί Κατόρζ και το ροκοκό, στους τοίχουςκουάντρα με γύψινες επιχρυσωμένες κορνίζες από κορνιζάδικο τση οδού Αθηνάς και μεχαλιά, «περσικά αυθεντικά» από την Αγιά Βαρβάρα, να σου φεύγει ο τάκος μιλάμε στοκαρκατσουλιό.

20 Νομπιλιτά: η αριστοκρατία Κερκυραϊστί.

160

Page 161: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Όπου με υποδέχεται η κυρία Λόλα, μ’ ένα έξωμο και όξω όλα φουστανάκι μεγάλουμόδιστρου των Πετραλώνων, με την Άρτα και τα Γιάννενα πάνω τση στο ψεύτικο τζο-βαϊρικό και τον ψωρίλο τον Μπούμπη να γαυγίζει ανόρεχτα.

–Κάθισε, παιδί μου, μου λέει με ύφος Δέσποινας Στυλιανοπούλου που το παίζει κυράαπό υπερεσία. Τι να σε φιλέψουμε αν τύχει, πρώτη φορά στο σπίτι μας.

–Τη θεσούλα του σωφέρη έλεγα να πάρω, αν ευκολύνεσθε, τση κάνω εγώ.

Μου ρίχνει η μανδάμ ένα βλέμμα ακτινοσκοπικό.

–Μπα; μου κάμει παιχνιδιάρικα. Και γιατί να σας τη δώκουμε σ’ ελόου σου κι όχι σεκανέναν γείτονα, που λέει ο λόγος;

–Να σου πω ευχαρίστως, μανδαμίτσα, τση λέω. Πρώτον, εμένα με έχετε ήδη εδώ εκτου προχείρου, ενώ τον γείτονα πρέπει να πάτε να τον γυρέψετε –κι αν τον βρείτε εύκαι-ρο. Δεύτερον, ένεκα που τη φιγούρα που θα σας κάμω εγώ, έτσι παιδαράς που τυγχάνω –άνευ παρεξέγηση– δεν θα σας την κάμει άλλος και τρίτον επειδής, αν υπάρξει χρεία,κάνουμε κι άλλες δουλειές –ποικιλοτρόπως– οπόταν γλιτώνετε υπερετικό προσωπικό.

–Μπα; κακαρίζει η στρουμπουλή. Και σαν τι άλλες δουλειές δηλαδής;

–Μέχρι φασολάκια να σας καθαρίσω, που λέει ο λόγος, τση κάνω πλησιάζοντας πιοκοντά στον καναπέ. Μέχρι θερμόμετρο να σας βάνω και κοφτές βεντούζες όταν –κούφιαη ώρα– αρρωσταίνετε.

Άλλα κακαριστά γελάκια... Η έτσι τσίμπαγε σαν τρελή! Εμ, σε τα μας;

–Τι, τον γιατρό θα παίξουμε; μου κάνει ναζιάρικα.

–Και τον γιατρό και τον νοσοκόμο και ότι γουστάρεις ελόου σου, παιδί μου εσύ ζη-μιάρικο, τση λέω.

Χιχιχί χοχοχό χαχαχά κι όξω καρδιά η κυρία.

–Κύριε σωφέρη, μου κάνει. Εισάστενε ανεσύσταγος και θα σας μαλώσω.

–Παναπεί προσλαμβάνομαι, μανδαμίτσα; ερωτώ εγώ ενώ συμπλήρωσα τση κυκλωτι-κές κινήσεις επί του καναπέως.

–Δοκιμαστικώς, μου λέει. Έλα τώρα παραμέσα να υπογράψουμε το συμβόλαιο.

Οπόταν το υπογράψαμε καταλεπτώς σελίδα-σελίδα, χωρίς να παραλείψουμε τσηυποσημειώσεις και τση προσθήκες και η καινούργια μου παρτσινέβελη21 δήλωσε πωςέμεινε πολύ ευχαριστημένη.

–Σπύρο, μου δήλωσε ευθύς μετά. Δεν ξεύρω πώς είσαι ως σωφέρης, πάντως σε ούλατα αποδέλοιπα αριστεύεις ανυπερθέτως.

Το οποίον να σου τον ο δικός σου με κοστουμάκι γκρι σκούρο, γραβάτα και πηλίκιο,να σωφάρω ένα αρχαίο Dodge που η κυρία είχε κειμήλιο από τον παπάκη τση τον μπα-κάλη και δεν το αποχωριζότουνε.

–Είναι το πρώτο αυτοκίνητο του ντάντυ κι ως εκ τούτου το έχω για τυχερό, μου εξή-γησε.

21 Κάπως αυθαίρετο θήλυ του «παρτσινέβελος»: το αφεντικό Κερκυραϊστί.

161

Page 162: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Μόνο μη μας τύχει εμάς το λαχείο να μας διαλυθεί στα χέρια, τση λέω.

–Ε, αν μας τύχει τότενες θα με κουβαλήσεις ελόου σου στους στιβαρούς σου ώμους,γέλασε η μανδάμ.

Κι εδώ είναι που το πράμα γένεται περίεργο. Καθόσον, η κυρία Λόλα (εννοείται ότιπαρά το κάποιο θάρρος συναμετάξυ μας εξακολουθούσα να την προσφωνώ «κυρίαΛόλα» –να κρατάμε τση θέσεις μας) όσο πρόσχαρος, γελαστός και καλαμπουρτζής τύποςήτουνε κατ’ ιδίαν, τόσο δημοσίως έδειχνε ψηλομύτα και απροσπέλαστη. Λες και πάταγεένα κουμπί και μεταμορφωνόταν, ρε παιδί μου!

–Ορή βουρλισμένη, χαλάρωσε, δεν σε παίρνουν ταινία, τση έλεγα τση στιγμές «κατ’ιδίαν» που με άκουγε αλλιώς.

–Δεν ημπορώ, Σπύρο, μου έλεγε. Ηπρέπει να τηρήσω τη θέση μου και τη σειρά μου.Μια κυρία τση ανωτάτης κοινωνικής υποστάθμης δεν δύναται να χαχανίζει ως καμπαρε-τζού που υποδέχεται τον Στόλο... «γουέλκαμ μπόϋς».

Τώρα τι να τση ‘λεγα; Ότι πιο πολύ θα τση πάγαινε η καμπαρετζού από τούτο τοσκέδιο που κάθισε και σκαρφίστηκε; Θα τη στενοχωρούσα και δεν κάνει, ένεκα που...στα ψέματα στ’ αλήθεια την είχα συμπαθήσει την αγγελοκρουσμένη, γιατί ήτουνε (κατ’ιδίαν) όξω καρδιά παιδί, ένα κομμάτι μάλαμα, και στη γυμναστική η πρώτη μαθήτρια, να‘ούμ’. Αυτή την πετριά να μην είχε και θα ημάστενε ούλοι μια χαρά και σένιοι.

Η κυρία Λόλα είχε πλούσια κοσμική ζωή κι αυτό παναπεί ότι με είχε συνέχειαατέντο, να την παγαίνω και να τη φέρνω στο αρχαίο όχημα –που αποτελούσε εννοείταιτο σήμα τση κατατεθέν στους «κύκλους» όπου εσύχναζε.

Την πάγαινα, ας πούμε, το πρωί για ψώνια, πότε στο κέντρο, πότε στο «Μωλ», τηνπεριλάβαινα το μεσημέρι και την πάγαινα για «λαντς» με τση άλλες πυροβολημένες καν-κιόφολες τση φιλονάδες τση στα «ιν» στέκια τση αριστοκρατίας, που άλλαζαν αναλόγωςτην εποχή, οπόταν περιμέναμε απόξω με την άλλη σωφεράτζα πότε να τελειώσουν ταφουαγκρά, μετά πίσω στο Γαλάτσι για σιέστα (συχνά μετά δημοσίων θεαμάτων και βεγ-γαλικών), το απόγιομα πάλε πότε σε κανένα φιλανθρωπικόν τέϊον, τίποτσι παρουσιάσειςβιβλίων των αστέρων τση διανόησης, τση πολιτικής και τση ρεμούλας, καμιά έκθεσηΤέχνης, όπου ούλοι έμεναν έκθαμβοι μπροστά σε μουτζαλιές, μετά, το βράδυ ή σε δείπνο(«ντίνερ» το λένε οι βαρημένοι) ή σε καμιά δεξίωση ή σε θέατρο και τα τοιαύτα καιύστερις σιωπητήριο και παρουσιάστε, κανονικά και με τσου προφήτες, καθόσον –να τσητο αναγνωρίσουμε– η κυρία Λόλα, όσο κουραστική μέρα κι αν είχε, άμα επρόκειταν γιατην προσωπική τση διασκέδαση αβαρίες δεν έκαμε. Ίσως γι’ αυτό διατηρούνταν μιαχαρά, άνευ ματζουνιών, μπότοξ και τραβηγμάτων, ενώ οι άλλες, οι κανκιόφολες, είχανπάρει προ πολλού την κάτω βόλτα και τρέχαν ολοταχώς προς τον αναπόφευκτο όλεθρο.

Τώρα θα μου πεις: «Καλά, ρε μεγάλε, καταδέχτηκες ελόου σου, το νάμπερ ουάν τσηεπικράτειας, να σε κάμει η κυρία από το Μπραχάμι και νυν κάτοικος Γαλατσίου, ίσαμεένα σκυλάκι του καναπέ, ίσαμε έναν ψωρίλο Μπούμπη, να σου κοτσάρει γραβάτα καιπηλήκιο και να σε σούρνει απ’ εδώ κι απέ κει, ν’ ανοίγεις πόρτες «περάστε μανδάμ» κιάλλα τέτοια ρεζιλίκια;». Και θα σου πω εγώ... γιατί όχι, ρε φιλάρα; Σάματις άσχημα τηγαζώναμε ή θα μας έπεφτε το νεφρί αν κάναμε και καμιά υπόκλιση, στο πλαίσιο των κα-θηκόντων μας, που λέει ο λόγος; Άσε που ο μισθός, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, έπιπτεκανονικά, άσε πια τα τυχερά, άσε τση προμήθειες από ανταλλακτικά, βενζίνες και λάστι-

162

Page 163: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

χα του σαράβαλου, άσε τα «κατ’ ιδίαν» και τση μάσες-φούμες-ξάπλες δωρεάν και τη ευ-γενή χορηγία τση μανδάμ, που το κορίτσι –να το πούμε κι αυτό– ήτουνε γαλαντόμα καιτσίφτισσα και δεν έστυβε τη δεκάρα να βγάνει ξύγκι, όπως κάτι άλλοι του ιδίου φυράμα-τος.

Μετά είναι και το άλλο... Κωλύομαι να το πω, αλλά εδώ, είπαμε, θα λέμε αλήθειεςάνευ φόβου και πάθους κι οποιανού δεν του αρέσει να πάει να κάμει τα παράπονα στονΜαίτυλα22. Δηλαδή να... Τα χρόνια περνάνε και καλή η περιπέτεια και το νταβαντούρι,δεν λέω, πλην το αποτέλεσμα ποιο είναι στην τελική σούμα άμα το καλοεξετάσεις; Τίπο-τσι. Ένα τεράστιο μεδέν, εγώ στο λέω! Κουράζεται στο τέλος ο άνθρωπος, ρε παιδί μου,και δεν του πάει να κοιμάται μια ζωή και να ξυπνάει μαγκούφης. Σώνει πια το «φύγεεσύ, έλα εσύ». Αρχίζεις να χρειάζεσαι μια κάποια σταθερότη, ένα σημείο αναφοράς, πουλένε και οι πανεπιστήμονες. ‘Ντάξει, γυρίσαμε, σουρδέψαμε, αλωνίσαμε, κάναμε ζημιές,έχουμε να θυμόμαστε... Νισάφι! Κάποια στιγμή να συμμαζώνεται ο άνθρωπος, καθόσονσήμερα ειμάστενε, αύριο δεν ειμάστενε.

Και για να πούμε κι άλλη μια αλήθεια... Την περί ου ο λόγος κυρία Λόλα, μην σουπω πολύ, αλλά την πάγαινα με χίλια, ρε παιδί μου –κι ας ήτουνε τοκάδα23. Αλλά και κεί-νη, απ’ ότι καταλάβαινα, το ίδιο με πάγαινε –κι ας «μας χώριζε το χάος».

–Τι κρίμα, Σπύρο, να μην ανήκουμε στην ίδια κοινωνική υποστάθμη! μου ‘ξομολο-γήθηκε ένα βράδυ που είχαμε τελειώσει τση γυμναστικές επιδείξεις.

–Μπαρδόν;... τση κάμω εγώ (που ήξερα την πετριά τση βέβαια και δεν την παρεξη-γούσα).

–Ε, να..., μου λέει. Εσύ σωφέρης, εγώ μια κυρία...

–Ο τέλειος συνδυασμός, μανίτσα, τση λέω. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου.

–Ναι, αλλά τι θα πει ο κόσμος;

–Μη σου πω τι τον έχω τον κόσμο, τση κάνω.

–Εσύ μπορεί, εγώ όμως;...

–Εσύ τι, ρε βάσανο;

–Ε, να... οι κακές γλώσσες, που δεν χρωστάνε καλό σε άνθρωπο... Κουτσομπολεύ-ουν.

–Άστες να κουτσομπολεύουν, τση κάνω. Θα βαρεθούν.

–Και η υπόληψίς μου;

–Ε, καλά, τση λέω εγώ γελώντας. Άμα πρόκειται περί την υπόληψις τότενες να σεστεφανωθώ...

Γελάει η κυρία Λόλα, αλλά σοβαρεύει αμέσως (καθόσον δεν υπάρχει θήλεο στονπλανήτη Γη που να του πεις για στέφανα και να κάμει χιούμορ).

–Μα... Σπύρο, μας χωρίζει ένα χάος! Αναφωνεί.

22 «Τα παράπονα στον Μαίτυλα» ή Μαίτελα: Στην Κέρκυρα αντιστοιχεί στο «τα παράπονα στον Δήμαρχο». Όπου «Μαίτυλας» ο Εγγλέζος Ύπατος Αρμοστής Λόρδος Μαίτλαντ (πάλαι ποτέ).

23 Τοκάδος-α: «πειραγμένος-η» Κερκυραϊστί.

163

Page 164: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Μπα, μια ιδέα είναι όλα, τση λέω.

Δεν απάντησε, αλλά έμεινε σιωπηλή και μην σου πω ότι άκουγα το μυαλό τση ναδουλεύει στο φουλ.

Κι εκεί που το σκεβότανε που λες η μανδαμίτσα κι όπως σε γλέπω και με γλέπεις θαείχαμε προσεχώς μια κάποια καλή κατάσταση... τσάααακ, μας σκάει από δίπλα ο κύριοςΤάκης.

Παναπεί ένα από κείνα τα σιτεμένα λιμοκοντόρια, με το πιάνο τσου και με τα γαλλι-κά τσου, που την πίπτουν σε κάτι αλλοπαρμένες αγαθιάρες που μεγαλοπιάνονται, σαν τηδική μου καλή ώρα, και δεν ξεκολλάνε άμα δεν φάνε και τσου μεντεσέδες από τση πόρ-τες, που λέει ο λόγος. Συνήθως ξεπεσμένα κατακάθια τση νομπιλιτάς, αληθινής ή μουσα-ντένιας, σου καλιγώνουν ψύλλο μέχρι να πεις «ήμαρτον» και τη βολεύουν μια χαρά στηνπιάτσα, καθόσον από κορόϊδα άλλο καλό!

Ο κύριος Τάκης το λοιπόν, κάτι σε Καλιβωκά να φανταστείς, στο πιο κοντό, με έδρατον «Μπιντέ»... συνήθως κατά «Λυκόβρυση» μεριά, διαμονής αγνώστου, αλλά κάπουκατά Δραπετσώνα τον έκοβα, με την κουστουμιά του την τσίλικη και το παπιόν, με τογαλλικό του... «ζε βουζ αν πρι», «σερ μανδάμ», «πασέ μουά λε πουάβρ» και τέτοια, καιμούρη που να τον προσφωνούνε ούλα τα γκαρσόνια «κύριε Τάκη μας», μας την έπιψεαπό δίπλα μια Τρίτη στον Ιππόδρομο –καθόσον η κυρία Λόλα είχε μια συμπάθεια στααλόγατα (από τότενες που κουβάλουνε ο παπάκης τση τα σακιά τ’ αλεύρι με τονΝτορή)– δήθεν να τση δώκει ένα σιγουράκι, που το είχε «τυγιό»24 στην τρίτη ιπποδρομία(και του βγήκε να δεις, του λέχρου!) κι έκτοτε ξέχασε να ξεκολλήσει.

Εγώ βέβαια, περπατημένο παιδί στα τέτοια, την ανθίστηκα τη φτιάξη και πήρα τσηπλεροφορίες μου, όπου βγαίνει ότι ο κύριος Τάκης μόνο του θεού λέει δεν χρώσταγε –κιαυτό παίζεται– και ζούσε με την κομπίνα και την μπαγαποντιά, όπου τον έπαιρνε, έκανεκαι κάτι φεγγάρια στη στενή για καταχρήσεις και ψιλοαπάτες και ήτουνε γενικώς άτομονα το γλέπεις και ν’ αλλάζεις πεζοδρόμιο, μην τύχει και σε χαιρετήσει και ψάχνεις μετάνα δεις αν σου λείπει κανένα δάχτυλο (γιατί το δαχτυλίδι οπωσδήποτε).

Πλην, τα θήλεα, άπαξες και στραβωθούν δεν βλέπουν μπροστά τσου μακάρι και σι-δερόδρομος να τσου ‘ρχεται κατά πάνω και η Λόλα, με την πετριά τση νομπιλιτάς πουείχε, δεν ήτουνε εξαίρεση. Θεόστραβη και θεόκουφη μιλάμε!

–Εξαιρετικός κύριος ο κύριος Τάκης! έλεγε και ξανάλεγε το βούρλο. Φαίνεται ο αρι-στοκράτης, παιδί μου!

–Εδώ μάλιστα, το πήτυχες στο δοξαπατρί, μουρμούραγα ελόου μου.

–Δεν τον χωνεύεις γιατί ζηλεύεις, γέλουνε η Λόλα (όνομα και πράμα). Ούλοι οιάντρηδοι ίδιοι εισάστενε. Μην δείτε άλλον κόκκορη να φέρνει βόλτα στο κοτέτσι!...

–Κόκκορης ο «κύριος» Τάκης;!!! διερρήγνυα εγώ τα ιμάτιά μου. Μην ξεράσω!

Γέλουνε πάλι τότενες η πουλάδα και τ’ άφηνε εκεί, καθόσον ήξερε πως με κάτι Σπύ-ρους δεν το τραβάς πολύ το σκοινί καθόσον έχουν και βαρύ χέρι και τσου φεύγει εύκολαο φούσκος άπαξες και διαπιστώσουν αταξία.

24 Από το γαλλικό «tuyau» με την έννοια εδώ της πληροφορίας.

164

Page 165: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Αλλά ο λελές μου είχε κάτσει στο λαιμό και δεν πάγαινε κάτω με τίποτσι. Τον έγλε-πα, το μούτρο, τι ελιγμούς και τζιριτζάτζολες οπού έκαμε και προσπάθουνα να βάνωμυαλό στη δικιά μου, αλλά πού!...

–Ένας εξαιρετικός κύριος, επαναλάβαινε με το γνωστό ποντίγιο.

–Ορή μαζώξου, τσ’ ήλεγα. Μαζώξου γιατί θα τρέχουμε μετά και δεν θα φτάνουμε.

Αλλά σιγά μη μαζωνόταν, το παρλιακό!

Κι ο τζες από δίπλα να κεντάει σταυροβελονιά. «Να κάμνομεν», «να επενδύσομεν»,«να φροντίξομεν»... Και όλα τα «-μεν» αφορούσαν τη Λόλα βεβαίως, οπού έκαμνε ότιτσ’ ήλεγε το μούτρο αδιαμαρτύρητα.

Κι όπως το φοβόμανε γένηκε στο τέλος το κακό και μου ‘ρθε το βαρημένο το θύμαμ’ ένα μονόπετρο, νααα, μετά συγχωρήσεως, που έκραζε από μίλια μακριά «κάλπικο».

–Ο κύριος Τάκης μου έκαμε πρόταση, με πλεροφορεί η έτσι απαστράπτουσα. Δεν πι-στεύω να σε στενοχωρεί αυτό, ε, Σπυρέτο;

–Να με στενοχωρεί; τση κάνω εγώ (ανώτερος πάντα και κύριος). Γιατί να με στενο-χωρεί; Οπού θα σου τα φάει μέχρι μία ο απατεώνας; Τι λες, μάτια... Μέσα στην καλήχαρά είμαι.

Η κυρία Λόλα έπιακε τση τσαχπινιές.

–Έλα τώρα, ντάρλινγκ, μου κάνει –φτυστή η Βουγιουκλάκη. Μη γρουσουζεύεις.Αφού στο βάθος μ’ αγαπάς και θέλεις το καλό μου. Άλλωστε εμείς τση τρελίτσες μαςόλο και θα τση κάνουμε. Στα κρυφά –όπως όλες οι κυρίες του κόσμου. Που θα ‘χει καιπιο γούστο.

–Γούστο θα ‘χει, ορή πυροβολημένη, που θα σε δω να μετακομίζεις σε κάνα χαρ-τόκουτο τσου πεζόδρομους;

–Αχ, μωρέ Σπύρο, την καταστροφή φέρνεις! στραβομουτσούνιασε η Λόλα. Μη δειςάνθρωπο να προκόψει!...

Κι από προκοπή άλλο καλό! Δεν πρόκαμε να υπογράφει τσέκια για τον λέχρο που θαέκαμε λέει «επενδύσεις», κι αν είδες εσύ επένδυση άλλο τόσο είδα κι ελόου μου. Αλλάόταν τση πούλησε το αρχαίο όχημα για να παραγγείλει λέει την τελευταία «Μπέντλεϋ»,κατευθείαν από το Μπακιγχαμ, οπού ξεπούλαγαν ένεκα η στενότη, αποφάσισα να επέμ-βω.

Πάω το λοιπόν και τον πιάνω σ’ ένα καφενείο στα Πετράλωνα οπού σύχναζε κατ’ιδίαν, όταν δεν παρίσταινε τον αριστοκράτη, να μαδάει τα κορόϊδα τσου συνταξιούχουςστην ξερή.

–Μάγκα μου, του κάνω. Μέχρι εδώ. Καλά έφαγες, καλά ήπιες, μάζωχτα τώρα καιτον πούλον.

–Μα τι λέτε, κύριε; μου κάνει αυτούνος. Ξέρετε σε ποιον μιλάτε;

–Επειδής ξέρω σου λέω, του κάνω.

Και του κοτσάρω όλο το ποίημα απόξω, χαρτί και καλαμάρι, ν’ αλλάξει ο λέχροςεβδομήντα χρώματα.

165

Page 166: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Λάθος..., πάει να μου πει.

Αλλά του τραβάω δυο ξεγυρισμένους φούσκους και τον φέρνω πάραυτα στα ίσα του.

–Έτσι και σε ξαναδώ στα πέριξ τση κυρίας Λόλας, άσε που θα σε κάμω τουλούμι,αλλά θα ξαμολήσω και κάτι παιδάκια δικά μας, τση Ασφάλειας, όπου έχεις να τσου λύ-σεις κάτι απορίες, του λέω. Κι αυτά, όπως ξέρεις, δεν το παγαίνουν με το σεις και με τοσας, όπως ελόου μου. Συνεννοηθήκαμε;

–Μα...

–Εξαφανίζεσαι κανονικά, του λέω. Γένεσαι μπουχός μιλάμε.

Απάτη ήτουνε ο κύριος Τάκης, βλάκας δεν ήτουνε, κατάλαβε πως έσφιξαν τα κόζακαι δεν τον έπαιρνε άλλο, γένηκε μπουχός.

Η κυρία Λόλα τώρα απαρηγόρητη.

–Μα τι γένηκε αυτός ο χριστιανός; έλεγε και ξανάλεγε. Άνοιξε η γης και τον κα-τάπιε;

–Μπορεί να πήγε να φέρει τη Μπέντλεϋ από το Μπάκιγχαμ και να τον κράτησανεκεί σώγαμπρο, τση λέω.

–Εσύ φταις, μου βάνει τση φωνές η χαροκαμένη. Φαγώθηκες με τον άνθρωπο απότην αρχή. Το γρουσούζεψες. Απολύεσαι!

Κι αυτό ήτουνε το ευχαριστώ, αλλά δεν πειράζει, φτάνει που αποτρέψαμε τη μεγαλύ-τερη καταστροφή που ερχόταν ολοταχώς.

Και η αλήθεια είναι πως ζημιά γένηκε. Κάτι από ‘δω κάτι από κει, κάτι που είχε μπειεγγυήτρια ήρθε και στριμώχτηκε η κυρία Λόλα σε σημείο που ξεπούλησε μέχρι και τορετιρέ στο Γαλάτσι, με ούλη την παληατσαρία την επιχρυσωμένη μέσα, απόλυσε και τονΜπάμπη τον μπάτλερ και πήγε με τον Μπούμπη τον ψωρίλο να ζήσει στην πατρική μο-νοκατοικία στο Μπραχάμι, που ευτυχώς υπήρχε ακόμα.

Κι εμείς, για άλλη μια φορά στον άσσο και ψύχραιμοι, πάνω που παγαίναμε ν’ απο-κατασταθούμε και να ησυχάσουμε από την αδυσώπητη καθημερινή βιοπάλη. Αυτά όμωςπαθαίνει όποιος είναι αισθηματίας –το λέει και το άσμα.

166

Page 167: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

6) Η Σταίησυ από την Αστόρια

Page 168: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 169: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

ε τα αμερικάνικα προϊόντα και μάλιστα με το έμψυχο μαίηντ ιν Ούσα υλικό (ανδεχτούμε πως οι γκόμενες είναι έμψυχο υλικό) είχα πάντα πρόβλημα. Μιλάμε εδώ

για πυροβολημένες καταστάσεις, ρε παιδί μου! Για νοοτροπίες που για μας, τσου Ευρω-παίους, μοιάζουν εξωγήινες ή από εδώ και δέκα αιώνες πίσω. Μιλάμε να προσπαθείς νακαταλάβεις τι έχουν μέσα στο (ομοιόμορφο) κεφάλι τσου και να τρελαίνεσαι τέλεια οίδιος! Έτσι, καημό το έχω να πέσω σε μια Αμερικάνα φυσιολογική! Μια που να το κάμει,ρε παιδί μου, και να ξέρει γιατί το κάμει. Μία! Για δείγμα!

Μ

Αλλά κι από τση Αμερικάνες ακόμα περισσότερο κείνες που δεν παίζονται με τίπο-τσι πια είναι οι δικές μας, οι «ομογενείς». Τουτέστιν οι απόγονες των πιατάδων που πή-γαν στην Αστόρια να κάμουν φράγκα και στραβώθηκαν εντελώς οι ίδιοι. Και θα μουπεις, μα ήτουνε στραβοί κι όταν έφευγαν από το βλαχοχώρι τσου. Ναι, θα σου πω, αλλάεκεί απόγιναν. Δεν ξέρω τι φταίει. Τα ντόλλαρς φταίνε, ο αέρας φταίει, η κατάρα των Ιν-διάνων...; Μια φορά κάτι φταίει. Και οι πιατούδες –απελπισία! Εμένα να ρωτήξεις νασου πω...

Η Σταίησυ –Σταματία βαφτισμένη– ήτουνε ατόφια πιατού, γέννημα και θρέμμα τσηΑστόριας και με ντάντυ τσέλιγκα, που ήρθε λαθραίος τζαμπότης25 από τα γκράβαρα τσηορεινής Αρκαδίας κι έκαμε αλυσίδα «ρέστωραντς – γκρηκ φουντ», να ‘ούμ’, με μούτροκαι υπόληψη στην ελληνική παροικία ένεκα που υπολογιζόταν μιλάμε σε εκατομμύριαντόλλαρς –κι όποιος υπολογίζεται σε εκατομμύρια ντόλλαρς στο Αμέρικα είναι άξιοτέκνο τση πατρίδας και παράδειγμα προς μίμηση. Ήτουνε βεβαίως και επίτροπος στηνελληνορθόδοξη ενορία (δύναμη εκείθε), μέλος των ΑΧΕΠΑΝΣ και ορκισμένος ρεπου-μπλικάνος, που πίστευε πως η Ελλάδα θα καταστρεφόταν από τους κομμουνιστές πουήρθαν κι ανέτρεψαν τα χρηστά ήθη του Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια των Παπαδοπου-λοπαττακών και ότι δεν καταστρέψει η κόκκινη λαίλαπα26 θα το καταστρέψει ο τουρι-σμός, που είναι έργο του Σατανά, ο οποίος στέλνει τση ξεβράκωτες τσούλες απ’ ούλον

25 Τζαμπότης: ο σκαστός από το πλοίο (jump off the boat), κατά το ομογενειακό αμερικάνικο ιδίωμα.26 Για τους προοδευτικούς ομογενείς οτιδήποτε ξεφεύγει από την πιο καραμπινάτη δεξιά είναι «κόκκινη

λαίλαπα» –το ΠΑΣΟΚ του Αντρίκου για παράδειγμα!

169

Page 170: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

τον κόσμο να ξεμυαλίσουν τα αγνά Ελληνόπουλα και να τα αποτρέψουν από το να δη-μιουργήσουν μια ελληνοχριστιανική οικογένεια, προτιμώντας να σούρνονται στην αμαρ-τία και την ακολασία καθημερνώς –και να, κάτι τέτοια γλέπει ο καλός θεός και θα ρίξειφωτιά να μας κάψει. Μιλάμε για τόσο προοδευτικά μυαλά!

Που μεγάλωσε αναλόγως και τη θυγατέρα του, τη Σταίησυ, περί τση οποίας ο λόγοςκαι η αφορμή τση συγγραφής του παρόντος πονήματος27. Οπόταν καταλαβαίνει ο έμπει-ρος αναγνώστης τι να περιμένει.

Γιατί Σταίησυ, θα μου πεις. Χάθηκαν τα πιτσούνια ένα γύρο, χαρά θεού από τα πέρα-τα τση οικουμένης, που προσέρχονται μετά φόβου πίστεως και ευλάβειας σε λαϊκό προ-σκύνημα; Στο οποίο θα σου απαντήσω, ναι, ρε φιλάρα, χάθηκαν. Καθόσον, έλα εσύ Φλε-βάριο μήνα τσου Κορυφούς κι αν βρεις και θηλυκιά γάτα τουρίστρια, που λέει ο λόγος,να κυκλοφορεί εγώ θα καθίσω να με... φτύσεις.28

Και τότενες πώς έσκασε Σταίησυ, θα μου πεις. Κάτσε ν’ ακούσεις και να γελάσεις.Αλλά πρώτα θα σου πω μια ιστορία που έλεγε ο συχωρεμένος ο Τάντης, ο ταξιτζής, καιπου είχε συμβεί αυθεντικά εκεί στα μέσα του ‘70.

Πήρε λοιπόν ο Τάντης κούρσα από το λιμάνι δυο γριές Αμερικάνες –από κείνες μετο λουλακί μαλλί– να τση πάει σε μια βίλα που είχαν νοικιάσει στην Κουλούρα. Τονπλέρωσαν το λοιπόν οι γκιόσες και του είπαν, σαν σήμερα, δυο βδομάδες να πάει να τσηξαναπάρει που θα έφευγαν αεροπορικώς. Κύριος ο Τάντης, δυο βδομάδες την ίδια μέραακριβώς, να σου τον και περιλαβαίνει τση κανκιόφολες, που είχαν μαυρίσει –πλην τομαλλί– από τα μπάνια και ήσαντε μέσ’ την καλή χαρά.

–Πώς τα περάσατε, ωραία; τση ρωτάει ο Τάντης στη διαδρομή.

–Πολύ ωραία, πολύ ωραία! απαντούν χορωδιακά εκείνες.

–Μόνο που έχω μια απορία, προσθέτει η μια τσου.

–Τι απορία, μανδάμ; απορεί ο Τάντης.

–Να, του λέει η γκιόσα. Γιατί μιλάνε τέτοια περίεργα γαλλικά εδώ πέρα;

Δεν έβανε κακό με το μυαλό του ο Τάντης... Σου λέει, σε κάποιον χωριάτη θα έπε-σαν και θα τση πλάκωσε στα κερκυραίϊκα κι αυτούνες τα πέρασαν για γαλλικά.

–Ποιος μιλεί περίεργα γαλλικά, μανδάμ; ερωτά ευγενώς.

–Όλοι, του λένε και οι δυο εν χορώ.

Αρχίζει να ψυλλιάζεται ο Τάντης –ξύπνιο παιδί– τση ρωτάει με τρόπο αν κατάλαβανπως βρίσκονται στη γουώρλντ φαίημους Κόρφου.

–Yes, yes! του απαντούν. Corfu! We love Corfu!

Μπερδεύεται ο Τάντης, τση ξαναρωτάει μήπως τυχόν και ξέρουν πού στον γέρο--διάτανο βρίσκεται η Κόρφου.

–But in the South of France! του απαντούν με μια φωνή οι εξ Αμέρικας γκιόσες.

27 Σημείωση συντάκτη: Ο Σπύρος είχε βάλει «του ενθάδε πονήματος» έλαβα το θάρρος και την ευθύνη νατο διορθώσω –όπως και πλείστα άλλα που, από σεμνότητα, δεν αναφέρω.

28 Κι αυτό κάπως αλλιώς το έθεσε ο Σπύρος.

170

Page 171: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Και παραλίγο να στουκάρει τη Μερσεντέ σε μια παρακείμενη ελιά, ο άνθρωπος –θιος σχωρέστον.

Η διδακτική αυτή ιστορία μας δείχνει πως τα πέραν του Ατλαντικού ξαδέρφια τωνΙγγλέζων, πέρα του Τέξας, του Νιου Γιόρκ, άντε και τση Καλιφόρνιας, ιδέα δεν έχουνπερί του υπόλοιπου κόσμου. Οπόταν...

Οπόταν, ιδού η Σταίησυ, Φλεβάριο μήνα, να ξεροσταλιάζει στου Ζήσιμου, στο Λι-στόν, σαν τον κούκο που δεν φέρνει την άνοιξη, με μια γρανίτα φράουλα και μπαμπου-λωμένη μέσα σε εφτά πουλόβερ, ντόπιας κατασκευής, από ταγαράδικα.

Τώρα δουλειά δεν υπήρχε –ούλος ο κόσμος είχε πάει για ύπνο παραδοσιακά, να ξυ-πνήσει καλό Πάσχα, πρώτα ο θεός– αγαμίες υπήρχαν, όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή, οιφιλάρες φευγάτοι στην αλλοδαπή, σώγαμπροι τση ξενέρωτες που χτύπησαν το καλοκαί-ρι, σόλο, ταπί και ψύχραιμος ο δικός σου, φερμάρω το φαινόμενο –που έκαμε μπαμ απότην Κοφινέτα– και πίπτω από δίπλα ευσυνειδήτως.

–Γουέρ αρ γιου φρομ; τη ρωτάω.

–USA, μου λέει μουτρωμένη.

–Γιου αρ χήαρ ιν χόλινταιϋς; τση κάνω εγώ.

–Yeah, μου λέει. Αλλά δεν μου πήτυχε.

–Όπα τση! Πατριωτάκι; αναφωνώ εγώ.

–Από Αστόρια, μου λέει.

–Μέσα από την Αστόρια;...

Κουβέντα να γένεται (και ότι ήθελε προκύψει).

Ρούχλω η έτσι –το είπαμε– φρατζόλα μπαγιάτικη, μ’ ένα μούτρο λεβεντομάνα Ντρο-μπολιτσά και Πέμπτη Λεωφόρος γωνία, με γυαλί αμυγδαλωτό αμερικανέ, μαύρη συφο-ρά, αλλά σάματι θα τη στεφανωνόμασταν ή θα τη δείχναμε πουθενά –που δεν υπάρχειψυχή στα πέριξ;

–Και πώς έτσι διακοπές στο μεσοχείμωνο, ρε πατρίδα; τη ρωτάω αφού κέρασε φρα-πεδιά και Salem Menthol.

–Είπα αφού θα ερχόμανε στο Νότιο Ημισφαίριο να έρθω χειμώνα δικό μας, οπού θα‘ναι καλοκαίρι δικό σας, όπως Αουστράλια, μου λέει το πράμα και μ’ αφήνει σέκο.

–Στο Νότιο Ημισφαίριο είπες πως θα ‘ρχόσανε, μάτια; τση κάνω.

–Εμ ναι... Αφού το Νιου Γιόρκ είναι North τι θα είναι το Ελλάδα; South δεν θα είναι;μου πετάει το ακλόνητο επιχείρημα η πιατού.

Κατάλαβες τώρα γιατί η ιστορία του Τάντη;

–Και την πάτησες, μάτια, τση λέω ευγενικά, για να μην την αγριέψω.

–Πού να ξέρω πως έχετε καταστρέψει ελόου σας το κλίμα; μου πετάει σκουντούφλι-κα.

–Ελόου μας το καταστρέψαμε; απορώ εγώ.

171

Page 172: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Μαζί με όλα τα άλλα, μου λέει. Πήγα στο Acropolis Athens κι έφριξα! Όλαπέφτουν... Ερείπια! Οι κολώνες σπασμένες, τα αγάλματα τσακισμένα, οι πέτρες κάτω...Απελπισία! Να ‘ρθεις να δεις στο Αμέρικα πώς τα ‘χουμε τα αρχαία. Όλα σαν καινούρ-για.

–Ε, εντάξει, εσείς έχετε όβολα και μπορείτε να κάμετε επισκευές, τση λέω. Εμείς ει-μάστενε φτωχοί... Ότι μπορούμε...

–Να πάτε να δουλέψετε, μου λέει. Στο Αμέρικα δεν βλέπεις πουθενά καφενεία γε-μάτα όπως εδώ. Γι’ αυτό εισάστενε φτωχοί. Αν δουλεύατε δεν θα εισάστενε.

–Κι άμα δεν υπάρχουν δουλειές, μανίτσα;

–Τι θα πει; Να φτιάξετε εσείς δουλειές –όπως Αμερική.

–Με τι λεφτά, ρε πατρίδα;

–Μ’ αυτά που θα βγάνετε δουλεύοντας. Να κάμετε οικονομίες.

–Και πού να δουλέψουμε, ρε βάσανο, να βγάνουμε λεφτά για να κάνουμε οικονομί-ες;

–Άμα θέλει κανείς βρίσκει δουλειά.

–Α, έτσι;

–Έτσι για. Να, ελόου σου ας πούμε, τι κάνεις εδώ αντί να είσαι στην οικοδομή, νακουβαλάς ντενεκέ με λάσπη, για παράδειγμα;

–Α, εγώ δουλεύω, μάτια.

–Μπα; Και τι δουλειά κάμεις;

–Δουλεύω στον τουρισμό, τση λέω σοβαρά-σοβαρά.

Η κότα από την Αστόρια μπερδεύτηκε.

–Well, sorry, μου κάνει. Νόμιζα πως είσανε κι ελόου σου ένας από τσου πολλούς αρ-γόσχολους που έχετε.

–Αμ δε που είμαι!...

Και δως του πίτσι-πίτσι με την υπερατλαντική πατρώτισσα, χαλάρωσε και η ίδια μετα πολλά, κέρασε άλλο ένα Salem Menthol, αηδία ήτουνε, αλλά τέτοιες ώρες τέτοιαλόγια... Την πήγα και στο μαγέρικο ενού ξαδρέφου στη Σπηλιά, ενθουσιάστηκε το σούρ-γελο, μας έδωκε και συμβουλές πώς θα κάναμε τση επιχειρήσεις μας να βγάνουν πιοπολλά ντόλλαρς, ήπιε και κάμποσα ποτήρια κρασί, που τύφλα να ‘χει ο καλύτερος ξυ-διάς, και μετά την πάω στο ξενοδοχείο τση για τα περαιτέρω. Είπαμε, χειμώνας ήτουνε,όπως μπόρουνε κανείς πορευόταν.

Αλλά η Σταίησυ μου έκοψε τη φόρα.

–Δεν ξέρω πώς το έχετε εσείς εδώ στο Ελλάντα, αλλά εμείς στο Αμέρικα στα θέματατση ηθικής ειμάστενε very serious, μου λέει.

–Κι εμείς σήριους ειμάστενε, μανίτσα, μην κοιτάς που δεν φαίνεται, τση λέω.

172

Page 173: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Εσείς εισάστενε άθεοι κομμουνισταί και θα ρίξει φωτιά ο θεός να σας κάψει, μεπληροφορεί η πιατού.

–’Ντάξει, τση λλέω εγώ. Έλα ν’ αμαρτήσουμε πρώτα και μετά μετανοούμε και γλι-τώνουμε.

–Αμ δεν πάει έτσι, με κόβει αυστηρά η ηθικών αρχών. Γιατί αν αμαρτήσουμε μπορείνα μας αρέσει και μετά πώς θα μαζωχτούμε;

–Μπα, τση λέω εγώ. Μια φορά θα την κάνουμε την κουτσουκέλα, λόγω ανωτέραςβίας, και μετά νηστεία και προσευχή. Μέχρι που θα σε πάω και στον Άγιο να προσκυνή-σεις.

Η Σταίησυ φάνηκε ν’ αμφιταλαντεύεται.

–Στην Αστόρια πρώτα λογοδινόμαστε και μετά βγάνουμε τα μάτια μας, μου λέει.

–Εδώ πάλι το ‘χουμε αντίθετα το έθιμο, τση λέω. Πρώτα δοκιμάζουμε το πατίκι, ανμας κάνει, και μετά το αγοράζουμε.

–Γι’ αυτό θα σας κάψει ο θεός, προφητεύει η Σταίησυ.

–Θα πάμε όμως ευχαριστημένοι, επιχειρηματολογώ εγώ.

–Γιατί εισάστενε αμαρτωλοί.

–Μπορεί κι αυτό, ρε μάτια, τση λέω. Αλλά στο κάτω-κάτω το λέει και το ευαγγέλιο:«Ασθενής κι οδοιπόρος δεν έχει αμαρτία». Εσύ είσαι καλυμμένη απ’ όλες τση μεριές.Ασθενής στο μυαλό –που ομολογουμένως χάνει– κι οδοιπόρος ένεκα που είσαι ταξίδι.

Η εξωγήινη προβληματίστηκε.

–Λες; μου κάνει σκεφτική.

–Σίγουρα, τση λέω. Άσε που λέει κι η παροιμία: «Μία ίσον καμία».

Με τα πολλά η πιατού πείστηκε. Εδώ που τα λέμε γύρευε και να πειστεί, καθόσονπού θα τον ξανάβρισκε τέτοιον παιδαρά, το ξόανο, εδώ που τα λέμε; Ούτε στα όνειράτση.

–Καλά, μου λέει. Βλέποντας και κάνοντας.

Το οποίον αρχίζουμε να γδυνόμαστε, η ίδια και χωρίς τα σκουτιά μια μαύρη συφοράήτουνε, η άχαρη, αλλά είπαμε, η άτιμη η ανάγκη! Βγάνει αυτή, βγάνω εγώ, μένουμε μετα σώβρακα...

–Στοπ! μου φωνάζει η πιατού. Ως εδώ και μη παρέκει.

–Τι; τση λέω. Ντυμένοι θα το διαπράξουμε το αδίκημα;

–Έτσι το ‘χουμε εμείς στο Αμέρικα, μου λέει. Δεν έχεις δει στα έργα;

–Έχω δει και απορώ, ομολογώ εγώ.

–Να μην απορείς καθόλου, μου κάνει αυτή ξερά. Μόνο οι παστρικές τα βγάνουν όλαστη φόρα, οι τίμιες γυναίκες το κούτελό τσου το ‘χουν καθαρό.

173

Page 174: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Τώρα, αν έκρινα από το μισογδυμένο τοπίο, αυτή η λογική με συνέφερε, οπότε έδω-κα τόπο στην οργή και προσήλθα κι ο ίδιος με φανελάκι, σώβρακο και κάλτσες –σεμνάκι ωραία.

–Την προσευχή σου την έκαμες; με ρωτάει αυστηρά η πιατού.

–Γιατί, στον πόλεμο θα πάω; απορώ εγώ.

–Μπορεί ν’ αποκοιμηθούμε, επιχειρηματολογεί η πυροβολημένη. Μόνο οι άθεοι κοι-μούνται χωρίς να κάμουν την προσευχή τσου. Δεν φαντάζομαι να είσαι και άθεος;!...

–Όχι, τση λέω. Εδώ εμείς τον Άγιο τον έχουμε βασιλέα. Δεν κάνουμε τίποτσι χωρίςνα τον επικαλεστούμε. Και να βρίσουμε όταν θέλουμε εκείνον σιχτηρίζουμε.

Οπότε κάναμε την προσευχή και πέσαμε στο κρεβάτι που έτριζε σαν τα καζάνια τσηκολάσεως.

–Στοπ, μου κάνει η Σταίησυ όπως πήγαινα ν’ αρχίσω τση απλωτές, να ζεσταθείκάπως η ατμόσφαιρα. Τι κάνεις εκεί;

–Μπαλαμούτι το λέμε εμείς εδώ, τση εξηγώ. Εσείς πάλι δεν ξέρω πώς το λέτε.

–Αυτά είναι ντροπές πράματα και τα κάνουν μόνο οι εξώλης και προώλης, μου λέειξερά η έτσι. Τα τίμια κορίτσια αυτές τση πομπές ούτε γι’ αστείο.

Οπόταν, τι να ‘κανα ο ίδιος ο καψερός, συμμορφώθηκα προς τση υποδείξεις καιτσου ηθικούς κανόνες τση Αστόριας.

–Στοπ! με ξανασταματάει η Σταίησυ την κρίσιμη στιγμή. Πού ‘ναι το προφυλακτικό;

–Στην τσέπη του παντελονιού μου, την πληροφορώ εγώ.

–Να το βάνεις, με διατάζει. Τόσες αρρώστιες σούρνονται.

Κι άντε ξανά-μανά κι άντε πάλι από την αρχή... Το ευτύχημα που είχα πολύ καιρό ναβρεθώ σε θέση βολής γιατί αλλιώτικα θα είχαμε άλλα προβλήματα –και ρεζιλίκια– καιμε το δίκιο μου!

Με τα πολλά καταφέραμε κάποια στιγμή να περάσουμε στο παρασύνθημα. Η πιατού,τούβλινη τ’ ανάσκελα, ούτε κιχ δεν τση ξέφευγε –έτσι, για δείγμα. Ότι έκαμε το έκαμεμόνο ο ακούραστος εργάτης –που όχι τίποτσι άλλο, αλλά είχε να σκεφτεί και την τιμήτση πατρίδας, μη μας κρεμάσουν τα κουδούνια οι μπρούκληδες.

Τώρα πώς γινόταν η δουλειά πάνω από τα ρούχα, άσε και δεν θες να ξέρεις. Είναιόπως λέμε «εγχείρηση πάνω από τα ρούχα». Τι να πω; Χωρίς να θέλω να περιαυτολογή-σω... άξιος! Άξιος!

–Άντε, ακόμα; μου πετάει σε μια στιγμή η συναμαρτάνουσα. Δεν είναι για χόρταση.

–Τι νομίζεις, ορή βουρλισμένη; αγανακτώ εγώ. Ένεση κάνουμε;

–Δεν ξέρω τι κάμετε εσείς εδώ, πάντως εμείς στο Αμέρικα το ξεπετάμε στο τάκα--τάκα και πάμε για ύπνο.

–’Ντάξει, τση λέω εγώ φουρκισμένος. Άμα νυστάζεις εσύ πάρε έναν υπνάκο. Έτσι κιαλλιώς σιγά μη χάσεις τίποτσι.

174

Page 175: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Αλλά με τούτα και με κείνα είχα αρχίσει να παρατηρώ σημάδια που δεν μ’ άρεζανκαθόλου και που αν συνεχίζονταν προμηνυόταν ρεζιλίκια μεγαλοπρεπή.

Οπόταν, προκειμένου ν’ αποφύγουμε το κράξιμο, τι να ‘καμα ο καψερός... το ‘ριξακι εγώ στην ηθοποιία και με κάτι «ωχ-ωχ!» που θα τα ζήλευαν και στην Επίδαυρο, προ-σποιήθηκα πως φτάκαμε επιτέλους στο επιθυμητό. Το ευτύχημα που με το προφυλακτικόσιγά μην καταλάβαινε η πιατού ότι η όλη φάση ήτουνε μούφα.

–Μπράβο, επιδοκίμασε η κατά φαντασίαν βατεμένη. Άντε να κοιμηθούμε τώρα.

Το οποίον την άφηκα να ξεραθεί του καλού καιρού, ντύθηκα και μην τον είδατε.Ακόμα τρέχω.

Στο μυαλό και τη συνείδησή μου το κεφάλαιο Αστόρια είχε κλείσει οριστικά κα-θόσον χειμώνας ξεχειμώνας τέτοια ταλαιπωρία δεν ήμανε διατεθειμένος να ξαναπεράσωόταν δυο μέρες αργότερα να σου το το ομογενές κελεπούρι να σκάει μούρη στου Ζήσι-μου εκεί που έπαιζα μπιλιάρδο με τον Αντώνη, το γκαρσόνι –κι έχανα.

«Σου ‘πω...» μου κάνει νόημα.

Πάω να δω τι θέλει... Δεν ξέρεις ποτέ, μπορεί να τση άνοιξε η όρεξη και ν’ αποφάσι-σε να παραβλέψει κάποιες από τση ηθικές αρχές των πιατάδων –οπόταν το ξανασκε-φτόμαστε.

–Έχουμε πρόμπλεμ, μου λέει η έτσι. Big time problem!

–Θα στο ‘λεγα κι εγώ, τση κάνω. Αλλά σεβάστηκα την ομογένεια.

–Είμαι έγκυος, μου πετάει η πιατού και με κουφαίνει.

–Θαύμα! Θαύμα! αναφωνώ εγώ. Ο κρίνος!

–Μη γελάς, μου κάνει σκουντούφλικα. Το πράμα είναι σοβαρό.

–Αμ κι εγώ σοβαρά γελάω, τση κάνω.

–Δεν ξέρω τι λες ο ίδιος, εγώ αυτό που έχω να πω είναι πως χθες ήπρεπε να ‘χω myperiod και... τίποτσι!

–Καλά, μπορεί να σου ‘ρθει σήμερα ή αύριο, τση λέω.

–Εμένα δεν μου αργεί ποτέ, μου αγριεύει η πιατού. Είμαι ρυθμισμένη ρολόϊ.

–Ε, καμιά βολά και τα ρολόγια χαλάνε, τση λέω.

–Το δικό μου δεν χαλάει.

–να που χάλασε.

–Εσύ φταις!

–Εγώ;!!!

–Που με παρέσυρες στην ακολασία. Με τιμωρεί ο θεός.

–Σιγά, ρε μανίτσα, τση λέω. Σιγά! Ξεχνάς ότι είχαμε βάνει καπότα;

–Δεν ξέρω, μου κάνει. Μπορεί να τρούπησε. Έτσι ψεύτικα που τα φτιάχνετε όλα.

–Το εν λόγω ήτουνε εισαγωγής, τση κάνω (για να την πιλατέψω). Μαίηντ ιν Γιούσα.

175

Page 176: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Μου έριξε μια δηλητηριώδη ματιά που ήτουνε όλη δική μου.

–Δεν ξέρω αν ήτουνε εισαγωγής, μου λέει. Κείνο που ξέρω εγώ είναι ότι τρούπησε.

–Και πού το ξέρεις ότι τρούπησε και δεν το ξέρω εγώ, μάτια; τση λέω.

–Αφού γκαστρώθηκα, δεν θα τρούπησε; μου πετάει μια αμερικάνικη λογική και μεκάνει λιώμα.

Και πού να τση έλεγα τη δικιά μου λογική, που λέει ότι με αερογαμία δεν γκα-στρώνεται μακάρι και η Αγία Σταματία –εξόν φυσικά κι αν μας έκαμε ο Άγιος πλάκα.Αλλά αυτά είναι πράματα που δεν λέγονται, ειδικά όταν εκπροσωπείς τα εθνικά χρώματακαι φέρνεις πάνω σου την ευθύνη μιας ολόκληρης φυλής. Οπόταν την παλαβή κι εγώ.

–Μάτια, τση λέω. Με το «νομίζω, άκουσα, μου φαίνεται» δεν γένεται τίποτσι.Χρειαζόμαστε τη γνώμη ειδικού.

Με τα πολλά πείστηκε τελικά και μια και δυο την πάω στην ξαδρέφη μου την Αντω-νία που είχε τελειώσει μαμή κι έκαμε τη γυναικολόγο στη ζούλα.

Την εξετάζει η Αντωνία, τη βλαμμένη, τση κάμει και κάμποσες ερωτήσεις για ξεκάρ-φωμα και μετά τση βάνει από τα τεστ που πουλάνε στα φαρμακεία και σου λένε αν είσαιγκαστρωμένη χωρίς γιατρό, χωρίς τίποτσι, μόνο με το κατούρημα.

–Συχαρητήρια, δεν εισάστενε έγκυος, τση αναγγέλλει η Αντωνία βλέποντας το τεστνα βγαίνει τζούφιο.

–Μα πώς;!!!... διαμαρτύρεται η πιατού. Και η καθυστέρηση;

Την κόβει η Αντωνία την έτσι πατόκορφα, με κείνο το φονικό βλέμμα που έχουν οιεπιστήμονες όταν είναι έτοιμοι να σου σκάσουν άσχημα μαντάτα.

–Πόσω χρονώ εισάστενε, αν επιτρέπετε; τη ρωτάει.

Κομπλάρει η πιατού, ξεροβήχει, ξεροκοκκινίζει...

–Τι σχέση έχει αυτό; τση λέει.

–Μωρέ έχει και παραέχει, τση απαντάει η ξαδρέφη η μαμή –που όταν πρόκειται γιατην επιστήμη τση είναι αδέκαστη.

Ξανακομπιάζει η έτσι...

–Ε, εκεί... στα 38... 39..., μουρμουράει.

–Τουτέστιν 45... 46, μεταφράζει η δικιά μου.

Τσιμουδιά η πιατού.

–Μπορεί και λίγο παραπάνω, τη βοηθάει η Αντωνία.

–Ε, λίγο... μπορεί, συμφωνεί η παραλίγο γκαστρωμένη.

Κουνάει το κεφάλι τση η επιστήμων.

–Καλά, εκεί στο Αμέρικα, για κλιμακτήριο δεν έχετε ακουστά εσείς; τη ρωτάει.

Και μας κουφαίνει ούλους!!!

–Impossible! ανακράζει η Σταίησυ που έκρυβε δεκαετίες ολόκληρες.

176

Page 177: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

–Καλά, αν ξαναδείς περίοδο γράψε μου, την αποστομώνει η Αντωνία.

Κι αφού εισέπραξε το αντίτιμο τση βίζιτας –άνευ αποδείξεως, λόγω που κάμει αντί-σταση στην κρατική αναλγησία– μας ξαπόστειλε.

–Οπόταν να καταλάβω πως δεν είμαι έγκυος; σχολιάζει η πιατού όταν βρεθήκαμεστον δρόμο.

–Αυτό ακριβώς να καταλάβεις, μάτια, τση λέω.

–Παναπεί δεν θα με ζητήξεις τώρα από τον ντάντη μου;

–Μπράβο, γειάσου, μέσα έπεσες, τση λέω.

–Και το ότι με αποπλάνησες δεν μετράει; εξανίσταται αυτή.

–Περαστικά μας να είναι, μάτια, τση κάνω. Και να βλεπούμαστε σπανίως.

Τα τελευταία τση λόγια ήτουνε «fucking Greeks», αλλά το ‘βαλε αμέσως στα πόδιακαι βαριόμανε να την κυνηγήσω προκειμένου να τση κάμω τση δέουσες παρατηρήσειςπερί καλών τρόπων και λεξιλογίου. Άσε κανέναν μπρούκλη πιατά να το κάμει, αν καιόταν τση ξανατύχει τέτοιο ανέλπιστο λαχείο.

177

Page 178: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 179: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Έτσι, σαν Επίλογος

Ένας σοφός γέροντας –δεν θυμάμαι ποιος– μου είχε πει κάποτες –δεν θυμάμαι πού–το εξής πετυχημένο:

–Η κύρια διαφορά στη συμπεριφορά εμάς των αντρώνε από τση γυναίκες είναι ότιεμείς λειτουργάμε με το οπαδικό ένστικτο ενώ εκείνες με την εμπορική λογική. Εμείς πα-ναπεί ειμάστενε εθισμένοι και άνευ τση δόσης μας τα παίζουμε τέλεια ενώ εκείνες ασχο-λούνται με το σπορ εντελώς ερασιτεχνικά, ως προς το θυμικό, και άκρως επαγγελματικάως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.

–Παναπεί, Δάσκαλε; απόρησα εγώ.

–Παναπεί ότι εμείς ειμάστενε τα πρεζόνια που περιμένουμε στη γωνία να περάσει οέμπορας, να μας δώκει τη δόση μας, εξήγησε ο σοφός. Κι όπως όλοι ξέρουμε σ’ αυτά ταπράματα μπιστιού δεν γένεται. Είναι το λεγόμενο «πληρωτέον επί τη εμφανίσει». Άπαξεςκαι δεν διαθέτεις το αντίτιμο δεν λαμβάνεις το εμπόρευμα –τόσο απλό.

–Είσαι σίγουρος, Δάσκαλε; αμφέβαλα εγώ σεβαστικά.

–Να στο πω επιστημονικά να το καταλάβεις, προθυμοποιείται ο γέροντας. Εμείς εί-μεθα κατωεγκεφαλικοί –χρησιμοποιούμε σχεδόν αποκλειστικά τον κάτω εγκέφαο, όπωςοι δεινόσαυροι. Αυτές πάλι είναι ανωεγκεφαλικές –χρησιμοποιούν μόνο και κατ’ απο-κλειστικότητα τον άνω εγκέφαλο, όπως τα κοράκια τση Wall Street.

–Ένα μικρό παράδειγμα; παρακάλεσα.

Ο Δάσκαλος μου έδειξε μια γκομενίτσα από κείνες που προκαλούν εγκεφαλικά (καιτση μη επικίνδυνες ηλικίες) που έτυχε να περνάει από κει τη στιγμή εκείνη.

–Ορίστε, μου κάνει. Το εν λόγω θήραμα πέρασε από δίπλα μας και ούτε φάνηκε νακατέγραψε την ύπαρξή μας. Στην πραγματικότητα ο άνω εγκέφαλος που λέγαμε, πουτυγχάνει και ηλεκτρονικός, τελευταίας τεχνολογίας, αποτύπωσε τα πάντα όλα απόαπόσταση πενήντα μέτρων και βάλε. Μιλάμε ότι μας καταχώρησε πριν καν εμείς τηνπάρουμε είδηση, δικέ μου. Και σε ερωτώ... Τι έδειξε η ανάλυση (η οποία, σημειωτέον,

179

Page 180: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

γένεται σε nanoseconds και σε real time); Να σου πω εγώ τι έδειξε. Έδειξε έναν ξέγκλα-ρο λιγούρη που αγοράζει παντελόνι από τα καλάθια των Κινέζων και του κολλάει φίρμααπό πάνω, αλλά αν ψάξεις τση τσέπες το πολύ να βρεις ένα κουτί σπίρτα δωρεάν και μιακαπότα προπολεμικιά –τουτέστιν εσένα– κι ένα ερείπιο πορνοβοσκό που το πολύ να τηστήνει όξω από τα Λύκεια για να παίρνει μάτι τα πιτσούνια και να βολεύεται στα συσίτιατση ενορίας δι’ απόρους απόμαχους τση κενωνίας –τουτέστιν εμένα. Δεδομένα αναλύθη-καν τάχιστα και πριν φτάκει στα τριάντα μέτρα –όπου εμείς μόλις αρχινήσαμε να τηνπαίρνουμε είδηση– έχει διαγράψει τα ευρήματα ως ακατάλληλα. Τώρα... Ας υποθέσουμεπως εμείς βρισκόμαστε μέσα σ’ ένα κάμπριο από κείνα που περνάνε και λες: «Α, τονπούστη! Το λαμόγιο!»... Ο εγκέφαλος τση εν λόγω θα έκαμε άλλου είδους αναλύσεις καιυπολογισμούς και θα μανουβράριζε με τρόπο ώστε να δώκουμε εμείς –ως κυνηγοί, τρο-μάρα μας!– τη γνωριμία και να προτείνουμε (στο δήθεν και το τάχαμου) έναν καφέ ή έναποτό, αναλόγως τση ώρας, και ότι ήθελε προκύψει –που θα προκύψει. Δεν φταίει τοπλάσμα, έτσι έχει προγραμματιστεί το λογισμικό.

–’Ντάξει, του κάνω. Μπορεί να ισχύει για τση ιθαγενείς... Οι ξένες όμως;

Ο Δάσκαλος έσκασε στα γέλια.

–Ρε συ, αγόρι μου..., μου κάνει. Καλά να το λέει κάνας αγαθιάρης ξέμπαρκος, αλλάνα το λες εσύ, ο περπατημένος; Έχει η πουτάνα πατρίδα; Θα σε μαλώσω.

Εννοείται πως διαφωνώ κάθετα κι οριζόντια με τον σεβάσμιο απόμαχο και τα απα-ράδεκτα συμπεράσματά του. Όμως αυτή η κουβέντα με προβλημάτισε και με προβλημα-τίζει. Κι αν βάνω να παίξει το έπος τση ταραχώδικης ζωής μου προς τα πίσω, προβλημα-τίζομαι ακόμα περισσότερο.

Αλλά, ρε μάγκες... Κι έτσι να είναι τα πράματα –που δεν είναι– μπορείτε να φαντα-στείτε μια ζωή άνευ θήλεα; Εγώ, να, μα τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον θαυματουργό, δεν μπο-ρώ (και να πω την αμαρτία μου... ούτε και θέλω).

180

Page 181: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Τελικά, μάγκες μου, κείνο το παλιό, σοφό ρητό που λέει (μετά συγχωρήσεως):

«Όλες οι γυναίκες είναι πουτάνες, εξόν από τη μάνα μου και την αδερφή μου»...

Λάθος μέγα!

I, Spiros

Page 182: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με
Page 183: Copyright © 2015 Panos Coliopoulos 49100 Corfu · Σε τούτον εδώ θα ασχοληθούμε με τση άγριες περιοχές του πλανήτη (και με

Η συνέχεια του έπους «I, SPIROS» με τίτλο

«Γκομενογεωγραφία – Μέρος Β’» γράφτηκε

στην Κέρκυρα το καλοκαίρι του 2014.

Εννοείται πως όλα τα πρόσωπα, ζώα ή πράγματα

που αναφέρονται εδώ μέσα είναι πέρα ως πέρα

φανταστικά και πως οι απόψεις που αναπτύσσονται

από τον Σπύρο δεσμεύουν τον εαυτό του και μόνο.